San Francisco, 1967. Jann Wenner και Ralph J. Gleason περιμένουν με ανυπομονησία τα ξημερώματα της ιστορικής 9ης Νοεμβρίου. Στα stands των εντύπων, μια φωτογραφία του John Lennon από τα γυρίσματα της ταινίας “How I Won the War” (1967, σκην. Richard Lester) φιγουράρει στο κεντρικό θέμα ενός περιοδικού του οποίου το εξώφυλλο αναγράφει: Rolling Stone. Κοστίζει 25 cents του δολαρίου και θα κυκλοφορεί κάθε δυο εβδομάδες. Τι θα περιλαμβάνει; Ο Wenner το έγραψε στο πρώτο τεύχος, παρουσιάζοντας τον στόχο, και αποκαλύπτοντας με το… καλημέρα, την έμπνευση για το όνομα.

Rolling Stone

Όπως στο πρώτο φύλλο κάθε εντύπου ή μέσου γενικότερα, έτσι και το πρώτο φύλλο του Rolling Stone Magazine είχε ένα άρθρο. Το άρθρο αυτό ήταν του αρχισυντάκτη του, Jann Wenner. Σε αυτό, εξηγούσε το όραμά του, και αποκάλυπτε το πως έδωσε το όνομα στο περιοδικό:

«Πιθανότατα αναρωτιέστε τι προσπαθούμε να πετύχουμε. Είναι δύσκολο να το περιγράψω, περίπου ένα περιοδικό, περίπου μια εφημερίδα. Το όνομά του είναι Rolling Stone και προέρχεται από ένα παλιό γνωμικό που λέει «Πέτρα που κυλάει ποτέ δεν χορταριάζει». Ο Muddy Waters χρησιμοποίησε αυτό το όνομα για ένα τραγούδι του. Οι Rolling Stones πήραν το όνομά τους από αυτό το τραγούδι. Το “Like a Rolling Stone” ήταν ο τίτλος του πρώτου rock and roll album του Bob Dylan. Έχουμε ξεκινήσει μια νέα έκδοση μέσω της οποίας θα παρουσιάζουμε τις αλλαγές που πιστεύουμε ότι συμβαίνουν στη rock and roll. Θα δείχνουμε επίσης πώς σχετίζονται οι αλλαγές στον κόσμο με τη rock and roll».

Το πρώτο τεύχος του Rolling Stone Magazine κυκλοφόρησε χάρη στη γενναιόδωρη στήριξη των μελλοντικών πεθερικών του Jann Wenner

Άλλοι, έχουν συνδέσει το όνομα μόνο με το hit single του Bob Dylan. Η ενδιαφέρουσα ιστορία όμως από το πρώτο άρθρο του Jann Wenner στο Rolling Stone Magazine, δεν είναι το όνομα του περιοδικού. Πλέον δεν έχει σημασία άλλωστε. Όταν κανείς ακούσει “Rolling Stone”, σκέφτεται αυτόματα και το περιοδικό, και το συγκρότημα, και τον Bob Dylan, και κάποιοι τον Muddy Waters. Το σίγουρο είναι πως το έντυπο, κατόρθωσε να πλασάρει το όνομά του δίπλα σε τιτάνες της rock. Επίσης σίγουρη είναι η αμηχανία που ξεχειλίζει από το γραπτό του Wenner. Ενδεικτική της απειρίας του αλλά και του άγχους του για αυτό το εγχείρημα.

Επιβεβαίωση, το παραπάνω, ότι κάθε αρχή δεν είναι απλώς δύσκολη, μα και γεμάτη απειρία και άγνοια για το τι θα έρθει. Όλα, μα όλα, όσα ήρθαν, ο Wenner τα διαχειρίστηκε -εν τέλει- αρκετά καλά ώστε το όραμά του να γιγαντωθεί, ξεπερνώντας κάθε προσδοκία. Σήμερα, το Rolling Stone είναι το απόλυτο διαδικτυακό hub πληροφορίας για μουσική, πολιτική, κουλτούρα, άλλες Τέχνες, άποψη. Και όλα αυτά ξεκίνησαν με έναν άνθρωπο που εγκατέλειψε το University of Berkeley. Ήταν ένας κριτικός μουσικής και αρθρογράφος, ο οποίος απήλαυσε λίγους από τους καρπούς της δημιουργίας του. Α, και ξεκίνησε με 7.500 δολάρια, δανεικά!

Βλέπετε, το πρώτο τεύχος του Rolling Stone Magazine κυκλοφόρησε χάρη στη γενναιόδωρη στήριξη των μελλοντικών πεθερικών του Jann Wenner. Οι γονείς της μετέπειτα συζύγου του, Jane Schindelheim, είδαν υπόσχεση στον νεαρό Wenner και του δάνεισαν τα πρώτα $7,500 για να φτιάξει το περιοδικό του. Στο πρώτο τεύχος, που κυκλοφόρησε στις 9 Νοεμβρίου του 1967 και αμέσως έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές.

