Η περίοδος του Blaze Bayley με τους Iron Maiden συχνά μνημονεύεται ως η πιο δύσκολη για το συγκρότημα. Εκτεινόμενη από το ‘94 έως το ’99, σηματοδότησε ένα διάστημα εξερεύνησης – αλλά και καινοτομίας – για τους Iron Maiden. Μια μπάντα που ξεχώριζε και για τις φωνητικές επιδόσεις και το θεατρικό χάρισμα του frontman της, Bruce Dickinson. Ο Bayley, πρώην frontman των Wolfsbane, έφερε ένα ξεχωριστό φωνητικό στυλ που απείχε σημαντικά από την οπερατική έκταση του προκατόχου του. Αυτή η απόκλιση προκάλεσε ένα μείγμα ενθουσιασμού και σκεπτικισμού, καθώς οι Maiden αγκάλιαζαν έναν πιο σκοτεινό και εσωστρεφή ήχο.
Οι αρχές της δεκαετίας του 1990 ήταν ταραχώδεις για τους Iron Maiden. Παρά την επιτυχία των προηγούμενων άλμπουμ, το συγκρότημα βίωνε μια πτώση στην εμπορικότητά του, ιδιαίτερα στις Η.Π.Α. Η αποχώρηση του Bruce Dickinson το 1993 διόγκωσε περαιτέρω την αβεβαιότητα γύρω από το μέλλον τους. Ο Steve Harris ανέλαβε το δύσκολο έργο της εύρεσης ενός νέου frontman που όχι μόνο θα μπορούσε να συλλάβει την ουσία των Iron Maiden, αλλά και να ανανεώσει τον ήχο τους.
Μετά από ακρόαση αρκετών υποψηφίων, ο Harris επέλεξε τον Blaze Bayley. Γνωστός από τη δουλειά του με τους Wolfsbane, ο Bayley είχε μια ξεχωριστή φωνή. Μια φωνή, που όμως, διέφερε αισθητά από εκείνη του Dickinson. Ο Harris πίστευε ότι αυτή η διαφορά θα μπορούσε να προσφέρει στους Iron Maiden μια νέα δημιουργική κατεύθυνση. Θεωρούσε ότι θα βοηθούσε να ξεχωρίσει τη μουσική τους από την εποχή του Dickinson. Ωστόσο, το βαρύτονο εύρος του Bayley παρουσίαζε μοναδικές προκλήσεις. Αυτές γίνονταν ακόμα εντονότερες όταν εκτελούσε κλασικά κομμάτια των Maiden που είχαν γραφτεί πάνω στις φωνητικές δυνατότητες του Dickinson. Tough mission.
The X Factor: Μια ζοφερή στροφή για τους Iron Maiden και η πρώτη δοκιμασία του Blaze Bayley
Το πρώτο άλμπουμ των Iron Maiden με τον Bayley, το “The X Factor”, κυκλοφόρησε το 1995. Το άλμπουμ έφερε μια τολμηρή στροφή προς πιο σκοτεινά θέματα. Μεγάλο μέρος του τόνου του άλμπουμ αντανακλούσε τις προσωπικές δυσκολίες του Harris. Iδιαίτερα το πρόσφατο διαζύγιό του και τις πιέσεις να κρατήσει τους Iron Maiden επίκαιρους σε μια ταχέως μεταβαλλόμενη μουσική βιομηχανία. Τα κομμάτια ήταν πιο αργά και πιο μελαγχολικά, βουτώντας σε ενδοσκοπικά και πολύπλοκα θέματα που αντικατόπτριζαν τους αγώνες της ίδιας της μπάντας. Τραγούδια όπως το “Sign of the Cross” και το “Lord of the Flies” αποτύπωναν αυτό το νέο, ζοφερό ύφος. Είχαν όμως απομακρυνθεί σημαντικά από τα υψηλής ενέργειας anthems που τους χαρακτήριζαν μέχρι τότε.
Το “The X Factor” ήταν επίσης το πρώτο άλμπουμ των Iron Maiden με εντελώς διαφορετικό στυλ παραγωγής. Ο Harris επέλεξε μια «απογυμνωμένη» προσέγγιση στα φωνητικά, με ελάχιστα εφέ. Αυτή η απόφαση άφησε τη φωνή του Bayley ωμή και εκτεθειμένη. Επίσης προσέδωσε ένταση στα πιο σκοτεινά θέματα του άλμπουμ, αλλά και τόνισε την αντίθεση μεταξύ της φωνής του και αυτής του Dickinson. Αν και το “The X Factor” έλαβε ανάμεικτες κριτικές, απέκτησε πιστούς οπαδούς για τον ατμοσφαιρικό του ήχο, με αρκετούς να «υποκλίνονται» στις τολμηρές δημιουργικές αποφάσεις του Harris.
