Το όνομα του Wes Craven είναι συνώνυμο με τον τρόμο: A Nightmare on Elm Street, Scream, The Hills Have Eyes. Όμως κάπου ανάμεσα στο grindhouse ξεκίνημά του και την εμπορική καθιέρωση ως οραματιστή του slasher, υπάρχει μια σχεδόν ξεχασμένη σελίδα της φιλμογραφίας του — μια υπερηρωική δημιουργία που δεν μοιάζει με καμία άλλη: το Swamp Thing (1982).
Το τέρας δεν είναι φτιαγμένο να τρομάζει. Είναι φτιαγμένο να πονέσει.
Βασισμένο στο ομώνυμο comic της DC, το Swamp Thing έμοιαζε με ένα ιδανικό βήμα για τον Craven να ξεφύγει από τις χαμηλού προϋπολογισμού ταινίες τρόμου και να δοκιμάσει τη δύναμή του σε κάτι πιο “mainstream”. Στην πράξη όμως, αποδείχθηκε ένα καλλιτεχνικό υβρίδιο – ένα φιλμ που δεν ήταν ούτε ακριβώς τρόμος, ούτε ακριβώς υπερηρωική περιπέτεια. Ήταν κάτι ενδιάμεσο… και ίσως εκεί βρίσκεται η μαγεία του.
Το σενάριο βασίζεται στις ιστορίες του Len Wein και του Bernie Wrightson. Η πλοκή ακολουθεί τον Dr. Alec Holland, έναν επιστήμονα που μετά από μια βοτανική έκρηξη καταλήγει να μεταμορφωθεί σε ένα φυτικό, λασπώδες πλάσμα — το Swamp Thing. Αντίπαλός του είναι ο σατανικός επιστήμονας Anton Arcane (με τον Louis Jourdan να δίνει μια ευχάριστα θεατρική ερμηνεία), που θέλει να κλέψει τον ορό που μετέτρεψε τον Holland.

Η ταινία μοιράζεται σαφώς την “τραγωδία του τέρατος” DNA του Frankenstein, με τον Swamp Thing να είναι ταυτόχρονα θύμα και ήρωας. Αυτό την καθιστά κάπως πιο μελαγχολική από τα άλλα sci-fi/monster flicks της εποχής της. Το τέρας δεν είναι φτιαγμένο να τρομάζει. Είναι φτιαγμένο να πονέσει. Με προϋπολογισμό περίπου 2.5 εκατομμύρια δολάρια, το Swamp Thing ήταν για τα δεδομένα του Craven μια “μεγάλη” παραγωγή. Αλλά τα προβλήματα δεν άργησαν να εμφανιστούν. Τα γυρίσματα έγιναν μέσα σε έλη της Νότιας Καρολίνας, με κουνούπια, ζέστη, τεχνικά προβλήματα και κοστούμια που σχεδόν κατέρρεαν.
Το κοινό που ήθελε horror Wes Craven τρόμαξε λιγότερο απ’ όσο περίμενε
Το κοστούμι του Swamp Thing φορέθηκε από τον Dick Durock (ένας stuntman-ήρωας της εποχής), και ήταν τόσο άβολο και περιοριστικό, που ο ηθοποιός χρειαζόταν 4-5 άτομα να τον ξεκουμπώσουν μετά από κάθε σκηνή. Το τελικό αποτέλεσμα θυμίζει κάτι μεταξύ Godzilla και Creature from the Black Lagoon — αλλά στα μάτια πολλών σήμερα, αυτό το χειροποίητο rubber suit charm είναι μέρος της γοητείας.
Η ταινία κυκλοφόρησε το 1982 και δεν πήγε καλά στο box office, συγκεντρώνοντας λίγο πάνω από 6 εκατομμύρια. Οι κριτικοί δεν ήξεραν πώς να την τοποθετήσουν: ούτε αρκετά φρικιαστική για να τρομάξει, ούτε αρκετά έξυπνη για να καθηλώσει. Το κοινό που ήθελε horror Wes Craven τρόμαξε λιγότερο απ’ όσο περίμενε· το κοινό των comic movies την είδε ως camp. Όμως με το πέρασμα των χρόνων, κάτι άλλαξε.
Η ταινία απέκτησε σταδιακά cult status μέσα από τις βιντεοκασέτες των 80s και 90s, όταν οι fans άρχισαν να την βλέπουν ως ένα χαμένο κεφάλαιο ανάμεσα στο κλασικό horror του Craven και στις μεγάλες κόμικ παραγωγές που ακολούθησαν. Η ιδιαίτερη αισθητική, το αναλογικό gore, η camp ερμηνεία της Adrienne Barbeau, και ο δραματικός πυρήνας της την ανέδειξαν σε αγαπημένη του midnight crowd. Τόσο ώστε να οδηγήσει και σε sequel (The Return of Swamp Thing, 1989) αλλά και σε τηλεοπτική σειρά. Καμία ωστόσο δεν κατάφερε να έχει την weird-ρομαντική ενέργεια του πρωτότυπου.
Είναι cult ακριβώς επειδή δεν προσπαθεί να είναι τέλεια — αλλά επειδή είναι τίμια, δημιουργική και με καρδιά.
Το Swamp Thing μπορεί να μην είναι η πιο στιβαρή δουλειά του Wes Craven, αλλά είναι μια ταινία γεμάτη πάθος και ταυτότητα. Είναι cult ακριβώς επειδή δεν προσπαθεί να είναι τέλεια — αλλά επειδή είναι τίμια, δημιουργική και με καρδιά. Μια αλλόκοτη, πράσινη καρδιά που ακόμα χτυπά σε κάθε προβολή με VHS grain και μουσική του Harry Manfredini. Και αν το horror είναι συχνά ο καθρέφτης του outsider, τότε το Swamp Thing είναι η μελαγχολική, πράσινη φιγούρα στο φόντο, που ποτέ δεν ζητά να γίνει ήρωας αλλά αναγκάζεται να γίνει.