Μια μπάντα με όνομα βγαλμένο από πεταλούδα της Καλιφόρνιας δεν μπορεί παρά να κουβαλάει κάτι αλλόκοτα όμορφο και σπάνιο. Ο λόγος για τους Lorquin’s Admiral, ένα νέο project που γεννήθηκε μέσα από τη σκόνη του desert rock και πρόκειται να δημιουργήσει μια ψυχεδελική θύελλα. Μέσω της Argonauta Records η πεντάδα κυκλοφόρησε στις 27 Ιουνίου το ομότιτλο ντεμπούτο της.
Πριν αρχίσω να μιλάω για τον δίσκο θα ήθελα να σταθώ στην σύνθεση των Lorquin’s Admiral. Με μέλη που έχουν γράψει ιστορία σε σχήματα όπως οι Hermano, Luna Sol και Yawning Sons, η μπάντα χτίζει έναν μουσικό κόσμο γεμάτο γκρούβα, ψυχεδέλεια, μυστήριο και το σκοτάδι του stoner. Έτσι απλά για να ξέρουμε ποια είναι τα μέλη της μπάντας, μιλάμε για τους Dandy και Dawn Brown στα φωνητικά, τον Marlon King στην κιθάρα, τον Nick Hannon στο μπάσο και τον Steve Earle στα τύμπανα.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως το σχήμα δεν είναι απλώς ένα νέο όνομα, αλλά ένα νέο supergroup της εναλλακτικής rock σκηνής. Και σαν να μην έφταναν αυτοί, στο “Lorquin’s Admiral” έχουν προσθέσει τις ψυχεδελικές και heavy πινελιές τους οι David Angstrom και Country Mark Engel δίνοντας έξτρα τσαχπινιά στις συνθέσεις.
Το άλμπουμ περιλαμβάνει εννιά κομμάτια, που αν και διαφέρουν μεταξύ τους, επικοινωνούν μέσα από την κοινή αισθητική. Πάμε να δούμε λίγο εν συντομία τί δίνει με την πρώτη ακρόαση το κάθε ένα από αυτά. Πρώτο στη σειρά το “My Blue Wife” ανοίγει με ενέργεια και προϊδεάζει τον ακροατή για τα stoner στοιχεία της μπάντας και τις δόσεις μυστικισμού που θα μοιράσει απλόχερα. Επόμενο, το “Inexplicable Things” κρατάει το ίδιο μοτίβο καθώς επίσης εισάγει και την ψυχεδέλεια στην συζήτηση.
Το “Could Have Been Forever” ρίχνει τους τόνους χωρίς αυτό να επηρεάζει τις εντάσεις, ενώ ταυτόχρονα δίνει μια πιο εσωτερική κατεύθυνση. Τελευταίο κομμάτι του πρώτου μέρους του δίσκου, το “Black Water”, δίνει την εντύπωση κομματιού των Queens of the Stone Age, καθώς στηρίζεται και σταδιακά χτίζεται σε ένα απίστευτα πιασάρικο και γκρουβάτο riff, το οποίο παρά την απλοϊκότητά του είναι άκρως σαγηνευτικό και απολαυστικό.
Το “My Blue Husband” μάς εισάγει στο δεύτερο μισό του δίσκου και μας επιστρέφει σε υψηλότερες ταχύτητες και εντάσεις. Συνεχίζει τη θεματική διαλόγου μεταξύ των δύο φωνών, που είναι όντως αντρόγυνο, κάτι που το καθιστά ακόμα πιο ενδιαφέρον. Και από την ταχύτητα μπαίνουμε πάλι στην πιο μελωδική και “χαλαρή” ματιά του “Lorquin’s Admiral”. Το “Aren’t We” είναι λιγότερο πυκνό ηχητικά, αφήνοντας χώρο σε διακριτικά κιθαριστικά μοτίβα αλλά και σε ψυχεδελικά θεματικά που μπορούν να σε ταξιδέψουν.
Πλησιάζοντας προς το τέλος του δίσκου, το “Burn and Heal” παραμένει εντός του πλαισίου που έχουν σχηματίσει και τα προηγούμενα κομμάτια του δίσκου. Συμφωνίες κιθάρας και μπάσου που σε συνδυασμό με τα τύμπανα και τις φωνές παρουσιάζουν έναν ήχο γεμάτο σιγουριά και χαρακτήρα. Προτελευταίο το “These Lovely Things” έχει πολλά στοιχεία από πολλές rock μπάντες των ’90s και ’00s, παρουσιάζοντας τόσο τα μουσικά ερεθίσματα των μελών των Lorquin’s Admiral αλλά και την προηγούμενη δισκογραφική δουλειά του κάθε μέλους.
