Ας ξεκινήσουμε από τα απλά, που μεταξύ μας, λίγα πράγματα είναι «απλά» σε αυτό το album. Το “Fear of a Blank Planet” είναι η ένατη κυκλοφορία των βρετανών Porcupine Tree. Κυκλοφόρησε από την Roadrunner στις 16/04 του 2007 στο Ηνωμένο Βασίλειο (και στις 24/04 στις Η.Π.Α.). Το άλμπουμ πήρε τον τίτλο του από το “Fear of a Black Planet” των Public Enemy, το οποίο θαύμαζε πολύ ο Steven Wilson, ιθύνων νους της μπάντας και κύριος συνθέτης της.

Η ιδέα του άλμπουμ επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από το μυθιστόρημα Lunar Park του Bret Easton Ellis (επίσης συγγραφέας του American Ρsycho). Το μυθιστόρημα διηγείται μία ιστορία από την οπτική γωνία ενός πατέρα, ο οποίος φέρει το όνομα του ίδιου του συγγραφέα του. Στο άλμπουμ τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά. Η διήγηση είναι κυρίως από την οπτική γωνία του γιου, ενός εντεκάχρονου παιδιού που ονομάζεται Robby. Πολλοί από τους στίχους του “Fear of a Blank Planet” προέρχονται απευθείας από το μυθιστόρημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το “My Ashes“, το οποίο αποτελεί φόρο τιμής στο τελευταίο κεφάλαιο. Εκεί, οι στάχτες του πατέρα του Bret διασκορπίζονται και καλύπτουν τις αναμνήσεις της ζωής του.

Steven Wilson, Porcupine Tree, Fear of a Blank Planet

Ο φόβος για έναν “κενό πλανήτη” που εκφράζεται στον τίτλο του άλμπουμ αντανακλά τη βαθιά ανησυχία του Steven Wilson για την επίδραση που είχε η τεχνολογία, ιδιαίτερα στους εφήβους, οι οποίοι, όπως πίστευε, δεν μπορούσαν να συνδεθούν με τον πραγματικό κόσμο λόγω της εμμονής τους με τους υπολογιστές, τα smartphone και λοιπά gadgets. Γράφοντας τους στίχους για το άλμπουμ το 2006, ο Steven ίσως να μην γνώριζε ότι τα smartphones και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επρόκειτο να γίνουν πανταχού παρόντα. Δυστυχώς για τον ίδιο, οι στίχοι του αποδείχτηκαν προφητικοί.

Ο Steven Wilson άρχισε να συνθέτει το “Fear of a Blank Planet” στις αρχές του 2006 στο Τελ Αβίβ

Οι στίχοι αναφέρονται κυρίως σε δύο διαταραχές που πολλοί έφηβοι αντιμετωπίζουν στη σημερινή εποχή. Τη διπολική διαταραχή και τη διαταραχή ελλειμματικής προσοχής. Ασχολείται επίσης με άλλα προβλήματα συμπεριφοράς που παρατηρούνται, όπως η χρήση ναρκωτικών για να ξεφύγουν από την πραγματικότητα. Την αποξένωση από τον κόσμο λόγω του διαδικτύου και άλλων τεχνολογικών φαινομένων όπως τα iPod και τα Playstation. Ενώ αναφορά γίνεται και στην έλλειψη κριτικής ικανότητας λόγω των ΜΜΕ. Η επιτυχία του άλμπουμ μπορεί πιθανώς να αποδοθεί στο γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι μπορούσαν να ταυτιστούν με τα θέματά του, επειδή ήταν τόσο επίκαιρα. Και παραμένουν.

Ο Steven Wilson άρχισε να συνθέτει το  “Fear of a Blank Planet” στις αρχές του 2006 στο Τελ Αβίβ, ενώ ηχογραφούσε το δεύτερο άλμπουμ των Blackfield. Ένα από τα πρώτα τραγούδια που έγραψε ο Wilson για το άλμπουμ ήταν το “Always Recurring“. Ένα κομμάτι που δεν είδε το φως της δημοσιότητας, όμως, σημεία του αργότερα θα αξιοποιούνταν στο “What Happens Now?“.

