Ο Εξορκιστής πέρα από μια κλασική ταινία τρόμου αποτέλεσε ένα άνευ προηγουμένου φαινόμενο στην Αμερική και κατ’ επέκταση στον υπόλοιπο πλανήτη. Μια ταινία η οποία στις μαθημένες στην κουλτούρα του jumpscare και του «αν δεν τρομάξω δεν είναι θρίλερ» νέες γενιές μπορεί να φαίνεται ως ξεπερασμένη γιατί δεν πιάνουν την ατμόσφαιρά της και το αποπνικτικό της σκοτάδι. Όποιος όμως μπορεί να δει πέρα από την κουλτούρα του τρόμου ως συναίσθημα και να εναγκαλιστεί τον κινηματογράφο ως ένα αφηγηματικό μέσο που υπερβαίνει την απλή εξιστόρηση και καταλήγει ως αυθύπαρκτος ζωτικός οργανισμός, δεν μπορεί να μην πει πως ναι, είναι ένα αριστούργημα.
Ο Εξορκιστής πέρα από μια κλασική ταινία τρόμου αποτέλεσε ένα άνευ προηγουμένου φαινόμενο στην Αμερική
Εμπνευσμένος από ένα υποτιθέμενο αληθινό περιστατικό του εξορκισμού ενός αγοριού το 1949, ο William Peter Blatty έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο Ο Εξορκιστής το οποίο μετά την εμφάνιση του συγγραφέα (και σεναριογράφου) σε ένα talk show γνώρισε τεράστια επιτυχία. Σύντομα εκκινήθηκαν οι διαδικασίες για τη μεταφορά του βιβλίου σε ταινία και ο Blatty άρχισε να επιμελείται το σενάριο προκειμένου να αφήσει έξω κάποιες λεπτομέρειες που θα «απαγόρευαν» την πραγματοποίησή της.
Ως σκηνοθέτης ορίστηκε ο ριψοκίνδυνος μα ιδιοφυώς ταλαντούχος William Friedkin και το κάστινγκ για τους ρόλους, μετά τις απορρίψεις ονομάτων όπως αυτά του Jack Nicholson και της Jamie Lee Curtis κατέληξε πως οι κατάλληλοι για να υποδυθούν τους χαρακτήρες είναι η Ellen Burstyn, η Linda Blair, ο Jason Miller και ο Max Von Sydow. Τα γυρίσματα θα ολοκληρωθούν μετά από πολλές δυσκολίες και μια φημολογούμενη κατάρα να στερεί τη ζωή σε συντελεστές και κοντινά τους πρόσωπα, ο Εξορκιστής θα κυκλοφορήσει στους κινηματογράφους.
Μια φημισμένη ηθοποιός, η Chris MacNeil ζει σε ένα πολυτελές σπίτι με τη 12χρονη κόρη της, Regan, και τους υπηρέτες της. Η κόρη της ξεκινά να ισχυρίζεται πως έχει ένα φανταστικό φίλο, τον Captain Howdy ο οποίος της μιλά, γεγονός το οποίο δεν εγείρει ανησυχίες. Σταδιακά όμως, η Regan θα αρχίσει να έχει ολοένα και πιο περίεργες συμπεριφορές που μοιάζουν να μην μπορούν να εξηγηθούν από φυσικά αίτια. Ο ιερωμένος Father Karras ο οποίος περνά κρίση πίστης θα υποψιαστεί πως κάτι δαιμονικό ευθύνεται για τις αλλαγές της Regan και ίσως απαιτεί μια λύση διαφορετικής φύσεως.
Τα γυρίσματα θα ολοκληρωθούν μετά από πολλές δυσκολίες και μια φημολογούμενη κατάρα να στερεί τη ζωή σε συντελεστές και κοντινά τους μέλη, ο Εξορκιστής κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους
Όποιος έχει δει ντοκιμαντέρ σχετικά με τα γυρίσματα της ταινίας μπορεί να καταλάβει πόσο απαιτητικά και συνάμα ευρηματικά είναι τα τεχνάσματα που χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να αποδοθεί με φυσικό τρόπο η μεταφυσική απειλή της ταινίας. Από τις πατέντες στην κάμερα για την απόδοση σωστών γωνιών λήψης μέχρι τη χρήση πρακτικών εφέ (συμπεριλαμβανομένου ενός συστήματος κλιματισμού για να μένει η θερμοκρασία στους -29 βαθμούς και να φαίνονται τα χνώτα), όλη η ταινία αντανακλά το πάθος της δημιουργίας και τη θέληση να πάει ο τρόμος σε άλλα επίπεδα. Ακόμα και να προκαλέσει τα χρηστά ήθη με τα επίπεδα τρόμου ο οποίος, όπως φαίνεται και σε ντοκουμέντα της εποχής, υπήρξε σωματικός.
