Το ιστορικό Abbey Road Studios έχει δώσει σάρκα και οστά σε μερικά από τα πιο καθοριστικά albums του 20ου αιώνα. Στη λίστα, οριακά στο βάθρο αν με ρωτάτε, δεσπόζει κάτι εξωγήινο. Μία όχι τόσο φωτογενής πλευρά του δορυφόρου του πλανήτη μας. Φυσικά, αναφερόμαστε στο “The Dark Side of the Moon“ των Pink Floyd.
Με χρονολογία έκδοσης την 1η Μαρτίου του 1973, το όγδοο άλμπουμ των Άγγλων ήρθε και μετέδωσε ένα ηλεκτρικό κύμα που αναζωογόνησε τη μουσική. Αποτελεί έναν από τους δημοφιλέστερους δίσκους τους, ο οποίος όμως σε καμία περίπτωση δεν απορρόφησε τη μετέπειτα πορεία του συγκροτήματος. Καθώς, μερικά από τα πιο γνωστά τραγούδια τους, όπως “Comfortably Numb”, “Another Brick On The Wall” και “Wish You Were Here”, βρίσκονταν ακόμα στη σφαίρα των ιδεών. Υποθέτω, για αυτό είμαστε εδώ μισό αιώνα μετά και συζητάμε για αυτό.
Αυτό όμως που προσέφερε το “Dark Side of The Moon”, δεν ήταν τόσο singles, όσο o concept album χαρακτήρας του. Δημιουργήθηκε και λειτουργεί καλύτερα ως μία συνεχής εμπειρία. Από την αρχή μέχρι το τέλος, οι Pink Floyd θέλουν να σε πάρουν από το χέρι και να αιωρηθείτε μαζί ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, το χρόνο και τον ανθρώπινο νου. Οι ίδιοι, ειδικά ο Roger Waters, έδιναν μεγάλη έμφαση στο νόημα και το στίχο. Εν προκειμένω, για παράδειγμα, ένα μεγάλο κομμάτι της έμπνευσής τους ήταν η ψυχική ασθένεια και οι εξαρτήσεις, στο πρόσωπο του πρώην μέλους τους, Syd Barrett, αλλά και οι δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι ίδιοι στον τρόπο ζωής τους.
Πίσω στον δίσκο αυτό καθαυτό, οι Pink Floyd υιοθετούν ένα jazz blues ήχο
Αν επιθυμείτε να ανανεώσετε την ακρόαση αυτού του δίσκου, τότε θα μπορούσατε να πειραματιστείτε με την θεωρία που θέλει το δίσκο να δένει τέλεια ως soundtrack στην ταινία “The Wizard of Oz” του 1939. Με εναλλακτικό τίτλο “The Dark Side of the Rainbow”, το άλμπουμ φαίνεται να συγχρονίζεται ύποπτα καλά με το παλιό σουρεάλ φιλμ. Πολύ απλά πατήστε play μετά το τρίτο βρυχηθμό του λιονταριού της MGM στην αρχή, αφήστε την ταινία στο mute και απολαύστε. Πιθανώς να πρόκειται για την τέλεια σύμπτωση. Παρ’ όλα αυτά, η σκηνή του τυφώνα με τα vocals της Clare Torry ή το σκύλο που τρέχει υπό το στίχο “No one told you when to run” κ.ά. συνθέτουν μια ιδιαίτερη οπτικοακουστική εμπειρία.
Πίσω στον δίσκο αυτό καθαυτό, οι Pink Floyd υιοθετούν ένα jazz blues ήχο μαζί με το δικό τους γούστο στα synthesizers και τις λοιπές ηχογραφήσεις. Στα δύο χρόνια που χρειάστηκε για να ολοκληρωθεί το άλμπουμ, τα μέλη του συγκροτήματος ένωσαν μουσικές ιδέες που δοκίμαζαν στα lives τους, και τις εμπλούτισαν με τη συνεισφορά session μουσικών και όχι μόνο. Η μουσική ρέει με το δικό της ρυθμό, το ίδιο και το groove του συγκροτήματος. Δεν έχουμε βιαστικές αναφορές ή εξάρσεις, παρά μόνο τη υπομονή που χρειάζεται για να ξεδιπλωθεί ο ήχος και να κατακλύσει το χώρο.
