Agnostic Front | There’s No Justice, It’s Just Us
Κάπου στα τέλη της δεκαετίας του ‘70, οι Bad Brains και Minor Threat, είχαν μια καταπληκτική ιδέα: να αφήσουν την γενέτειρα τους Ουάσινγκτον και να μεταφερθούν στην πιο κοντινή μητρόπολη. Ο ήχος που ήθελαν να διαδώσουν, ήδη εξαπλωνόταν στην Καλιφόρνια από τις αρχές της δεκαετίας, σαν αντίδραση στην “κυριαρχία” του χιπισμού. Τι σχέση έχουν όλα αυτά με τους Agnostic Front; Υπομονή, θα φτάσουμε και σε αυτό!
Φαντάσου τώρα ότι βρίσκεσαι στην Νέα Υόρκη σε νεαρή ηλικία, λίγο πριν το 1980. Είσαι μέσα στα νεύρα και την απογοήτευση, η επιβίωση στους δρόμους της πόλης, είναι καθημερινά μια πρόκληση. Έρχονται λοιπόν κάτι περίεργοι τύποι και παίζουν punk rock. Βασικά, ακούγεται σαν punk rock, σίγουρα “πατάει” πάνω στην ίδια DIY/underground φιλοσοφία.
Είναι όμως αρκετά πιο γρήγορο, πολύ πιο δυνατό, είναι “μοχθηρό” και εξαιρετικά επιθετικό. Δε θέλει πολύ για να “τσιμπήσεις”. Χάρη σε αυτό, οι μέρες φαίνεται να κυλούν ευκολότερα. Ο ρυθμός είναι κατά μια έννοια απελευθερωτικός, οι στίχοι λένε όλα αυτά που ήδη ξέρεις, αλλά δε βρίσκεις λόγια για να τα διατυπώσεις. Ακριβώς όπως “λειτουργεί” ένα καλογραμμένο βιβλίο, που δε θέλεις να τελειώσει ποτέ.
Σκέψου τώρα ότι σαν εσένα υπάρχουν πολλές χιλιάδες άνθρωποι, που τα μυαλά τους χρειάζονται μόνο μια “σπίθα”, για να λειτουργήσουν σαν “άχυρα”. Ας μην το παρακάνω με τις παρομοιώσεις, “πιάσατε” ήδη το νόημα. Κάπως έτσι δημιουργούνται τα περισσότερα φαινόμενα, κοινωνικά ή πολιτισμικά.
Μέσα από παρόμοιες ανάγκες, που βρίσκουν κοινά σημεία αναφοράς. Μέσα από μια τέτοια διεργασία, η Νέα Υόρκη απέκτησε hardcore punk σκηνή, μία από τις πιο επιδραστικές που γνώρισε ποτέ το είδος.
Στις αρχές των ‘80s, τα πράγματα έχουν πάρει τον δρόμο τους. Οι νεοϋορκέζοι αρχίζουν να γίνονται “θύματα” μιας ηχητικής “επίθεσης”, που κάθε της “ράπισμα” φέρει διαφορετικό όνομα. Το ‘81 εμφανίζονται οι Cro-Mags κι ένα χρόνο αργότερα οι Murphy’s Law. To 1986 εισβάλλουν στο “ρινγκ” οι Sick of It All, με ένα πολύ δυνατό “κροσέ” και 2 χρόνια μετά οι Madball. Πριν από όλους όμως, από τις αρχές δηλαδή του 1980, ήδη υπάρχουν οι Agnostic Front.
Η “ψυχή” των Agnostic Front είναι οι “Vinnie “Stigma” Capuccio και Roger Miret. Ο Miret είναι, τυπικά, ο τρίτος κατά σειρά frontman των Agnostic Front, αφού “διαδέχθηκε” τους John Watson και James Kontra. Παρόλα αυτά, δεν είναι λάθος αν πούμε ότι από αυτούς ξεκινά ουσιαστικά η δημιουργία τους. Χωρίς αυτούς, όπως θα αποδειχθεί και λίγο αργότερα, είναι πολύ δύσκολο για τους Agnostic Front, να έχουν μια υπόσταση. Μαζί με τους Rob Krekus και Diego, το σχήμα παίρνει την πρώτη του “συμπαγή” μορφή.
