Χειμώνας 1993. Πρωινή υγρασία που πριονίζει κόκκαλο, χιονόνερο και κρύο. Το παντελόνι για το σχολείο φοριέται μετά από «ευχές» και «γαλλικά». Πρώτη ώρα Άλγεβρα, δεύτερη ώρα Φυσική. Ποιος κάνει τέτοια εγκλήματα δευτεριάτικα να βάζει πρώτη ώρα μαθηματικά και αμέσως μετά φυσική; Η Κυριακή δεν είχε περάσει όπως θα ήθελε, ίχνος όρεξης για διάβασμα. Πως θα πείσει τους γονείς να του πάρουν τα μαύρα Martens που χάζευε στη βιτρίνα κάθε μέρα στο δρόμο για το φροντιστήριο; Να’ ταν μόνο αυτό; Είναι και το πρόσωπο. Που θα ξαναβρεί την ευκαιρία που έχασε να της μιλήσει το βράδυ του Σαββάτου; Η καθημερινότητα παράγινε δύσκολη, κλιμακώθηκε το πράμα σε χρόνο μηδέν ή ίσως έτσι αποκωδικοποιείται από ένα αγόρι στην προεφηβική του ηλικία.
Μουσική, ναι. Η λύση σ’ όλα. Heavy Metal, για άλλους θορυβώδες, όχι όμως για όλους. Αντιδραστικό, χτίζει τείχη άμυνας γύρω σου, το κλειδί της απόδρασης. Καταπραϋντικό για την ψυχολογική αντοχή των υπάρξεων που δε μπορούν να υπομείνουν την πραγματικότητα, τις καθημερινές της δοκιμασίες. Και δεν είναι καν ενήλικας! Το φιλαράκι, ο Κώστας που του το’ γραψε στη γνωστή 60αρα κασσετούλα, τον διέταξε να το ακούσει. My Dying Bride, ωραίος τίτλος μπάντας, χειμωνιάτικος, πένθιμος. «Turn Loose the Swans», παραείναι ποιητικό και δεν είναι σε φάση για τέτοια. Ένα «play» θα το πατήσει όμως.
Κάτι αναφέρθηκε για απόδραση. Προσγειώνεσαι απότομα στη στείρα και άγονη γη των κύριων που είχαν τη φαεινή ιδέα να ονομάσουν το σχήμα τους «Η ετοιμοθάνατη νύφη», τι περίμενες; Δεν απέδρασες φίλε μου, εξορίστηκες. Που; Στη γη του ανεκπλήρωτου έρωτα, του καταπιεσμένου πόθου, της απόρριψης και σα φυσική κατάληξη, της εγκατάλειψης παρά τις ανώφελες ικεσίες.
Μπρος ο γκρεμός, πίσω το ρέμα. Μπράβο Φαίδων. Κανείς να σε προϋπαντήσει παρά μόνο ένα πιάνο, η κάθε νότα του ασήκωτη σα καμπάνα τη Μεγάλη Παρασκευή. Το πιάνο του «Sear Me MCMXCIII» θα «βασανίσει» μια από τις πιο χαρακτηριστικές μελωδίες των Bride όπως έγραψε η ιστορία της Μαύρης Βίβλου τους. Είναι το δικό τους «The Unforgiven» με κάμποσες επανεκτελέσεις ανά τα χρόνια.
Το βιολί ακολουθεί κατά πόδας και εκπλήσσει τόσο το νέο ακροατή όπως και το fan base τους, όσο δηλαδή πρόλαβαν να συσπειρώσουν σ’ αυτά τα πολύ πρώτα τους βήματα όταν τράβηξαν τα βλέμματα και το ενδιαφέρον. Σχετικά εύκολη η επιβολή του πιάνου και του βιολιού πάνω σου με το τελικό «χτύπημα» να δίνεται από τον Aaron Stainthorpe αυτοπροσώπως, το μπροστάρη, τη λαλιά που τα ακατάλυτα δεσμά της μοίρας την έδεσαν παντοτινά στον πάσσαλο των My Dying Bride.
