My Dying Bride: The Angel and the Dark River | Θλίψη χωρίς φίλτρα

Όταν κυκλοφόρησε το “The Angel and the Dark River” το 1995, οι My Dying Bride δεν έψαχναν τρόπους να γίνουν πιο εμπορικοί ή να αλλάξουν ρότα. Είχαν ήδη διαμορφώσει το δικό τους ύφος και επέλεξαν να το σκάψουν πιο βαθιά, όχι να το ανανεώσουν για χάρη της εποχής. Κι όμως, αυτός ο δίσκος κατάφερε να κερδίσει χώρο στη συζήτηση για τα πιο επιδραστικά έργα του doom, doom/death metal — χωρίς να φωνάζει, χωρίς να εκβιάζει εντυπώσεις.

Το άλμπουμ άναψε το φλας για μια στροφή των My Dying Bride, ενώ το εξαμελές σχήμα από το Yorkshire είχε ήδη προκαλέσει συζητήσεις με το “Turn Loose the Swans”. Η προηγούμενη δουλειά τους είχε ξεχωρίσει για τον τρόπο που συνδύαζε τη σκληρότητα του death metal με πιο σκοτεινές, gothic ατμόσφαιρες. Με το “The Angel and the Dark River”, όμως, η ένταση μειώθηκε και δόθηκε περισσότερος χώρος στην αργή εξέλιξη και την απλότητα. Η αλλαγή αυτή έδειχνε την πρόθεση να αφήσουν πίσω τις τυπικές νόρμες του είδους.

Η τέχνη της ακινησίας

Η ιστορία του άλμπουμ ξεκίνησε σε μάλλον απλές συνθήκες. Η μπάντα δεν δεχόταν πίεση από κάποια μεγάλη δισκογραφική, ούτε είχε βλέψεις για ραδιοφωνικό airplay ή κάποιο εμπορικό μπαμ. Εκείνο που είχαν ήταν μια πρόκληση που έθεσαν οι ίδιοι: να γράψουν μια συνέχεια που θα ξεπερνούσε το καλλιτεχνικό βάρος του “Turn Loose the Swans”. Χωρίς χρονοδιαγράμματα, αφιέρωσαν σχεδόν ολόκληρη τη χρονιά τελειοποιώντας το υλικό τους σε έναν στενό, αποπνικτικό χώρο πρόβας. Δεν υπήρχε κάποιο μεγαλόπνοο σχέδιο· μόνο απόλυτη συγκέντρωση στον ήχο, την ατμόσφαιρα και τη διαμόρφωση της ταυτότητάς τους.

My Dying Bride: The Angel and the Dark River | Θλίψη χωρίς φίλτρα

Η προσέγγισή τους έμοιαζε περισσότερο με δουλειά στο εργοστάσιο παρά με καλλιτεχνία. Οι κιθαρίστες Andrew Craighan και Calvin Robertshaw άφησαν στην άκρη την πολυπλοκότητα και έδωσαν έμφαση στην ατμόσφαιρα. Το αποτέλεσμα ήταν συνθέσεις που χτίζονται αργά, με ένταση που συσσωρεύεται. Το “The Cry of Mankind”, το εναρκτήριο κομμάτι, δείχνει αυτό το σκεπτικό ξεκάθαρα. Με διάρκεια 12 λεπτών, στηρίζεται σε λίγες νότες που επαναλαμβάνονται. Στα χέρια άλλων, αυτό ίσως ακουγόταν πρόχειρο. Στην προκειμένη περίπτωση, μοιάζει απολύτως φυσικό και παραδόξως, εμπνευσμένο.

Όταν η φωνή γίνεται θρήνος

Η αλλαγή στη φωνή του Aaron Stainthorpe αποτέλεσε κομβικό σημείο για τον ήχο του άλμπουμ. Εγκατέλειψε τα growls των προηγούμενων δίσκων και υιοθέτησε έναν υβριδικό τρόπο ερμηνείας — μισό ομιλία, μισό τραγούδι — που θύμιζε περισσότερο θρήνο παρά κάτι «τυπικά metal». Οι στίχοι του, που πολλοί παρερμήνευαν ως σκοτεινούς ή υπερβολικούς, βρέθηκαν πλέον στο επίκεντρο. Όχι γιατί εξηγούσαν ή καθοδηγούσαν, αλλά επειδή άφηναν σκόπιμα κενά. Η θρησκευτική απογοήτευση, η θνητότητα και η συναισθηματική αδράνεια δεν οδηγούσαν κάπου συγκεκριμένα. Αυτή η εσκεμμένη ασάφεια ενίσχυε το μυστήριο των τραγουδιών περισσότερο από κάθετι.

