Ο James Hetfield δεν είχε σκοπό να το δείξει σε κανέναν. Το “Nothing Else Matters” ξεκίνησε ως τηλεφωνικό ιντερλούδιο, γραμμένο σε ένα ξενοδοχείο, σε μια στιγμή που δεν υπήρχε μπάντα, κοινό ή δισκογραφική. Υπήρχε μόνο εκείνος και η γυναίκα που του έλειπε. Έπαιζε τις νότες με ένα χέρι, κρατώντας το ακουστικό με το άλλο. Δεν ήταν τραγούδι· ήταν συναισθηματικό υπόλειμμα.
Μπορεί για τον Hetfield να ήταν κάτι το ντροπιαστικό, άλλα για το κοινό ήταν συναισθηματικό αποκούμπι.
Ο Hetfield πίστευε ότι δεν ταιριάζει με το, μέχρι τότε, ύφος της μπάντας. Άλλωστε, βρέθηκε σε μια από τις πιο ευάλωτες του καταστάσεις. Κι όμως, από όλα τα πράγματα που έχουν κυκλοφορήσει οι Metallica, αυτό το κομμάτι είναι το πιο αναγνωρίσιμο, το πιο διασκευασμένο, το πιο απρόσμενα διαχρονικό.
Στα μάτια του Hetfield ήταν πολύ “μαλακό”, πολύ “απλό”, πολύ… ευάλωτο. Για κάποιον που είχε χτίσει όλη του την εικόνα πάνω στη σκληρότητα, την αυτάρκεια, την καταγγελία, αυτό ήταν σχεδόν προδοσία. Δεν είχε solos. Δεν είχε επιθετικότητα. Δεν είχε φόρμα. Είχε μονάχα συναίσθημα. Ο Lars Ulrich, όμως, άκουσε. Και είπε: “Αυτό θα το βάλουμε στον δίσκο”.

Η ιστορία από εκεί και πέρα είναι γνωστή. Κυκλοφόρησε στο “Black Album” του 1991, έσπασε τους ραδιοφωνικούς κανόνες, έγινε ύμνος γάμων, αποχαιρετισμών, κηδειών, διαφημίσεων, σχολικών αποφοίτων. Και μπορεί για τον Hetfield να ήταν κάτι το ντροπιαστικό, άλλα για το κοινό ήταν συναισθηματικό αποκούμπι. Το κοινό το αγκάλιασε, σαν να ήταν από τις πιο ειλικρινείς δηλώσεις που τους έχει κάνει κάποιος rockstar. Και ίσως και να ήταν.
Υπήρξαν φαν που το μίσησαν. “Μα τι είναι αυτά;” έλεγαν.
Οι στίχοι είναι σχεδόν απλοϊκοί, παιδικοί. “So close, no matter how far.” Αλλά αυτό είναι και το σημείο: όταν κάτι γράφεται χωρίς πρόθεση να κυκλοφορήσει, γράφεται χωρίς άμυνες. Είναι αγνό. Και όταν το αγνό προβάλλεται μπροστά σε εκατομμύρια, έχει δύο πιθανότητες: να χλευαστεί ή να μείνει για πάντα. Το “Nothing Else Matters” κατάφερε το δεύτερο — γιατί πρώτα πέρασε από το πρώτο.
Υπήρξαν φαν που το μίσησαν. “Μα τι είναι αυτά;” έλεγαν. “Οι Metallica έγιναν soft.” Αλλά αυτό δεν άλλαξε την ουσία. Το τραγούδι δεν ήταν για να αποδείξει κάτι. Ήταν για να βγάλει κάτι έξω. Κι εκείνοι που το ένιωσαν, το κράτησαν. Για τους υπόλοιπους, υπήρχε πάντα το “Battery”. Η μπάντα το έπαιξε live, το ηχογράφησε ξανά συμφωνικά, το έδωσε για διασκευές, το ξαναδιάβασε με άλλους ενορχηστρωτές και το επαναπροσδιόρισε με τον χρόνο.
Σήμερα, είναι εύκολο να βλέπουμε το “Nothing Else Matters” σαν κλασικό. Σαν αναπόσπαστο κομμάτι της μουσικής ταυτότητας των Metallica. Σαν κάτι που “φυσικά” συνέβη. Αλλά δεν συνέβη φυσικά. Χρειάστηκε να νικηθεί ένα ένστικτο αυτολογοκρισίας, να μπει στην άκρη ο φόβος του γελοίου, να απογυμνωθεί η εικόνα του tough guy. Σε έναν κόσμο που έχει μάθει να μιλάει πολύ και να νιώθει λίγο, αυτό το κομμάτι λειτουργεί σαν σήμα καπνού: “Είμαι εδώ. Δεν είσαι. Αλλά αυτό είναι το μόνο που με νοιάζει.” Και αυτό λέει περισσότερα απ’ όσο χωρούν σε στίχους.
Ένα τραγούδι που γράφτηκε για κάποιον, έμεινε για όλους.
Δεν είναι μόνο τραγούδι. Είναι μια γλώσσα για πράγματα που δεν μπορούμε να πούμε. Και το γεγονός ότι προήλθε από μια ιδιωτική στιγμή ενός ανθρώπου, το κάνει ακόμα πιο ισχυρό. Δεν γράφτηκε για να λειτουργήσει έτσι — κι όμως, λειτουργεί έτσι ακριβώς. Ίσως τελικά αυτό να είναι η μεγαλύτερη δύναμη του: γράφτηκε για έναν άνθρωπο, αλλά μιλάει σε εκατομμύρια.
Γιατί όταν κάποιος τολμά να πει ότι τίποτα άλλο δεν έχει σημασία, ο κόσμος γύρω του —αυτός που κανονικά γελάει ή κατακρίνει— σιωπά για λίγο. Και ακούει. Όταν ρωτήθηκε αν μετάνιωσε που κυκλοφόρησε το “Nothing Else Matters”, ο James Hetfield απάντησε: “It’s a song that was never meant to be. But maybe it needed to exist more than we knew.” Και κάπως έτσι, ένα τραγούδι που γράφτηκε για κάποιον, έμεινε για όλους.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Metallica (OW) | Deezer | Facebook | Instagram | Live Metallica | Spotify | TikTok | Twitter | YouTube