* Η παράσταση “Μήδεια” ανεβαίνει σε ποικίλους χώρους ανά την Ελλάδα το καλοκαίρι του 2022. Προπώληση: viva.gr
Όπως μας έχουν συνηθίσει τα τελευταία καλοκαίρια, έτσι κι αυτό, ο Αιμίλιος Χειλάκης παρέα με τους δικούς του συνεργάτες και συνεργάτριες, καταπιάστηκαν με το θέατρο και περιοδεύουν στην ελληνική επικράτεια. Το ταξίδι στην επαρχία για το θίασο πλησιάζει στο τέλος του, μιας και το έργο σε λίγες ημέρες γυρνάει στο λεκανοπέδιο της Αττικής και καλεί το κοινό της. Η δική μου εμπειρία έλαβε μέρος στην περιοχή της Χαλκίδας, παρακολουθώντας την παράσταση στο ανοιχτό θέατρο της πόλης, ύστερα από αρκετές εμφανίσεις της. Επομένως, είδα μια ώριμη version της.
Μήδεια του Ευριπίδη | Μία παράσταση των Αιμίλιου Χειλάκη και Μανώλη Δούνια
Η εφετινή τους επιλογή ακούει στο όνομα «Μήδεια», το γνωστό έργο του Ευριπίδη. Κάτι μου λέει ότι η επιλογή αυτή δεν είναι καθόλου τυχαία, μετά τα όσα έχουν δει τα φώτα της δημοσιότητας. Ειδικά, γύρω από τα όσα τραγικά συμβαίνουν στο χώρο, μετά βέβαια από τις καταγγελίες των θυμάτων. Εν τω μεταξύ, φαίνεται ότι ο ίδιος κ. Αιμίλιος Χειλάκης έχει μια ροπή προς τις αρχαίες τραγωδίες. Υποθέτω μέσα από αυτές εμπνέεται και δοκιμάζεται, αφού το να ανεβάζεις αρχαία έργα ενέχει σημαντικότατες δυσκολίες. Ωστόσο, η επαφή και μόνο με την αρχαία γραμματεία, όχι μόνο την ελληνική, αλλά και την παγκόσμια, για να ξεφεύγεις από εθνικιστικές παρωδίες, θαρρώ πως εκκινεί δημιουργικούς προβληματισμούς, σε πάμπολλα επίπεδα για τον καθένα και την καθεμιά.
Βέβαια, όπως σε όλα στη ζωή άλλωστε, για να ανέβει ένα έργο δεν αρκεί ένα άτομο κι έτσι στη σκηνοθεσία συναντάμε και τον Μανώλη Δούνια. Την ενσάρκωση όλων των ρόλων του έργου φέρουν εις πέρας ο Αναστάσιος Ροϊλός, μαζί με τον Αιμίλιο Χειλάκη και τέλος, τη Γυναίκα ερμηνεύει η Αθηνά Μάξιμου. Φυσικά, τους χαρακτήρες του αρχαίου δράματος συνοδεύει κι ο απαραίτητος Χορός με έντονο το στίγμα νεανικού ταλέντου, ενώ παράλληλα μέσα σε αυτόν βρίσκουμε τη γνωστή ηθοποιό Μυρτώ Αλικάκη και την τραγουδοποιό Γιώτα Νέγκα. Ταυτόχρονα, καθ΄ όλη την παράσταση, ο Δημήτρης Καμαρωτός εμπλουτίζει το έργο με τις πρωτότυπες μουσικές του επί σκηνής. Η απόδοση του έργου είναι καινούργιας κοπής, με μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα, ενώ το παζλ συμπληρώνεται από τα σκηνικά και τις ενδυματολογικές επιλογές της Εύης Νάθενα, τον φωτισμό του Νίκου Βλασόπουλου και, τέλος, τη χορευτική κίνηση την υπογράφει η Πατρίσια Απέργη.
