Σε ένα καλοκαίρι που οι συναυλίες είναι στο ζενίθ τους, κάποιες βραδιές έρχονται να σου θυμίσουν γιατί συνεχίζεις να πηγαίνεις. Όχι, απαραίτητα γιατί τα πράγματα λειτουργούν όπως θα έπρεπε, αλλά γιατί κάπου μέσα στο χάος, τη ζέστη, και την προχειρότητα, εμφανίζονται μπάντες που σου ξυπνούν κάτι βαθύτερο. Η εμφάνιση των Opeth και των Mother of Millions στο Universe Multivenue στις 25 Ιουνίου, στο πλαίσιο του Rockwave Festival, ήταν ακριβώς αυτό: μια βραδιά ασφυκτική, εξαντλητική, ίσως και επικίνδυνη, αλλά ταυτόχρονα, γεμάτη μουσική.
Με διοργανωτικά φιάσκα που δοκίμασαν τα όρια της υπομονής μας, αλλά με δύο εμφανίσεις που σε πείσμωναν να μείνεις όρθιος μέχρι το τέλος, η συναυλία αυτή ήταν μια υπενθύμιση ότι η μουσική μπορεί ακόμα να μας μετακινήσει. Ίσως έχει έρθει η στιγμή διοργανωτές και χώροι να αρχίσουν να δείχνουν τον σεβασμό που αρμόζει στο κοινό.
Mother of Millions
Το support της βραδιάς δε θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστό. Οι Mother of Millions, εκπρόσωποι μιας σκηνής που συνεχώς διαμορφώνεται στην Ελλάδα, απέδειξαν για άλλη μια φορά γιατί η απήχησή τους μεγαλώνει σταθερά, και δίκαια.
Οι Mother of Millions σε κάθε live τους είναι όλο και καλύτεροι, και το κοινό τους πληθαίνει κάθε φορά. Μπορεί να μην είναι του γούστου μου απόλυτα, αλλά αντιλαμβάνομαι πλήρως γιατί έχουν την απήχηση που έχουν, και χαίρομαι βαθύτατα που μαθαίνονται όλο και περισσότερο. Γενικά, βρίσκω απολύτως συγκινητικό να βλέπεις μπάντες χρόνια και να γίνεσαι μάρτυρας αυτής της σταδιακά αυξανόμενης απήχησης.
Με ένα set που συνδύασε υλικό από την πρόσφατη δουλειά τους, “Magna Mater“, αλλά και παλαιότερες συνθέσεις-σταθμούς, οι MoM παρουσίασαν ένα άρτιο show, εκτελεστικά αψεγάδιαστο, και απολύτως συναισθηματικά φορτισμένο. Δεν είναι απλώς καλοί μουσικοί, είναι μία μπάντα που γνωρίζει πώς να μετατρέπει τη σκηνή σε ατμοσφαιρικές κορυφώσεις.
Το κοινό ανταποκρίθηκε με τρομερό ενθουσιασμό, και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που φάνηκαν να έχουν έρθει αποκλειστικά για αυτούς, αφού το venue ήταν πίτα από νωρίς. Κι αν κάποτε κάποιος τους έβλεπε ως ανερχόμενη μπάντα του ελληνικού prog, σήμερα είναι σαφές πως ανήκουν πια στο διεθνές στερέωμα. Το “Magna Mater”, αποτέλεσμα μιας καλλιτεχνικής αναγέννησης μετά την τραγική απώλεια μέλους τους το 2019, είναι ήδη αναγνωρισμένο ως ένα από τα πιο σημαντικά progressive metal άλμπουμ των τελευταίων ετών. Και αυτό φαίνεται κάθε φόρα που ανεβαίνουν στη σκηνή.
Οι Super Stereo άνοιξαν τη βραδιά με έναν τρόπο που δεν άφηνε περιθώριο αμφιβολίας: το ελληνικό alternative δε χρειάζεται να ζητά άδεια για να σταθεί δίπλα στα μεγάλα ονόματα. Με τα κομμάτια από τον πιο πρόσφατο τους δίσκο, το Σαν Τα Γατιά, το συγκρότημα παρέσυρε τους πρώτους θεατές σε ένα σύμπαν γεμάτο grunge εντάσεις, post-punk ρυθμούς και shoegaze αποχρώσεις. Το set τους, αν και σύντομο, ήταν στιβαρό, ειλικρινές και γεμάτο ενέργεια. Μια απολαυστική υπενθύμιση ότι το εγχώριο underground έχει φωνή και χαρακτήρα.Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Opeth
Οι Opeth μεταφέρθηκαν 3 μέρες πριν, από τον Λυκαβηττό σε μια ακατάλληλη αποθήκη, η οποία (κατ’εμέ) πρέπει να καταργηθεί σαν χώρος live. Είναι απλά επικίνδυνη. Δεν έχει καν εξόδους κινδύνου, μόνο την κεντρική είσοδο και το ρεύμα έπεφτε συνεχώς. Γι’ αυτό κιόλας είχαν χαμηλώσει και τον κλιματισμό, ενώ ο εξαερισμός ήταν ανύπαρκτος. Η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική ήδη από την αρχή και όσο μαζευόταν ο κόσμος γινόταν όλο και χειρότερη, ενώ δύο άτομα χρειάστηκαν περίθαλψη από τους εθελοντές διασώστες. Απορίας άξιο πώς αυτή η εταιρεία, με τόσα χρόνια εμπειρίας στο ενεργητικό της, υπέπεσε σε τόσες μαζεμένες αστοχίες.
