Ο αλγόριθμος είναι ο μεγαλύτερος promoter της σημερινής εποχής. Χάρις σε αυτόν μπορούν να χτιστούν καριέρες από το πουθενά και με την εύνοια του κοινού. Το ζήτημα όμως περί της ποιότητας που περιλαμβάνει μια μπάντα που το hype της ενισχύεται από τη γενιά του YouTube εξακολουθεί να δημιουργεί απορίες. Με τους Blackbraid να αποτελούν μια περίπτωση που έσκασε στο διαδίκτυο και εν μια νυκτί ο κόσμος παραμίλαγε, τα μόνα ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με το ποιόν τους μπορούν να απαντηθούν εκ του σύνεγγυς. Και το στοίχημα της ζωντανής εμφάνισης στο Κύτταρο έπρεπε να μας βρει παρόντες.
Eons Aura
Δεν υπάρχει πιο ενθαρρυντική εικόνα από ένα γεμάτο venue Τρίτη βράδυ ήδη από την ώρα έναρξης. Μέρα που το “δεν πρόλαβα” μια χαρά μπορεί να ευσταθεί δεδομένης της αρχής της εβδομάδας, είναι υπέρ το δέον συγκινητικό ως γεγονός. Και για εμένα αλλά και για τους Eons Aura που κηρύττουν την έναρξη της βραδιάς. Ο Mike Galiatsos αποτελεί παλιά καραβάνα στο χώρο του ελληνικού ακραίου ήχου και αυτό φαίνεται και στη μουσική που υπηρετεί στο παρόν.
Τα βασικά του ατμοσφαιρικού black metal όπως αυτό μορφοποιήθηκε στα 90s ζεσταίνουν ικανοποιητικά το κοινό, ακόμα και αν δεν παίζουν κάτι το καινοτόμο ή απόλυτα ξεχωριστό. Και δε χρειάζεται κιόλας καθώς τους διέπει μια προσγειωμένη λογική. Ολιγόλεκτοι, αφοσιωμένοι στο έργο τους και με τον μόνο λόγο να γίνεται περί των ευχαριστιών για τη στήριξη της ελληνικής σκηνής από τους παρευρισκόμενους. Μπορεί να μην μου έμεινε κάτι το πραγματικά συγκλονιστικό από την εμφάνισή τους, ανάθεμα κι αν δεν πω πως δεν πέρασα υπέροχα όσο ήταν επί σκηνής.
Dekadent
Τα πράγματα ζορίζουν όμως μόλις ανεβαίνουν οι Σλοβένοι Dekadent. Γιατί όσο κι αν ισχυρίζονται πως παίζουν black metal, αυτό που έβγαινε από τα ηχεία είχε ένα πιο death metal “σώμα” εμποτισμένο κατά τόπους με τις δυσαρμονίες των Deathspell Omega. Απόκοσμοι, τεχνικοί και με εμφανή τη γνώση χτισίματος μιας σύνθεσης που καταλήγει ως μια εφιαλτική αφήγηση. Οι ίδιοι δηλώνουν πως ανάμεσα στα «ξόρκια» που επικαλούνται όταν συνθέτουν περιλαμβάνουν και ονόματα όπως των συνθετών της ρομαντικής περιόδου. Κι αν κι αυτό δεν είναι εμφανές σε πρώτη ανάγνωση, οι ίδιες οι συνθέσεις τους συνειρμικά καταλήγουν εκεί.
Μουσική που απαιτεί την ενασχόληση και σταδιακή απορρόφησή της, παιγμένη με αρτιότητα και χωρίς την ανάγκη της λεκτικής επικοινωνίας. Ο ήχος τους βοήθησε και με το παραπάνω. Αν μελλοντικά παίξουν headliners κάποιας μικρής συναυλίας, δε θα μου κάνει εντύπωση. Και θεωρώ αυτονόητο πως μάλλον θα είμαι εκεί.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Blackbraid
Θα παραδεχτώ κάτι. Τους Blackbraid δεν τους έχω τιμήσει ιδιαίτερα. Κάτι μέσα μου τσινάει στη μελωδικότητά τους και τη γυαλισμένη παραγωγή τους, κάνοντάς τους να ακούγονται στα αυτιά μου ως “άλλη μια ικανή αλλά κάπως άγευστη μπάντα“. Συν του ότι δεν ήμουν ποτέ ιδιαίτερα λάτρης των Immortal που, ας μη γελιόμαστε, είναι οι ηχητικοί προπάπποι τους. Θα έλεγε κανείς ότι δεν είναι για εμένα και θα ήταν καλύτερα να τα παρατήσω.
Αλλά επειδή θέλω να είμαι δίκαιος και να μην απορρίπτω κάτι επειδή έχω παραξενιές, δεν μπόρεσα να μην παρευρεθώ εκεί για να τους δώσω την κατάλληλη ευκαιρία. Να δω αν είναι ένα μουσικό gimmick ή κάτι που η οικιακή ακρόαση με κάνει να χάνω. Και μετά το πέρας της συναυλίας είμαι σίγουρος. Οι Blackbraid που είδαμε ζωντανά δεν είναι η ίδια μπάντα με αυτή που δισκογραφεί. Άλλοι είναι. Και σπέρνουν.
Γιατί με το έμπα του “The Spirit Returns” καθίσταται σαφές πως εδώ καμία θέση δεν έχει η ραθυμία και η ήπια εικονοποιεία της φύσης των αμερικανικών βουνών. Αντιθέτως αυτό που κυριαρχεί είναι μια αγνή πολεμική λύσσα υψηλών bpm και καλπασμού. Ένα σφιχτοδεμένο σύνολο μουσικών που βασικό του γνώμονα έχει το να παίρνει κεφάλια χωρίς να χάνει νότα.
Και στο κέντρο αυτών ο Sgah’gahsowáh να ξεγυμνώνεται από το ρόλο του οργανοπαίχτη, για να αναλάβει χρέη σαμάνου που χρησιμοποιεί τη βάση του μικροφώνου ως σκήπτρο επίκλησης των πνευμάτων του πολέμου. Και ενδιάμεσα να κοπανιέται και να βρυχάται με τον πλέον ωμό τρόπο. Και ακόμα κι αν οι live εκτελέσεις κομματιών όπως του “Moss Covered Bones on The Altar of The Moon” ή του “Sacandaga” δεν αρκούν για να σε μαγνητίσουν, η σκηνική τους παρουσία αρκεί από μόνη της.
Ακόμα κι όταν οι ρυθμοί χαμηλώνουν για να ακουστεί το φλάουτο του “As The Creek Flows Softly By” το κοινό εξακολουθεί να είναι εκεί. Όχι με το ασταμάτητο moshing, ούτε με το sing along των μελωδιών, αλλά παρατηρώντας μαγεμένο. Κάτι που συμβαίνει τώρα και καθόλου δεν εμπλέκεται σε αυτό ο παράγοντας της νοσταλγίας. Το δε κλείσιμο με τη μυρωδιά του καμένου φασκόμηλου “Barefoot Ghost Dance on Blood Soaked Soil” συγκαταλέγεται στις ίσως σημαντικότερες black metal συναυλιακές στιγμές που έχουν λάβει χώρα στα αθηναϊκά χρονικά.
Δεν ξέρω αν έμαθα να ακούω τους Blackbraid με άλλον τρόπο. Ο καιρός θα το δείξει αυτό. Αυτό που λέω με απόλυτη σιγουριά είναι πως αν ξανάρθουν θα είμαι εκεί. Γιατί αυτό το χρειάζομαι για να θυμάμαι γιατί λάτρεψα τη μουσική. Blood, Fire, Death.