Πριν ανέβει στη σκηνή του Ηρωδείου για να διευθύνει δεκάδες μουσικούς και να ενώσει ζωντανά το metal των SepticFlesh με τη συμφωνική μουσική, ο Χρήστος Αντωνίου ζει μέρες γεμάτες πίεση και ευθύνες. Ανάμεσα σε πρόβες, νέες ενορχηστρώσεις και διεθνή projects που τον φέρνουν μέχρι την Τουρκία, η “φλόγα” παραμένει οδηγός του. Δεν παραπονιέται αφού «η φλόγα υπάρχει και τώρα περισσότερο από ποτέ», όπως λέει και ο ίδιος.
Κι όμως, μέσα από αυτή την πίεση γεννιούνται οι πιο καθοριστικές στιγμές. Μιλήσαμε μαζί του λίγο πριν από το νέο ραντεβού των Septicflesh με το Ηρώδειο, για το παρελθόν, το παρόν και τα επόμενα βήματα ενός συγκροτήματος που έχει μάθει να κοιτάζει πάντα ψηλά.
DEPART: Πριν από τρία χρόνια είχες αναφέρει ότι ένα φιλόδοξο συμφωνικό εγχείρημα με ελληνική υπογραφή χρειάστηκε να παρουσιαστεί πρώτα στο εξωτερικό, καθώς οι θεσμοί εδώ δεν το είχαν στηρίξει. Σήμερα, με το Ηρώδειο να σας φιλοξενεί για δεύτερη φορά σε τόσο σύντομο διάστημα, πώς αποτιμάς αυτή τη διαδρομή; Διακρίνεις μια ουσιαστική μεταστροφή στη στάση των θεσμών;
Χρήστος Αντωνίου (SepticFlesh): Πιστεύω ότι οι συγκυρίες μάς άνοιξαν τον δρόμο για το Ηρώδειο. Για χρόνια ούτε οι promoters ούτε ο εγχώριος τύπος μάς στηρίζουν στην Ελλάδα, στα festivals είμαστε απόντες και γενικά δεν έχουμε έντονη παρουσία εδώ. Δεν ξέρω γιατί συμβαίνει αυτό. Τελικά όμως βρήκαμε τον κατάλληλο promoter και παραγωγό και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να σταθούμε στη σκηνή του Ηρωδείου. Θα μου πεις, έχει αλλάξει το σύστημα; Όχι. Απλώς κάποια πράγματα έπρεπε να γίνουν και έγιναν.

Δεν είναι ότι μας κάλεσε η Υπουργός Πολιτισμού. Ξαναλέω, οι συγκυρίες είναι αυτές που βοήθησαν. Εκείνο που μετράει είναι ότι στο ίδιο το Ηρώδειο συναντάμε μια θερμή αποδοχή από τους συντελεστές, ανθρώπους προοδευτικούς και ανοιχτούς. Έπρεπε να γίνει αυτό το βήμα και, ευτυχώς, έγινε.
Αν είχες την ευκαιρία να μιλήσεις με τον έφηβο εαυτό σου και να του περιγράψεις ότι το metal σου, με τη μπάντα σου, τους Septicflesh, θα έκανε ήδη δύο sold-out στο Ηρώδειο και θα ετοιμαζόταν για τρίτο, κάτω από την Ακρόπολη, πώς πιστεύεις ότι θα αντιδρούσε;
Κοίταξε, ούτε σήμερα δεν μπορούμε να το συνειδητοποιήσουμε. Είναι μια εμπειρία βαθιά συγκινητική. Το Ηρώδειο έχει κάτι πραγματικά μαγικό, που δεν μπορείς να το περιγράψεις αν δεν σταθείς ο ίδιος στη σκηνή του. Δεν ήταν εξαρχής στα όνειρά μας, δεν μεγαλώσαμε λέγοντας ότι θέλουμε να παίξουμε εκεί. Ήρθε πιο μετά, σαν φυσική εξέλιξη. Και τελικά ζήσαμε κάτι συγκλονιστικό, που ελπίζω να έχουμε την ευκαιρία να ξαναζήσουμε σύντομα.
