Είναι πάντα συναρπαστικό να ξεκινάς μια καινούργια σελίδα στη ζωή σου. Συνήθως μια νέα αρχή είναι συνυφασμένη με όνειρα, προσδοκίες και μία απόλυτη άρνηση για κάθε τι που θέλει να σε κρατήσει πίσω. Ακόμα και αυτό που αφήνεις τελικά πίσω είναι ό,τι πολυτιμότερο έχεις. Ο ήλιος λάμπει το ίδιο πάνω στα τούβλα μιας πόλης, όποια και αν είναι αυτή. Όλοι το ξέρουν αυτό. Αλλά…επίσης ξέρουν ότι ο ήλιος λάμπει διαφορετικά στα τσιμέντα της Αθήνας. Νόμιζα ότι αυτό που μου λείπει από την Ελλάδα είναι οι άνθρωποί μου. Ωστόσο ο Φοίβος μου θύμισε ότι μου λείπουν πολλά, πολλά περισσότερα.
Μια άχαρη Δευτέρα, περίεργα καλοκαιρινή για το Βόρειο κομμάτι της Ευρώπης. Βρισκόμαστε στο ιστορικό Queen’s Hall, το οποίο πνέει έναν αέρα μιας εποχής που ποτέ δεν ζήσαμε και όσα και αν ακούσουμε για αυτήν δεν θα είναι ποτέ αρκετό. Εκεί μαζεύτηκε ο ελληνικός παλμός του Εδιμβούργου. Πρόσωπα γνώριμα χωρίς να έχεις γνωριστεί ποτέ, είναι αυτή η αίσθηση ότι για τις επόμενες 2 ώρες κατάφερες να μπεις μαγικά σε έναν διαφορετικό χωροχρόνο. Εκεί στη γαλανόλευκη (κυριολεκτικά) αίθουσα όλοι χαμογελούν μπροστά στον “Χάρτη” που άπλωσε το Trio των Φοίβο Δεληβοριά, Κωστή Χριστοδούλου (πλήκτρα) και Σωτήρη Ντούβα (ντραμς).
Θεατές όλων των ηλικιών και όλων των φασμάτων θαυμασμού προς τη μουσική του ενώθηκαν εκείνο το βράδυ. Μετάλαβαν από κοινού περίτεχνες, παθιασμένες μελωδίες, σκέψεις και αγκαλιές. “Brain-drainers και ερωτικοί μετανάστες”, όπως μας αποκάλεσε και ο ίδιος.
Η νύχτα αυτή φύλαγε μια πολύχρωμη και πολυεπίπεδη γκάμα μουσικής εμπειρίας. Για αρχή θα αναφέρω την εκπληκτική χημεία του τζαζ/ροκ αυτού trio πάνω στη σκηνή και το αστείρευτο ταλέντο τους. Με μία ευγένεια και θαυμασμό οι τρεις μουσικοί αντάλλαζαν τα μουσικά σκήπτρα τους με αφοσίωση, ιδρώτα και πολύ πάθος. Τόσο τα soli του πιανίστα Σπαρτιάτη Κωστή Χριστοδούλου, όσο και τα τύμπανα του Πατρινού Σωτήρη Ντούβα με άφησαν άφωνη σε αρκετά σημεία. Μα με τα μάτια κλειστά να απολαμβάνω τους αυτοσχεδιασμούς και τον πολυρρυθμικό τους διάλογο σε πολλά περισσότερα. Πραγματικά αξιοθαύμαστο πως το κοινό μπόρεσε να ακολουθήσει αυτή την μουσική ροή, μάλιστα χειροκροτώντας ενδιάμεσα ανάμεσα στα κομμάτια.
