Αυτή η συνέντευξη ολοκληρώνει έναν κύκλο, αφού πέντε χρόνια μετά την πρώτη μας συνάντηση στο DEPART, ο Gus G. επιστρέφει. Χωρίς περιστροφές, περνάμε απευθείας στον ηγέτη των Firewind.

Κώστα, είναι χαρά μας να σε έχουμε ξανά «μαζί» μας. Αν θυμάσαι, ήσουν η πρώτη συνέντευξη που κάναμε ως site. Από τότε πέρασαν πέντε χρόνια, κι εμείς είμαστε ακόμα εδώ, οπότε μάλλον κάνεις καλό ποδαρικό! Μου είχες πει τότε ότι περίμενα την τελευταία ερώτηση για να μπω στα σημαντικά. Αυτή τη φορά, θα ξεκινήσω από εκεί: Τι κάνουν ο Λεόν, ο Βαλεντίνος και η Μαρκησία;

Gus G.: (Γελάει) Είναι πάρα πολύ καλά και τα τρία τους. Σε πληροφορώ πως η «γατοφαμίλια» μας μεγάλωσε κι άλλο με την ένταξη του Τσερτς. Μετακομίσαμε πρόσφατα, και στη γειτονιά υπάρχουν άλλες πέντε γάτες. Μας έχουν περικυκλώσει, αλλά δε μας χαλάει καθόλου. (Βλέπει τον σκύλο μου που μπαίνει στο πλάνο). Δεν είναι υπέροχο να ζεις με ζώα; Σου μαθαίνουν πώς να αγαπάς αληθινά, να είσαι ανιδιοτελής, να μην κρατάς κακίες, και τόσα άλλα.

Βλέπω μία από τις γάτες μας, που έχει τρία ποδαράκια. Αντί να μεμψιμοιρεί, αξιοποιεί στο έπακρο τον χρόνο της. Αυτό από μόνο του σου δίνει δύναμη στην καθημερινότητά σου. Σου λέω, τα ζώα έχουν τόσα να μας διδάξουν. Δεν μπορώ πλέον να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς αυτά.

Αν σου ζητούσαν να περιγράψεις το “Stand United” σε κάποιον που δεν έχει ακούσει ποτέ του Firewind, πώς θα το έκανες; Η πρόκληση είναι να δώσεις μια σαφή εικόνα χωρίς να αναφερθείς σε προηγούμενες Firewind ή Gus G..

Τίμιο, ορθόδοξο heavy metal με λίγο περισσότερη μελωδία. Είναι ένας δίσκος που, αν κάποιος αγαπά τα riffs, πιστεύω πως θα βρει πολλά ενδιαφέροντα σημεία. Αν του αρέσουν τα solos, υπάρχουν επίσης αρκετά σημεία που θα τον ενθουσιάσουν. Γενικά, θεωρώ ότι είναι ένας all around heavy metal δίσκος και παρότι διαθέτει όλα τα κλασικά συστατικά του είδους, έχει και μια έντονη μοντέρνα πινελιά.

Οι στίχοι του “Stand United” φαίνεται να αντλούν έμπνευση από επίκαιρα προβλήματα και την ανάγκη για ενότητα. Ενσωματώνουν έντονα μηνύματα αισιοδοξίας και δύναμης. Αυτή η θεματολογία μοιάζει απόλυτα σχετική με την τρέχουσα συγκυρία και τις προκλήσεις που βιώνουμε όλοι. Υπάρχει κάποιο συγκκεριμένο γεγονός που σε ώθησε προς αυτήν την κατεύθυνση;

Σωστά το περιγράφεις, κάπως έτσι είναι. Αρχικά, συζητούσα με τον Herbie για το αν θα υπήρχε κάποιο concept πίσω από τον δίσκο. Είχαμε σκεφτεί να μιλήσουμε για τις “Cardinal Sins,” αλλά αυτό μου θύμιζε κάτι θρησκευτικό ή βιβλικό, και για να είμαι ειλικρινής, δε με ενθουσίασε. Έτσι, αποφασίσαμε να αλλάξουμε πορεία.

Ο προηγούμενος δίσκος μας κυκλοφόρησε εν μέσω πανδημίας, αν και είχε ολοκληρωθεί πριν ξεκινήσει αυτό το πρωτόγνωρο φαινόμενο. Το “Stand United” είναι ο δίσκος όπου εκφράσαμε, με τον δικό μας τρόπο, τις σκέψεις μας για όλα όσα ζήσαμε.