Οι “Vinnie Stigma” και Roger Miret είναι η ψυχή των Agnostic Front. Χωρίς αυτούς, η μπάντα θα ήταν αδύνατο να έχει κάποια υπόσταση
Για να τα λέμε όλα, στο poster που προωθούσε την πρώτη τους “ζωντανή” εμφάνιση, υπογράφουν ως Zoo Crew. Ο Vinnie λήγει την παρεξήγηση, αμέσως μόλις πατάει το πόδι του στην σκηνή. Εν τω μεταξύ, οι Diego και Krekus δεν μένουν για πολύ. Σίγουρα δεν βρίσκονται στο studio τo 1983, όταν οι Agnostic Front ηχογραφούν το “United Blood” EP.
Το ίδιο θα συμβεί αργότερα και σε αυτούς που θα πάρουν την θέση τους, δηλαδή τους Adam Mucci και Ray Barbieri. Ειδικά στην περίπτωση του Mucci, η αντικατάσταση έρχεται αμέσως μετά την κυκλοφορία του United Blood. Στις “ζωντανές” εμφανίσεις της περιόδου ‘83-’84, το μπάσο κρατάει ο Todd Youth (Warzone, Danzig etc.). Με το “καλημέρα” λοιπόν, ανοίγει ένας “κύκλος” επαναλαμβανόμενων αποχωρήσεων, για την μπάντα. Ακόμη και σήμερα, που τα πράγματα φαίνεται να έχουν μια σταθερότητα, ο κύκλος αυτός δεν έχει “κλείσει” οριστικά.
Οι Agnostic Front απέκτησαν τις πρώτες “ορμές” μέσα από το hardcore punk, αυτό δεν γίνεται να αλλάξει. Στις αρχές των ‘80s όμως, κάπου στις ανατολικές ακτές των ΗΠΑ και παράλληλα με την έξαρση του hardcore, “ξεπήδησε” το crossover thrash. Μπάντες όπως οι D.R.I και οι Suicidal Tendencies, “πάντρεψαν” το hardcore με το thrash metal, πρόσθεσαν τεχνική και groove που “ζυγίζει” μερικούς τόνους και είπαν “γεια σας, ήρθαμε”.
Στα πρώτα χρόνια των ‘80s, το crossover thrash βρίσκεται στην “φρενίτιδα” του. Οι Agnostic Front, παρασύρονται από αυτήν σχετικά εύκολα
Ο ρυθμός του μεταδίδεται σαν “ιός” και οι Agnostic Front “κολλάνε” σχεδόν αμέσως. Στην πραγματικότητα, η “αρρώστια” μεταδίδεται σε όλα σχεδόν τα μεγάλα νεοϋορκέζικα hardcore σχήματα, στους Agnostic Front όμως λειτουργεί καθοριστικά. Ο νέος αυτός ήχος, αναγκάζει την μπάντα να δημιουργήσει μια θέση στο line-up. Από το 1986, η θέση αυτή καθιερώνεται και οι απαιτήσεις της, γίνονται άλλη μια “πονεμένη” ιστορία
Μπορεί οι Agnostic Front να ξεκίνησαν ως τετράδα, στα περισσότερα όμως δισκογραφικά τους εγχειρήματα, είναι ένα πενταμελές σχήμα. Οι εξαιρέσεις περιορίζονται στο debut album και στα δύο albums που ακολούθησαν μετά το reunion. Επειδή όμως η “κουβέντα” πάει στην δισκογραφία των Agnostic Front, αναπόφευκτα “πετάγονται” διάφορες πληροφορίες. Καλό είναι να τις “μαζέψουμε” και να μπούμε στον “πυρήνα” αυτού του αφιερώματος. Ας δούμε λοιπόν ένα προς ένα, τα 12 albums που κυκλοφόρησαν οι Agnostic Front, από το 1984 μέχρι σήμερα.
