Στην εποχή που το rock πολλές φορές αναμασά τον εαυτό του και παλεύει να παραμείνει σχετικό, οι The BuzzDealers επιλέγουν να χαράξουν τη δική τους διαδρομή. Με το νέο τους άλμπουμ “Radiant Frequencies”, η μπάντα αποδεικνύει ότι δεν χρειάζεται να φωνάζεις για να ξεχωρίσεις, αρκεί να έχεις σαφή μουσική ταυτότητα, πείσμα και, κυρίως, κάτι να πεις. Με αφορμή την κυκλοφορία του δεύτερου δίσκου τους, είχαμε τη χαρά να μιλήσουμε μαζί τους όχι μόνο για τον δίσκο, αλλά και για τη δημιουργική διαδικασία, τη σχέση τους με το κοινό, την τέχνη της συνέπειας και το όραμά τους για το μέλλον. Και, όπως ήταν αναμενόμενο, είχαν πολλά και ενδιαφέροντα να πουν.
Σας ευχαριστούμε πολύ, παιδιά, που είστε σήμερα «μαζί» μας! Θυμάμαι πόσο είχα εκστασιαστεί από τον ήχο σας όταν πρωτογνωριστήκαμε το 2018, ανάμεσα στις πρόβες μας, σε ένα στούντιο στην Καλλιθέα. Με τον πρώτο δίσκο σας “Blooming” στα σκαριά και το formation χωρίς μπάσο, είχα σταματήσει και σας άκουγα με μεγάλη απόλαυση. Τώρα, με τον δεύτερο δίσκο στη φαρέτρα σας, που είναι ακόμα πολύ φρέσκος, φαίνεται να διασχίζετε ένα νέο δημιουργικό μονοπάτι. Το “Radiant Frequencies” ακούγεται ως ένα ώριμο και συνειδητοποιημένο βήμα για εσάς. Ποια ήταν η βασική ιδέα ή πρόθεση πίσω από τον δίσκο;
Αποστόλης: Θα έλεγα ότι η βασική ιδέα ήταν να αποτυπώσουμε την «ηλεκτρική ωριμότητα» που αποκτήσαμε μετά από χρόνια συναυλιών, εμπειριών και πειραματισμών και να την παντρέψουμε με τους σημερινούς προβληματισμούς της industrial εποχής που ζούμε. Ο τίτλος “Radiant Frequencies” προέκυψε ακριβώς από αυτή την ιδέα: τις συχνότητες που εκπέμπουμε, τη δόνηση που αφήνουμε όταν παίζουμε, τη σύνδεση ανάμεσα σε ήχο και συναίσθημα και το πώς βλέπουμε τη ζωή γύρω μας στο σήμερα.
Alex: Ναι, το “Radiant Frequencies” έχει δημιουργηθεί μέσα από μια πολύ ώριμη και μακροχρόνια διαδικασία, κατά την οποία ήμασταν σε μια φάση εξέλιξης του ήχου μας και της μουσικής που θέλουμε να επικοινωνήσουμε με τον κόσμο. Η βασική ιδέα ήταν να εκφράσουμε τις ανησυχίες μας μέσω της μουσικής μας και να δημιουργήσουμε ένα μουσικό φάσμα που να απορρέει καθαρά από εμάς, μπλέκοντας όλες τις μουσικές μας επιρροές.