Έχεις ζήσει και τις δύο πραγματικότητες: τον κόσμο του metal συγκροτήματος και εκείνον της συμφωνικής ορχήστρας. Τι είναι αυτό που σε γοητεύει περισσότερο όταν καλείσαι να τα ενώσεις; Είναι το καλλιτεχνικό βάθος που αποκτά η μουσική ή η πρόκληση του να συντονίσεις δύο φαινομενικά τόσο διαφορετικούς κόσμους;
Κοίταξε, με γοητεύει το να ενώσω δύο τόσο διαφορετικούς κόσμους, για μας, άλλωστε, η μουσική είναι σαν ταξίδι. Μέσα από πειραματισμούς και έρευνα προσπαθούμε να βρούμε την κατάλληλη ισορροπία ώστε να μην αδικήσουμε ούτε το metal ούτε το συμφωνικό μέρος. Είναι μια συλλογική δουλειά, όχι μόνο δική μου, γιατί συνθέτουμε όλοι μαζί – όπως πάντα – οι βασικοί συνθέτες: εγώ, ο αδερφός μου και ο Σωτήρης.
Όλα αυτά είναι μια αλυσίδα. Μπορεί εγώ να ασχολούμαι περισσότερο με την ενορχήστρωση και την ορχήστρα, αλλά και ο αδερφός μου και ο Σωτήρης αγαπούν τα soundtracks και την κλασική μουσική. Δεν μπήκε η συμφωνική ορχήστρα επειδή εγώ τους παρέσυρα, αλλά επειδή όλοι έχουμε αυτή την κατεύθυνση. Φυσικά έχουμε και διαφωνίες – κάποιες φορές τσακωνόμαστε για το ποιο μέρος θα ακουστεί πιο δυνατά – όμως πιστεύω ότι έχουμε βρει την ισορροπία που δείχνει και τα δύο είδη. Αυτό απαιτεί εμπειρία. Στην αρχή βρισκόμασταν σε αχαρτογράφητα νερά και δεν ξέραμε πού ακριβώς οδεύουμε, αλλά με τον καιρό βελτιωθήκαμε και συνεχίζουμε να βελτιωνόμαστε.
Η συμφωνική ορχήστρα είναι πλέον σήμα κατατεθέν στον ήχο σας. Τη χρησιμοποιείτε ως ένα συμπληρωματικό στοιχείο ή τη θεωρείτε ισότιμο μέλος της μπάντας; Και πώς καταφέρνετε να κρατάτε την ισορροπία ανάμεσα στις δύο πλευρές σας;
Πρέπει πράγματι να συντονιστείς και εκεί ακριβώς βρίσκεται η πρόκληση: να βρεις την ισορροπία. Για μένα ισορροπία σημαίνει να αναδεικνύονται και τα δύο είδη. Οι Septicflesh βασίζονται πολύ στην ορχήστρα. Δεν είμαστε μια μπάντα που τη χρησιμοποιεί απλώς σαν χρώμα ή σαν συνοδευτικό. Είναι βασικός κορμός πολλών συνθέσεων στη μουσική μας. Και όπως είπα πριν, η ισορροπία είναι η μαγική λέξη, ο τρόπος για να αναδειχθούν και τα δύο στοιχεία. Σκέψου να είχαμε μια ορχήστρα που απλώς μας συνόδευε. Δεν θα είχε καμία ουσία. Εμείς τη βλέπουμε σαν ένα ακόμη μέλος της μπάντας και εκεί ακριβώς βρίσκεται η ισορροπία που θέλουμε να δείξουμε.