Τελευταίο και σίγουρα καταϊδρωμένο είναι τo “Temptation”, με μια λίγο πιο pop χροιά από τα αδερφάκια του που προηγήθηκαν. Κατά την γνώμη μου ίσως ο πιο αδύναμος κρίκος αυτής της ηχητικής αλυσίδας και αρκετά κακή επιλογή για κλείσιμο του δίσκου. Για το συγκεκριμένο κομμάτι θα τολμήσω να πω κιόλας πως αν δεν υπήρχε καθόλου μέσα στο “Lorquin’s Admiral” δεν θα με πείραζε ιδιαίτερα, ίσως μάλιστα, να ήταν και καλύτερα.
Γενικά, σαν σύνολο ο δίσκος δεν είναι κακός, αλλά δεν είναι και φανταστικός. Είναι ένας τίμιος δίσκος να ακούσεις αλλά δεν προσφέρει κάτι καινούργιο. Σου αφήνει την αίσθηση ότι τον έχεις ακούσει ξανά από κάποιον άλλο καλλιτέχνη. Η οικειότητα αυτή είναι που τον καθιστά για εμένα έναν “ΟΚ” δίσκο χωρίς κάτι παραπάνω.
Σίγουρα λοιπόν, ο ήχος των Lorquin’s Admiral δεν βασίζεται σε εκπλήξεις. Προτιμούν ξεκάθαρη δομή και σταθερές μουσικές γραμμές. Τόσο οι κιθάρες όσο και τα τύμπανα και το μπάσο δίνουν το στίγμα χωρίς υπερβολές. Τα φωνητικά λειτουργούν υποστηρικτικά στο σύνολο ενώ η παραγωγή αποφεύγει υπερβολικά στρώματα ή τεχνητά βάρη.
Πρόκειται για ένα άλμπουμ που δεν επιδιώκει να εντυπωσιάσει, ούτε να ανατρέψει οτιδήποτε. Κρατάει σταθερή πορεία και δίνει στους ακροατές έναν ολοκληρωμένο κύκλο ακρόασης. Σαν πρώτη δουλειά αυτής της μπάντας είναι ένα άρτιο και προσεγμένο αποτέλεσμα το οποίο απλά δεν έχει αυτό το κάτι που θα το μετατρέψει σε έναν επιδραστικό δίσκο κατ’ εμέ. Οι Lorquin’s Admiral ωστόσο, λειτουργούν σαν ομάδα και αυτό είναι ξεκάθαρο σε όλη τη διάρκεια του άλμπουμ.
Το “Lorquin’s Admiral” δεν είναι ένα “δυσπρόσιτο” ή περίπλοκο. Είναι απλώς άμεσο. Ό,τι έχει να πει το λέει χωρίς πολλές φανφάρες. Η ακρόαση του δίσκου αφήνει την αίσθηση ενός σχηματισμένου μουσικού κόσμου που δεν προσπαθεί να ενταχθεί ή να προσαρμοστεί κάπου αλλού ενώ ταυτόχρονα επηρεάζεται από το παρελθόν. Η μπάντα έχει σαφείς επιρροές από Kyuss, Fu Manchu, Fatso Jetson, αλλά και Cranberries, Screaming Trees, καθώς και από τους Garbage. Οπότε οι fans των παραπάνω μπαντών σίγουρα θα απολαύσουν τον ήχο της.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Artist: Lorquin’s Admiral
Album: Lorquin’s Admiral
Release Date: 27/06/2025
Label: Argonauta Records
Genre: Desert Rock, Garage
1. My Blue Wife
2. Inexplicable Things
3. Could Have Been Forever
4. Black Water
5. My Blue Husband
6. Aren’t We
7. Burn and Heal
8. These Lovely Things
9. To Temptation
Producer: Dandy Brown & Sons of Alpha Centauri
Lorquin’s Admiral: Dawn Brown (Φωνή), Dandy Brown (Φωνή), Marlon King (Κιθάρα), Nick Hannon (Μπάσο), Steve Earle (Τύμπανα)
Lorquin’s Admiral: Lorquin’s Admiral
Το άλμπουμ δείχνει μια μπάντα που λειτουργεί με συνοχή και σιγουριά, χωρίς να κυνηγά την καινοτομία. Προσφέρει μια σταθερή εμπειρία ακρόασης, με ξεκάθαρη ταυτότητα και καλή παραγωγή. Αν και δεν αφήνει έντονο αποτύπωμα, αποδεικνύει πως οι δημιουργοί του ξέρουν να υπηρετούν το είδος με συνέπεια.