Πώς καταφέρνετε να ενσωματώνετε τόσα διαφορετικά είδη στον ήχο σας χωρίς να χάνεται η συνοχή σας ως μπάντα;
Αποστόλης: Με κόπο και υπομονή, χαχαχα… Γενικά όλοι μέσα στη μπάντα έχουμε διαφορετικές καταβολές και μεγαλώσαμε με διαφορετικά ακούσματα, αλλά ταυτόχρονα έχουμε και πολλά σημεία που συγκλίνουμε. Τα περισσότερα κινούνται γύρω από τη μεγάλη οικογένεια του rock n’ roll. Οπότε, όταν γράφουμε σπίτι μας ή όταν μαζευόμαστε για jam, βγαίνει οργανικά αυτό το «μίγμα», δεν το κυνηγάμε, μας προκύπτει…

Alex: Αυτό είναι κάτι που μας ενδιαφέρει πάρα πολύ, γιατί θέλουμε να φτιάχνουμε κάτι που να μην ακολουθεί μια νόρμα που ήδη υπάρχει, αλλά να προσπαθήσουμε να χτίσουμε μια δική μας μουσική έκφραση μέσα από τους ήχους που μας εμπνέουν! Χαιρόμαστε πολύ που, σε αυτό το σημείο, είναι κάτι που αρχίζει και αναγνωρίζεται από τον κόσμο!
Το “Sun Upon a Time” καταλαβαίνω πως είναι το πρώτο κομμάτι που γράψατε για το “Radiant Frequencies”, γιατί σας θυμάμαι να το παίζετε αρκετά χρόνια στις εμφανίσεις σας. Είναι ένα κομμάτι που ξεχωρίζει για τη διάρκεια και τις εναλλαγές του. Πώς γεννήθηκε αυτό το κομμάτι και τι θέλατε να εκφράσετε μέσα από αυτό;
Alex: Είναι ένα κομμάτι που το αγαπάμε ιδιαίτερα και όντως είναι από τα πρώτα που συνθέσαμε στην εποχή που ξεκινούσαμε να γράφουμε το “Radiant Frequencies”! Η ιδέα ξεκίνησε από το riff που αρχίζει το κομμάτι, το οποίο από μόνο του μάς οδήγησε σε όλες αυτές τις μουσικές διακυμάνσεις, ήταν δηλαδή η έμπνευση και για τα υπόλοιπα parts του κομματιού! Έχει επίσης μια πολύ ωραία αλληλεπίδραση με το κοινό, την οποία τη νιώσαμε από την πρώτη φορά που το παρουσιάσαμε live, και είναι κάτι που μας κάνει να θέλουμε να το παίζουμε σε κάθε μας εμφάνιση!
Στο “Social Cage” δείχνετε μια πιο συναισθηματική και ανθρώπινη πλευρά. Υπάρχει κάποια προσωπική ιστορία πίσω από αυτό το κομμάτι;
Αποστόλης: Το “Social Cage” δεν είναι μια προσωπική ιστορία. Μιλά για τα βιώματά μας μέσα σε μια κοινωνία που συχνά μοιάζει με κλουβί συνειδήσεων και συναισθημάτων. Παρ’ όλα αυτά, το μήνυμα είναι ελπιδοφόρο, το «Are you ready to change» θέλουμε να μας θυμίζει ότι τα δεσμά υπάρχουν μόνο όσο τα αφήνουμε να μάς κρατούν.
Alex: Το “Social Cage” εκφράζει όλες μας τις ανησυχίες για αυτά που βλέπουμε γύρω μας και κυρίως μιλάει για την ουσιαστική προσπάθεια του να ξεφεύγεις από τα πράγματα που νιώθεις να σε ενοχλούν βαθύτερα γύρω σου!
Με τον Άλεξ Μπόλπαση στην παραγωγή για δεύτερη συνεχόμενη φορά, πώς θα λέγατε ότι είναι η συνεργασία σας; Ποιος ήταν ο ρόλος του στην όλη διαδικασία και πώς σας βοήθησαν οι συμβουλές και οι οδηγίες του;
Αποστόλης: Σε σχέση με το “Blooming” θα έλεγα ότι έδωσε λιγότερες συμβουλές/οδηγίες και περισσότερο όραμα. Είχε ξανά μεγάλη συνεισφορά στο να αναδείξει τον ήχο μας. Η συνεργασία μας μαζί του έχει πλέον γίνει σχέση εμπιστοσύνης. Από την πρώτη φορά που δουλέψαμε μαζί, καταλάβαμε ότι «πιάνει» τη μπάντα σε βάθος. Με το “Radiant Frequencies”, αυτή η χημεία εξελίχθηκε ακόμα περισσότερο. Ο Άλεξ μπήκε ξανά μαζί μας στο στούντιο σαν πέμπτο μέλος, ήταν κάτι παραπάνω από παραγωγός, ήταν συμμέτοχος σε ένα μεγάλο μέρος της διαδικασίας.