Αντίθετα με την μετέπειτα μορφή του, με την οποία είναι πλέον ευρέως γνωστό, το Rolling Stone είχε αρχικά τη μορφή μιας εφημερίδας

Ο λόγος; Παρά το γεγονός ότι ιδρύθηκε στο επίκεντρο της αμερικανικής αντικουλτούρας, το περιοδικό πρέσβευε διαφορετικά ιδανικά. Αυτά τα ιδανικά το τοποθέτησαν απέναντι στην κοινότητα όπου έγινε διαθέσιμο για πρώτη φορά. Ως εκ τούτου, όλα τα μέλη της κοινότητας που δεν απολάμβαναν τη νοοτροπία του τόπου τους, βρήκαν κοινό έδαφος. Το Rolling Stone Magazine έγινε η «κόλλα» που τους ένωσε.

Σήμερα, 55 χρόνια μετά το πρώτο τεύχος του Rolling Stone Magazine, ο John Lennon κατέχει ένα ρεκόρ. Είναι το άτομο με τα περισσότερα πρωτοσέλιδα στην ιστορία του περιοδικού. Ήταν ο πρώτος και οι Beatles ως συγκρότημα είναι το σχήμα με τη συχνότερη παρουσία στην πρώτη σελίδα του Rolling Stone. Οι Jann Wenner και Ralph J. Gleason επέλεξαν τη φωτογραφία του Lennon από τα γυρίσματα του How I Won the War, όπου υποδύεται τον Βρετανό στρατιώτη Gripweed, ως κεντρικό θέμα του πρώτου τεύχους. Στη σελίδα 16, ένα ξεχωριστό αφιέρωμα για την ταινία φιγουράριζε ως η αρχή του κεντρικού θέματος.

Γιατί όμως τον Lennon; Το 2017, μιλώντας για αυτή την επιλογή, ο Wenner είχε πει: «Ο John, περισσότερο από κάθε άλλον τότε, ήταν το σύμβολο της rock & roll. Ήταν ο φυσικός διάδοχος του Elvis». Κοινώς, έβαλε σε εφαρμογή ένα σχέδιο το οποίο στηρίχθηκε σε αυτό που σήμερα ονομάζεται press marketing.
Ο John Lennon αποτελούσε πόλο έλξης για τους fans του rock n roll. Ταυτόχρονα, ήταν persona non grata για τους συντηρητικούς των ΗΠΑ. Το Rolling Stone Magazine πέτυχε από την αρχή τον στόχο κάθε εντύπου που θέλει απήχηση παντού. Κατάφερε να τραβήξει την προσοχή ΟΛΩΝ.

Ένα από τα τέσσερα κεντρικά θέματα του πρώτου πρωτοσέλιδου του Rolling Stone Magazine ήταν η αδυναμία των Jefferson Airplane να ολοκληρώσουν τον -τότε νέο- δίσκο τους

Αντίθετα με την μετέπειτα μορφή του, με την οποία είναι πλέον ευρέως γνωστό, το Rolling Stone είχε αρχικά τη μορφή μιας εφημερίδας. Όχι μόνο επειδή δεν είχε σκληρό cover, αλλά και επειδή στο πρωτοσέλιδό του, έβρισκες κείμενα. Κεντρικό κείμενο, το άρθρο του Michael Lyndon για το Monterey International Pop Festival, το οποίο συνέχιζε στη σελίδα 7 του πρώτου τεύχους.

Σε αυτό, ο Lyndon αναρωτιέται που είναι τα λεφτά από το Monterey International Pop Festival, και κάνει αναφορά στο υψηλό κόστος της μουσικής και της αγάπης. Ένα μη κερδοσκοπικό φεστιβάλ με στόχο τη συγκέντρωση χρημάτων για κοινωφελείς σκοπούς, κατόρθωσε να συγκεντρώσει πάνω από $210,000, είχε όμως κόστος μεγαλύτερο των $290,000. Αν δεν ήταν τα τηλεοπτικά δικαιώματα από το ABC-TV, ύψους $288,843, το φεστιβάλ θα είχε χασούρα πάνω από $77,000. Το άρθρο αναφέρει όλα όσα πήγαν στραβά στο εν λόγω φεστιβάλ, μεταξύ των οποίων το τεράστιο κόστος για αμοιβές, σίτιση και στέγαση καλλιτεχνών.

Ένα από τα τέσσερα κεντρικά θέματα του πρώτου πρωτοσέλιδου του Rolling Stone Magazine αφορούσε τους Jefferson Airplane. Ήταν η αδυναμία τους να ολοκληρώσουν τον -τότε νέο- δίσκο τους. Όπως ανέφερε το κείμενο στην πρώτη σελίδα, η μπάντα ηχογραφούσε ήδη για πάνω από έναν μήνα. Παρόλα αυτά, δεν είχε ολοκληρώσει ούτε πέντε sides από το album της, After Bathing at Baxter’s.