Δυο EP και το ντεμπούτο προσέφεραν στο κοινό οι Βρετανοί πριν το «Turn Loose the Swans». Οι ερμηνείες του Aaron παρότι παθιασμένες δε μπόρεσαν να βγουν από το τούνελ του μονοδιάστατου. Σα φιλοσοφία πάτησαν και δε πάτησαν πάνω στο ντεμπούτο, δε γίνεται να μη συμφωνήσεις ότι ακούγονται σα διαφορετικό συγκρότημα ύστερα από ένα μόλις χρόνο. Χαώδης η αλλαγή από το ένα δισκογραφικό βήμα στο άλλο, τρανό δείγμα του πόσο γρήγορα εξελίσσονταν τα πράγματα στο μεταλλικό χώρο. Υποβιβάζεις τον Aaron στο «Turn Loose…» αν χαρακτηρίσεις αυτά που κάνει ως ερμηνεία. Ο άνθρωπος ψιθυρίζει, απαγγέλει, βρυχάται, γρυλίζει, ψέλνει, μουρμουράει μόνος του, ικανό τον έχω να κουβεντιάζει και μόνος του, δίνει όλο του το είναι ψάχνοντας να βρει εναλλακτικούς τρόπους έκφρασης στο στούντιο. Είναι σα φόρος τιμής στις επιρροές του, ένα μεγάλο εύρος με αφετηρία τους Depeche Mode και τους Dead Can Dance και τερματικό σταθμό τους Bathory και τους Celtic Frost.
«Feed me! Hold me! Save me! Save yourself, Where now? Where now? Which way? Dear god, show me» τον βρίσκεις να χάνεται στον πυρετό της απελπισίας του. Ως και τα growls εκτός από την εύστοχη εναλλαγή τους σε καθαρά, είναι περισσότερο εύληπτα. Προσφέρει την ευκαιρία στον ακροατή να απολαύσει το σεξπηρικού χαρακτήρα στιχουργικό μεγαλείο, αιχμηρό παλούκι στη φαρέτρα των My Dying Bride. Νιώθεις σε ολόκληρο το «ταξίδι» μια σιγουριά πως μεταφέρθηκαν στο χαρτί με δάκρυα και αίμα. Μια «γκρεμοτσακισμένη» καρδιά αν είχε λίγες τελευταίες λέξεις πριν τη ρουφήξει το αιώνιο σκοτάδι, θα απήγγειλε κάτι από τους στίχους του «Turn Loose the Swans».
“I had watched the snow all day. Falling. It never lets up. All day falling. I lifted my voice and wept out loud, “So this is life?”. Περισσότερο καθάριοι νοηματικά και όχι στο σημείο αινιγματικότητας του παρελθόντος, αποτελούν μέρος της ατμόσφαιρας. Φυσάνε στα πνευμόνια σου ρομαντικά μαυροδιάθετο αέρα που τις ζητάει τις μαυροδάφνες του (touche) για να σε γλυκάνουν από την απελπιστική πίκρα που σου μένει στην άκρη της γλώσσας.
Η ομορφιά με την κατάθλιψη και την ωμότητα ποτέ δεν ήταν τόσο κολλητό παρεάκι. Η εξάδα που εδρεύει στο Χάλιφαξ σε ρόλο προξενήτρας τα «μπερδεύει» τόσο αρμονικά. Πρώτα έρχεσαι κατάματα με τη μουσική και το παγωμένο σκοτάδι της, κοιτάζεις και τους στίχους και σαν την άβυσσο κοιτάζουν και αυτοί πίσω, ανταλλάσσουν βλέμμα. Κοιτάζουν μέσα σου.
Είπαμε ότι με το «Sear Me» οι Bride έστειλαν μήνυμα στον ακροατή για το που τους καθοδηγούν τα ένστικτά τους. Ο ακανθώδης ανήφορος στρώθηκε από νωρίς προς τον ηχητικό Γολγοθά, ένα doom ψυχικό βασανιστήριο που οι ίδιοι δεν επιθυμούν να λάβει τέλος. Εκτός του «Black God» που ρίχνει την αυλαία στο θέατρο της αποκαρδίωσης και μοιράζεται την ίδια φιλοσοφική γραμμή με το «Sear Me», όλα τα υπόλοιπα τραγούδια είναι άνω των επτά λεπτών. Όλα τους αιμορραγούν μέχρι την τελευταία νότα. «It‘s sad that, in our blindness, we gather thorns for flowers» συμπεραίνει θλιμμένα ο Aaron στο «Your River», το κομμάτι ίσως με τα πιο συναισθηματικό φόρτο στα φωνητικά.
