Πρώτος δίσκος για τους Halo Effect, αλλά είναι αδύνατον να τον αντιμετωπίσουμε ως ντεμπούτο. Αυτό διότι στις «γραμμές» του σχήματος συναντούμε δύο από τις πλέον εμβληματικές φυσιογνωμίες της σκηνής του Γκέτεμποργκ.
Ο ένας είναι, κατά τη γνώμη μου, o καλύτερος συνθέτης της σκηνής, Jesper Strömblad. Ο έτερος, ο εμβληματικότερος frontman, Mikael Stanne.
Μοιραία, πριν μιλήσουμε για το “Days of the Lost“, η κουβέντα θα κινηθεί γύρω από τους In Flames, καθώς όλα τα μέλη της μπάντας, κάποια στιγμή στην καριέρα τους, έχουν βρεθεί στις τάξεις τους. Τρόπον τινά εξαίρεση αποτελεί ο Stanne των Dark Tranquillity, που παρότι έχει κάνει και αυτός ένα πέρασμα, το αποτύπωμά του στην σκηνή το άφησε ως ο ηγέτης των DT.
Το πρέπον είναι να ξεκινήσουμε με τη μορφή, που είναι υπεύθυνη για μερικά από τα πιο trademark κομμάτια στην ιστορία του melodeath, τον Jesper Strömblad. Σε περίπτωση που το όνομά του σας είναι άγνωστο, μιλάμε για τον ιθύνοντα νου των In Flames μέχρι και το ”A Sense of Purpose”.
Για να αντιληφθούμε τη σπουδαιότητα του Jesper Strömblad, η αποχώρησή του από τους In Flames σηματοδότησε και την αλλαγή στον ήχο τους
Όλοι θα του δίνουν πάντα credits για το παραπάνω. Προσωπικά, θεωρώ ότι εν μέρει τον υποτιμούμε με αυτόν τον τρόπο. Δεν είμαι σίγουρος για το πώς θα διαμορφωνόταν ο ρους της ιστορίας, αν δεν είχε την περιέργεια να δει τι θα συνέβαινε αν ένωνε το death metal των Ceremonial Oath με τη μελωδία του heavy metal.
Χρονολογικά, μπορεί να προηγούνται οι At The Gates, αφού το 1994, που οι In Flames κυκλοφορούν το ”Lunar Strain”, οι συντοπίτες τους έχουν στο παλμαρέ τους ήδη δύο εξαιρετικά albums.
Ωστόσο, δεν είναι και η πρώτη φορά που συμβαίνει, ο θεμελιώδης λίθος μίας σκηνής δεν τοποθετείται πάντα από τον πρώτο χρονολογικά. Έτσι και εδώ, δε νομίζω ότι χρειάζεται να επιχειρηματολογήσω στο γιατί τα δύο πρώτα albums των In Flames είναι τα θεμέλια της σκηνής του Γκέτεμποργκ.
Αν έπρεπε να επιλέξουμε τους τέσσερεις σημαντικότερους δίσκους του μελωδικού death των early-mid ’90s, στις λίστες όλων θα συναντούσαμε διαμάντια, όπως το ”The Gallery”, ”Slaughter of the Soul”, ”’The Read Sky Is Ours” και, φυσικά, τα ”Lunar Strain” & ”Jester Race”.
Οι Halo Effect υπηρετούν σεμιναριακά τον ήχο που μάθαμε να περιγράφουμε ως μελωδικό death metal
O ήρωας μας, λοιπόν, υπογράφει δύο από τα πέντε και η σημασία της συνθετικής του ικανότητας μπορεί να γίνει αντιληπτή και από το γεγονός ότι η αποχώρηση του από τους In Flames σηματοδότησε και τη (σοφή) απομάκρυνσή τους από τον συγκεκριμένο ήχο.