Να στο πω και πιο πρακτικά, για παράδειγμα το Ηρώδειο. Η ορχήστρα έχει πολύ πρωταγωνιστικό ρόλο, δεν είναι απλώς ένα συνοδευτικό στοιχείο. Σε κάποια σημεία παίρνει κυριολεκτικά τον πρώτο λόγο και περνάει μπροστά από τη μπάντα. Βέβαια, ο χώρος έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες και κάποια όρια που πρέπει να σεβόμαστε. Έτσι μερικές φορές η ορχήστρα ακούγεται πιο δυνατά. Είναι κάτι πιο τεχνικό, αλλά αξίζει να το αναφέρω γιατί δείχνει πόσο ουσιαστικό είναι το δέσιμο των δύο κόσμων. Δεν είναι ένα live των SepticFlesh που “απλά” συνοδεύονται από τη Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, είναι live και των δύο.
Αν σου δινόταν η δυνατότητα να διαμορφώσεις το Ηρώδειο με μια αισθητική αντάξια των δίσκων των Septicflesh για τη συναυλία, πώς θα το φανταζόσουν; Ή πιστεύεις ότι, λόγω της ιστορικότητας του χώρου, η δύναμη βρίσκεται ακριβώς στο να παραμείνει όπως είναι;
Πιστεύω ότι δεν μπορείς να αλλάξεις κάτι τέτοιο, είναι ιερό. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε κάποια στοιχεία από την εικαστική μας συλλογή, αλλά το μαγικό εκεί είναι, στα μάρμαρα. Το background με τις καμάρες, ολόκληρος ο χώρος, η Ακρόπολη στα δεξιά… δεν νομίζω ότι θα έδινε κάτι παραπάνω αν το φορτώναμε. Αυτά μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε σε άλλους χώρους. Το Ηρώδειο από μόνο του δεν χρειάζεται τίποτα.
Θυμάσαι την πρώτη στιγμή που πάτησες στη σκηνή του Ηρωδείου για να παίξεις; Ποια ήταν τα συναισθήματα που σε κατέκλυσαν εκείνη τη στιγμή;
Τη στιγμή που πατάς στη σκηνή και συνειδητοποιείς ότι όντως συμβαίνει, είναι μοναδικό. Κοίταξε, τώρα είμαστε πολύ πιο πιεσμένοι απ’ ό,τι την πρώτη φορά, γιατί τότε υπήρχε η άγνοια. Θυμάμαι όμως, όταν βρέθηκα στο σημείο δεξιά της σκηνής, εκεί που καθόμαστε πριν βγούμε και βλέπουμε τις οθόνες, μου έφυγε η πίεση. Άκουγα το κοινό και έπαιρνα πολλή δύναμη. Όταν προχωρήσαμε για να βγούμε στο θέατρο, ήταν μαγικό. Δεν ένιωθα την πίεση που είχα πριν. Προσπάθησα να το απολαύσω όσο περισσότερο μπορούσα, γιατί δεν ξέραμε αν θα ξαναπαίξουμε εκεί. Έπρεπε να το ζήσουμε και να περάσουμε καλά. Είναι κάτι συγκλονιστικό – έβλεπα και την Ακρόπολη πάνω δεξιά και δεν μπορώ να το περιγράψω με λόγια.
Γενικά, το Ηρώδειο έχει πολύ βάρος. Έχει μια ενέργεια που σε γραπώνει. Στην πορεία, το live μπορεί να θυμίσει ένα οποιοδήποτε show, αλλά υπάρχουν στιγμές που συνειδητοποιείς πού ακριβώς βρίσκεσαι και αυτό σε συνεπαίρνει. Χρειάζεται όμως και τεράστια συγκέντρωση, γιατί έχεις πίσω σου μια ορχήστρα που απαιτεί να είσαι αλάνθαστος. Όλο αυτό δημιουργεί τη μαγική ατμόσφαιρα που ζήσαμε.