Η περιοδεία με τον Bayley παρουσίασε μοναδικές προκλήσεις, όχι μόνο λόγω των φωνητικών διαφορών αλλά και λόγω σωματικών αναποδιών. Ο Bayley υπέστη έναν τραυματισμό στο γόνατο λίγο πριν από την περιοδεία, ο οποίος εμπόδισε την κίνησή του επί σκηνής και ενίσχυσε τις ήδη έντονες απαιτήσεις της εμφάνισης με τους Iron Maiden. Αυτό, σε συνδυασμό με το εξαντλητικό πρόγραμμα της μπάντας και την πίεση να ερμηνεύσει κλασικές επιτυχίες των Maiden, έφεραν τον Bayley στα όριά του.
Οι διχασμένες αντιδράσεις για τον Blaze Bayley και η απoχώρηση από τους Iron Maiden
Οι αντιδράσεις των οπαδών ήταν αρχικά διχασμένες. Η πιο σκληρή φωνή του Bayley έφερε μοιραία πόλωση. Σε αρκετούς έλειψαν τα υψίφωνα φωνητικά του Dickinson, ενώ άλλοι εκτίμησαν τη νέα προοπτική που έφερε ο Bayley στο συγκρότημα. Το κοινό στις ζωντανές εμφανίσεις συχνά φώναζε το όνομα του Bruce, μια υποδοχή δύσκολη για κάθε καλλιτέχνη που μπαίνει στα παπούτσια ενός αγαπημένου frontman.
Το 1998, οι Iron Maiden κυκλοφόρησαν το “Virtual XI”, το δεύτερο άλμπουμ τους με τον Bayley. Παρόλο που περιείχε μερικά εξαιρετικά κομμάτια, όπως το “Futureal” και το “The Clansman”, το άλμπουμ εμπορικά «πάτωσε» για τα δεδομένα των Iron Maiden. Μάλιστα, σηματοδώτησε ένα από τα χαμηλότερα σημεία στην ιστορία των charts του συγκροτήματος. Τα θέματα του άλμπουμ, σχετικά με την τεχνολογία, σε συνδυασμό με πειραματικά μουσικά στοιχεία, δημιούργησαν έναν ήχο που απείχε από το παραδοσιακό στυλ των Iron Maiden. Ενώ το “Virtual XI” αντιμετωπίζεται μέχρι σήμερα με ανάμεικτα συναισθήματα, θεωρείται από κάποιους ως μία άκρως υποτιμημένη στιγμή στην ιστορία των Maiden.
Παρά τις προσπάθειες της μπάντας να προσαρμοστεί και να εξελιχθεί, τα τέλη της δεκαετίας του 1990 αποδείχθηκαν δύσκολα. Γενικά, το heavy metal δυσκολευόταν, με είδη όπως η grunge να το «παίρνουν αμπάριζα» στα ερτζιανά. Στις αρχές του 1999, οι Iron Maiden ανακοίνωσαν την επιστροφή του Bruce Dickinson, σηματοδοτώντας το τέλος της θητείας του Bayley στο συγκρότημα. Η αποχώρησή του ήταν μια γλυκόπικρη στιγμή – ενώ σηματοδότησε την επιστροφή ενός αγαπημένου frontman, έκλεισε επίσης ένα μοναδικό κεφάλαιο στην ιστορία του συγκροτήματος. Ο Bayley συνέχισε να δημιουργεί το δικό του συγκρότημα, τους Blaze, όπου συνέχισε να δημιουργεί μουσική και να περιοδεύει.
Η κληρονομιά του Blaze Bayley: Από την αμφισβήτηση στην αναγνώριση
Αναλογιζόμενος την εποχή του με τους Iron Maiden, ο Bayley έχει εκφράσει την υπερηφάνεια του για τη συμβολή του, ιδιαίτερα σε κομμάτια που συνυπογράφει, όπως το “Man on the Edge”. Παρά την αρχική κριτική, η εποχή του Bayley με τους Maiden έχει κερδίσει εκτίμηση με την πάροδο του χρόνου. Τραγούδια από το “The X Factor” και το “Virtual XI” θεωρούνται πλέον classics από ορισμένους οπαδούς των Maiden, με τα “The Clansman” και “Sign of the Cross” να κάνουν κατά καιρούς εμφανίσεις στα setlists της μπάντας, ακόμα και με τον Dickinson στο τιμόνι.
Η εποχή του Bayley με τους Iron Maiden μπορεί να μην σημείωσε την εμπορική επιτυχία άλλων περιόδων, αλλά παραμένει μια απόδειξη της προθυμίας της μπάντας να πάρει ρίσκα και να προσαρμοστεί στις αλλαγές των καιρών. Η θητεία του μπορεί να ήταν σύντομη, αλλά η επίδρασή του στην κληρονομιά του συγκροτήματος παραμένει ως ένα μοναδικό και αξέχαστο κεφάλαιο στην ιστορία των Iron Maiden. Και αν διαφωνείτε, παρότι θεμίτο, να σας θυμίσω τι είχε πει ο Steve Harris. «Η προσφορά του Blaze στο συγκρότημα ήταν τεράστια, αφού σε μία πολύ δύσκολη περίοδο για εμάς, βοήθησε τα μέγιστα ώσετε να κρατηθούμε ζωντανοί και για αυτό του είμαστε ευγνώμονες».