Αν αποσυνθέσεις το Woman Of The Dead, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν λίγο Dexter, λίγο Midsommar και μπόλικο Kill Bill. Αν με ρωτάτε, καθόλου κακός συνδυασμός. Κάποιος κακοπροαίρετος θα αναρωτιόταν για ποιον λόγο να παρακολουθήσει κανείς την νέα σειρά του Netflix. Εύλογο ερώτημα μεν, άστοχο δε. Κι αυτό γιατί η σειρά δεν τσεκάρει κουτάκια, αντιγράφοντας κάθε πιθανό σημείο. Δημιουργεί ένα ομοιόμορφο αποτέλεσμα με έμπνευση τις συγκεκριμένες πηγές.
Το Woman Of The Dead (aka Totenfrau/Η Κυρία Θάνατος) είναι μία γερμανόφωνη μίνι σειρά που αποτελείται από μία σεζόν. Εντάσσεται, αν δεν έγινε ήδη αντιληπτό, στο είδος του crime fiction. Το βασικότερο είναι πως βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Bernhard Aichner, το οποίο αποτελεί το πρώτο μέρος από την τριλογία Totenfrau.
Ο ρυθμός στο Woman of the Dead αλλάζει ταχύτητες όπως και όταν πρέπει
Βρισκόμαστε στο 2017, σε ένα χωριό της Αυστρίας. Η Brunhilde Blum ασκεί το επάγγελμα της διευθύντριας γραφείου κηδειών, το οποίο της είχε κληρονομηθεί από τους θετούς γονείς της. Αυτή της η θέση την έκανε να εξοικειωθεί αρκετά με το αίσθημα του θανάτου. Σε σημείο μάλιστα να επικοινωνεί και να συζητά με τους θανόντες. Ζει με τον σύζυγό της, τον Mark, ο οποίος είναι αστυνομικός, τον πεθερό της, Karl και με τα δύο παιδιά τους, την Nela και τον Tim.
Η ηρεμία της οικογένειάς της ανατρέπεται όταν ο Mark σκοτώνεται. Ενώ οδηγεί την μηχανή του, τον παρασύρει ένα μαύρο, πολυτελές Range Rover και τον εγκαταλείπει μπροστά από το σπίτι του. Η Blum απαρηγόρητη, κινεί Γη και Ουρανό για να βρει στοιχεία για τη δολοφονία του. Και ζητά εκδίκηση. Ο θάνατος του άνδρα της δεν θα επαναφέρει μόνο μνήμες του παρελθόντος. Θα την οδηγήσει στην ανακάλυψη πως στην περιοχή παίζεται ένα πολύ βρώμικο παιχνίδι.
H Anna Maria Mühe στον πρωταγωνιστικό ρόλο, δίνει πραγματικά ρέστα. Ο τρόπος που αποτυπώνονται τα συναισθήματά της και η κλιμάκωση αυτών, ανά τα επεισόδια, είναι εκπληκτικός. Από τις εκφράσεις του προσώπου της μέχρι την συμπεριφορά της απέναντι στους ανθρώπους.
Μια πολύ έξυπνη επιλογή από τον σκηνοθέτη Nicolai Rohde αποτελεί η αξιοποίηση πλάνων που αναφέρονται στο παρελθόν και στο παρόν της Blum
Το πένθος, ο πόνος, ο θυμός και η εκδίκηση δημιουργούν ένα κράμα που μπορεί να παρασύρει τα πάντα γύρω του. Γίνεται ασταμάτητο σαν μια χιονοστιβάδα που δεν υπολογίζει τίποτα.
Το ίδιο ισχύει και για τους υπόλοιπους χαρακτήρες, ειδικά τους άμεσα εμπλεκόμενους. Κανένας τους δεν λειτουργεί τυχαία και όλοι τους ανεξαιρέτως δίνουν ερμηνείες που παρασέρνουν τον θεατή. Επικρατεί μια ταύτιση ή μία κάθαρση, θα έλεγε κανείς.
Μια πολύ έξυπνη επιλογή από τον σκηνοθέτη Nicolai Rohde αποτελεί η αξιοποίηση πλάνων που αναφέρονται στο παρελθόν και στο παρόν της Blum. Δημιουργεί έτσι ερωτήσεις στους θεατές. Αργότερα, όσο κυλάνε τα επεισόδια, οι ίδιες σκηνές δίνουν τις απαντήσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εξ αυτών, η σκηνή με τον θάνατο των θετών γονιών της Blum, όταν εκείνη ήταν 19 ετών.
Το ίδιο ισχύει και με τα πλάνα. Ενώ φαινομενικά, είναι ασήμαντα και δημιουργούν κάποιου είδους «κοιλιά», στην πραγματικότητα είναι κομμάτια που ολοκληρώνουν το παζλ. Ο ρυθμός είναι όσο αργός χρειάζεται. Παροτρύνει τον θεατή να κοιτάξει τα στοιχεία χωρίς να τον χαώνει και γίνεται γρήγορος όταν επιχειρεί να δημιουργήσει σασπένς. Perfect balance.
Το Woman of the Dead βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Bernhard Aichner, το οποίο αποτελεί το πρώτο μέρος από την τριλογία Totenfrau.
Στα της φωτογραφίας, αν πάρουμε πλάνα από τις χιονισμένες Αλπεις και προσθέσουμε ψυχρή χρωματική παλέτα, το αποτέλεσμα που θα δοθεί θα είναι μία εξαιρετική φωτογραφία. Τα ψυχρά χρώματα και κυρίως οι αποχρώσεις του μπλε και του πράσινου χρησιμοποιούνται εσκεμμένα. Λειτουργούν ως ένας ιδιαίτερος υπαινιγμός για την πένθιμη μελαγχολία, για την ψυχρότητα των χαρακτήρων αλλά και των γεγονότων. Λειτουργούν επίσης ως προάγγελοι της δυσοίωνης εξέλιξης της σειράς.
Όσον αφορά στην μουσική, την επιμελείται ο Patrick Kirst. Έχει νότες που παραπέμπουν σε κάτι μυστηριώδες με έντονο το στοιχείο της σκανδιναβικής αισθητικής. Δεν καλύπτει τις σκηνές, αντιθέτως σε κάποια σημεία τις εντείνει και κρατά τους θεατές σε αγωνία.
Στις σκηνές μάλιστα που η Blum οδηγεί την Ducati στους άδειους δρόμους, η μουσική αυξάνεται και προσδίδει το τι πρόκειται να ακολουθήσει. Αν, ωστόσο, έπαιζε το Battle Without Honor Or Humanity, νομίζω πως οι ίδιες σκηνές θα απογειώνονταν.
Κλείνοντας, αξίζει να σημειωθεί πως η σειρά φροντίζει να ικανοποιήσει τόσο τους φανς του είδους, όσο και τα άτομα που επιχειρούν απλά να τσεκάρουν τι πραγματεύεται.
Δημιουργεί σκέψεις και εμβαθύνει ακόμα και σε ψυχολογικό επίπεδο, με το κοινό να ταυτίζεται. Όπως προαναφέρθηκε, η ιστορία της σειράς, αποτελεί το πρώτο μέρος της τριλογίας Totenfrau. Έτσι δεν είναι καθόλου απίθανο να δημιουργηθεί και δεύτερος κύκλος. Ας ελπίσουμε να είναι εξίσου καλός όσο αυτός.