Εν τω μεταξύ, ενώ ο Wilson βρισκόταν στο Τελ Αβίβ, ο Richard Barbieri έγραψε το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής για το τραγούδι “My Ashes”. Το “Cheating the Polygraph” ήταν σύνθεση των Harrison/Wilson, ενώ τα “Way Out of Here“, “What Happens Now?” και “Nil Recurring” γράφτηκαν και από τα τέσσερα μέλη των Porcupine Tree.

Το άλμπουμ των Blackfield ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο. Αμέσως, ο Wilson ταξίδεψε πίσω στο Λονδίνο και συναντήθηκε με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας για να δουλέψουν πάνω στο υλικό που είχε γράψει. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, που έλαβε χώρα μεταξύ Ιουλίου και Αυγούστου, οι Porcupine Tree και παρήγαγαν έναν μεγάλο αριθμό τραγουδιών. Ωστόσο, μόλις έξι από αυτά συμπεριλήφθηκαν τελικά στο “Fear of the Blank Planet”.

Το progressive rock μπορεί να δώσει μια γενική ιδέα για το τι πρόκειται να ακούσεις στο “Fear of a Blank Planet”, επ' ουδενί δεν το περιγράφει επαρκώς

Σε συνεντεύξεις την εποχή της κυκλοφορίας του άλμπουμ, ο Steven Wilson εξέφρασε βαθιά ανησυχία για την επίδραση της πρόσβασης των εφήβων όχι μόνο στα ναρκωτικά αλλά και στα όπλα, την οποία συνέδεσε με τις σφαγές στο Columbine και στη Virginia. Αναφέρθηκε επίσης στους δεσμούς μεταξύ της βίας και της εμμονής με τη φήμη που καλλιεργεί η ριάλιτι τηλεόραση. Ανέφερε χαρακτηριστικά τους πυροβολισμούς στο εμπορικό κέντρο Westroads στην Ομάχα. Όπου ο “πρωταγωνιστής” άφησε σημείωμα αυτοκτονίας στο οποίο έλεγε ότι αυτό θα τον έκανε διάσημο.

Όλα αυτά κάνουν το άλμπουμ να φαίνεται πολύ σοβαρό και βαρύ. Και κατά κάποιο τρόπο είναι. Αλλά όπως συμβαίνει με πολλά μεγάλα άλμπουμ, οι στίχοι εξυπηρετούν τη μουσική. Μία μουσική που αποτελεί το τέλειο δείγμα για την πολύ υψηλή ικανότητα σύνθεσης και εκτέλεσης των Porcupine Tree. Ο Steven Wilson έχει πει ότι εκείνη την εποχή ήταν έντονα επηρεασμένος από τους Meshuggah, οι οποίοι τον ενέπνευσαν να γράψει βαριά riffs.

Ίσως ο καλύτερος τρόπος για να περιγραφεί η μουσική του “Fear of a Blank Planet” είναι ως ένας μοναδικός συνδυασμός heavy rock, μελωδικής pop και art rock και metal και υπέροχες φωνητικές αρμονίες. Το progressive rock δεν το περιγράφει επαρκώς. Μπορεί, ωστόσο, να δώσει μια γενική ιδέα για το τι πρόκειται να ακούσεις.