Το “Victim in Pain” είναι το πρώτο full length των Agnostic Front. Στην πράξη όμως, έρχεται 1 χρόνο μετά από το “United Blood” ep και 4 χρόνια μετά από τον ξεκίνημα τους, ως Zoo Crew. Στο ενδιάμεσο διάστημα (‘83-’84), οι Youth και Barbieri έχουν προλάβει να αποχωρήσουν, συνεπώς η ηχογράφηση γίνεται με αντικαταστάτες, τους Rob Kabula και Dave Jones. Θεωρείται μέχρι σήμερα, η πιο επιδραστική τους κυκλοφορία και μία από τις πιο “ακατέργαστες”. Με το “Victim in Pain”, οι Agnostic Front ουσιαστικά “συστήνονται” στην ευρύτερη νεοϋορκέζικη σκηνή, με κομμάτια όπως τα “Blind Justice” και “Power”.
Μαζί, τα “United Blood” και “Victim in Pain”, ηχούν σαν “σειρήνες” πολέμου. Ακούγεται λίγο “τραβηγμένη”, όμως στη μεγαλύτερη πόλη των ΗΠΑ η φράση αυτή δεν έχει πάντα μεταφορική σημασία. Οι δρόμοι της αχανούς Νέας Υόρκης των ‘80s και ‘90s, είναι εν δυνάμει “πεδία μάχης”. Κάθε ένα από αυτά, βρίσκεται σε “διεκδικούμενες” περιοχές που ισχύουν ιδιότυποι “νόμοι”, με πνεύμα πολύ διαφορετικό από εκείνο της αστικής εκδοχής τους. Σύμφωνα με τον Miret, “όλα τα τραγούδια περιγράφουν εμπειρίες του δρόμου. Ήταν πολύ επικίνδυνα. Για να επιβιώσουμε οι φίλοι μου κι εγώ, χρειάστηκε να χρησιμοποιήσουμε διάφορα μέσα”.
Οι Agnostic Front ποτέ δε μένουν ανεπηρέαστοι από το ευρύτερο περιβάλλον, άσχετα αν αυτό είναι μουσικό ή κοινωνικό. Γι’ αυτό η κυκλοφορία του “Cause for Alarm”, μπορεί να μην άργησε ιδιαίτερα, πέρασε όμως δια “πυρός και σιδήρου”. Η διετία ‘84-’86 σημαδεύτηκε με συνεχείς ανακατατάξεις στο line-up και προβλήματα στην παραγωγή. Όταν αρχίζει η ηχογράφηση του, ο Louie Beatto είναι αυτός που “κάθεται” πλέον στα τύμπανα.
Στο πρώτα χρόνια των ‘80s, το crossover thrash βρίσκεται στην “φρενίτιδα” του και οι Agnostic Front, παρασύρονται σχετικά εύκολα. Ο κιθαρίστας Alex Kinon έρχεται να ενισχύσει τον ήχο με metal στοιχεία. Με αυτό τον τρόπο, το “Cause for Alarm” σηματοδοτεί κάποιες αλλαγές και μετατρέπεται σε album κομβικής σημασίας.
Στα πρώτα χρόνια των ‘80s, το crossover thrash βρίσκεται στην “φρενίτιδα” του και οι Agnostic Front, παρασύρονται από αυτήν σχετικά εύκολα
Δεν είναι μόνο η διάρκεια των κομματιών που μεγαλώνει αισθητά, είναι κυρίως η καταιγιστική αίσθηση thrash-ίλας που βγάζει κατά την ακρόαση, από τις πρώτες κιόλας νότες του “The Eliminator”. Μπορεί η σκηνή της Καλιφόρνια να μην εντυπωσιάστηκε ιδιαίτερα από το αποτέλεσμα, η αντίστοιχη όμως της Νέας Υόρκης ξαφνιάζεται, για μία ακόμη φορά.