Στο μπάσο συναντούμε τον επί μία εικοσαετία μπασίστα των In Flames, Peter Iwers. (Αδερφός του Anders, που ήταν στους Dark Tranquillity). Πέραν του Strömblad, στις κιθάρες έχουμε τον Niclas Engelin, που ακούμε στις τρεις τελευταίες δουλειές των In Flames. Κλείνουμε με τα τύμπανα, εκεί όπου δεσπόζει η παρουσία του Daniel Svensson πίσω από το drum kit, θέση που κατείχε για σχεδόν είκοσι χρόνια και στους In Flames.
Αν δε με απατά η μνήμη μου, το “Shadowminds” ήταν το πρώτο single που είδε το φως της δημοσιότητας και η πρώτη «γεύση» που πήραμε από αυτήν τη νέα σύμπραξη. Μου χρειάστηκαν μερικές στιγμές ακρόασης για να καταλάβω πόσο μου είχαν λείψει οι συνθέσεις και οι ιδέες του Strömblad.
Θα έχετε καταλάβει μέχρι τώρα ότι είμαι μεγάλος fan του Σουηδού συνθέτη και παρότι παρακολουθώ την πορεία του μετά τους In Flames. Κυρίως με τους Cyhra δηλαδή, που πάντα μου έμοιαζε σαν τον Michael Jordan τις σεζόν που αποφάσισε να το γυρίσει στο baseball. Επανερχόμαστε στο προκείμενο, το ”Shadowminds”, και εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα κομμάτι με όλα αυτά που μας έχει συνηθίσει τόσα χρόνια ο Jesper.
Το Days of the Lost, αν και δεν είναι το τυπικό ντεμπούτο, δε γίνεται να μην ανεβάσει την προσμονή στα ύψη για το επόμενο βήμα των Halo Effect
Για να γίνω σαφής, ακραία catchy refrains, δεμένα σφιχτά με απλές και όμορφες μελωδίες, που ισορροπούν με ακρίβεια χιλιοστού ανάμεσα σε death & heavy metal. Τον ήχο, δηλαδή, που μάθαμε να περιγράφουμε ως μελωδικό death metal. Συνειδητοποίησα και κάτι ακόμα, πόσο είχα νοσταλγήσει τα μελωδικά solos, που δε σε κουράζουν ούτε με τη διάρκεια τους ούτε με την πολυπλοκότητα τους. (Ναι, σε αυτήν την άρρωστη μελωδία που ακούμε στο 2:20 αναφέρομαι).
Θα ακουστεί περίεργο αυτό που θα πω, αλλά ο Stanne μου ακούγεται πιο άνετος συγκριτικά με τους Dark Tranquillity. Βέβαια, ακούγοντας το κομμάτι αρκετές φορές, κατέληξα και στο γιατί έχω αυτήν την αίσθηση. Το τραγούδι θυμίζει αρκετά τον παρόντα ήχο τους (των DT), μόνο που εδώ έχουμε μία πολύ καλύτερη ιδέα.
Η απόδοση του Σουηδού τραγουδιστή στο “Shadowminds” μου επιβεβαίωσε ένα φόβο, που είχα μετά και την αποχώρηση του Sundin. Αποκλείεται οι DT να μείνουν ανεπηρέαστοι από τη φυγή και του τελευταίου συνθέτη του original line up. Όμως, το κομμάτι δεν είναι κάποια ιδέα που έχει ανασυρθεί από το χρονοντούλαπο των ’90s και απόδειξη για αυτό είναι το groove του ρυθμικού μέρους, το όποιο έχει μία ολόφρεσκη μουσική προσέγγιση.
Η σημασία του ομώνυμου κομματιού, “Days of the Lost” είναι τεράστια, και αυτό διότι γρήγορα μας μαρτυρά ότι ο δίσκος δε βγήκε γιατί απλά υπήρχε μία καλή έμπνευση για ένα κομμάτι. Κάπως πιο χαλαρό σαν σύνθεση και σίγουρα θα φέρει στο μυαλό των απανταχού οπαδών του ιδιώματος, εικόνες Clayman. Μπορεί να είναι σχετικά πιο αργό από τον προκάτοχό του, όμως, σαν κομμάτι, απομονωμένα, είναι γρήγορο. Ίσως, να μη γίνει hit ποτέ, αλλά είναι το προσωπικό μου αγαπημένο.