Υπάρχουν στιγμές που έχεις ξαναζήσει πάνω στη σκηνή, αλλά και άλλες που είναι τελείως πρωτόγνωρες. Θυμάμαι ότι είχα πάει τον Ιούλιο να πατήσω για πρώτη φορά τη σκηνή, για να μη γίνει η πρώτη φορά τον Σεπτέμβριο. Ένιωσα τεράστιο βάρος τότε, πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι όταν βγήκα μπροστά στον κόσμο. Σκέφτηκα «τώρα γίνεται στ’ αλήθεια, μπλέξαμε». Είναι απότομο, έχεις όλο τον κόσμο μπροστά σου. Ανατριχιάζω που το λέω. Αλλά ο κόσμος, το μέρος, η ορχήστρα, όλα αυτά σε κάνουν τελικά να περάσεις καλά – κι αυτό είναι το ζητούμενο.
Πόσο διαφορετική είναι η εμπειρία ενός “κανονικού” live των Septicflesh σε σχέση με μια συναυλία μαζί με ορχήστρα; Σε τι βαθμό η παρουσία της ορχήστρας σε αναγκάζει να είσαι πιο συγκεντρωμένος και πειθαρχημένος;
Δεν το συζητάω. Είναι σαν να συγκρίνεις ανόμοια πράγματα. Το live με την ορχήστρα είναι πολύ πιο απαιτητικό. Πρέπει να συντονιστούν δεκάδες μουσικοί μαζί. Στο Μεξικό, για παράδειγμα, είχαμε 200 άτομα, με τη χορωδία να είναι μόνη της 70. Όλα πρέπει να δουλεύουν ρολόι, γιατί το παραμικρό λάθος μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα. Οι δυσκολίες εκεί δεν λύνονται εύκολα, όπως θα γινόταν σε ένα κανονικό live. Έχεις να αντιμετωπίσεις όχι μόνο τα τεχνικά ζητήματα της μπάντας, αλλά και της ορχήστρας, του μαέστρου, του ντράμερ που παίζει σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες από ένα τυπικό show. Είναι πολλά τα εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσεις. Ένα κανονικό live είναι περισσότερο ρουτίνα. Με την ορχήστρα, όμως, μιλάμε για κάτι πολύ δύσκολο, με τεράστιες απαιτήσεις.
Όσο για τις πρόβες, μπορεί να χρειαστούν δύο, τρεις ή και τέσσερις. Μην ξεχνάς ότι μιλάμε για μουσικούς πολύ υψηλού επιπέδου. Στην κλασική μουσική είναι εκπαιδευμένοι να διαβάζουν τις νότες και να τις αφομοιώνουν αμέσως. Δεν είναι σαν μια μπάντα που χρειάζεται περισσότερο χρόνο. Αυτοί οι μουσικοί έχουν το υπόβαθρο και την εμπειρία για να κάνουν το υλικό κτήμα τους πολύ γρήγορα.
Για πολλούς από εμάς που σας είδαμε στο περσινό sold-out και θα βρεθούμε ξανά φέτος στο Ηρώδειο, τι διαφορετικό θα ζήσουμε; Σε επίπεδο setlist, ατμόσφαιρας ή συνεργασιών, ποια είναι τα στοιχεία που θα κάνουν τη νέα εμφάνιση να ξεχωρίζει από την πρώτη;
Έχουμε επενδύσει ακόμη περισσότερο στην παραγωγή. Θα υπάρξει πολύ πιο ολοκληρωμένη ατμόσφαιρα, με φώτα και παρουσία που θα αναδείξουν το show σε ένα διαφορετικό επίπεδο. Έχουμε επίσης ανανεώσει το setlist, προσθέτοντας κομμάτια που δεν ακούστηκαν στην πρώτη εμφάνιση. Επιπλέον, οι τρεις καλεσμένοι, η Φάνυ Μέλφη, η Αφροδίτη Πατουλίδου και ο Vahan Galdstyan, θα δώσουν το δικό τους στίγμα, ο καθένας μέσα από το προσωπικό του ύφος. Επίσης, στη σκηνή θα βρεθούν και οι παιδικές και ενήλικες χορωδίες του Libro Coro, εμπλουτίζοντας το συμφωνικό σύνολο με μια ακόμη διάσταση. Όλα αυτά συνθέτουν μια νέα δυναμική που θέλουμε να μεταφέρουμε στο κοινό.