Alex: Με τον Άλεξ ταιριάζουμε πάρα πολύ στις απόψεις μας και την αισθητική για τη μουσική, και από την πρώτη στιγμή έχει καταλάβει το πού θέλουμε να κατευθυνθούμε μουσικά και μάς δίνει τις κατάλληλες συμβουλές μέσα από παραγωγική συζήτηση πάνω στη δημιουργία! Η σχέση μας νιώθουμε ότι έχει εξελιχθεί ακόμα περισσότερο και κάθε φορά οι συζητήσεις μας πάνω στο project που θέλουμε λειτουργούν στο να αποτυπώσουμε και παραγωγικά αυτό που θέλουμε με τον καλύτερο τρόπο. Σε αυτό το δίσκο, επίσης, ήταν πολύ ενδιαφέρον για εμάς ότι είχε μια διαφορετική προσέγγιση στην παραγωγική διαδικασία ακούγοντας το υλικό που του παρουσιάσαμε.
Τι σημαίνει για εσάς να δημιουργείτε μουσική που «μιλά» σε ακροατές διαφορετικών μουσικών background; Είναι κάτι που προκύπτει οργανικά από συνεχείς πειραματισμούς στο στούντιο ή είναι μια προσπάθειά σας να δοκιμάσετε τα δημιουργικά σας όρια;
Αποστόλης: Για εμένα, η μουσική που «μιλάει σε όλους» προέκυπτε ανέκαθεν μέσα από τον πειραματισμό. Έτσι θεωρώ ότι συνέβαινε από τα ’60s μέχρι και σήμερα. Πάντα μας αρέσει να δοκιμάζουμε διαφορετικά riffs, ρυθμούς και στυλ, αλλά πάντα μέσα από τον δικό μας ήχο. Οπότε, ανεξάρτητα από το μουσικό υπόβαθρο, οι ακροατές ελπίζουμε να βρίσκουν κάτι αληθινό που τους συνδέει με τη μπάντα.
Alex: Κατά κύριο λόγο προκύπτει οργανικά και αυθόρμητα, καθώς όλοι μας αντλούμε έμπνευση από ένα μεγάλο φάσμα της μουσικής χωρίς να αποκλείουμε κάτι όταν γράφουμε ένα κομμάτι! Σίγουρα υπάρχουν και φίλτρα στη διαδικασία δημιουργίας, αλλά δεν θέλουμε να περιορίζουμε τους ορίζοντές μας.
Αν μπορούσατε να περιγράψετε με 3 λέξεις τη φιλοσοφία της μπάντας αυτή την περίοδο, ποιες θα ήταν και γιατί;
Alex: Δημιουργικότητα, Έμπνευση, Αλληλεπίδραση
Με το “Radiant Frequencies” φαίνεται ότι κοιτάτε και προς το εξωτερικό. Ποιο είναι το επόμενο μεγάλο βήμα για τους The BuzzDealers;
Αποστόλης: Χαίρομαι που το λες… Θα θέλαμε πολύ το “Radiant Frequencies” να εκλαμβάνεται σαν άκουσμα ως ένας πιο «universal» δίσκος. Όντως, το επόμενο μεγάλο βήμα μας είναι να βγούμε στον δρόμο για το πρώτο μας βαλκανικό τουρ, το οποίο το στήνουμε αυτή την περίοδο με σκοπό να γίνει την άνοιξη.