Αυτό που μένει στο φιλμ είναι το απαύγασμα μιας ατμόσφαιρας η οποία μέχρι τότε δεν είχε γνωρίσει τέτοια μεγαλεία. Ο τρόμος δεν προκύπτει από φτηνά τεχνάσματα μα από μια υποδόρια αίσθηση μιας απειλής η οποία δείχνει μεν τις επιπτώσεις της αλλά δε φανερώνεται ποτέ. Μπορεί να κρύβεται οπουδήποτε και να κάνει αφάνταστα πράγματα αλλά τα χειρότερα πάντα θα υπονοούνται. Και στο τέλος αυτό που θα μένει θα είναι η αίσθηση ότι αυτά που βλέπουμε όντως συνέβησαν καθώς ο Friedkin σκηνοθέτησε αυτή την ιστορία σαν πραγματικό γεγονός.
Η δε Regan αναδείχθηκε σε σύμβολο τρόμου. Από τη μια η Linda Blair η οποία παρά το νεαρό της ηλικίας της παραμένει εξίσου διαβολική, με μια αμίμητη ερμηνεία και ένα διαπεραστικό βλέμμα το οποίο λειτουργεί και χωρίς το γκροτέσκο μακιγιάζ. Για τη φωνή του Pazuzu η οποία αποτελεί και το σήμα κατατεθέν της Regan χρειάστηκε να επιστρατευθεί η voice actress Mercedes McCambridge η οποία για να αποκτήσει αυτήν την κολασμένη χροιά ρουφούσε ωμά αυγά και κάπνιζε σε σχεδόν απάνθρωπο βαθμό. Τα αποτελέσματα ωστόσο δικαίωσαν την προσέγγισή της καθώς είναι δύσκολο να υποπτευθεί κανείς πως δεν έχει υποστεί επεξεργασία.
Η Linda Blair παρά το νεαρό της ηλικίας της έδωσε μια αμίμητη ερμηνεία με το διαπεραστικό βλέμμα της να καθορίζει το κλίμα του The Exorcist
Επιπλέον το αποτέλεσμα ενδέχεται να ήταν πολύ διαφορετικό αν δε συμμετείχε σε αυτό με τη μουσική του ο Mike Oldfield με το Tubular Bells να αποτελεί ένα από τα ορόσημα των τρομακτικών soundtracks μαζί με το Halloween του John Carpenter. Άλλα ονόματα που ήταν υποψήφια για τη μουσική επιμέλεια της ταινίας ήταν τα «βαριά χαρτιά» των Lalo Schifrin και Bernard Herrmann, με τον πρώτο να απορρίπτεται και τον δεύτερο να αρνείται να αναλάβει το soundtrack μετά από μια προβολή ενός rough cut. Επιπλέον χρησιμοποιήθηκαν κομμάτια των Krzysztof Penderecki, Anton Webern και Les Baxter ενώ η μουσική του Schifrin αξιοποιήθηκε σε ένα trailer το οποίο απορρίφθηκε λόγω της υπερβολικά τρομακτικής του φύσης.
O Εξορκιστής πλέον αποτελεί ένα σύμβολο της pop κουλτούρας και ξεπερνά τα στενά όρια του κινηματογράφου. Έχει παρωδηθεί περισσότερες φορές από αυτές που μπορούμε να μετρήσουμε και έχει υπάρξει πηγή έμπνευσης για αρκετούς μουσικούς του ακραίου χώρου με πρώτους και κύριους τους Possessed και το ομώνυμο τραγούδι από το Seven Churches.
Το να προβάλλεται αυτή η ταινία εν έτει 2023 στο Midnight Express φανερώνει την πραγματική της ούγια. Το ότι επιβιώνει όχι μόνο ως ένα φιλμ κλασικό, αλλά και ότι αποτελεί μια σχεδόν υποχρεωτική προβολή για εκείνους που αρέσκονται στον κινηματογράφο ο οποίος δεν προβάλλεται απλά τη νύχτα αλλά ζει σε αυτήν. Και την Παρασκευή θα φανερωθεί πως ναι, τίποτα, μα τίποτα δεν έχει αλλάξει 50 χρόνια μετά.