Νομίζω ότι όταν το 1991 ο Helmuth Lehner δημιουργούσε την μπάντα του, δεν πίστευε πως παράλληλα έστηνε κάτι που χρόνια αργότερα θα ήταν συνώνυμο της ακραίας μουσικής και της ακλόνητης καλλιτεχνικής προσήλωσης. Ο λόγος φυσικά για τους Belphegor, την αυστριακή blackened death metal μπάντα που αποτελεί σημαντική δύναμη στην παγκόσμια extreme metal σκηνή.
Από την πρώτη τους ήμέρα, η μουσική τους δεν είναι απλά ήχος, ήταν μια μορφή τέχνης. Ένα κράμα death metal με τελετουργικά θέματα που εξερευνά το χάος και αρέσκεται στη βλασφημία. Το ταξίδι των Belphegor έχει σημαδευτεί από αντιξοότητες, θριάμβους και μια πρωτοφανή αφοσίωση στον ακραία ακραίο ήχο τους.
Οι Belphegor γεννήθηκαν στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας, αρχικά με το όνομα Betrayer. Ωστόσο, άλλαξαν το όνομά τους σε Belphegor μετά τις πρώτες κυκλοφορίες τους, εμπνευσμένοι από τον βιβλικό δαίμονα. Από την ίδρυσή τους, επεδίωξαν να δημιουργήσουν την πιο βίαιη και ακραία μουσική που μπορούσαν. Σημαντικό στοιχείο της τέχνης τους, η αντιθρησκευτική στάση τους απέναντι σε κάθε οργανωμένη θρησκεία, και ιδιαίτερα τον Χριστιανισμό.
Η πρώιμη δουλειά του συγκροτήματος ήταν ωμή και επιθετική. Το πρώτο τους άλμπουμ, “The Last Supper”, έθεσε τα θεμέλια για τον ήχο τους. Ένας βίαιος συνδυασμός death και black metal, που χαρακτηρίζεται από γρήγορους ρυθμούς, ακραία φωνητικά και Σατανιστικά θέματα. Αυτό το πρώιμο υλικό ήταν έντονα επηρεασμένο από μπάντες όπως οι Morbid Angel και οι Behemoth, ωστόσο οι Belphegor εδραίωσαν γρήγορα τη μοναδική τους ταυτότητα στο ακραίο metal τοπίο.
Οι Belphegor απορρίπτουν όλες τις μορφές οργανωμένης θρησκείας, θεωρώντας τες εργαλεία χειραγώγησης και ελέγχου
Η μουσική των Belphegor έχει βαθιές ρίζες στο death και το black metal. Όμως, οι επιρροές τους εκτείνονται πέρα από τον χώρο του ακραίου metal. Ο Helmuth έχει αναφέρει συχνά κλασικούς συνθέτες όπως ο Brahms και ο Mozart ως έμπνευση. Συηγκεκριμένα, τον εντυπωσιάζει η σκοτεινή ατμόσφαιρα και ενορχήστρωσή τους. Αυτή η κλασική επιρροή είναι εμφανής σε κομμάτια όπως το “Rex Tremendae Majestatis”, το οποίο αντλεί έμπνευση από το “Requiem” του Mozart.
Στιχουργικά, το περιεχόμενο των Belphegor εξερευνά ένα ευρύ φάσμα θεμάτων. Από τον αποκρυφισμό και τη μυθολογία μέχρι τον ατομικισμό. Ο Helmuth αντλεί έμπνευση από αρχαία κείμενα και φιλοσοφικά έργα. Μάλιστα, αρκετά συχνά, γράφει σε πολλές γλώσσες -αγγλικά, λατινικά και γερμανικά- για να διατηρήσει την ακεραιότητα αυτών των πηγών. Τα λατινικά, ειδικότερα, έχουν μια ιδιαίτερη θέση στη μουσική των Belphegor λόγω της ιστορικής σύνδεσής τους με την εκκλησία.
Για τον Helmuth, η φιλοσοφική προσέγγιση του συγκροτήματος έχει τις ρίζες της στον μηδενισμό. Απορρίπτει όλες τις μορφές οργανωμένης θρησκείας, θεωρώντας τες ως εργαλεία χειραγώγησης και ελέγχου. Οι Belphegor, συχνά, εξυμνουν και τον Εωσφόρο. Δεν το κάνουν επειδή πιστεύουν, για αυτούς είναι σύμβολο εξέγερσης και αυτοδιάθεσης.
Η μουσική τους εξελίχθηκε με την πάροδο των ετών, αλλά η δέσμευσή τους στο σκοτάδι σταθερή. Άλμπουμ όπως το “Blutsabbath” και το “Necrodaemon Terrorsathan” βρήκαν το συγκρότημα να τελειοποιεί τον ήχο του, ενσωματώνοντας πιο πολύπλοκες ενορχηστρώσεις και στιχουργικά θέματα. Συνέχισαν να εξερευνούν θέματα αποκρυφισμού, με ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τη μυθολογία και κάποιες φιλοσοφικές ιδέες.
Οι Belphegor παρέμειναν ακλόνητοι στην αφοσίωσή τους στη δημιουργία ακραίας, βλάσφημης μουσικής
Οι κυκλοφορίες “Lucifer Incestus”, “Pestapokalypse VI”, “Walpurgis Rites” και “Blood Magick Necromance” έδειξαν ότι οι Belphgor ωθούσαν τα όρια του ήχου τους, ενώ παράλληλα εξελίσσαν τις ενορχηστρώσεις και τα στιχουργικά τους θέματα. Στο “Lucifer Incestus”, η βαρβαρότητα της μουσικής συνδυάζεται με αποκρυφιστικά και αντιθρησκευτικά θέματα. Ενώ στο “Pestapokalypse VI” εμβαθύνουν σε θέματα της αποκάλυψης. Στο “Walpurgis Rites”, οι Belphegor υιοθετούν μια πιο τελετουργική προσέγγιση, ενώ το “Blood Magick Necromance” χαρακτηρίζεται από έναν πιο ατμοσφαιρικό, αλλά εξίσου σκοτεινό ήχο.