Με το Ηρώδειο να σας έχει ήδη φιλοξενήσει μία φορά με sold-out και με άλλες δύο εμφανίσεις να ακολουθούν -η μία ήδη εξαντλημένη- μπορούμε να μιλάμε για την απαρχή ενός θεσμού;
Το Ηρώδειο ήταν για εμάς ένα όνειρο, και το γεγονός ότι δεν παίξαμε μία αλλά τρεις φορές είναι τεράστια δικαίωση. Η επόμενη μας εμφάνιση πιθανόν να μην είναι ξανά εδώ, θέλουμε το επόμενο βήμα να είναι διαφορετικό, να συνοδεύεται από νέο άλμπουμ και να έχει τον χαρακτήρα ενός νέου άλματος. Το να επιστρέφαμε αμέσως στο Ηρώδειο δεν θα είχε ουσιαστικό νόημα.
Ποιος χώρος, που θεωρείς ότι θα ταίριαζε στη μουσική σας, θα ήθελες να αξιοποιηθεί για ένα απόλυτα ατμοσφαιρικό live; Θα μπορούσε να είναι το κάστρο του Κόμη Δράκουλα, η πυραμίδα του Χέοπα ή κάτι εντελώς απρόβλεπτο που δεν μπορούμε να φανταστούμε;
Νιώθω ότι με το Ηρώδειο φτάσαμε στο ζενίθ. Δεν υπάρχει κάτι που να μπορεί να ξεπεράσει την Ακρόπολη, το μόνο που μπορούμε να ξεπεράσουμε είναι τους εαυτούς μας. Αν μου έλεγαν να παίξουμε στις Πυραμίδες ή στο Στόουνχεντζ, φυσικά και θα έτρεχα. Όμως το κορυφαίο σημείο, το magnum opus για μένα, είναι ο Παρθενώνας. Το να εμφανιστούμε στο Ηρώδειο ήταν το πιο υψηλό σκαλί που μπορούσαμε να ανέβουμε. Δεν σημαίνει ότι κατακτήσαμε τον κόσμο, αλλά αυτός ο χώρος δεν συγκρίνεται με κανέναν άλλον.
Υπήρξε μια περίοδος, το 2003 έως το 2007, όπου οι Septicflesh μπήκαν στον πάγο, παρότι τότε είχατε καταφέρει λιγότερα σε σχέση με όσα ζείτε σήμερα. Μετά από δύο sold-out στο Ηρώδειο και μια διαδρομή που σας έχει φέρει στην κορυφή του symphonic metal, πώς βλέπεις το μέλλον του συγκροτήματος; Υπάρχουν ήδη νέα σχέδια που μπορείτε να μοιραστείτε;
Η φλόγα είναι αυτή που μας οδηγεί. Και σήμερα είναι πιο δυνατή από ποτέ, γιατί το να παίζεις στο Ηρώδειο σου δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερες ευθύνες. Όπως είπα, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να ξεπερνάς τον εαυτό σου. Πιστεύω ότι έχουμε πολλά ακόμη να δώσουμε και είμαι πολύ αισιόδοξος για το μέλλον.