Υπήρχαν σύντομες αναφορές σε άρθρα που βρίσκονταν εσωτερικά σχετικά με τη σύλληψη των μελών των Greatful Dead

Το πρόγραμμα ηχογραφήσεων των Jefferson Airplane ξεκινούσε στις 11 το βράδυ και «τραβούσε» έως τις 6-7 το πρωί. Όταν η μπάντα δεν ήταν στο studio, διέμενε σε μια πολυτελή ροζ βίλα. Το ενοίκιο της βίλας ήταν $5,000 τον μήνα. Στην ίδια βίλα είχαν μείνει και οι The Beatles κατά τη διάρκεια του αμερικάνικου τουρ τους. Το σπίτι, σύμφωνα με το κείμενο, διαθέτει δύο πισίνες και βρίσκεται πάνω από τους λόφους του Hollywood. Περιγράφεται ως ένας μικρός παράδεισος. Το κείμενο καταλήγει με τη φράση: «Ίσως η ηλιοθεραπεία και οι κιθάρες να μην είναι καλός συνδυασμός».

Για την ιστορία, το After Bathing at Baxter’s είναι ο τρίτος δίσκος των Jefferson Airplane. Κυκλοφόρησε στις 27 Νοεμβρίου του 1967. Οι ηχογραφήσεις του κράτησαν πάνω από πέντε μήνες. Σύμφωνα με τον συγγραφέα και αρθρογράφο Jeff Tamarkin, “baxter” ήταν το κωδικό όνομα που χρησιμοποιούσαν τα μέλη της μπάντας για το LSD. Το LSD ήταν γνωστό και ως “acid.” Έτσι, ο τίτλος του δίσκου μεταφράζεται σε “After Tripping On Acid”. Ο δίσκος περιλάμβανε αρχικά 11 τραγούδια. Στο reissue CD του 2003, εμπλουτίστηκε με άλλα πέντε. Είχε σαφώς μικρότερη απήχηση από το θρυλικό Surrealistic Pillow. Ο τελευταίος ήταν ένας δίσκος-τομή στη psychedelic rock.

Πέρα από τα παραπάνω, το πρώτο πρωτοσέλιδο του Rolling Stone Magazine περιλάμβανε ένα μικρό σημείο πάνω δεξιά, με «Διαβάστε επίσης». Εκεί υπήρχαν σύντομες αναφορές σε άρθρα που περιλαμβάνονταν εσωτερικά. Ένα από αυτά αφορούσε τη σύλληψη των μελών των Greatful Dead για κατοχή και χρήση κάνναβης. Πρόκειται για μια ιστορία που καταδεικνύει το κυνηγητό το οποίο βίωναν τα θρυλικά συγκροτήματα των 60s και των 70s για τη χρήση κάνναβης. Οι Greatful Dead είχαν συλληφθεί στο studio τους, Haight-Ashbury, για κατοχή και χρήση μαριχουάνας. Το Rolling Stone Magazine τους αφιέρωσε ένα φωτογραφικό αφιέρωμα αρκετούς μήνες μετά το περιστατικό.

Την περίοδο πριν τον θάνατό του, ο Gleason είχε έρθει σε σύγκρουση με τον Wenner και την πορεία που έπαιρνε το Rolling Stone Magazine

Σε άλλα νέα του τεύχους, υπήρχε άρθρο για το πως ο Roger McGuinn έδιωξε τον David Crosby από τους The Byrds, καθώς και ένα άρθρο του συνιδρυτή του περιοδικού, Ralph J. Gleason. Ο τελευταίος είναι και η φιγούρα με τη μικρότερη προβολή όταν γίνεται αναφορά στο Rolling Stone Magazine. Έφυγε από τη ζωή το 1975, και δεν πρόλαβε να απολαύσει τις δάφνες της τεράστιας επιτυχίας, τουλάχιστον όχι όσο ο Wenner ο οποίος είναι σήμερα 76 ετών. Ο Gleason ήταν ένας σπουδαίος και καυστικός αρθρογράφος, γεννημένος το 1917 στη Νέα Υόρκη. Η βιβλιογραφία του μεταξύ άλλων περιλαμβάνει τα “The Jefferson Airplane and the San Francisco Sound”, “Conversations in Jazz: The Ralph J. Gleason Interviews”, και άλλα.

Ήταν γνωστός ως ένας από τους πρώτους κριτικούς μουσικής που εντόπισαν τους Jefferson Airplane και The Grateful Dead, και είχε δεχθεί έντονη κριτική για το γεγονός ότι αγνοούσε συγκροτήματα με έδρα το Los Angeles. Κρίνοντας από τη στάση του απέναντι στη βιομηχανία της μουσικής, ο Gleason αγνοούσε τα πιο δημοφιλή και “flashy” συγκροτήματα της εποχής σκόπιμα, αφού τα θεωρούσε «μέρος του προβλήματος της υπερβολικής φήμης και της θυσίας της μουσικής ποιότητας για χάρη του χρήματος». Την περίοδο πριν τον θάνατό του, ο Gleason είχε έρθει σε σύγκρουση με τον Wenner και την πορεία που έπαιρνε το Rolling Stone Magazine.

Share.
Exit mobile version