Όπως αναφέρθηκε ήδη, οι απαιτήσεις, για να ανέβει τη σήμερον εποχή ένα αρχαίο έργο, είναι μεγάλες. Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για μία εμβληματική τραγωδία, όπου μέσα από αυτήν έχουν ξεπηδήσει διάφορες αναγνώσεις. Ωστόσο, για αυτό θα ήθελα να επεκταθώ λίγο περισσότερο προς το τέλος του κειμένου. Ακόμα, η όλη προσπάθεια γίνεται δυσκολότερη, όταν η απεύθυνση των συντελεστών δεν αφορά συγκεκριμένο κομμάτι του πληθυσμού, αλλά καλεί σχεδόν το σύνολό του, ταξιδεύοντας. Είναι αλήθεια ότι για να προσεγγίσεις το ενδιαφέρον του ευρύ κοινού σε τέτοια δράματα, είναι αναγκαίος ο εκ λαϊκισμός του πρωτότυπου.
Ασφαλώς αυτή η ανάγκη γίνεται επιτακτικότερη, όταν η τέχνη που κάνεις, θες να μην εντάσσεται στα στενά σύνορα του avant guarde για καθαρά δικούς σου λόγους. Ταυτόχρονα, δεν είναι ήσσονος σημασίας η συμβολική αλλά και πραγματολογική διαφορά τηλεόρασης, θεάτρου, όπου στο εντόπιο κοινό διαμορφώνει προτιμήσεις, πόσο μάλλον δε όταν μιλάμε για την επαρχία. Για να μην παρεξηγηθώ, τα όσα υποστηρίζω, δε θέλω με τίποτα να υποτιμήσουν την επαρχία μπροστά στις μητροπόλεις, όσο να αναδείξω κάποιες σαφείς διαφοροποιήσεις, που παίζουν ρόλο στις προτιμήσεις, είτε των συντελεστών, είτε των θεατών, και εμπεριέχουν μέσα τους, εκτός από υποκειμενικά κριτήρια, κοινωνικά, πολιτιστικά αλλά και πληθυσμιακά.
Αυτό που πραγματικά εντυπωσίασε, έως και επισκίασε ευτυχώς πολλά, ήταν η ερμηνεία του πρωταγωνιστικού ρόλου της Μήδειας από την Αθηνά Μάξιμου
Οι δημιουργοί του έργου, στα δικά μου μάτια πάντοτε, επέλεξαν να επικεντρωθούν πάνω στα όσα διηγείται το κείμενο γύρω από τον Έρωτα στην κλασσική πατριαρχική του έκφανση, βγάζοντας, άρα ερμηνεύοντας υποκριτικά τα δικά τους συμπεράσματα, όπως είναι λογικό. Η Μήδεια, ως ο μόνος χαρακτήρας του έργου, που την έπαιξε αποκλειστικά ένα άτομο, καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, ενσαρκώνεται επιτηδευμένα ως αδίστακτη και μηχανεύτρα, όπου μέχρι και αυτή έχει εξαπατηθεί από το δυνατό, αντιθετικό προς αυτήν, φύλο. Παράλληλα είναι ευδιάκριτο ότι στους σκοπούς έγκειται, όλη αυτή η μανιακή επένδυση στο πρόσωπο της να διαχέεται σε όλο το σκηνικό, μέσα από την κινησιολογία της, ή την σκηνογραφική της θέση.
Στα πατριαρχικά προσωπεία, που ερμήνευσαν οι άλλοι δύο πρωταγωνιστές, δόθηκε ο τόνος του ορθολογικού, αλλά του άδικου και του ισχυρού. Μια σημείωση εδώ, ότι σε αυτά μπορούμε να σταθούμε και να προβληματιστούμε πάνω στην κοινωνική κριτική, που ήθελε να ασκήσει ο Ευριπίδης στα όσα συνέβαιναν γύρω του. Παράλληλα, στους υπόλοιπους χαρακτήρες και ιδιαιτέρως στο Χορό, το παράλογο πρωτοστατούσε επίτηδες, σαν αντανάκλαση του κεντρικού συμβόλου. Με άλλα λόγια, η προτίμηση τόσο στις ενδυμασίες και στο μη χρώμα, γκρι, όσο και στο υποκριτικό δραν, ήθελαν ολοφάνερα να αποδώσουν ότι από τη μία ο έρωτας μπορεί να σε φτάσει στην «τρέλα» και από την άλλη πως οι σχέσεις μέσα στα ετεροκανονικά ζευγάρια είναι ακόμα άνισες. Παρόλα αυτά, για να παρουσιαστούν όλα με επιείκεια και να μην ταράξουν, ούτε το εσωτερικό, ούτε το εξωτερικό, οι αντιφάσεις έκαναν δυναμικά την εμφάνιση τους.