Όσο κι αν ψάξετε στην μετέπειτα δισκογραφία των Agnostic Front, δύσκολα θα βρείτε την τεχνική ή την δύναμη, που υπάρχουν σε κομμάτια όπως τα “Growing Concern” και “Public Assistance”. Εκτός φυσικά αν κοιτάξετε πολύ κοντά και συγκεκριμένα, 12 μήνες αργότερα.
Το 1987, οι Agnostic Front κυκλοφορούν το “Liberty and Justice For…”, ένα album που απέχει κάπως από το να χαρακτηριστεί crossover thrash. Έχει όμως σίγουρα metal καταβολές και το thrash είναι μία από αυτές. Σε κομμάτια όπως τα “Genesis” και “Lost”, αυτό είναι αρκετά εμφανές. Σε αυτή τη φάση, το line-up των Agnostic Front δεν έχει αλλάξει αριθμό μελών, έχει υποστεί όμως 3 αλλαγές. Οι Steve Martin, Alan Peters και Will Shepler, έρχονται να αντικαταστήσουν τους Kinon,Kabula και Beatto μετά την αποχώρηση τους.
Το νέο album δεν πετυχαίνει εμπορικά, αλλά αυτό είναι το τελευταίο που απασχολεί τα μέλη της μπάντας. Στον απόηχο της κυκλοφορίας του, ο Miret συλλαμβάνεται για κατοχή ναρκωτικών. Καταλήγει στη φυλακή και οι Agnostic Front, αναγκάζονται να ολοκληρώσουν χωρίς αυτόν την ευρωπαϊκή τους περιοδεία. Περιμένοντας την αποφυλάκιση, ο Miret “πέφτει” με τα μούτρα στο γράψιμο. Η “απελευθέρωση” έρχεται 2 χρόνια μετά και ο κόπος δεν θα πάει χαμένος.
Ο Miret χρησιμοποιεί τους στίχους της φυλακής, στις συνθέσεις του “One Voice”, του πρώτου ’90s album των Agnostic Front. Με κιθαρίστα τον Matt Henderson (ex-Madball) και μπασίστα τον Craig Setari (Sick of It All), οι Agnostic Front επιστρέφουν σε ένα ακόμα μίγμα crossover και hardcore. Η παρουσία δεύτερης κιθάρας που προσθέτει σύντομα solos και αυξάνει τον “όγκο” στα υπάρχοντα riffs, δεν μένει ανεκμετάλλευτη.
Ακόμα κι έτσι όμως, το “One Voice” δείχνει μια μπάντα που θέλει να φτιάξει έναν ήχο με “ταυτότητα” και να μείνει “πιστή” σε αυτόν. Είναι ένα δείγμα ωριμότητας αν θέλετε, αν μπορεί δηλαδή να ειπωθεί κάτι τέτοιο για ένα album νεοϋορκέζικου hardcore. Δεν αποκλείεται να είναι κι αυτός ένας λόγος που οι Agnostic Front, κερδίζουν την προσοχή της Roadrunner Records, που αναλαμβάνει την διανομή.
Αλίμονο όμως, όλα τα παραπάνω “μαρτυρούν” κάποιον σχεδιασμό, που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Οι Agnostic Front ανακοινώνουν την διάλυση τους, λίγο καιρό μετά το “One Voice”. Στις αρχές της επόμενης χρονιάς, κυκλοφορούν μια συλλογή με τον κάπως συμβολικό τίτλο, “Last Warning”.
Στα τέλη των ‘90s, αυτό που προέχει για τους Agnostic Front, είναι η εξάπλωση ενός μηνύματος ενότητας
Τα πρώτα 11 κομμάτια είναι “ζωντανές” ηχογραφήσεις από τον Δεκέμβρη του ‘92, με τουλάχιστον τα μισά από αυτά να είναι “διπλά”. Τα υπόλοιπο tracklist είναι ουσιαστικά, μια επανέκδοση του “United Blood”. Μέχρι τότε το συγκεκριμένο EP, υπήρχε μόνο σε 1000 κόπιες (7”) βινυλίου που κυκλοφόρησαν το 1983, μέσα από την δική τους δισκογραφική εταιρεία.
