Είναι δύσκολο να περιγράψεις ένα live όπως αυτό των Botch με τους Allochiria. Οι λέξεις, όσο κοντινές κι αν είναι δεν «πιάνουν» την εμπειρία. Και επειδή αυτή η συναυλία απευθυνόταν κυρίως στο συναίσθημα, η όποια περιγραφή θα είναι δύσκολη. Γιατί ακριβώς θα πρέπει να προσεγγίσει έννοιες που εκ των πραγμάτων δε γίνεται να περιγραφούν.

Picture of Φοίβος Κρομμύδας

Φοίβος Κρομμύδας

Συντάκτης

Σπύρος Κούρκουλας

Φωτογράφος

Αυτό που μπορεί να περιγραφεί ωστόσο είναι το ότι αυτό που έχει καταφέρει η Smoke The Fuzz είναι αξιοσημείωτο. Συναυλίες που εκτός των ονομάτων που φέρνει έρχονται με ένα μεγάλο ατού. Τη γνώση του ότι δεν πας ποτέ μόνος. Ξέρεις ποια άτομα θα δεις, με ποιους θα είναι, οπότε οι όποιες «ντροπές» μειώνονται ήδη από την είσοδο στο χώρο. Κι ακόμα κι αν έρχονται νέα πρόσωπα, δε θα ληφθούν ως ξένο σώμα. Ήδη από την αναμονή στην είσοδο, τα τρία τσακαλάκια που μετά βίας έπιαναν τα 20 ήρθαν να χαρούν pit με την ψυχή τους. Σε μια μπάντα που δισκογραφούσε πριν 20 χρόνια. Πόσο κουλ είναι αυτό;

Allochiria

Τους Allochiria τους θυμάμαι επί σκηνής στα πρώτα τους βήματα, να ανοίγουν τους Deafheaven. Να μου κάνει εντύπωση η ταπεινότητά τους αλλά και η μουσική τους δεινότητα. Δε θυμάμαι πριν πόσα χρόνια τους είδα τελευταία φορά. Αυτό που ξέρω είναι πως για μια ακόμα φορά τους ξαναέβλεπα στο Gagarin. Και άλλαξαν εκεί που έπρεπε και έμειναν ίδιοι σε αυτά που επίσης χρειάζεται.

Με ήχο που τιμούσε τις συνθέσεις τους και έκδηλη τη σκηνική εμπειρία, για μια ακόμα φορά επιβεβαίωσαν το εκτόπισμά τους. Είτε σε νεότερες συνθέσεις όπως το Still Life, είτε στο πισωγύρισμα του Κ. όλα ήταν όπως έπρεπε. Οι κιθάρες στιβαρές, το μπάσο σεισμικό, η φωνή της Ειρήνης βγαλμένη από τους δαίμονες που κατοικούν στο κεφάλι μας. 8 κομμάτια που κύλησαν αβίαστα και εισήγαγαν τον κόσμο στους εφιάλτες τους. Δύσκολο να πιστέψεις ότι τα ίδια παιδιά που χαμογελούν σεμνά όταν ευχαριστούν τον κόσμο είναι τα ίδια μουσικά κτήνη που παράγουν αυτό το σκοτάδι.

Και προφανώς πρέπει να γίνει λόγος για το φινάλε με το Darklight. Τα λόγια της Ειρήνης ήταν απλά και συνοπτικά: «Είναι ένα κομμάτι γραμμένο για την Παλαιστίνη». Σε καιρούς που όλοι μιλούν μεταφορικά, που οι περισσότεροι γενικεύουν στο «ο κόσμος πάει κατά διαόλου», μια τέτοια κίνηση είναι σημαντική. Γιατί απαντούν συγκεκριμένα, με πολιτική θέση και κλείνουν ένα σετ με αυτό. Με τους στίχους «you deny this but this barrier will fall down». Μεγαλειώδες. Πότε παίζουν headliners είπαμε;

Artist: Morrissey

Album: I Am Not a Dog on a Chain

Label: BMG

Release Date: 20/03/2020

Genre: Indie Rock

Botch

Προσπαθώ να βάλω τις σκέψεις μου σε μια σειρά για τον αν η εμφάνιση των Botch συνοδεύεται από μεγαλύτερη αδρεναλίνη ή πίκρα. Ξέροντας ότι αυτή θα είναι η τελευταία φορά που θα δούμε ένα τόσο σημαντικό σχήμα, δεν μπορεί να μην υπάρχει το σκοτάδι που μετριάζει τον ενθουσιασμό. Είναι ιστορικής σημασίας, για μας αλλά και για κείνους που δεν πίστευαν ότι ήρθαν στην Ελλάδα. Και αν αφαιρεθεί από την εικόνα το γεγονός του τέλους, η συγκίνηση είναι αποκλειστικά χαράς.