Σε αυτήν μου την οπτική, μάλιστα, συνηγορεί η απόδοση του έργου, οι διάλογοί του. Η νέα του μετάφραση, οι λέξεις και οι φράσεις στόχευαν να ρίξουν όλο το βάρος της ιστορίας πάνω σε κάτι εύπεπτο. Εκεί, όμως, κατά έναν τρόπο, να μου επιτραπεί να υποστηρίξω ότι το έργο χώλαινε αρκετά. Ταυτόχρονα, σε ένα ακόμα πεδίο, όπου θαρρώ πως το έργο έχανε τη δυναμική του, είναι όταν εισερχόταν για να κάτσει δίπλα στο λυρισμό του Χορού, το τραγούδι.
Κι όχι, δε θίγω προσωπικά τις ικανότητες της τραγουδοποιού, ή του μεταφραστή, αλλά το κατά πόσο ταίριαζε η σύζευξη αυτή. Βασικά, πιστεύω, ότι κατά μία έννοια εδώ δημιουργήθηκε παγίδα, όπου έφτιαξε μια διττή κατάσταση. Θέλω να πω, το έργο είχε έντονα τα στοιχεία εκείνα, που συναντάμε κυρίως στην ελληνική τηλεόραση. Σίγουρα ο παράγοντας τηλεόραση εξασφαλίζει μια επιτυχία, ωστόσο σε έργα με αυτήν την απήχηση, μπορεί να τα υπονομεύσει. Όμως, αλήθεια, δεν μπορείς να παραμερίσεις ότι μερικές φορές πρέπει να γίνεται κι αυτό, γιατί αλλιώς θα υπήρχε μονοτονία, τόσο στη δημιουργία, όσο και στην επιλογή. Επίσης, ο πειραματισμός καλό είναι να μην μπαίνει σε καλούπια, αλλά δεν πρέπει να ξεφεύγει και της κριτικής πάνω σε τι καλούπια πάτησε. Δηλαδή, νομίζω πως το έργο μπλέχτηκε στα δίχτυα – ηθελημένα ή άθελα του – της εντόπιας ρηχής τηλεοπτικής κουλτούρας, βγάζοντας τη δική του αντίδραση.
Κι εδώ θα ήταν τρομερή παράλειψη από μεριάς μου, το να μην εξαίρω τα όσα, είτε μου άρεσαν, είτε με εντυπωσίασαν. Πρώτον, θέλω να δηλώσω ότι η σκηνοθετική επιτέλεση είναι άξια συγχαρητηρίων, διότι σε κάνει να ακολουθείς την υπόθεση με ρυθμό, όπως ανεβοκατεβαίνεις ξεκούραστα μια σκάλα. Παράλληλα, όπως ανέφερα και πριν, όλο το σκηνογραφικό σκηνικό μοιάζει εξαιρετικό, από τα ρούχα και τις κινήσεις, έως το σωματικό λυρισμό του Χορού. Οπωσδήποτε, σε αυτό θεωρώ πως έχει τη σημασία του η ικανότητα παιξίματος από τα άτομα που απάρτιζαν τον Χορό, όπως, επίσης, και οι πολύ ωραίες μουσικές που συνόδευαν την παράσταση εν εξελίξει της κι όχι στα διαλλείματά της.
Η Αθηνά Μάξιμου εντυπωσίασε με την ερμηνεία του πρωταγωνιστικού ρόλου της Μήδειας
Όμως, αυτό που πραγματικά εντυπωσίασε, έως και επισκίασε ευτυχώς πολλά, ήταν η ερμηνεία του πρωταγωνιστικού ρόλου της Μήδειας από την Αθηνά Μάξιμου. Κυριολεκτικά η υποκριτική της τέχνη, ο τρόπος που υποδύθηκε και ενσάρκωσε τη Γυναίκα στην παράσταση, σε γέμιζε με ρίγος. Ιδιαίτερα δε, όταν στην σκηνή εισέρχεται ο αγγελιοφόρος για να αναγγείλει τους θανάτους του Κρέοντα και της Γλαύκης, σε ένα αρκετά ωραίο συλλογικό momentum της παράστασης, η πρωταγωνίστρια στο δικό της σόλο κομμάτι, που της αναλογούσε, φαίνεται – βιωματικά μιλώντας – πως μπορεί να φτάσει το κοινό σε σημείο παράλυσης από την Απόλαυση.