Η συνέχεια αμείλικτη με το «The Songless Bird» και την παράσταση που κλέβει στα riff και τα death metalιζοντα φωνητικά. Κι αν στο εν λόγω κομμάτι θυμηθήκαμε ένα ίχνος των My Dying Bride του ντεμπούτου, το «Snow in my Hand» κυρίως με υπαίτιο το ντραμιστικό στυλ, έρχεται να δείξει πως το ίδιο το σχήμα δεν απαρνείται τόσο εύκολα το παρελθόν του. To «Crown of Sympathy» είναι αυτό που κλέβει την παράσταση με τα παρεκκλίνοντα μουσικά τμήματα, ξεφεύγοντας από τους ανατριχιαστικούς σε σημεία doom σαμπαθισμούς και χτυπώντας το παραθύρι ακόμα περισσότερων συναρπαστικών στυλιστικών παραγόντων.
Το doom σαν ιδίωμα δεν αφήνει στους ντράμερ πολλά περιθώρια, όμως εδώ ο Richard ή Rick Miah αφήνει το στίγμα του. Τα γεμίσματα είναι πανέξυπνα και κάθε άλλο παρά διακοσμητικό ρόλο έχει. Θα τολμήσω και θα πω ότι σε κάποια σημεία μου θύμισε τους ντραμερ από τη χρυσή εποχή των 70’s όταν ο ενεργητικός ρόλος τους ήταν γεγονός. Το μπάσο του Ade Jackson «θυσιάστηκε», έκανε λίγο στην άκρη και χρησιμοποιήθηκε έτσι ώστε να φανούν οι εξάχορδες με τους Andrew Craighan, Calvin Robertshaw να αχνίζουν τον ήχο με συναισθηματικά riffs και μελωδίες. Οι My Dying Bride ποτέ δεν χαρακτηρίστηκαν από την τεχνική τους, παρά την αντισυμβατική δομή των επτά «μαύρων προβάτων» του «Turn Loose…».
Βασικό μέλημα η ατμόσφαιρα, η θεατρικότητα, ο πειραματισμός, βυθιζόμενοι σε ένα κόσμο σχεδόν ξεχασμένο, ρομαντικά παλιομοδίτικο. Στο πιάνο και το βιολί, εκεί θα εντοπίσεις την παλλόμενη καρδιά των παραπάνω. Συστατικά για τους εκκολαπτόμενους γότθους του metal που εκείνη την εποχή ξεπρόβαλλαν από τα αυγά τους και το υβρίδιο του doom/death με το goth ήταν σαν ένας βολικός κορσές στα γούστα τους.
Πίσω από τα πιανιστικά arpeggios και το στρατό των νεοκλασσικών darkwave πλήκτρων βρίσκεται ο Martin Powell. Μαντέψτε, είναι και ο τύπος που «βασανίζει» το βιολί. Μιλάμε για «παίκτη» με πολλούς άσσους στο μανίκι. Θες δε θες δυο με τρεις ανάσες στο «Sear Me» για να νιώσεις το impact που μεταδίδει. Ήταν διακριτικά παρών στο «As the Flower Withers» και όχι σα βασικό μέλος. Οι My Dying Bride όμως επιθυμούσαν να εξερευνήσουν απάτητα εδάφη. Έκαναν την πρόταση στον τότε φοιτητή που δεν ήθελε να αφήσει τις σπουδές του. Τελικά ακολούθησε το άλλο μονοπάτι, παρατώντας το πανεπιστήμιο και ενώνοντας τη μοίρα του με το συγκρότημα για καλό όλων μας. Μαζί με τους υπόλοιπους πέντε υπέγραψε τη θεατρική εκδοχή της απόγνωσης και της απελπισίας μέσα από μια πλάνα και συγχρόνως ρομαντική σεξουαλικότητα. Όλη αυτή τη συναισθηματική παλέτα προσπάθησαν – κατ’εμέ πετυχημένα – να την εξωθήσουν στα άκρα, μια συνήθεια που συνεχίστηκε και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.
Υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω που θα πέθαιναν να επιστρέψουν ψύχη και σώμα στις ένδοξες μέρες του υπό κατασκευή ήχου της Peaceville Records και τους μονόλιθους του ατμοσφαιρικού κύματος (My Dying Bride, Anathema, Paradise Lost, The Gathering) στις τάξεις της να κάνουν τα πρώτα μωρουδίσια βηματά, καθορίζοντας ένα από τα κυριαρχικά ιδιώματα του metal στα 90’s. Θα γονάτιζαν στον επιθανάτιο ρόγχο τους για μια πεταχτή ματιά στη παραδεισένια θέα της ανόδου του.