Για τους Agnostic Front, τα επόμενα 4 χρόνια “κυλάνε” μέσα σε αβεβαιότητα. Τελικά ο “κύκλος” ανυπαρξίας θα κλείσει τον Μάιο του 1996, όταν οι Miret και Stigma αποφασίζουν να δώσουν στους εαυτούς τους, μια δεύτερη ευκαιρία. Τον Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς, θα ανεβούν ξανά στη σκηνή.
Η επανένωση των Agnostic Front, είναι μία από τις πιο ουσιαστικές που έχει βιώσει η νεοϋορκέζικη hardcore punk σκηνή. Έχω μια υποψία ότι το ίδιο ισχύει και σε παγκόσμια κλίμακα. Μαζί με την επιστροφή του Kabula μετά από πολυετή απουσία, το line-up ενισχύεται με τον νεοφερμένο drummer, Jim Colletti. Παράλληλα, οι επαφές με την Epitaph Records, καταλήγουν σε συμφωνία.
Η παρουσία της δεύτερης κιθάρας, αποσκοπούσε πάντα στην παραγωγή ενός “μεταλλικού” ήχου, με αυξημένη ταχύτητα και περισσότερα solos. Το νεοϋορκέζικο σχήμα χωρίς αυτήν την προσθήκη, πλέον πορεύεται με 4 μέλη. Κατά συνέπεια, η επιλογή αυτή έρχεται σε άμεση συνάρτηση με την καθιέρωση μουσικής “ταυτότητας” ή καλύτερα, με την πλήρη “αναστροφή” προς το hardcore punk.
Ας μην ξεχνάμε πως οι Agnostic Front πριν από οτιδήποτε, ήταν και παραμένουν ένα skinhead crew
Μέσα από αυτές τις διεργασίες προκύπτει το ιστορικό “Something’s Gotta Give”, για πολλούς και πολλές (όχι για μένα), το καλύτερο album των Agnostic Front. Η γνησιότητα του hardcore που “εισβάλλει” στα αυτιά των skinheads της εποχής, με την εισαγωγή του ομώνυμου track, είναι αδιαμφισβήτητη. Οι γηπεδικές ιαχές που προλογίζουν το “Gotta Go”, το κομμάτι που έχει συνδεθεί όσο κανένα άλλο με τους Agnostic Front, είναι αναγνωρίσιμες από χιλιόμετρα. Η ευθύτητα του “Do or Die”, ο καταιγιστικός ρυθμός του “My War”, το ενωτικό μήνυμα του “Believe”, είναι μόνο μερικά από τα στοιχεία που συνθέτουν την αξία του.
Ας μην ξεχνάμε πως οι Agnostic Front πριν από οτιδήποτε, ήταν και παραμένουν ένα skinhead crew. Ακόμα και για την επιλογή των νέων μελών, αυτή η “ιδιότητα” είναι το βασικό κριτήριο. Ποτέ δεν έπαψαν να έχουν κοινωνικο-πολιτικούς στίχους, το μόνο που διέφερε σε κάθε κυκλοφορία ήταν το “υποκείμενο”, μα κυρίως ο βαθμός της όποιας απεύθυνσης. Με το Something’s Gotta Give, οι Agnostic Front αφήνουν κατά μέρος την εξιστόρηση των δύσκολων προσωπικών εμπειριών που τους διαμόρφωσαν. Αυτό που προέχει πλέον, είναι η εξάπλωση ενός μηνύματος ενότητας, που θα ενισχύσει την προσπάθεια για ένα καλύτερο μέλλον.
Το “Riot, Riot Upstart” είναι sequel του “Something’s Gotta Give”, ένα κάλεσμα για κοινωνική δράση, θρασύτατο και επιθετικό. Για πρώτη φορά οι Agnostic Front καταφέρνουν να διατηρήσουν το ίδιο line-up σε δύο απανωτές κυκλοφορίες. Η μικρή διάρκεια των κομματιών παραπέμπει στην εποχη του “Victim In Pain”. Η κίνηση αυτή είναι απόλυτα κατανοητή, αφού κομμάτια όπως τα “Police State” και “I Had Enough”, δε χρειάζονται πάνω από 90 δευτερόλεπτα για να αποσαφηνίσουν τις προθέσεις τους.
