Το Chania Rock Festival, που φέτος πραγματοποιήθηκε στις 26 και 27 Ιουλίου στο Θέατρο Ανατολικής Τάφρου, ήταν η πρώτη μου επαφή τόσο με τον ιστορικό χώρο, όσο και με το ίδιο το φεστιβάλ. Δύο μέρες γεμάτες μουσική, κάτω από τον Kρητικό ήλιο και έντονη μεταλλική ατμόσφαιρα με ιδρώτα και δυνατές στιγμές. Καθώς δεν είχα προηγούμενη εμπειρία από το φεστιβάλ και δεν ήξερα τι να περιμένω, βρέθηκα σε μια εμπειρία που είχε χαρακτήρα, οργάνωση, και, κυρίως, μπάντες που σεβάστηκαν τη σκηνή και τον κόσμο που βρέθηκε εκεί. Οπότε ας πάμε να δούμε αναλυτικά τι συνέβη…
Η πρώτη μέρα ξεκίνησε με υψηλές θερμοκρασίες και έντονο ήλιο, γεγονός που με καθυστέρησε και έχασα την πρώτη μπάντα, τους Black Sun. Ωστόσο, απότι έμαθα, όσοι κατάφεραν κι έφτασαν νωρίς, απόλαυσαν και με το παραπάνω την πρώτη μπάντα της βραδιάς. Οι πόρτες άνοιγαν στις 17:00 και η πρώτη εμφάνιση ξεκινούσε στις 17:30, αλλά δεδομένων των συνθηκών, έφτασα τελικά στο χώρο γύρω στις 18:30, οπλισμένη με αντηλιακό, καπέλο, νερό και μεταλλικό κουράγιο.
Deviser
Την ίδια στιγμή στη σκηνή βρισκόταν ήδη η ελληνική μπάντα Deviser, από τις παλιές καραβάνες του ακραίου ήχου, με ιστορία που ξεκινάει από το 1989. Οι Deviser ανέβασαν τον πήχη από νωρίς, παίζοντας μελωδικό αλλά σκοτεινό black/death metal.
Παρά τη ζέστη, το κοινό τους στήριξε, συμμετείχε, τραγούδησε, κούνησε κεφάλια και δημιούργησε μια πρώτη δυναμική ενέργεια στο θέατρο που υποσχόταν πολλά για τη συνέχεια. Η παρουσία τους είναι πάντα συνεπής και αυθεντική. Το κοινό τους στηρίζει σε κάθε τραγούδι και το έδειξε ξανά: παρόλη τη ζέστη, πολλοί ήταν εκεί για να τους ακούσουν. Δεν έλειψαν κομμάτια, όπως τα “Trenody”, “Death is Life Eternal” και “Cold Comes the Night”. Ήταν μια αξιόλογη 40λεπτη extreme metal εμφάνιση. Θα την περιέγραφα ως … πρωινή heavy δόση. Ειδικά, λόγω της ατμόσφαιρας που σύμφωνα με τα δικά μου πάντα κριτήρια, θα ταίριαζε περισσότερο στη δεύτερη μέρα, καθώς έχουν πολλά κοινά μουσικά με τους δικούς μας, Rotting Christ.
Elysion
Μετά από ένα μικρό διάλειμμα, περίπου στις 19:20, ανέβηκαν στη σκηνή οι Elysion, με τη Χριστιάννα να δίνει μια εξαιρετικά δυναμική και άρτια εμφάνιση. Goth αισθητική, μαύρα φτερά και έντονη σκηνική παρουσία, ενώ η φωνή της έφερε πιο μελωδικές, σκοτεινές και συναισθηματικές αποχρώσεις στη βραδιά.
Με χαμόγελο, ευγένεια και μια αίσθηση ότι ήταν καιρός να συμβεί, η τραγουδίστρια των Elysion μας καλωσορίζει θερμά, ρωτώντας μας… “Τα πάτε καλά με τη ζέστη;!” Το κοινό γελάει και ανταποκρίνεται, και εκείνη δεν παραλείπει να ευχαριστήσει για την πρόσκληση, λέγοντας πως ήθελε χρόνια να βρεθεί σε αυτό το φεστιβάλ – και πως επιτέλους, συνέβη. Πριν ξεκινήσει η μουσική, έγινε ένα μικρό, αλλά έντονα φορτισμένο αφιέρωμα: «Ξέρουμε όλοι για ποιον μιλάμε – δε χρειάζεται να το πω» λέει, κάνοντας προφανή αναφορά σε μια από τις μεγαλύτερες απώλειες της heavy metal σκηνής. “Χωρίς αυτόν”, συνεχίζει, “δε θα ήμασταν εδώ απόψε”.