Στο εξώφυλλο του δίσκου φαίνεται ξεκάθαρα ότι το “Radiant Frequencies” κινείται σε έναν κόσμο ψυχεδέλειας: έντονα χρώματα και μοτίβα να κυριαρχούν στον ουρανό. Αν ήταν όμως ένα φυσικό τοπίο, τι θα ήταν; Έρημος, βουνό, αστικό χάος ή κάτι εντελώς άλλο;
Αποστόλης: Δύσκολη ερώτηση… Θα έλεγα: «Ένας κήπος σε ταράτσα πολυκατοικίας, ψυχεδέλεια και χρώματα μέσα στην πιο αστική καθημερινότητα».
Υπάρχει κάποιο κομμάτι του δίσκου που άλλαξε ριζικά μορφή στην πορεία της δημιουργίας του; Ποιο ήταν το «πεισματάρικο παιδί» του άλμπουμ;
Αποστόλης: Είναι ένα κομμάτι που συνθέσαμε για αυτόν τον δίσκο την ίδια περίοδο που γράφαμε και τα υπόλοιπα κομμάτια… αλλά αποφασίσαμε να το κυκλοφορήσουμε μόνο του στο μέλλον. Ακόμα είναι υπό διαμόρφωση, αλλά θα είναι κάτι διαφορετικό και πολύ πιο ουσιώδες νοηματικά και μουσικά απ’ ό,τι έχουμε κάνει στο παρελθόν… Δε θα σου πω πώς λέγεται όμως, αλλά πιστεύω θα είναι ένα turning point για εμάς.
Alex: Λοιπόν, αν και δεν του φαίνεται με την τελική μορφή που πήρε, γιατί είναι από τα πιο μικρά σε διάρκεια tracks του δίσκου, πιστεύω το κομμάτι που άλλαξε αρκετά όσο δουλεύαμε στο στούντιο τα κομμάτια του δίσκου ήταν το “Getting Nowhere”, και αυτό γιατί το riff του μάς ενέπνεε όλους να τζαμάρουμε για ώρες και να αυτοσχεδιάζουμε ασταμάτητα! Οπότε είχαμε φτάσει στο σημείο να υπάρχουν πολλές διαφορετικές μορφές του κομματιού που κάπως έπρεπε να τις βάλουμε σε ένα πιο συγκεκριμένο μοτίβο! Οπότε ναι, μπορώ να πω ότι το “Getting Nowhere” είναι αυτό το παιδί!
Αν σας ζητούσαν να γράψετε soundtrack για μια ταινία ή σειρά, ποιο είδος ή σκηνοθέτης θα σας ενέπνεε περισσότερο; Έχετε γράψει κάποιο κομμάτι που, όταν ολοκληρώθηκε, είπατε ότι θα ταίριαζε σε κάποια κινηματογραφική παραγωγή, και αν ναι, ποια;
Αποστόλης: Αν γράφαμε soundtrack, θα μας ενέπνεε κάτι ψυχεδελικό και ατμοσφαιρικό, σαν ταινία Wes Anderson. Το “100 Laces”, το “Sun Upon a Time” ή το “Wrong place right time” νιώθουμε ότι θα ταίριαζαν τέλεια σε σκηνές με ταξίδια, αναζητήσεις, σαν μουσική που σε παίρνει μαζί της στην ιστορία. Αν δε μας θέλει ο Wes όμως, μπορεί πάντα να μας δεχτεί ο Tarantino!
Alex: Προσωπικά λατρεύω τη σκηνοθετική ματιά και την αισθητική του Jim Jarmusch! Οπότε ναι, θα ήταν μεγάλη έμπνευση να γράψουμε μουσική για μια ταινία του! Τυχαίνει η ερώτηση που μας κάνεις να είναι από τις πρώτες συζητήσεις που κάναμε μεταξύ σοβαρού και αστείου όταν αρχίσαμε να γράφουμε κομμάτια, γιατί σε όλους μας αρέσει ο κινηματογράφος και η αλληλεπίδραση που έχει η εικόνα του και η αισθητική του με τη μουσική!