Αυτός ήταν πάντα ο τρόπος των Porcupine Tree, αλλά σίγουρα το πήγαμε στο επόμενο επίπεδο

Φυσικά, και αφού αναφέρθηκε ο όρος progressive rock, δε θα μπορούσε να λείπει και μία αναφορά στην μπάντα που έχει συνδέσει το όνομά της όσο καμία με το ιδίωμα. Περίπου την εποχή της ηχογράφησης, ο Wilson διάβασε μια συνέντευξη στο περιοδικό Classic Rock, στην οποία ο κιθαρίστας των Rush, Alex Lifeson, είχε αναφέρει ότι ήταν μεγάλος θαυμαστής των Porcupine Tree. Ο Wilson ήρθε σε επαφή με τον Alex για να τον ρωτήσει αν θα ήθελε να παίξει στο άλμπουμ. Ο Lifeson δέχθηκε και έτσι ο Wilson έγραψε ένα τμήμα του τραγουδιού “Anesthetize” για να παίξει ένα σόλο.

Αυτό το feat είναι άκρως ταιριαστό όχι μόνο λόγω των ικανοτήτων του Lifeson αλλά εξ αιτίας της φύσης του “Fear of a Blank Planet”. Ο ίδιος ο Wilson είχε πει επ’ αυτού: «Σχεδιάστηκε σε μεγάλο βαθμό με τον τρόπο που οι μπάντες συνήθιζαν να συνθέτουν δίσκους στη δεκαετία του ’70. Τότε είχες δύο πλευρές βινυλίου και μπορούσε να βάλεις ένα κομμάτι μουσικής που ήταν γύρω στα 50 λεπτά. Έπρεπε να παίζει με συνεχή τρόπο και ιδανικά να ασχολείται με το ίδιο θέμα, ώστε να σε βυθίσει κατά κάποιο τρόπο σε έναν κόσμο. Αυτός ήταν πάντα ο τρόπος των Porcupine Tree, αλλά σίγουρα το πήγαμε στο επόμενο επίπεδο.»

Η εμπορική επιτυχία του album των Porcupine Tree ήταν φυσιολογική εξέλιξη για έναν τόσο σπουδαίο δίσκο

Το άλμπουμ πήγε καλά εμπορικά. Με το “Fear of a Blank Planet”, το συγκρότημα έσπασε το όριο πωλήσεων που είχε καθιερώσει το “Deadwing“. Μάλιστα τους έφερε για πρώτη φορά στο Top 100 του Billboard 200, κάνοντας ντεμπούτο στο #59. Λέγεται ότι κατάφερε να πουλήσει 250.000 αντίτυπα σε ολόκληρο τον κόσμο, ένα νούμερο τεράστιο για την εποχή κυκλοφορίας του. Μπήκε επίσης στα charts σχεδόν όλων των ευρωπαϊκών χωρών.

Το 2012, το Popmatters ονόμασε το “Fear of a Blank Planet” ως το καλύτερο progressive rock άλμπουμ της δεκαετίας του 2000. Tο Loudwire τοποθέτησε το άλμπουμ στο #27 της λίστας του “Top 100 Hard Rock and Heavy Metal Albums of the 21st Century”. Το 2015, το Rolling Stone κατέταξε το “Fear of a Blank Planet” ως το 39ο καλύτερο progressive rock άλμπουμ όλων των εποχών. Ενώ το βρετανικό περιοδικό Prog κατέταξε το άλμπουμ στην 18η θέση της λίστας του με τα “Top 100 Greatest Prog Albums of All Time”.

Artist: Sober On Tuxedos

Album: Good Intentions

Label: Heaven Music

Release Date: 11/12/2020

Genre: Nu Metal, Metalcore

Artist: Porcupine Tree

Album: Fear of a Blank Planet

Label: Roadrunner Records

Release Date: 16/04/2024

Genre: Progressive rock, Progressive metal

1. Fear of a Blank Planet

2. My Ashes

3. Anesthetize

4. Sentimental

5. Way Out of Here

6. Sleep Together

Producer: Porcupine Tree

Porcupine Tree: Steven Wilson (Φωνή, κιθάρα, πλήκτρα, πιάνο), Richard Barbieri (Πλήκτρα), Colin Edwin (Μπάσο), Gavin Harrison (Τύμπανα)

 

Share.
Exit mobile version