Το πρώτο (ή δεύτερο) τραγούδι είναι το “Dreamer“, και η ζεστή υποδοχή του κόσμου δηλώνει πως η σύνδεση ήταν άμεση. Η frontwoman των Elysion διατηρεί επαφή με το κοινό σε κάθε ευκαιρία. Μας προλογίζει το “Far Away“, λέγοντας πως πρόκειται για ένα τραγούδι που μιλά για ένα όνειρο. Και με ένα παιχνιδιάρικο χαμόγελο, μας λέει πως το όνειρο δεν είναι κάπου αλλού, είναι «εδώ και τώρα». Η διάθεση ανεβαίνει κι άλλο, όταν μας ρωτάει με ενθουσιασμό αν είμαστε έτοιμοι να τραγουδήσουμε μαζί τους: “Sing along!”. «Κι αν δεν το ξέρετε, δε πειράζει», λέει με απλότητα. Για όσους, όμως, το ήξεραν, ήρθε η στιγμή του συναισθηματικού “Someplace Better“.
Η επικοινωνία με τον κόσμο γίνεται όλο και πιο φυσική – σχεδόν οικογενειακή. Σε ένα από τα πιο “dark playful” σημεία της εμφάνισής τους, η τραγουδίστρια μάς ανακοινώνει γελώντας πως ήρθε η ώρα… για μαγικά ξόρκια. Και κάπως έτσι ξεκινά το “Made of Lies”, ένα από τα πιο ενεργητικά κομμάτια τους. Το φινάλε έρχεται με το “Crossing Over”, το τραγούδι με το βιντεοκλίπ τους, και η εμφάνισή τους ολοκληρώνεται με ένα δυνατό και καλοδουλεμένο σετ, που κράτησε περίπου μία ώρα και λίγο λιγότερο. Οι Elysion άφησαν πίσω τους μια
γλυκιά, ρομαντική, almost gothic metal αύρα, σαν ένα μουσικό διάλειμμα πριν την επόμενη δυναμική πράξη. Καθώς το Θέατρο Ανατολικής Τάφρου έχει πια σχεδόν γεμίσει, το ρολόι δείχνει περίπου 20:30… και όλοι περιμένουν με ανυπομονησία τον Geoff Tate.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Geoff Tate
Και έπειτα ήρθε ο Geoff Tate, ο άνθρωπος που για πολλούς είναι η φωνή των Queensrÿche, έτοιμος να μας παρασύρει σε μια διαδρομή από τα 80s μέχρι σήμερα. Ο Geoff εμφανίστηκε με τη χαρακτηριστική του ενδυμασία, κομψός, ενθουσιώδης και έτοιμος να κάνει αυτό που ξέρει καλά. Nα κατακτήσει τη σκηνή με τη φωνή του. Ξεκίνησε δυναμικά, το κοινό από κάτω χειροκροτούσε και η ενέργεια άρχισε να ανεβαίνει από τα πρώτα κομμάτια, “Desert Dance” , “I Am I” και “Sacred Ground”.
Ο Tate φώναξε με όλη του τη δύναμη αν είμαστε εδώ για το metal! «Φυσικά είμαστε», απαντήσαμε και ήμασταν έτοιμοι να το αποδείξουμε! Σειρά είχαν τα “Operation: Mindcrime”, από το ομώνυμο άλμπουμ, και “Breaking the Silence”. Όλα τα μέλη της μπάντας έδειχναν αποφασισμένα, γεμάτα ενέργεια, έτοιμα για μια μεγάλη βραδιά. Σε κάποια στιγμή, ο Geoff έκανε μια μικρή αναδρομή στα 80s και μας παρουσίασε το “Walk in the Shadows”, συνοδεύοντας τη νοσταλγική εισαγωγή με αναμνήσεις από το πώς ήταν τότε – μαντέψτε πώς ήταν, είπε γελώντας.