Gus G. (Firewind): «Η αυθεντικότητα είναι το μόνο που μετράει»

Δυστυχώς, τα πράγματα γύρω μας έχουν πάρει μία επικίνδυνη τροπή. Υπάρχει ένας πόλεμος λίγο πάνω από τα κεφάλια μας που επηρεάζει την καθημερινότητά μας. Όταν γράφαμε το album, συνέβη το δυστύχημα στα Τέμπη, το οποίο μας άγγιξε βαθιά, και το αποτέλεσμα ήταν το “Salvation Day”. Υπάρχουν τόσα πολλά δυσάρεστα γεγονότα που μπορώ να αναφέρω ως αφορμές.

Παρόλα αυτά, θέλαμε να επικοινωνήσουμε και την αλληλεγγύη. Βλέπουμε καθημερινά τον κόσμο να είναι έτοιμος να κατασπαράξει ο ένας τον άλλον. Η έλλειψη ανοχής στη διαφορετική γνώμη και ο συνεχής διχασμός ακόμα και για μικροπράγματα κυριαρχούν. Νομίζω πως όλος αυτός ο θυμός μάς κάνει να ξεχνάμε ότι, στο τέλος της ημέρας, το μόνο που έχουμε είναι ο ένας τον άλλον. Γι’ αυτό και “Stand United”.

Νομίζω ότι οι σκέψεις που περιέγραψες παραπάνω αποτυπώνονται σε κομμάτια όπως τα “Chains” και “Days of Grace.” Αυτά τα κομμάτια διέπονται από μια συναισθηματικότητα και μελωδικότητα που φαίνονται πρωτόγνωρες όχι μόνο για τους Firewind αλλά και για την παραδοσιακή heavy metal φόρμουλα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτά τα τραγούδια αποκαλύπτουν μια πιο προσωπική πτυχή σου ως δημιουργού;

Να σου πω την αλήθεια, δεν το είχα σκεφτεί έτσι. Αυτήν τη φορά, όμως, ασχολήθηκα πολύ περισσότερο με τους στίχους απ’ ό,τι συνήθως. Όλα αυτά που ανέφερες υπάρχουν στο μυαλό μου, τα σκέφτομαι και με βασανίζουν. Επειδή είμαι μουσικός, ο τρόπος που προτιμώ να εκφράζω τις σκέψεις και τα συναισθήματά μου είναι μέσω της μουσικής. Οπότε, ναι, κατά μία έννοια μπορείς να πεις ότι αυτός ο δίσκος είναι πιο ενδοσκοπικός.

Μετά από δύο δεκαετίες και δέκα άλμπουμ, ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζετε στη σύγχρονη μουσική σκηνή; Πώς καταφέρνετε να διατηρείτε την ταυτότητά σας, ενώ προσεγγίζετε νέο κοινό; Με δεδομένες τις αλλαγές στη μουσική βιομηχανία, όπως η μετάβαση στις πλατφόρμες streaming και ο ρόλος των social media, πώς προσαρμόζετε τη στρατηγική σας;

Οι αλλαγές γύρω μας είναι πολλές. Αν προσπαθήσεις να τις παρακολουθήσεις στενά, δε θα σου μείνει χρόνος για μουσική. Εμείς βλέπουμε τους εαυτούς μας ως μουσικούς, οπότε κάνουμε αναγκαίες προσαρμογές χωρίς να χάνουμε την ταυτότητά μας. Άλλωστε, οι Firewind δεν είναι pop μπάντα. Δεν με ενδιαφέρει τι ακούγεται το 2025 στον πλανήτη για να το ενσωματώσουμε.

Φυσικά, δεν μπορείς να μην εξελίσσεσαι. Θέλω να πιστεύω ότι έχουμε την ταυτότητά μας και είμαστε ανοιχτοί σε νέα στοιχεία. Ενσωματώνουμε στοιχεία στον ήχο μας, αρκεί να μην αλλοιώνουν τον χαρακτήρα μας. Και μη μείνουμε στο pop, ας πάμε στο metal. Μπορείς να μας φανταστείς με corpse paint να «ξύνουμε» κιθάρες στη σκηνή; Ακόμα κι αν μπορείς, αυτό δεν θα είναι Firewind, θα είναι κάτι άλλο.

