Το “No Prayer for the Dying”, που κυκλοφόρησε την 1η Οκτωβρίου 1990, αποτέλεσε μια κομβική στιγμή για τους Iron Maiden. Ήταν το όγδοο στούντιο άλμπουμ τους και το πρώτο με σημαντικές αλλαγές στη σύνθεση και τον ήχο του συγκροτήματος μετά από καιρό. Το άλμπουμ αποτύπωνε μια σκόπιμη απομάκρυνση από το μεγαλοπρεπές στυλ της προηγούμενης δουλειάς τους. Αντ’ αυτού, το συγκρότημα αγκάλιασε μια πιο ωμή προσέγγιση που δίχασε τόσο οπαδούς όσο και κριτικούς.
Μία από τις πιο σημαντικές αλλαγές κατά τη διάρκεια της δημιουργίας του άλμπουμ ήταν η αποχώρηση του επί σειρά ετών κιθαρίστα Adrian Smith. Δυσαρεστημένος με τη νέα κατεύθυνση του συγκροτήματος, ο Smith έφυγε αφού πρώτα συνέσφερε συνθετικά στο κομμάτι “Hooks in You”, έναν υπαινιγμό (;) για τον νέο τους ήχο. Ο αντικαταστάτης του, Janick Gers, έφερε μια διαφορετική ενέργεια. Ο Gers, που είχε δουλέψει με τον Bruce Dickinson στα solo του, πρόσθεσε ένα φρέσκο στυλ στη μουσική τους. Η προσθήκη του Gers σηματοδότησε ένα νέο κεφάλαιο για τους Iron Maiden, αλλά η παρουσία του σήμαινε επίσης έναν αποχαιρετισμό από τον καθιερωμένο ήχο είχαν όλοι μέχρι τότε αγαπήσει.
Η ηχογράφηση για το “No Prayer for the Dying” πραγματοποιήθηκε στα Barnyard Studios του Steve Harris στο Essex της Αγγλίας, χρησιμοποιώντας το και Mobile Studio των Rolling Stones. Το συγκρότημα ήταν πρόθυμο να ηχογραφήσει ξανά στην Αγγλία, για πρώτη φορά μετά το “The Number of the Beast”. Ενώ οι ηχοφραφήσεις ήταν αρχικά ζωηρές, ο Bruce Dickinson παραδέχτηκε αργότερα ότι οι επιλογές τους δεν είχαν ως αποτέλεσμα το καλύτερο για τον ήχο τους.
Τα τραγούδια του “No Prayer for the Dying” ήταν αισθητά πιο σύντομα, με έναν πιο «ακατέργαστο» ήχο
Το “No Prayer for the Dying” ήταν επίσης μια σαφής απομάκρυνση από το φιλόδοξο ύφος του “Seventh Son of a Seventh Son”. Η μπάντα επέλεξε πιο σύντομα και «ευθύβολα» κομμάτια. Αυτή η επιστροφή στόχευε στην επανασύνδεση με τις ρίζες τους στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Ωστόσο, τα αποτελέσματα ήταν ανάμεικτα. Μερικοί εκτίμησαν την επιστροφή σε ένα απλούστερο στυλ, ενώ άλλοι θεώρησαν ότι έλειπε η πολυπλοκότητα και το ταλέντο που χαρακτήριζε τις καλύτερες δουλειές των Maiden.
Τα τραγούδια του άλμπουμ ήταν αισθητά πιο σύντομα, με έναν πιο «ακατέργαστο» ήχο. Κομμάτια όπως τα “Tailgunner” και “Holy Smoke” ενσάρκωναν αυτή την αλλαγή, συνδυάζοντας σκληρά riffs με απλοποιημένες δομές. Στιχουργικά, το άλμπουμ ήταν επίσης διαφορετικό. Αντί για τα συνηθισμένα φανταστικά και ιστορικά θέματα του συγκροτήματος, τα τραγούδια πραγματεύονταν σύγχρονα ζητήματα. Το “Holy Smoke” ασκούσε κριτική στους τηλε-ευαγγελιστές, ενώ το “Mother Russia” προβληματίστηκε για την ανατροπή της ΕΣΣΔ.