Αμέσως μετά ακολούθησαν τα “Another Rainy Night” και “Jet City”, με το κοινό να τραγουδά, να κρατάει το ρυθμό και να δείχνει με κάθε νότα πόσο τον λατρεύει. Στη συνέχεια παρουσίασε όλα τα μέλη της μπάντας – Jens Johansson στα πλήκτρα, Lauri Porra στο μπάσο, Matias Kupiainen στην κιθάρα και Rolf Pilve στα τύμπανα, ευχαρίστησε το κοινό και ρώτησε αν θα θέλαμε ακόμη ένα τραγούδι. Όλοι φώναξαν δυνατά «one more song», και εκείνος πήρε το μικρόφωνο για τα “Take Hold of the Flame” και “Queen of the Reich”, και το φινάλε. Εντυπωσιασμένη μπροστά σε μια πολύ δυνατή σκηνική παρουσία, που για σχεδόν μιάμιση ώρα η φωνή του… τσάκισε κόκκαλα. Και μαζί με εμένα, όλες οι online κριτικές συμφωνούν ότι ο Geoff Tate «sounded great», με τη φωνή του να παραμένει ισχυρή και καθαρή, όπως παλιά.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Stratovarius
Ώρα περίπου 22:15 και ο κόσμος φωνάζει «Stratovarius, Stratovarius» με ανυπομονησία. Μόλις βγήκαν στη σκηνή, χαιρέτησαν το κοινό και ξεκίνησαν με το “Eagleheart” και συνέχισαν με ένα τραγούδι από το νέο άλμπουμ “Survive”, με τίτλο “World on Fire”. “The Kiss of Judas” από το κορυφαίο “Visions” κι ο τραγουδιστής, Timo Kotipelto, ξεσήκωσε τον κόσμο. Όλοι τραγουδούσαν στο ρυθμό, χτυπούσαν παλαμάκια και ανταποκρίθηκαν με ενθουσιασμό όταν ρώτησε αν περνάμε καλά.
Έπαιξε τα παλιότερα “Glory Days” και “Paradise”, ενώ μεαα σύντομη εισαγωγή στα ελληνικά, τα φώτα έσβησαν και ξεκίνησε ένα σόλο στα πλήκτρα, για το “Eternity”. Τα πρώτα πιτ σχηματίστηκαν και το αγαπημένο όλων “Black Diamond” έφερε χαμό. Λίγο πριν το μεγάλο φινάλε, ο Kotipelto έκανε ένα ελαφρύ «ζέσταμα», αναφέροντας μια φινλανδική παράδοση, με υπερβολή και χιούμορ που άρεσε και ξεσήκωσε.
Λίγο πριν το φινάλε, μας έβαλε να αποδείξουμε πόσο καλύτεροι είμαστε στην Ελλάδα, μιας που την προηγούμενη εβδομάδα έπαιζαν στη Σουηδία! Και λίγο μετά, τα “Unbreakable” και “Hunting High & Low”, με την ενέργεια να είναι στα ύψη. Μπουκάλια στον ουρανό, όλοι τραγουδούσαν, και έδειχναν με κάθε τρόπο πόσο είχαν αγαπήσει την εμφάνιση των Stratovarius στην Κρήτη. Μία εμφάνιση με εξαιρετικό setlist και αγαπημένα κομμάτια. Στον επίλογο οι Stratovarius πόζαραν με το κοινό για μια ομαδική φωτογραφία και εγώ έμεινα με το συμπέρασμα ότι, παρότι το power metal δεν είναι το πιο αγαπημένο είδος, με κέρδισαν, και σίγουρα θέλω να τους ξαναδώ.
Συνολικά, αυτές οι δύο ημέρες του φεστιβάλ μου άφησαν την αίσθηση ότι έχει χαρακτήρα, καλό ήχο, αλλά και οργάνωση. Και βέβαια, ο Geoff Tate φωνητικά ήταν απρόσμενα δυνατός και συγκινητικός, ενώ το κοινό ήταν ζωντανό, παρόν και ενεργό μέχρι την τελευταία
νότα.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Φωτογραφίες: Ντίνος Φράγκος