Κατά τα λοιπά, σε αντίθεση με εμένα που ξενέρωσα φουλ με όλη αυτή την κατάσταση (δηλαδή με το χάος στο μπαρ με τις μάρκες, με την αναμονή για μια παγωμένη μπύρα – μπας και μας λυτρώσει απ’ την κόλαση που ζούσαμε, η οποία τελικά ήταν και ζεστή), οι υπόλοιποι θεατές δε φαίνεται να πτοήθηκαν τόσο πολύ. Αντιθέτως, έδωσαν δυνατό παρών, ακόμα και αν φαινόταν πως ήμασταν όλοι κοτόπουλα απ’ τη ζέστη και στάζαμε ιδρώτα στην κυριολεξία.

Οι Opeth βγήκαν στη σκηνή γύρω στις 21:15, με τη ζέστη να έχει πιάσει κόκκινο και το κοινό ήδη να δοκιμάζεται από τις συνθήκες του χώρου. Κι όμως, για τις επόμενες δύο ώρες και δέκα λεπτά, μέχρι τις 23:25 περίπου, η ατμόσφαιρα μεταμορφώθηκε σε ένα live που ανέδειξε την πολυπλοκότητα και την τεχνική τους αρτιότητα. Το setlist ισορρόπησε με μαεστρία ανάμεσα στις heavy, growl-επικές στιγμές του παρελθόντος και τις πιο μελωδικές, ατμοσφαιρικές συνθέσεις των τελευταίων χρόνων. Ένα ιδανικό δείγμα της διπλής φύσης των Opeth, μπάντα που μπορεί να σε σπρώξει στον Καιάδα και την επόμενη στιγμή να σου τραγουδήσει σαν απόκοσμο νανούρισμα.
Μετά το πρώτο μέρος, ο Mikael Åkerfeldt πήρε το λόγο για να εκφράσει τη λύπη του για τις χαμηλές πωλήσεις εισιτηρίων που οδήγησαν στη μεταφορά της συναυλίας από τον Λυκαβηττό σε έναν δυσχερή χώρο. Με χιούμορ και ζεστασιά χαιρέτησε το κοινό και ετοιμάστηκε να συνεχίσει το σετ. Παρά τις πολλαπλές διακοπές ρεύματος και τη γενικότερη δυσφορία, η μπάντα έπαιξε εξαιρετικά, με ήχο κρυστάλλινο και συνοχή, δείχνοντας επαγγελματισμό και σεβασμό στο κοινό. Δεν τα παράτησαν ούτε στιγμή, και ολοκλήρωσαν και με το παραπάνω το μακροσκελές και περιεκτικό τους σετ, καλύπτοντας όλο το φάσμα της πορείας τους. Και το κοινό, ιδρωμένο, ταλαιπωρημένο και κουρασμένο, ανταπέδωσε με σεβασμό και επιμονή.
Κομμάτια όπως το “Master’s Apprentices” και το “The Leper Affinity” ξύπνησαν τις death metal ρίζες τους, προκαλώντας ρίγη στους πιο παλιούς, ενώ το “Häxprocess” και το “In My Time of Need” έφεραν στην επιφάνεια την πιο εύθραυστη τους πλευρά. Το “Ghost of Perdition” ήρθε σαν φυσική κορύφωση, ένα κομμάτι που συνοψίζει όλο το εύρος και τη δύναμή τους. Η έκπληξη της βραδιάς ήρθε με μια αναπάντεχη διασκευή του “You Suffer” των Napalm Death, μια εξαιρετικά ταιριαστή και σουρεαλιστική σφήνα στο κλίμα που επικρατούσε.
Ο Mikael ήταν φουλ ομιλητικός, αστείος, προσιτός: έκανε συνεχώς αστεία, με αγαπημένο μου το ότι όσο μεγαλώνουν αυτοί σαν μπάντα, τόσο μεγαλώνουμε κι εμείς. Ουσιαστικά ήθελε να πει ότι όσοι δεν αντέχετε – γιατί είστε άνω των -άντα – ας μην κάνετε headbanging, σε αντίθεση με τους νεότερους. Το encore έφερε δύο από τα πιο αγαπημένα και εμβληματικά κομμάτια τους: το “Sorceress”, και το “Deliverance”. Μαζί με το σχόλιο του Mikael σχετικά με τα encore ότι όλοι ξέρουμε ότι θα γυρίσουν στη σκηνή, αλλά του αρέσει πολύ αυτό το παιχνίδι. Πριν, λοιπόν, το “Deliverance”, o frontman αφιέρωσε το κομμάτι στο πνεύμα του Ντέμη Ρούσσου, αφού μίλησε αρκετά για την αγάπη του για τους Aphrodite’s Child και τον δίσκο “666“.
Overall, η βραδιά ήταν ο ορισμός του τι μπορεί να πάει στραβά σε μια συναυλία, και το venue με τη διοργάνωση έδωσαν πολλά περιθώρια για παράπονα. Ωστόσο, οι Opeth και οι Mother of Millions απέδωσαν με συνέπεια και επαγγελματισμό, κρατώντας το κοινό τους αφοσιωμένο. Στο τέλος της ημέρας, αυτό που (μας) απομένει είναι η μουσική και η αίσθηση πως, ακόμα και κάτω από τις χείριστες συνθήκες, μια καλή συναυλία μπορεί να πραγματοποιηθεί.