Το Days of the Lost δεν πρόκειται να γίνει hit αλλά είναι το προσωπικό μου αγαπημένο
Στη συνέχεια ακούμε το “The Needless End“, που είναι «το πιο DT» τραγούδι της κυκλοφορίας. Οι μελωδίες είναι πιο μελαγχολικές και έχουν αυτό το «σύρσιμο», τις ομαλές εναλλαγές ρυθμού, που δίνουν στον Stanne τη δυνατότητα να αποδίδει την ερμηνεία του κλιμακωτά. Και φυσικά, στιχουργικά πάντα, το refrain να είναι γεμάτο ερωτήσεις.
To “Conditional“, που έπεται, είναι ακόμα μία μεγάλη στιγμή του διδύμου Engelin και Strömblad. Αν κάποιος το έχωνε στο Colony και ακούγατε τον δίσκο για πρώτη φορά στη ζωή σας, δε νομίζω ότι θα υπήρχε άνθρωπος που θα καταλάβαινε ότι το συγκεκριμένο κομμάτι έχει γραφτεί με τριάντα χρόνια διαφορά από τα υπόλοιπα. Αλλά όταν έχεις έναν frontman, που έχει εξίσου ωραία brutal με καθαρά, δε γίνεται να μην εκμεταλλευτείς τα δεύτερα. Για να συμβεί αυτό, χρειάστηκε να φτάσουμε στο πέμπτο κομμάτι και το refrain του “In Broken Trust“.
Για In Flames έχουμε πει, για DT επίσης, στους At The Gates αναφερθήκαμε, ποιοι μας λείπουν; Οι Soilwork. Όχι, δεν έχουμε κάποιο περίεργο feature εδώ, αλλά το κομμάτι έχει κάτι Soilwork. Επίσης, τυχαία, άκουγα πρόσφατα το ”Projector”, και είναι τρομερό το πόσο έχει βελτιώσει τα καθαρά του ο Stanne μέσα στα χρόνια. Εικάζω ότι αυτός είναι ο λόγος που τα εντάσσει όλο και περισσότερο στις δουλειές του.
Μα ξέρετε κάτι; Μιλάμε για εκπληκτικό album, το όποιο όχι μόνο δεν κάνει κοιλιά σε κανένα σημείο, δεν υπάρχει ούτε υπόνοια. Οι ψίθυροι του Stanne στο “Gateways” είναι ένα νέο στοιχείο της ατμόσφαιρας του album. Ακολουθείται από ένα τέλεια συγχρονισμένο μουσικό «ξέσπασμα», δημιουργώντας ένα πολυεπίπεδο κομμάτι. Έχει ήδη αναφερθεί, αλλά «δυστυχώς» δε γίνεται διαφορετικά, το κιθαριστικό δίδυμο και εδώ κλέβει την παράσταση, χαρίζοντας μας μία ακόμα σπουδαία ερμηνεία.
Tο Days of the Lost είναι από εκείνα τα albums που είναι αδύνατον να τα χορτάσεις
Hit του δίσκου είναι το “Shadowminds“και αγαπημένο μου το “Days of the Lost“. Αυτά είναι τα δύο βραβεία που έχω μοιράσει έως τώρα στα κομμάτια του δίσκου. Το τρίτο, αυτό του καλύτερου refrain, πάει στο “A Truth Worth Lying For“. To να γράφει κάποιος καλά refrains, ίσως είναι από τα δυσκολότερα πράγματα στη μουσική βιομηχανία. Και ίσως να υπάρχουν κομμάτια που κουράζουν, διότι διαθέτουν μόνο αυτό, όμως, εδώ δεν είμαστε σε αυτήν κατηγορία. Η ενέργεια, που διέπει τις συνθέσεις, παραμένει, αν και το outro με τις ακουστικές κιθάρες είναι κάτι νέο.