Θα περίμενε κανείς ότι άτομα τα οποία έχουν να καυχιούνται τόσο μεγάλη επίδραση σε ένα μουσικό ιδίωμα θα είχαν και ένα τουπέ. Αν όχι τουπέ, τότε σίγουρα έναν παραπάνω αέρα «γαματοσύνης». Αυτό που είδαμε όμως με την είσοδό τους επί σκηνής, πιο πολύ ως «ταπεινότητα» χαρακτηρίζεται. Τέσσερις μεσήλικες (και ένας βαλσαμωμένος σκύλος) που δε διστάζουν να αυτοσαρκαστούν. Σημαίνει, όμως αυτό ότι θα πέσει η ποιότητα του live; Αστείο και μόνο ως σκέψη.

Γιατί από τη στιγμή που ξεσπά το To Our Friends in the Great White North δεν περιμένεις το ωστικό κύμα που θα ξεσπάσει. Ένα pit να παίρνει άμεσα τα πάνω του και ο Dave Verellen να κρέμεται από πάνω του και να κάνει πάσες το μικρόφωνο. Και όταν ξεφεύγουν τα πράγματα να ρίχνει και μια προειδοποιητική «προσέχετε ‘κει κάτω ε;». και αυτή ακριβώς η ενέργεια έμεινε από την αρχή μέχρι το τέλος του σετ. Μια μπάντα που δεν ξεχνά το συμμετοχικό πνεύμα του hardcore ούτε επί σκηνής αλλά ούτε και στην αλληλεπίδραση το κοινό.

Συχνά αναφέρεται η φράση «είναι ακόμα καλύτεροι ζωντανά». Στους Botch αυτό κολλάει απόλυτα. Και χωρίς καμία δημοσιογραφική υπερβολή

Ένα επιπλέον στοιχείο που έκανε σαγόνια να κρέμονται ήταν ο ήχος. Πέρα από τη συγκλονιστική ευκρίνειά του, είχε και ένα άλλο προσόν. Όπως και να το κάνουμε, στους δίσκους τους οι Botch λόγω της μουσικής τους ακούγονται κάπως πιο «κλινικοί». Σε μια συναυλία τους κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Είναι άμεσοι και γεμάτοι αδρεναλίνη. Και τολμώ να πω ότι ακούγονται καλύτερα απ’ ό,τι στους δίσκους. Συχνά αναφέρεται η φράση «είναι ακόμα καλύτεροι ζωντανά». Στους Botch αυτό κολλάει απόλυτα. Και χωρίς καμία δημοσιογραφική υπερβολή.

Το setlist είχε ως μόνη έλλειψη το Man The Ramparts. Γιατί όλα τα υπόλοιπα ήταν εκεί. Η βία του John Woo. Το κοινωνικό σχόλιο πάνω στα γυναικεία δικαιώματα του Vietmam. Ένα επιληπτικό οπτικοακουστικό σόλο στο Transitions from Persona to Object. Η συγκίνηση του Afghamistam. Η λάβα του Hutton’s Great Heat Engine. Και η βολή κατά της οργανωμένης θρησκείας του Saint Matthew Returns to the Womb. Αυτά ως highlights σε ένα setlist 15 κομματιών. Και λίγα φάνηκαν.

Η συγκίνησή τους και στο κλείσιμο αλλά και ενδιάμεσα εμφανής. Αλλά δεν έδειξαν να πτοούνται. Είχαν ενέργεια 14χρονου και έπαιζαν ξέροντας ότι δε θα υπάρξει επόμενη φορά. Και την πικρία τους την έκαναν αδρεναλίνη. Όπως πρέπει. Με τέτοια εμφάνιση, ωστόσο, αν είχα τη δυνατότητα, θα τους πρότεινα να το ξανασκεφτούν. Γιατί ακόμα το έχουν. Το απέδειξαν. Κι ας μη βγάλουν νέο δίσκο. Τέτοια live αν τα ζεις μια φορά την εβδομάδα, φτιάχνει η ζωή σου. Και αλίμονο αν δε χρειαζόμαστε τέτοιες δόσεις ευφορίας. Δε λέω ούτε «κρίμα όσοι το χάσατε», ούτε «θα μας λείψουν». Θέλω να πιστεύω πως θα συνεχιστεί. Ως τότε, ευχαριστούμε ρε Botch.

Artist: Morrissey

Album: I Am Not a Dog on a Chain

Label: BMG

Release Date: 20/03/2020

Genre: Indie Rock

To Our Friends in the Great White North
Mondrian Was a Liar
John Woo
Spaim
Japam
Framce
Oma
Thank God for Worker Bees
One Twenty Two
Vietmam
Transitions From Persona to Object
Hutton’s Great Heat Engine
Encore:
Afghamistam
C. Thomas Howell as the “Soul Man”
Saint Matthew Returns to the Womb

Botch: Brian Cook (Μπάσο), Dave Knudson (Κιθάρα), Tim Latona (Τύμπανα), Dave Verellen (Φωνή)

Share.
Exit mobile version