Το άλμπουμ ξεκινάει με τον κτύπο της καρδιάς, την γέννηση στο “Speak To Me”. Ισχνές φωνές μιλούν για την τρέλα και το θυμό. Πόσο δύσκολο είναι να εξηγήσει κανείς σε κάποιον που δεν τα έχει βιώσει ποτέ σε αποπνικτικό βαθμό. “I’ ve always been mad…very hard to explain why you’re mad, even if you’re not mad”, ακούμε τον βοηθό του crew, Chris Adamson. Θα είχαμε και σχόλια από τον Paul και την Linda McCourtney, αλλά για κάποιο λόγο θεωρήθηκαν ως μια υπερπροσπάθεια να φανούν αστείοι (καλά πήγε αυτό).
Ώσπου, οι Pink Floyd να σου τραβήξουν (πάλι) το χαλί κάτω απ’ τα πόδια με το “On The Run”
Ένα γέλιο που καταλήγει σε κραυγή, στοιχεία από εξωτερικούς ήχους που θα μας συντροφεύσουν για το υπόλοιπο του δίσκου, όπως το ρολόι και ο ήχος του ταμείου. Όλα αυτά, αποτελούν εν τέλει μία οβερτούρα, μια προϊδέαση του τι θα ακολουθήσει.
Θέλαμε λίγο αέρα μετά από αυτό το ξεκίνημα, και το “Breathe (In The Air)” μας χαρίζει την Αρμονία. Ανάμεσα σε έναν διάλογο λίγων συγχορδιών, η κιθάρα του David Gilmour και το μπάσο του Waters χτίζουν μια ατμόσφαιρα γεμάτη οξυγόνο και μελαγχολία. Εμένα μου θυμίζει το ξαφνικό αεράκι της ακροθαλασσιάς. Μετά από μια μεγαλούτσικη εισαγωγή, οι στίχοι και τα πλήκτρα (Richard Wright) δένουν στη γενικότερη εικόνα.
Ώσπου, οι Floyd να σου τραβήξουν (πάλι) το χαλί κάτω απ’ τα πόδια με το “On The Run”. Διότι πράγματι, όσο και αν θέλεις να ξεφύγεις, ίσως τελικά καταφέρνεις να πας γρηγορότερα στον τοίχο. Άρα, μήπως το αύριο δεν θα είχε καμία αξία αν δεν υπήρχε το σήμερα; Με τα εφέ σαν Doppler effect από τα synthesizers (Synthi AKS, VCS 3) και τα βιαστικά βήματα, πλέον βρεθήκαμε σε μια άλλη τροχιά. Είμαστε όμως ακόμα στη Γη.
Παράταιρα ρολόγια θέτουν την έναρξη για έναν ύμνο στο χρόνο. Το κομμάτι, με μια βάση από τα rototoms του Mason μαζί με τις χαμηλές εκτάσεις της κιθάρας και το τικ-τακ από το μπάσο, φέρει τον προφανή τίτλο. Το “Time” περιγράφει την πνιγηρή καθημερινότητα, το αέναο κυνηγητό με το χρόνο. Τα σχέδιά μας, τα καθήκοντα, οι συνθήκες. Τόσοι παράγοντες συντείνουν στο απλό “you missed the starting gun“. Αυτό όμως που είναι γροθιά στο στομάχι, όχι μόνο αν είσαι Άγγλος υποθέτω, είναι η συνειδητοποίηση της σιωπηρής απελπισίας. Μισό αιώνα μετά και πολύ φοβάμαι ότι τα κουτάκια που μένουμε μάς θρέφουν πολύ καλά…και ήσυχα. «Ε δε βαριέσαι, έτσι είναι τα πράγματα», ή αλλιώς “Hanging on in quiet desperation is the English way”.
Η απληστία, η αστραφτερή υποκρισία που όλοι μας θέτουμε σε λειτουργία και ένα εξωστρεφές σαξοφωνίστικο solo
Και λίγο πριν την εκπνοή του A-side, έρχεται το κομμάτι που μπορεί να μου δώσει ζωή σε 284 δευτερόλεπτα, “The Great Gig In The Sky” (όσοι βλέπετε Μάγο του Οζ για δείτε την οθόνη σας καλύτερα). Τα εκπληκτικά πλήκτρα του Wright μαζί με τα φαινομενικά φωνητικά της Torry είναι αυτό που, ας συμφωνήσουμε, να το ονομάσουμε τελειότητα. Μάλιστα, η νεαρή τότε Clare Torry μπήκε στο στούντιο για δύο ώρες, αυτοσχεδίασε, εξέπληξε τους πάντες και οι αθεόφοβοι δεν της είπαν καν πόσο τέλεια ήταν. Μόνο όταν το album κυκλοφόρησε, εκείνη ανακάλυψε ότι όντως κράτησαν τα takes της και δικαστικά διεκδίκησε (δικαίως) μια καλύτερη αμοιβή από τις 30 λίρες του session. Κανένας δεν της τα αρνήθηκε.