Οι Agnostic Front δε χαμηλώνουν τους τόνους ούτε στο ελάχιστο, όταν αρχίζουν την ηχογράφηση του “Dead Yuppies”. Αυτό που αλλάζει για μία ακόμη φορά, είναι ο άνθρωπος που κρατάει το μπάσο. Το κενό που αναγκαστικά δημιουργείται, μετά την δεύτερη αποχώρηση του Bakula, καλύπτεται από τον Mike Gallo.
Από το 2007 και μετά, οι Agnostic Front καταλήγουν σε ένα απόλυτα ισορροπημένο, αλλά και εξελιγμένο hardcore/crossover μουσικό μίγμα
Το αρχικό πλάνο είναι να κυκλοφορήσει στα μέσα Σεπτέμβρη, όμως η επίθεση στους Δίδυμους Πύργους και οι νέες συνθήκες που επιβάλλονται, δημιουργούν αρκετούς λόγους για καθυστέρηση. Ο αδιάλλακτος τίτλος του, είναι η επιτομή της ευθείας εναντίωσης σε μια ιδιαίτερα αποκρουστική, εταιρική φιγούρα των ‘00s. Αφού ο κατοχικός στρατός των ΗΠΑ ισοπεδώσει ολόκληρες χώρες με “σοκ και δέος”, έρχεται ο “αψεγάδιαστος”, γραβατοφόρος γιάπης. Κάθεται αλαζονικά πάνω στα συντρίμμια ενώ ανοίγει έναν χαρτοφύλακα, αραδιάζει συμβόλαια και εκβιάζει υπογραφές.
Όπως και να ‘χει, τα κομμάτια του “Dead Yuppies” σπάνια ακούγονται στις συναυλίες της μπάντας. Για κάποιο λόγο, οι Agnostic Front αντιλαμβάνονται το album περισσότερο σαν ένα “προϊόν” των Loved and Hated, που είναι ένα παράλληλο project του Colletti. Δεν θα πάει εντελώς “άπατο”, αλλά το πολιτικο-κοινωνικό περιβάλλον που επικρατεί μετά τις πολύνεκρες επιθέσεις, δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό.
Αν ο Miret δεν αναγνωρίζει το “Dead Yuppies” ως album των Agnostic Front, κάτι παρόμοιο σκέφτομαι κι εγώ, όταν ακούω το “Another Voice”. Η άποψη αυτή δεν είναι μακριά από το κοινό αίσθημα για την εν λόγω κυκλοφορία, τουλάχιστον όσον αφορά μια μεγάλη μερίδα του κόσμου, που ακολουθεί την μπάντα από τις αρχές της.
Η επιστροφή του Henderson, προμηνύει μια ακόμα “στροφή” προς το crossover thrash και είμαι σίγουρος πως αν υπάρχει κάποιο θέμα, δεν βρίσκεται εκεί. Θα το εκφράσω λίγο πρόχειρα, αλλά το album ακούγεται σαν κάτι που θα έβγαζαν οι Hatebreed, αν αποφάσιζαν να “μπασταρδέψουν” τον ήχο τους, με γενναίες δόσεις punk-ίλας. Επίσης, η παραγωγή του είναι ανεξήγητα “καθαρή”. Αυτό βέβαια είναι κάτι υποκειμενικό και το αναγνωρίζω. Σε άλλους αρέσει και σε άλλους όχι.