Το άλμπουμ ανοίγει με το “Tailgunner”, ένα τραγούδι που εξετάζει θέματα πολέμου, αλλά στερείται της φινέτσας των προηγούμενων επιτυχιών. Περιέχει την ενέργεια κομματιών όπως το “Aces High” αλλά υστερεί στην εκτέλεση. Το ομώνυμο κομμάτι, “No Prayer for the Dying”, ξεκινάει ως «μπαλάντα» και εν συνεχεία ξεσπά σε ένα κλασικό Maiden-ικό κομμάτι. Παρόλο που έχει δυνατές στιγμές, δεν συλλαμβάνει ποτέ πλήρως την επική αίσθηση του παρελθόντος των Maiden.
Το “Bring Your Daughter… to the Slaughter”, γραμμένο αρχικά από τον Dickinson για το “Nightmare in Elme Street 5”, έγινε το πιο αξιοσημείωτο κομμάτι του άλμπουμ. Παρότι απαγορεύτηκε από το BBC, κατάφερε να φτάσει στο νούμερο ένα του βρετανικού singles chart. Οι στίχοι και το πιασάρικο ρεφρέν του το έκαναν αγαπημένο στα live, δείχνοντας πως το νέο στυλ του συγκροτήματος μπορούσε ακόμα να συγκινεί. Ωστόσο, κατά πολλούς, η απλοϊκή δομή του υπογράμμισε επίσης τη συνολική έλλειψη βάθους του άλμπουμ.
Το “No Prayer for the Dying” παραμένει ένα κρίσιμο κομμάτι του παζλ των Iron Maiden
Άλλα κομμάτια, όπως το “The Assassin” και το “Run Silent Run Deep”, προσπάθησαν να συνδυάσουν κλασικά στοιχεία των Maiden με τον νέο ήχο, αλλά συχνά έπεφταν στο κενό. Το “Mother Russia”, το κομμάτι που κλείνει το άλμπουμ, στόχευε σε ένα μεγαλειώδες φινάλε αλλά έμοιαζε ημιτελές. Διαθέτει μελωδίες εμπνευσμένες από την Ανατολή και στρατιωτικά θέματα, αλλά δεν έχει τον αντίκτυπο των προηγούμενων κλιμακούμενων τραγουδιών του συγκροτήματος.
Το “No Prayer for the Dying” θεωρείται συχνά ως σημείο καμπής για τους Iron Maiden – μια στιγμή κατά την οποία το συγκρότημα προσπάθησε να επαναπροσδιορίσει τον ήχο του εν μέσω σημαντικών εσωτερικών αλλαγών. Το άλμπουμ έφτασε στο νούμερο 17 των Billboard charts και απέκτησε χρυσό status, αλλά σηματοδότησε την αρχή μιας περιόδου αγώνων. Μετά την κυκλοφορία του, οι Iron Maiden αντιμετώπισαν αρκετές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της αποχώρησης του Bruce Dickinson το 1993.
Πολλοί κατατάσσουν συχνά το “NPftD” στα πιο αδύναμα άλμπουμ των Iron Maiden. Ωστόσο, το άλμπουμ κατέχει μια μοναδική θέση στην ιστορία του συγκροτήματος. Αντιπροσωπεύει μια μπάντα σε μεταβατικό στάδιο, η οποία περνάει τις αλλαγές στη σύνθεση, τον ήχο και το μεταβαλλόμενο τοπίο του heavy metal στη δεκαετία του 1990.
Mπορεί λοιπόν να μην συγκαταλέγεται στις καλύτερες δουλειές των Maiden, αλλά αναμφισβήτητα επηρέασε τις επόμενες κυκλοφορίες τους. Επίσης απέδειξε και κάτι αναφορικά με τους Iron Maiden. Κατά την κυκλοφορία του οι Βρετανοί είχαν ήδη φτάσει σε θρυλικό status, ωστόσο έδειξαν ότι δεν πρόκειται να επαναπαυθούν στις δάφνες τους. Έναν mindset που διατήρησαν σε όλη τη διάρκεια των ‘90s (και το διατηρούν μέχρι και σήμερα), και απέφερε μερικές από τις σημαντικότερες κυκλοφορίες τους. Έτσι, παρά τις ατέλειές του, το “No Prayer for the Dying” παραμένει ένα κρίσιμο κομμάτι του παζλ των Iron Maiden, αντικατοπτρίζοντας μια περίοδο μετασχηματισμού που συνεχίζει να διαμορφώνει τη μουσική τους μέχρι σήμερα.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Artist: Iron Maiden