Θεματολογικά το track αυτό, επιδέχεται ανοιχτές ερμηνείες. Το Μεγάλο Συμβάν στον Ουρανό, είναι μάλλον ο Θεός ή οτιδήποτε μεγάλο και μακρινό, από τα ανθρωπάκια που είμαστε, έχετε στο μυαλό σας. Φιλοσοφικά, δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο με τον θυρωρό του στούντιο EMS στο: “And I am not frightened of dying, any time will do, I don’t mind. Why should I be frightened of dying? There’s no reason for it, you’ve gotta go sometime.” O Gerry O’Driscoll δίνει τις καλύτερες ατάκες στο άλμπουμ. Θα σκεφτώ αν θα σας πω και τη δεύτερη.
Συνεχίζουμε με ένα από τα εμπορικότερα τραγούδια των PF, “Money”. Σε εντελώς διαφορετικό mood πηγαίνουμε στην καρδιά του καπιταλισμού. Ταμεία και νομίσματα (που ρίχνει ο Waters στις γλάστρες της γυναίκας του) χτίζουν τέλεια το beat. Το οποίο είναι σε 7/4 κάτι αρκετά σπάνιο για τα λημέρια του είδους, θέτοντας την αίσθηση του ανικανοποίητου (1-2-3/1-2-3-4…). Η απληστία, η αστραφτερή υποκρισία που όλοι μας θέτουμε σε λειτουργία και ένα εξωστρεφές σαξοφωνίστικο solo από τον Dick Parry οδηγούν σε μια καθαρή rock ενέργεια. Γιατί είναι μεγάλο το τέρας που πραγματεύονται εδώ, και είμαστε και εμείς μέρος του.
Πάρε φακό και όταν το βρεις, θα συναντηθούμε στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού
Και όσο ακούμε μια συζήτηση για διαπληκτισμούς οδεύουμε στο “Us And Them”. Ένα τραγούδι για τον πόλεμο και τη βία, τα οποία συνήθως έρχονται ως σκάγια των μεγάλων παιχνιδιών στα μικρά μας κεφάλια. Στίχοι γεμάτοι αντιθέσεις, εμείς/ αυτοί, πάνω/κάτω, μπλε/ μαύρο, με/ χωρίς, μας υπενθυμίζουν το εάν τελικά υπάρχει κάτι να χωρίσουμε.
Μετά το ορχηστρικό “Any Colour You Like”, που παίζει στη βάση του “Breathe”, φύγαμε για φινάλε. Αυτός που τολμάει να πατήσει το γρασίδι στο “Brain Damage” είναι προφανώς τρελός. Εδώ ο Waters αναφέρεται στην ψύχωση του “να μην πατάμε το γρασίδι”, σκεπτόμενος το King’s College στο Cambridge. Όμως ο τρελός φίλος μας ψαχουλεύει τη δική μας ψυχοσύνθεση και σταδιακά εισέρχεται στο κεφάλι μας. Το τραγούδι αυτό είναι η πιο άμεση αναφορά στον Barrett και τις δύσκολες τελευταίες μέρες στην μπάντα. “And if the band you’re in starts playing different tunes I’ll see you on the dark side of the moon”, εννοώντας το γεγονός ότι ο Barrett στο τέλος έπαιζε μέχρι και άλλο κομμάτι την ώρα των live. Μόλις λίγο πριν το τέλος, έχουμε αναφορά στον τίτλο του album και λειτουργεί σαν ανακούφιση.
Μαζί με το καταληκτικό “Eclipse”, τα δύο τραγούδια πορεύονται σύσσωμα. Ό,τι αγγίζεις και ό,τι νιώθεις, ό,τι φτιάχνεις και ό,τι κάνεις κάτω από τον ήλιο είναι τελικά έρμαιο της έκλειψης της Σελήνης. Σε αυτό τον κύκλο θεματολογίας, από το “Breathe” στο “Eclipse” μην ψάχνεις για τη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Μην ψάχνεις για αυτό που καλύπτει το νόημα της ζωής. Δεν υπάρχει σκοτεινή πλευρά, διότι είναι πράγματι όλα σκοτεινά εκεί έξω.
Τώρα τι θα κάνεις με αυτήν την πληροφορία και πού θα βαδίσεις, αυτό είναι κάτι που θα το ανακαλύψεις μόνος σου. Πάρε φακό και όταν το βρεις, θα συναντηθούμε στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Artist: Pink Floyd