‘Οπως και να ‘χει, το “Another Voice” αντικειμενικά, δεν είναι κακό album. ‘Ισως να αποκτά μια τέτοια φήμη, όταν συγκριθεί με τα υπόλοιπα. Το μεταλλικό “κράμα” του και ιδιαίτερα τα φωνητικά του, περισσότερο εμπεριέχει την επιτηδευμένη “βαρβατίλα” του metalcore, παρά την αδρεναλίνη που προκαλεί η “αλητεία” του thrash
Αν και στο παρασκήνιο της ηχογράφησης του “Warriors”, σε πρώτη φάση δεν φαίνεται να έχει αλλάξει τίποτα, κάτι τέτοιο δεν ισχύει στην πράξη. Για την παραγωγή του 9ου album των Agnostic Front, επιστρατεύεται ο ετεροθαλής αδελφός του Miret και “μπροστάρης” των Madball, Freddy Crisien. Ο τύπος αυτός, αφού επεξεργαστεί τις επιθυμίες της μπάντας, “σκουπίζει” οτιδήποτε παραπέμπει ηχητικά σε θυμό αντιδραστικού έφηβου.
Οι ιστορίες δύναμης και περηφάνιας που διηγούνται οι Agnostic Front την τελευταία δεκαετία, έχουν ειπωθεί ξανά στο παρελθόν, αλλά παραμένουν επίκαιρες
Για να μην το πολυκουράζω, το “Warriors” καταλήγει να ακούγεται όπως θα έπρεπε να ακούγεται ένα album των Agnostic Front, εν έτει 2007. Τα τύμπανα και οι κιθάρες του είναι στη “τσίτα”, το groove έρχεται πάντα στην ώρα του και είναι άψογο, τα φωνητικά παραπέμπουν ξανά σε γηπεδικές ιαχές. Ένα ισορροπημένο αλλά και εξελιγμένο hardcore/crossover μίγμα από τα παλιά, αναπόφευκτα επηρεασμένο από το “πλήρωμα του χρόνου”.
Η “φιλοσοφία” με την οποία δημιουργήθηκε το “My Life, My Way”, διαφέρει ελάχιστα από αυτή του “Warriors”. Εκεί μάλλον “κρύβεται” η αιτία, που επηρέασε την απόφαση των Agnostic Front να τα “ενώσουν” και να κυκλοφορήσουν, το διπλό album του 2017. Με λίγα λόγια, οτιδήποτε διαβάζετε για το πρώτο ισχύει και για το δεύτερο. Τι να κάνουμε όμως, το “My Life, My Way” ακούγεται και είναι καλύτερο. Για το αποτέλεσμα αυτό, σίγουρα βοήθησε και η παραγωγή του. Τα κομμάτια όμως από μόνα τους είναι αρκετά, για να βγει το παραπάνω συμπέρασμα.
Οτιδήποτε υπάρχει μέσα στο album, παραπέμπει στην πρώτη δεκαετία των Agnostic Front. Να ξεκινήσω από τους στίχους; Οι ιστορίες που περιγράφει ο Miret, μέσα από κομμάτια όπως το “Us Against The World”, σίγουρα έχουν ξαναειπωθεί. Είναι όμως ακόμα επίκαιρες, αφού αυτές ήταν και είναι η “ψυχή” του νεοϋορκέζικου hardcore.
Θες να ακούσεις λίγο καλό, παλιό crossover thrash, χωρίς να γυρίσεις το χρόνο πίσω; Άκουσε τα “That’s Life” και “Worst Enemy”. Ακόμα κι αν στα μισά της ακρόασης, σε κυριεύσει μια επιθυμία να ακούσεις λίγο Oi!, δε χρειάζεται να αλλάξεις μπάντα. Απλά βάζεις το “Now and Forever”, μετά το ομώνυμο track.
Το “My Life, My Way” είναι ανέλπιστα καλό και “πνίγεται” στην περηφάνια και το συναίσθημα. Μπορεί να ακούσεις πολλά “φουσκωμένα” λόγια και άλλες τόσες συναισθηματικά φορτισμένες “μπαρούφες” στην ζωή σου. Είναι όμως βέβαιο, ότι δεν πρόκειται να προέρχονται από το στόμα του Roger Miret.