Αλλά χρειάζονται ανοιχτοί ορίζοντες. Περιοδεύσαμε με τους Beast in Black, μια φρέσκια και εξαιρετική μπάντα, αν και όχι «παραδοσιακά» heavy metal. Δεν ήταν κακό αυτό, αντιθέτως μας βοήθησε. Παρουσιάσαμε τη μουσική μας σε κοινό που ίσως δεν μας γνώριζε πριν. Έτσι, είχαμε την ευκαιρία να το κερδίσουμε.

Θα σου πω δύο κομμάτια: “I Am the Fire” και “Head Up High.” Θα το τραγουδήσει στο επερχόμενο live ο Apollo; Είναι δύο από τα αγαπημένα μου τραγούδια σου, είτε ως solo είτε με τους Firewind. Επειδή είσαι ο co-συνθέτης και των δύο, βλέπω έναν άνθρωπο με ακούσματα και ιδέες που δεν περιορίζονται σε κάποιο είδος.

Υπάρχει κάποιο μουσικό «χωράφι» που ακόμα δεν έχεις εξερευνήσει και θα ήθελες να δοκιμάσεις στο μέλλον;

Όπως είπα, οι Firewind έχουν την ταυτότητά τους, οπότε κάτι τέτοιο είναι δύσκολο να γίνει εκεί. Γι’ αυτό έχω το “Gus G.”, το οποίο είναι εξ ολοκλήρου solo για να εξερευνώ τέτοιες ιδέες. Στο “Quantum Leap” θα βρεις ακόμα και synthwave στοιχεία που δοκίμασα.

Μπορώ να σου πω ότι έχω ήδη ιδέες για την επόμενη solo δουλειά μου. Ωστόσο, δεν ξεκινάω λέγοντας «θέλω να δοκιμάσω αυτό». Προσπαθώ να δουλεύω φυσικά, δημιουργώντας κομμάτια που αντιπροσωπεύουν διαφορετικές πτυχές μου.

Ήμουν σε μία συναυλία όταν είχε πρωτοβγεί το “Stand United” και άκουσα μια παρέα να σχολιάζει τον δίσκο. Θυμάμαι ένα σχόλιο που έλεγε πως, παρότι άρεσε ο δίσκος, δεν ήταν σαν το “Immortals.” Πώς σε κάνουν να νιώθεις τέτοια σχόλια; Σε ενοχλούν ή τα βλέπεις διαφορετικά;

Φυσικά και δε με ενοχλούν. Αντίθετα, το εκτιμώ. Είτε είναι θετικό είτε αρνητικό, κάθε σχόλιο πρέπει να το σέβεσαι. Κάποιος αφιέρωσε χρόνο να ασχοληθεί με τη δουλειά σου και να πει τη γνώμη του. Αν περιμένεις να αρέσουν όλα όσα κάνεις σε όλους, τότε το πρόβλημα δεν το έχει εκείνος που δεν του αρέσει, αλλά εσύ που έχεις αυτή την απαίτηση.

Στη δική μας περίπτωση, αυτά τα σχόλια είναι αναμενόμενα. Έχουμε αλλάξει πέντε τραγουδιστές. Υπάρχουν αυτοί που ακούν μόνο τα δύο πρώτα μας και δεν τους αρέσουν τα υπόλοιπα. Άλλοι προτιμούν μόνο τον Apollo, ενώ κάποιοι γνωρίζουν μόνο τον Herbie. Όλες οι απόψεις είναι σεβαστές και αποδεκτές, αφού είναι θέμα γούστου.

Επίσης, όλοι είμαστε οπαδοί και συζητάμε «καφενειακά» θέματα. Εγώ, για παράδειγμα, λατρεύω τις κουβέντες για το αν οι καλύτεροι Black Sabbath είναι με Dio ή με Ozzy. Προσωπικά, θα έβαζα στη συζήτηση και τα albums με τον Martin. Μου αρέσουν όλες οι περίοδοι των Sabbath, και γενικά οτιδήποτε φέρει την υπογραφή του Iommi.

Ακόμα και με Gillan;

(Γελάει) Ναι! Εντάξει, η μίξη του “Born Again” είναι λίγο περίεργη, αλλά δώσε του μια ευκαιρία. Έχει το ενδιαφέρον του.