Και τώρα ας καταχραστώ το ρόλο μου, για να καταθέσω έναν σχολιασμό μέσα και πέραν της παράστασης καθαυτής. Είναι ολοφάνερο πως στο ποίημα αυτό του Ευριπίδη, Η Γυναίκα διαδραματίζει εξέχοντα ρόλο, ενώ η μανία πρωτοστατεί, μέσα σε ένα περιβάλλον έντονων, έως και παράλογων συναισθημάτων. Επομένως, αφού έχουμε να κάνουμε με συναισθήματα που μπορεί να ξεπερνούν τη λογική, η οπτική της ψυχολογίας, και δη της ψυχανάλυσης δείχνει να ταιριάζει. Εξάλλου, αφενός επιφανείς ψυχαναλυτές, μέσα από αρχαία δράματα, προσπάθησαν κι ακόμα προσπαθούν να εξηγήσουν τις θεωρίες τους και αφετέρου σε πολλές παραστάσεις, όπως και στη συγκεκριμένη, κάνουν την εμφάνισή τους νευρωτικοί χαρακτήρες.
Στη ψυχαναλυτική εμπειρία, οι Επιθυμίες της γυναίκας παραμένουν αδιάλυτες, όμως, μέσα από τον ευριπίδειο μύθο της Μήδειας, όπως διατυμπανίζει η Λακανική σκέψη, ίσως μπορούμε να δούμε έναν σημαντικό διαχωρισμό. Η πράξη της δολοφονίας των παιδιών από τη Μήδεια/Μητέρα, μπορεί διαφορετικά να ιδωθεί ως θυσία για ότι πιο πολύτιμο έχει, ώστε να παραμερίσει τα όσα αντικειμενικά της έχουν φορεθεί έξωθεν. Και αυτό, για να καταφέρει να αναδείξει την ελευθερία της, τη δική της υποκειμενική διάσταση και επιθυμία, ώστε έτσι να ξαναγίνει η Μήδεια/Γυναίκα. Όχι γιατί δε θέλει να είναι αυτή το αναπαραγωγικό φύλο, αλλά γιατί δεν είναι μόνο αναπαραγωγικό φύλο. Η παράσταση, αλήθεια σε μια άδικη κριτική από μεριάς μου, δεν ακουμπάει σε τίποτα τη διάσταση αυτήν.
Πάντως για να μην είμαι άδικος τελείως και προς την άποψή μου, όπως η Λακανική θεώρηση προσπάθησε να πάει τη σκέψη, όσον αφορά τα φύλα παραπέρα από τη Φροϋδική, και να φτάσει να υποστηρίζει πως η Γυναίκα δεν υπάρχει, έτσι καλούμαστε κι εμείς σήμερα στα δικά μας κοινωνικά γίγνεσθαι να την προχωρήσουμε. Και ποιος ο πιο προνομιακός χώρος, εκτός από αυτόν της τέχνης θα αναρωτηθώ εγώ, όπου μπορεί να μετουσιωθεί ο ψυχισμός από μονάδα σε πληθυντικό;
Συνοψίζοντας, παρά τις ορισμένες παραφωνίες της παράστασης, πέτυχε τον στόχο της. Σε ένα δημόσιο κλίμα, όπου οι έμφυλες συγκρούσεις έχουν κάνει έντονα την εμφάνισή τους, ιδιαίτερα δε στο χώρο του θεάματος, τέτοιες προσπάθειες αξίζουν προσοχής. Ωστόσο, θεωρώ ότι η πραγμάτευσή τους, η αποτύπωσή τους, πρέπει να μπει σε καινούργια μονοπάτια, να ξεφύγει από παλιές διαδρομές και να αναδειχθούν άλλες, πιο ριζοσπαστικές. Αλλιώς, απλά θα σερβίρεται ξαναζεσταμένο φαγητό.