Τον Οκτώβρη του 1993 με την κυκλοφορία του σημαντικού και ρηξικέλευθου πάσης απόψεως «Turn Loose the Swans» οι Bride βγήκαν στο δρόμο. Το τέλος της περιοδείας τους βρήκε όχι να είναι μέρος του χάρτη, αλλά να ηγούνται του doom/death ήχου. Οι παράτολμες ιδέες του ξεχώρισαν από το σωρό, όταν οι συνάδελφοί τους έπαιρναν τις ακόμα πιο extreme λεωφόρους που πρόσταζε το trend και που κατά ένα συντριπτικό ποσοστό οδηγούσε σε αδιεξόδως ανεγκέφαλους death metal ορυμαγδούς. Αναμφίβολα ριψοκίνδυνο να έχεις την ταμπέλα του doom/death και να ξεκινάς με ένα “Sear Me” ή να κλείνεις με ένα «Black God», χρησιμοποιώντας γυναικεία φωνητικά συν τις άλλοις. Όλα αυτά λαμβάνουν μεγαλύτερη αξία και είναι αξιέπαινα αν σκεφτείς το νεαρό της ηλικίας τους και την ωριμότητα που έδειξαν.
Για τους My Dying Bride ένα ήλιος ανέτειλε το 1993 σε επίπεδο φήμης, έμπνευσης και επιτυχίας. Αλίμονο για όλους εμάς τους οπαδούς τους. Ο ατέλειωτος χειμώνας έχει καταντήσει μια ατέρμονη διαδρομή.
ΥΓ. Για όλους αυτούς που παλεύουν ακόμα να κατανοήσουν την αφηρημένη εικόνα του εξωφύλλου. Πρόκειται για το αρνητικό μιας φωτογραφίας που απεικονίζει ένα αγαλματάκι που προσεύχεται στο οποίο του έχουν χύσει λιωμένο κερί. Ή μήπως όχι;;;
ΥΓ1. Αυτή ήταν η πρώτη συνεργασία της μπάντας με το Robert Magoolagan (Mags) στην παραγωγή. Κατανοείς το βαθμό επιτυχίας αν δεις ποιος ανέλαβε την παραγωγή στο μεγαλύτερο μέρος της δισκογραφίας των My Dying Bride.
ΥΓ2. Urban φήμες θέλουν να τριγυρνάει στουντιακή κασσέτα από τις ημέρες που πάλευαν με την τραγουδίστρια για να βγάλει το επιθυμητό αποτέλεσμα στα φωνητικά του «Black God». Αφού τα κατάφεραν μετά από σχεδόν δυο 24ωρα (!!) ο Aaron άρχισε να ζεσταίνει τη φωνή του για το δικό του μέρος με τη βοήθεια από μερικές μπύρες. Κούραση και μερική μέθη τον έκαναν να παραμιλάει στις 4 το πρωί. Όλα αυτά καταγράφηκαν και μοιράστηκαν χέρι – χέρι όπως συνηθίζονταν στα 90’s με το περίφημο tape trending. Ο Aaron από τότε θεωρεί πως ο θύτης της φάρσας είναι ο Martin Powell.
ΥΓ3. Σε αρχαία συνέντευξή του λίγο καιρό μετά το «Turn Loose the Swans» ο Aaron έχει αποκαλύψει όχι με πικρία πως εκμυστηρεύθηκε μια συνθετική ιδέα σε μέλη των Anathema και αργότερα την άκουσε ηχογραφημένη στο «Serenades» των label mates τους!!!
ΥΓ4. Οι τελευταίoι 8 στίχοι του «Black God» είναι δανεισμένοι από το ποίημα του Σκωτσέζου ποιητή William Hamilton με τίτλο “Ah! The Shepherd’s Mournful Fate”.
1. Sear Me MCMXCIII
2. Your River
3. The Songless Bird
4. The Snow in My Hand
5. The Crown of Sympathy
6. Turn Loose the Swans
7. Black God
8. Le Cerf Malade
9. Transcending (Into the Exquisite)
10. Your Shameful Heaven