Παρά την απήχηση στο κοινό και τον δεμένο ήχο σας, πολλοί φανς πιστεύουν πως η προσθήκη μπάσου θα έδινε το κάτι παραπάνω στον ήχο σας. Πώς αντιδράτε σε τέτοια σχόλια, όταν κάποιος δεν «καταλαβαίνει» τον ήχο σας; Είναι αφορμή για διάλογο ή απλώς το προσπερνάτε;
Αποστόλης: Σίγουρα εκτιμάμε κάθε σχόλιο και το ενδιαφέρον του κόσμου για τον ήχο μας! Η προσθήκη μπάσου είναι κάτι που έχουμε σκεφτεί και συζητήσει στο παρελθόν, αλλά με τον τρόπο που πάντα γράφαμε, θέλαμε να διατηρήσουμε την ιδιαίτερη χημεία και την αισθητική που έχουμε δημιουργήσει. Την ίδια στιγμή, τέτοια σχόλια ανοίγουν πάντα έναν διάλογο και μας δίνουν τροφή για πειραματισμό στο μέλλον, οπότε δεν τα προσπερνάμε, απλώς προσπαθούμε να τα βάλουμε στο πλαίσιο του ήχου που έχουμε επιλέξει αυτή τη στιγμή.
Alex: Είναι κάτι που πλέον το ξεχνάμε, να σου πω την αλήθεια, γιατί είναι μέσα στις ιδιαιτερότητές μας και έχουμε μάθει να γράφουμε και να συνθέτουμε με αυτόν τον τρόπο! Όπως έχουμε πει και παλιότερα, λατρεύουμε και οι τέσσερις τους μπασίστες και την κλασική επιρροή που έχει το μπάσο σε μια μπάντα, αλλά έχουμε βρει τον τρόπο να κάνουμε κάτι δικό μας ως προς αυτό, παρά τις δυσκολίες που έχει κάποιες στιγμές και τεχνικά αλλά και συνθετικά.
Αν μπορούσατε να δώσετε ένα mixtape με 5 τραγούδια που “εξηγούν” τους The BuzzDealers, τι θα περιλάμβανε; Ποια κομμάτια σμίλεψαν τον ήχο σας;
Αποστόλης: “Electrocution”, “Sling”, “Sun Upon a Time”, “Far Out” και “Who’s Gonna Save My Roll”.
Alex: “Who’s Gonna Save My Roll”, “Electrocution”, “Sun Upon a Time”, “100 Laces” και “Social Cage”.
Ποια είναι η μεγαλύτερη «σιωπή» που χρειαστήκατε σαν μπάντα; Υπήρξε περίοδος δημιουργικής παύσης που τελικά σας έκανε καλό;
Αποστόλης: Η μεγαλύτερη «σιωπή» που χρειαστήκαμε ήταν αναμφίβολα η περίοδος του COVID. Παρά τις δυσκολίες, αυτή η αναγκαστική παύση μάς έδωσε χρόνο να ανασυγκροτηθούμε, να πειραματιστούμε με νέες ιδέες και τελικά να επιστρέψουμε πιο δυνατοί, ώριμοι και δημιουργικοί.
Alex: Επί της ουσίας δεν έχει γίνει κάποια εσκεμμένη παύση όλα αυτά τα χρόνια γιατί νιώθαμε, ας πούμε, ότι δεν έχουμε την απαραίτητη έμπνευση! Η μόνη παύση που μπορούμε να δούμε συνολικά σαν μπάντα είναι την περίοδο του lockdown! Αυτό ήταν κάτι που από τη μία μας ενόχλησε αρκετά τότε γιατί ήμασταν σε μια πολύ ωραία φάση της μπάντας μετά τον πρώτο δίσκο, αλλά από την άλλη πήρε ο καθένας τον χρόνο του περνώντας σε μια παρατήρηση πραγμάτων που μας οδήγησαν στη συνέχεια στη δημιουργία του “Radiant Frequencies”!
Σας ευχαριστούμε πολύ για τον χρόνο σας, ευχόμαστε να είναι καλοτάξιδο το “Radiant Frequencies” και ανυπομονούμε να σας δούμε πάλι στο σανίδι να ερμηνεύετε τα κομμάτια του!