Ότι κι αν είναι αυτό που κάνει ο Freddy Cirien από το “Warriors” και ύστερα, μάλλον το κάνει όπως πρέπει. Με τον Cirien λοιπόν, να αναλαμβάνει για τρίτη φορά την παραγωγή, οι Agnostic Front κυκλοφορούν το “The American Dream Died”. Πιασάρικος ο τίτλος του album, δε λέω. Έχει όμως intro με σειρήνες περιπολικών, πυροβολισμούς και αγωνιώδεις φωνές ξενερωμένων δημοσιογράφων; Έχει.
Έχει και στίχους που καλεί το skinhead πόπολο σε ενότητα και αδελφοσύνη; Φυσικά και έχει. Στίχους που περιγράφουν τον hardcore τρόπο σκέψης, που μιλάνε για τις “παλιές καλές μέρες”; Εννοείται. Μαζί με όλα τα παραπάνω, έχει τους Mike Gallo και Pokey Mo σε “διαολεμένη” φόρμα, να συνεργάζονται άψογα. Ακόμα και blast beats “έχωσαν” σε κάποιες συνθέσεις, ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία των Agnostic Front.
Αν δεν το καταλάβατε από τα συμφραζόμενα, το “The American Dream Died” είναι κυρίως μια crossover thrash κυκλοφορία. Επίσης, είναι η πρώτη δισκογραφική δουλειά των Agnostic Front, με τον Craig Silverman στις κιθάρες. Συνήθως έχει πολύ γρήγορο ρυθμό, που σταδιακά διακόπτεται από τα ανάλογα “σπασίματα”. Τα “Test of Time” και “Police Violence”, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Στις 17 συνθέσεις του, θα βρείτε επιπλέον και straight punk κομμάτια όπως τα “I Can’t Relate” και “Old New York“.
Προς το τέλος θα βρείτε και κάποιες μονόλεπτες “ωδές” στο oldschool hardcore. Ακριβώς στο τέλος όμως, θα ακούσετε και το “Just Like Yesterday”, ένα από τα καλύτερα κομμάτια που έχουν βγάλει ποτέ οι Agnostic Front.
Οι Agnostic Front από το 2007, τηρούν ευλαβικά μια 4ετή “ανακωχή” ανάμεσα σε κάθε album. Αυτό ίσως βοήθησε μερικούς να προβλέψουν την κυκλοφορία του “Get Loud!”, πριν φτάσει το 2019. Αν μπορούμε να βάλουμε τον προσδιορισμό “oldschool” σε μία μόνο δισκογραφική τους δουλειά, το “Get Loud!” είναι η πιο σωστή επιλογή.
Ταιριάζει “γάντι” σε οτιδήποτε έχει να κάνει με το περιεχόμενο, είτε μιλάμε για την εξωφυλλάρα του, είτε μιλάμε για τα punk, τα thrash ή τα hardcore μέρη του. Αυτα τα τελευταία έχουν και τον κυριότερο λόγο, σε ένα σύνολο από σύντομες συνθέσεις αφιερωμένες στην ανάγκη για ενότητα, ανάμεσα σε αυτούς και αυτές που δεν έχουν φωνή.
Η αίσθηση νοσταλγίας σε κομμάτια όπως τα “I Remember” και “In My Blood” είναι έντονη, όπως έντονη είναι η προσπάθεια της μπάντας να περιγράψει πιο προσωπικές, υπαρξιακές καταστάσεις. Κομμάτια όπως το ομώνυμο, το “Isolated” ή το “Attention”,είναι ακριβώς ο τρόπος που αυτές εκφράζονται. Φυσικά το “Get Loud!”, αν δεν είχε στιγμές “αντεπίθεσης”, θα έχανε την ισορροπία του. Το “Snitches Get Stitches”, το “Anti-Social”, το “Pull the Trigger”, είναι δημιουργήματα μιας τέτοιας δύναμης, που επιθυμεί να “επιστρέψει” στον “ιδιοκτήτη” της, ένα ελάχιστο μόνο μέρος από την καθημερινή καταπίεση. Το μήνυμα του “Get Loud!” είναι ξεκάθαρο, όπως είναι σε κάθε ένα από τα 11 προηγούμενα albums των Agnostic Front. Δεν υπάρχει δικαιοσύνη, υπάρχουμε μόνο εμείς.