Ο Δεληβοριάς από την άλλη απέδειξε τη γλυκιά φήμη που έχει φτάσει τουλάχιστον στα δικά μου αυτιά και αντίληψη. Ένας ατόφιος τραγουδοποιός, για τον οποίο μια απλή εικόνα στον κόσμο μας μπορεί να γεννήσει στίχους και ρεφρέν. Με τις λεπτές κινήσεις του, σαν να βλέπει τη μουσική να ταξιδεύει στην αίθουσα, με πολλή διάθεση να συνομιλήσει με το κοινό, να γελάσει, να κλάψει, να ζήσει τη στιγμή. Ήταν η πρώτη φορά που τον έβλεπα από κοντά και τώρα καταλαβαίνω καλύτερα την συγκίνηση στις γύρω θέσεις για τα τραγούδια του. Ξεχώρισα και μια υπέροχη φωνή στην πέμπτη σειρά, ελπίζω να έχει ανέβει ήδη στο άρμα της μουσικής.
Η συναυλία είχε πολλά highlights από ένα πράσινο λούτρινο ελεφαντάκι να κάθεται μπροστά μου, ξέφρενους χορούς μέχρι βαθιά συγκίνηση. Ίσως να έφταιγε η παρέα εκ δεξιών μου που με είχε προετοιμάσει να τραβήξω βίντεο την “Μπαλάντα” γιατί εκείνοι θα ήταν απασχολημένοι να κλαίνε. Και ναι έτσι έγινε, με το τελικό αποτέλεσμα να με ωθεί να αλλάξω καριέρα. Ευτυχώς ο Φοίβος αγαπάει την αλήθεια που μοιράζεται, μας ενθαρρύνει να σκεφτούμε ενόσω ακούμε τους στίχους, να τους τραγουδήσουμε δυνατά.
Ανάμεσα σε αστείες ιστορίες, λεπτές μνήμες και κλειδωμένες στο συρτάρι, βρήκα τον εαυτό μου καθηλωμένο στο διάλειμμα να παίρνω τηλέφωνο τους δικούς μου. Και στο τέλος της συναυλίας ελευθερωμένη από σκέψεις να γελάω και να σκέφτομαι τα καινούργια playlists της εβδομάδας.
Εκτιμώντας όλες τις εύθυμες στιγμές της βραδιάς, θα μοιραστώ τις πιο μπλε στιγμές. Πέρα από την καταληκτική “Μπαλάντα”, αγάπησα τα λεπτά που κύλησαν πάνω στο “Μόνο Ψέματα”, στον “Καθρέφτη”, στο “Εκείνη” και στο “Ο Κόσμος Σου”. Είναι το πλέγμα των στίχων ίσως, η νέα φαντασία πάνω στις γνωστές μελωδίες από τους μουσικούς, η απλότητα.
Φυσικά, ο Δεληβοριάς έχει ακόμα εντυπωθεί στη συνείδησή μας ως ένας ολοκληρωμένος, ευαισθητοποιημένος καλλιτέχνης. Δεν φοβάται να εκφραστεί και πόσο μάλλον μέσα από τη μουσική του. Το κοινό όρθιο τον καταχειροκρότησε μετά το τραγούδι για τα Τέμπη, το οποίο ακολούθησαν αυθόρμητα συνθήματα όλων εκείνων που βρεθήκαμε στους δρόμους της πόλης (και της υφηλίου), αλλά και στην αναφορά του για την Παλαιστίνη. Μια βαριά αλλά πολύτιμη ευθύνη να υψώνουμε τις φωνές μας πάνω από τα δάκρυά μας.
Εν τέλει, θα ήθελα να προσθέσω την ετυμηγορία μου για το Φοίβο Δεληβοριά. Είναι μια ψυχή ταξιδιαρική, ένας μουσικός αέρας που πριν κάποια χρόνια (ή και λίγα ακόμα) θα λεγόταν τρουβαδούρος ή τρουβέρος. Όσο πιο πολύ απομακρύνεσαι από τη μήτρα αυτού που θες να λες Ελλάδα, τόσο πιο πολύ χαίρεσαι να βλέπεις καλλιτέχνες να χαράσσουν πορείες στο χάρτη. Να φτάνουν ατρόμητα σε ξένους τόπους, με το δισάκι τους γεμάτο σύγχρονους θρύλους για περιέργους δράκους και ξεχασμένες πριγκίπισσες.