Σίγουρα μέχρι τώρα θα έχετε ακούσει το “Feel What I Believe“, αλλά είναι διαφορετικό το πώς «κάθεται» μέσα στον υπόλοιπο δίσκο. Το κομμάτι, αυτούσιο, είναι βγαλμένο απευθείας από τη «hitομηχανή» του Strömblad. Είναι από αυτά τα τραγούδια που θα έβαζες σε κάποιον ως απάντηση στο ερώτημα «τι είναι το melodeath;».
Η συνέχεια θυμίζει λίγο Apocalyptica, αφού ο ήχος του cello που ακούμε διά χειρός Johannes Bergion είναι μία εξαιρετικά ευχάριστη έκπληξη. Επίσης, η παρουσία του Matt Heafy των Trivium μόνο τυχαία δεν είναι. Το “Last Of Our Kind” είναι ένα κομμάτι με αρκετά metalcore στοιχεία. Κάποιος, από τον οποίο παίρνω απόσταση, εδώ θα έλεγε: «Ο Strömblad δείχνει σε ένα κομμάτι, πώς γίνεται αυτό που παλεύουν να κάνουν εδώ και τέσσερα albums οι In Flames».
O δίσκος κλείνει με το “The Most Alone“. Εδώ ο Stanne κάνει επίδειξη πόσο απόκοσμα μπορεί να ακουστεί. Επίσης, δείχνει γιατί παραμένει ο καλύτερος τραγουδιστής της σκηνής. Πραγματικά, συγκλονιστικός για ακόμα μία φορά.
Οι μπαρουτοκαπνισμένοι Σουηδοί διδάσκουν πώς πρέπει να παίζεται το είδος σήμερα
Για να συνοψίσουμε, έχουμε έναν από τους καλύτερους συνθέτες του Γκέτεμποργκ. Τον ίσως καλύτερο frontman και τρεις ακόμα μουσικούς, που έχουν κολλήσει ουκ ολίγα ένσημα παίζοντας αυτό το είδος.
Η μίξη αυτή, από μόνη της, ίσως θα ήταν αρκετή για να τους χαρακτηρίσουμε superband. Όμως, όπως έχει συμβεί σε πολλές αντίστοιχες περιπτώσεις, αυτές οι all star συνθέσεις συγκροτημάτων δεν είχαν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.
Στο ερώτημα αν οι The Halo Effect είναι μία ακόμα τέτοια περίπτωση, η απάντηση είναι εμφατικά αρνητική. Οι μπαρουτοκαπνισμένοι Σουηδοί δείχνουν πώς πρέπει να παίζεται το είδος σήμερα. Εκτός αυτού, θέτουν και τον πήχη σε δυσθεώρητα επίπεδα για όλη την σκηνή.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Artist: The Halo Effect
Album: Days of the Lost
Label: Nuclear Blast Records
Release Date: 12/08/2022
Genre: Melodic Death Metal
1. Shadowminds
2. Days of the Lost
3. The Needless End
4. Conditional
5. In Broken Trust
6. Gateways
7. A Truth Worth Lying For
8. Feel What I Believe
9. Last of Our Kind
10. The Most Alone
Producer: Tony Lindgren
The Halo Effect: Mikael Stanne (Φωνή), Jesper Strömblad (Κιθάρα), Niclas Engelin (Κιθάρα), Peter Iwers (Μπάσο), Daniel Svensson (Τύμπανα)
Halo Effect
Οι μπαρουτοκαπνισμένοι Halo Effect δείχνουν με το "Days of the Lost" πώς πρέπει να παίζεται το είδος σήμερα. Εκτός αυτού, θέτουν και τον πήχη σε δυσθεώρητα επίπεδα για όλη την σκηνή.