Φυσικά, μερικές φορές χρειάζονται και οι κατάλληλες συγκυρίες για να αξιοποιηθούν στο έπακρο τα μεγάλα events και τα άλμπουμ. Έχουμε όνειρα να παρουσιάσουμε κάτι δικό μας σε πολλές χώρες, κάτι που θα μας εξελίξει ακόμη περισσότερο. Δεν είναι εύκολο να πω με ακρίβεια τι θα ακολουθήσει, γιατί δεν εξαρτάται μόνο από τη μουσική. Παίζουν πολλοί παράγοντες ρόλο. Παρ’ όλα αυτά, εμείς επικεντρωνόμαστε στην τέχνη μας και στη φλόγα που μας ωθεί να δημιουργούμε.
Ακόμη και μετά το Ηρώδειο, στόχος μας είναι να ξεπεράσουμε ξανά τον εαυτό μας. Να πειραματιστούμε, να ερευνήσουμε, να δείξουμε κάτι διαφορετικό. Δεν έχει νόημα να επαναλαμβάνουμε όσα έχουμε ήδη κάνει. Θέλουμε κάθε νέο άλμπουμ, κάθε μας κίνηση, να έχει τη δική του ταυτότητα και να αποτελεί ένα νέο βήμα μπροστά.
Έχουμε κι ένα παράπονο όσοι πλησιάζουμε τα δεύτερα -άντα: θα θέλαμε να ακούσουμε ξανά και κομμάτια από το “Sumerian Daemons” ή το “Revolution DNA”. Μας σκέφτεστε καθόλου;
Ένα κομμάτι από το παρελθόν με ορχήστρα; Από το “Sumerian Daemons” ίσως ακούσετε κάτι σύντομα. Δεν νομίζω, όμως, ότι θα πάμε πιο πίσω. Εκείνα τα κομμάτια δεν είχαν γραφτεί με προοπτική ορχήστρας, φυσικά θα μπορούσα να τα ενορχηστρώσω, αλλά δεν είναι στα πλάνα μας αυτή τη στιγμή. Αυτό δεν σημαίνει ότι απαρνιόμαστε το παρελθόν μας, απλώς αυτή την περίοδο έχουμε άλλες προτεραιότητες και επικεντρωνόμαστε στο μέλλον.
Αν το live σας στο Ηρώδειο γινόταν εξώφυλλο σε μια γνωστή υπερχριστιανική εφημερίδα, πώς φαντάζεσαι ότι θα ήταν;
(Απαντάει γελώντας) Δεν νομίζω ότι θα αλλάξουν πορεία. Ο “σατανισμός” για αυτούς είναι κάτι που πουλάει, είναι ένα εμπορικό προϊόν, τίποτα παραπάνω. Εξαρτάται, βέβαια, και σε ποιους απευθύνονται. Δεν περιμένω να μας εκπλήξουν λέγοντας κάτι διαφορετικό. Θυμάμαι χαρακτηριστικά την περίοδο που είχαν κατηγορήσει τους Iron Maiden για τις φωτιές στην Αθήνα, είναι το ίδιο μοτίβο.
Τι θα ήθελες να πεις σε όσους θα έρθουν να σας δουν στο Ηρώδειο; Μιλάμε για ένα κοινό που συχνά φέρει τατουάζ και σκουλαρίκια — στοιχεία που ίσως ξενίζουν κάποιους στο συγκεκριμένο χώρο. Ποιο είναι το δικό σου μήνυμα για αυτούς τους ανθρώπους;
Νομίζω ότι όλη αυτή η νοοτροπία έχει αρχίσει να υποχωρεί. Το Ηρώδειο είναι για όλους, όπως και η καλή μουσική είναι για όλους. Κάποιους ίσως να τους ξενίζει η φωνή του αδελφού μου, αλλά δεν μπορούμε να αρέσουμε σε όλους. Σε όσους έρθουν, αυτό που μπορώ να πω είναι ότι θα δώσουμε τον καλύτερό μας εαυτό. Είμαι βέβαιος ότι θα ζήσουμε ακόμη πιο δυνατές στιγμές απ’ ό,τι πέρυσι τον Σεπτέμβριο.