Τελευταία έχετε γίνει talk of the town λόγω μιας διασκευής. Επίσης, έχεις μιλήσει πολλές φορές για την αγάπη σου για τις διασκευές. Αν μπορούσες να φτιάξεις ένα ολόκληρο άλμπουμ με διασκευές, ένα “Garage Inc.” του Gus G. ας πούμε, ποιο θα ήταν το concept του;

Καλή ερώτηση! Υπάρχουν δύο πλευρές που θα μπορούσα να ακολουθήσω. Από τη μία, θα ήταν κιθαρίστες που με έχουν επηρεάσει, όπως ο Gary Moore και ο Malmsteen, για να αποτίσω τον φόρο τιμής που τους αναλογεί. Από την άλλη, θα μπορούσαμε να πάμε σε κλασικά αγαπημένα heavy metal κομμάτια για να περάσουμε ωραία στο στούντιο. Πραγματικά, δεν ξέρω τι θα επέλεγα—ίσως έναν συνδυασμό.

Και μιας και φτάσαμε ως εδώ, πες μου πέντε δίσκους που θαυμάζεις για την κιθαριστική τους δουλειά.

(Ξεφυσάει) Δύσκολο πολύ. Σίγουρα το “Rising Force” του Malmsteen. Οπωσδήποτε το “Hotel California” των Eagles. (Με βλέπει να τον κοιτάω με απορία.) Δεν το περίμενες αυτό; Άκουσέ το ξανά και δώσε όλη σου την προσοχή σε όλες τις κιθάρες. Αρχικά, πέρα από τους τρεις παιχταράδες, τον Don Felder, τον Glenn Frey και τον Joe Walsh, θυμήσου και το ομώνυμο κομμάτι με τις κιθάρες του. Μετά, το “IV” των Led Zeppelin. Μόνο το “Stairway to Heaven” να πιάσουμε, καταλαβαίνεις τι εννοώ. Και, φυσικά, οπωσδήποτε κάτι από Van Halen.

Ποιο δηλαδή;

Δεν έχει σημασία ποιο θα βάλεις. Αν δεν υπήρχε ο Eddie, τίποτα δεν θα ήταν ίδιο κιθαριστικά στον ήχο μας.

Πάμε τώρα στις επερχόμενες συναυλίες. Έχεις πει ότι κάθε live στην Ελλάδα είναι ξεχωριστό λόγω της ενέργειας του κοινού. Πώς προσαρμόζεις την παρουσία σου στη σκηνή όταν παίζεις μπροστά σε ένα κοινό που σε θεωρεί κάτι περισσότερο από μουσικό, σχεδόν έναν δικό του άνθρωπο και ήρωα;

Δεν μπορώ να πω ότι προσαρμόζω κάτι ή το κάνω διαφορετικά. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι εκεί που δίνουμε το 100% μας σε κάθε συναυλία, στην Ελλάδα δίνουμε το 200%. Θέλω τα πάντα να είναι άψογα και να προσφέρουμε μια οπτικοακουστική εμπειρία που θα μείνει αξέχαστη σε όποιον μας δει.

Θα μου πεις, «Δηλαδή εκτός Ελλάδας δεν το θες;». Φυσικά και το θέλω, αλλά στην Ελλάδα ακόμα περισσότερο. Είναι διαφορετικό να παίζεις και να βλέπεις από κάτω πρόσωπα που γνωρίζεις. Για παράδειγμα, όταν παίζουμε στη Θεσσαλονίκη, είναι από κάτω οι γονείς μου, η αδερφή μου, τα ξαδέρφια μου, οι παιδικοί μου φίλοι και πάει λέγοντας. Οπότε, καταλαβαίνεις, το άγχος μου πολλαπλασιάζεται.

Η Ελλάδα έχει δει άνθηση της metal σκηνής τα τελευταία χρόνια, κάτι που έχεις σχολιάσει στο παρελθόν. Αν μπορούσες να κατευθύνεις μια νέα γενιά Ελλήνων μουσικών, ποια συμβουλή θα τους έδινες για να πετύχουν χωρίς να χάσουν την ταυτότητά τους;

Θα τους έλεγα να είναι όσο πιο αυθεντικοί γίνεται, κάτι δύσκολο στις μέρες μας. Αν κάνουν αυτό που αγαπούν και βγαίνει πραγματικά από την ψυχή τους, θα βρουν απήχηση και αποδοχή, αργά ή γρήγορα.

Artist: Sober On Tuxedos

Album: Good Intentions

Label: Heaven Music

Release Date: 11/12/2020

Genre: Nu Metal, Metalcore

Share.
Exit mobile version