Η δομή του άλμπουμ αξίζει ιδιαίτερη προσοχή. Με επτά κομμάτια — μαζί και το διαχρονικό bonus track “The Sexuality of Bereavement” — απέφυγε τα fillers. Κάθε τραγούδι ακολουθούσε τη δική του διαδρομή, αλλά όλα κινούνταν γύρω από έναν κοινό άξονα: αργές μελωδίες, ελεγχόμενη ένταση και τα έγχορδα και πλήκτρα του Martin Powell, που γεφύρωναν τον χώρο ανάμεσα στo metal και την κλασική μουσική. Το βιολί δεν ήταν διακοσμητικό στοιχείο ή marketing trick, καθόριζε τη δομή και επηρέαζε τον τρόπο που απλώνονταν οι κιθάρες και τα τύμπανα γύρω του.

Το ταξίδι πέρα από το Yorkshire

Αν κάτι προκάλεσε έκπληξη γύρω από το “The Angel and the Dark River”, ήταν το πόσο αποδεκτό έγινε εκτός Ηνωμένου Βασιλείου. Στην εγχώρια αγορά, η υποδοχή ήταν πιο διστακτική. Ορισμένοι το θεώρησαν υπερβολικά περίτεχνο ή πολύ «ευρωπαϊκό» για τα γούστα τους. Αντίθετα, η διεθνής metal κοινότητα το αγκάλιασε σχεδόν καθολικά. Με προσκλήσεις στο Dynamo Festival και support εμφανίσεις δίπλα σε μεγάλα ονόματα, οι My Dying Bride αναδείχθηκαν σε βασικούς εκπροσώπους μιας πιο εσωστρεφούς εκδοχής του doom.

Ωστόσο, η μπάντα δεν έδειξε ποτέ ιδιαίτερο ενδιαφέρον να αξιοποιήσει τη δυναμική που δημιουργήθηκε. Δεν στράφηκαν προς έναν πιο εύκολο ήχο. Δεν υπήρξε μεταγραφή σε μεγάλη δισκογραφική. Ούτε έγινε προσπάθεια να αλλάξουν τον ήχο τους για να προσελκύσουν μεγαλύτερο κοινό. Ακόμα και στην πιο εμπορική τους φάση, αντιμετώπιζαν τη μουσική σαν προσωπική ευθύνη και όχι σαν επάγγελμα. Αυτή η σταθερή στάση, χωρίς εκπτώσεις ή υποχωρήσεις, έχει πλέον γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του άλμπουμ.

Το “The Angel and the Dark River” δεν ακούγεται πια μοντέρνο, ούτε προσπαθεί να σταθεί δίπλα στα νέα παρακλάδια του doom. Κι όμως, όποιος επιστρέφει σε αυτό σήμερα βρίσκει κάτι που λείπει από πολλούς σύγχρονους δίσκους: χρόνο, χώρο και απόσταση από την ευκολία. Ο δίσκος δεν χαρίζεται. Δεν προορίζεται για επιπόλαιες ακροάσεις. Περιμένει να τον ακολουθήσεις ως το τέλος. Σε μια εποχή όπου όλα προσφέρονται άμεσα, το άλμπουμ λειτουργεί σαν μια υπενθύμιση πως μερικά πράγματα δεν χτίζονται στα γρήγορα. Οι My Dying Bride δεν επιχείρησαν να γίνουν καθολικά κατανοητοί, ούτε προσπάθησαν να αμβλύνουν τις γωνίες τους. Έγραψαν κάτι που επιβιώνει επειδή αρνήθηκε να προσαρμοστεί. Και αυτό το κάτι παραμένει σημείο αναφοράς για όποιον ψάχνει τη θλίψη χωρίς φίλτρα και τον ήχο της παραίτησης χωρίς πόζα.

Artist: Morrissey

Album: I Am Not a Dog on a Chain

Label: BMG

Release Date: 20/03/2020

Genre: Indie Rock

Artist: My Dying Bride

Album: The Angel and the Dark River

Label: Peaceville Records

Release Date: 22/05/1995

Genre: Death Metal, Doom Metal

1. The Cry of Mankind

2. From Darkest Skies

3. Black Voyage

4. A Sea to Suffer In

5. Two Winters Only

6. Your Shameful Heaven

Producer: Robert ‘Mags’ Magoolagan

My Dying Bride: Aaron Stainthorpe (Φωνή), Andrew Craighan (Κιθάρα), Calvin Robertshaw (Κιθάρα), Adrian Jackson (Μπάσο), Martin Powell (Βιολί, πλήκτρα), Rick Miah (Τύμπανα)

Share.
Exit mobile version