Το 2011, ο Helmuth αρρώστησε με τυφοειδή πυρετό, τον οδήγησε σε πνευμονική λοίμωξη και μια επακόλουθη εγχείρηση ανοικτής καρδιάς. Αυτή η παραλίγο θανατηφόρα εμπειρία είχε βαθύ αντίκτυπο σε αυτόν προσωπικά και δημιουργικά. Για πάνω από ένα χρόνο, ο Helmuth δεν μπορούσε να παίξει κιθάρα και η διαδικασία ανάρρωσης ήταν εξαντλητική. Ωστόσο, αντί να στραφεί στη θρησκεία ή κάτι παρόμοιο, διοχέτευσε τον θυμό και την απογοήτευσή του στην τέχνη του. Απόρροια αυτού ηταν άλμπουμ του συγκροτήματος, “Conjuring the Dead”.
Το άλμπουμ σηματοδοτεί μια επιστροφή στην ωμή επιθετικότητα που χαρακτήριζε την πρώιμη δουλειά των Belphegor. Ο Helmuth δε δίστασε να το περιγράφει ως ένα από τα πιο επιθετικά άλμπουμ τους μέχρι τώρα. Η εμπειρία της αντιμετώπισης της δικής του θνησιμότητας τροφοδότησε την επιθυμία του να ωθήσει τη μουσική της μπάντας σε νέα άκρα. Οι στίχοι του “Conjuring the Dead”, ασχολούμενοι με το θάνατο, αντικατοπτρίζουν το ταξίδι του, την επανάσταση και τις σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης.
Η ανάρρωση του Helmuth σηματοδότησε επίσης ένα σημείο καμπής για το συγκρότημα. Ενίσχυσε τη δέσμευσή τους στην τέχνη τους και την άρνησή τους να συμβιβαστούν με το καλλιτεχνικό τους όραμα. Παρά τις προκλήσεις που αντιμετώπισαν, συμπεριλαμβανομένων των αντιδράσεων από θρησκευτικές ομάδες και τις αναποδιές στην υγεία τους, οι Belphegor παρέμειναν ακλόνητοι στην αφοσίωσή τους στη δημιουργία ακραίας, βλάσφημης μουσικής.
Οι ζωντανές εμφανίσεις των Belphegor αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητάς τους
Το 11ο άλμπουμ τους, “Totenritual”, αποτελεί απόδειξη αυτής της προσέγγισης. Θεωρείται μια από τις πιο έντονες δουλειές τους, συνδυάζοντας τον χαρακτηριστικό τους ήχο με νέα ηχητικά εδάφη. Το άλμπουμ περιλαμβάνει κομμάτια όπως το “The Devil‘s Son”, εμπνευσμένο από τη ζωή του Niccolò Paganini, και το “Apophis – Black Dragon”, το οποίο εμβαθύνει στην αιγυπτιακή μυθολογία.
Μια από τις πιο καθοριστικές πτυχές της μουσικής των Belphegor είναι η ικανότητά τους να συνδυάζουν το death metal με τελετουργικά στοιχεία. Αυτός ο συνδυασμός τους κάνει να ξεχωρίζουν, καθώς δεν επικεντρώνονται απλά στη γρήγορη, βίαιη μουσική, αλλά και στη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας χάους και σκοταδιού. Οι ζωντανές εμφανίσεις των Belphegor αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητάς τους.
Γνωστοί για την έντονη σκηνική τους παρουσία, το συγκρότημα αναφέρεται στις εμφανίσεις τους ως «τελετουργίες» και όχι ως συναυλίες. Η αυθεντικότητα είναι το κλειδί για τον Helmuth. Οι εμφανίσεις των Belphegor είναι διαβόητες για τη χρήση πραγματικού αίματος, οστών και μακάβριων διακοσμήσεων. Αυτά τα στοιχεία δημιουργούν μια ατμόσφαιρα κινδύνου, την οποία ο Helmuth περιγράφει ως σχεδόν πνευματική. Ο στόχος είναι να δημιουργηθεί μια ζοφερή παράσταση, με τόσο το συγκρότημα όσο και το κοινό να μεταφέρονται σε ένα άλλο βασίλειο.
Σκηνικά ο Helmuth είναι μια περσόνα κατοχής, με τη μουσική να τον ελέγχει κατά τη διάρκεια των παραστάσεων. Αυτή η ένταση είναι που κάνει τους Belphegor να ξεχωρίζουν από άλλες metal μπάντες, καθώς οι συναυλίες έχουν σχεδιαστεί για να είναι κάτι περισσότερο από απλή ψυχαγωγία – έχουν σκοπό να είναι μεταμορφωτικές εμπειρίες. Είτε εμφανίζονται σε μια σκηνή φεστιβάλ είτε σε έναν μικρό χώρο, ο στόχος των Belphegor είναι πάντα να προσφέρουν μια αυθεντική εμπειρία που θα αφήσει μόνιμο το αποτύπωμά της στο μυαλό μας.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Belphegor (OW) | Bandcamp | Deezer | Facebook | Instagram | ReverbNation | SoundCloud | Spotify | Tidal | X/Twitter | YouTube