Ρε παιδί μου, δεν είναι μερικοί άνθρωποι που είναι ταμάμ για το όνομά τους; Δηλαδή, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι ο Kerry King δεν είναι όνομα και πράγμα; Τέλος πάντων, ο πρώην κιθαρίστας των Slayer, φρέσκος από μια επιτυχημένη περιοδεία στο Ηνωμένο Βασίλειο, επέστρεψε με -όπως αποδείχθηκε- άγριες διαθέσεις στο Hellfest.
Γιώργος Ξιφαράς
Συντάκτης
Νώντας Εμμανουήλ
Φωτογράφος
Η ώρα είναι 19:30 και οι ανάποδοι σταυροί στη σκηνή γίνονται κόκκινοι, όπως και το σκηνικό. Μια μεγάλη εισαγωγή αποτυπώνει τέλεια τη σκοτεινή ατμόσφαιρα που αγαπάει ο κιθαρίστας. Είναι η ώρα για τον Kerry King και το συγκρότημά του να βγουν στην κεντρική σκηνή και να αποδείξουν ότι παραμένουν θρύλοι. Και όχι, δεν είναι μόνο ο ηγέτης τους που είναι ένας ζωντανός μύθος, είναι και οι υπόλοιποι. Ας κάνουμε λοιπόν μία παύση για να θυμηθούμε ποιοι απαρτίζουν το συγκρότημά του.
Πίσω από το μικρόφωνο συναντούμε τον Mark Osegueda των Death Angel, τον Phil Demmel στην άλλη κιθάρα, τύπο με περάσματα από Machine Head και Lamb of God. O Paul Bostaph των Slayer στα τύμπανα και o Kyle Sanders των πάλαι ποτέ Hellyeah στο μπάσο. Νομίζω ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε πως έχουμε να κάνουμε με μία all-star μπάντα.
Οπότε, ένα τέτοιο line-up δεν χρειάζεται ιδιαίτερα πολύ χρόνο για να “ανάψει” τα πρώτα mosh pits. Πριν όμως πάμε σε αυτό, αξίζει να πούμε το εξής: οι Kerry King δεν έπαιξαν σαν μία tribute Slayer μπάντα. Φοβόμουν ότι θα δυσκολεύονταν να βγουν από τη σκιά ενός συγκροτήματος τέτοιου μεγέθους, όμως εν μέρει το πέτυχαν. Για παράδειγμα, η ενέργεια της μπάντας στο “Idle Hands” ήταν τέτοια που μπορούσε να σε συνεπάρει. Επίσης, σας πληροφορώ ότι δεν ήταν καθόλου μικρός ο αριθμός όσων τραγουδούσαν τους στίχους.
Εκτελεστικά οι Kerry King ήταν άψογοι, ωστόσο, καταλαβαίνω πλήρως όσους είναι στο «ναι μεν, αλλά»
Σαφώς, όμως, η κληρονομιά είναι τέτοια που δεν μπορείς να την αγνοήσεις. Έμοιαζε και λίγο με δώρο προς την αφεντιά μου το “Disciple”, αφού η αγάπη μου για το “God Hates Us All” είναι τεράστια. Εδώ να σημειώσουμε ότι και ο πλέον παράξενος κατάλαβε γιατί ο Kerry King επέλεξε τον Osegueda στη φωνή. Όταν έχεις περάσει όλη σου τη μουσική ζωή δίπλα από έναν τραγουδιστή σαν τον Araya, του οποίου η φωνή είναι γεμάτη «νεύρο» και ωμότητα, είναι λογικό μετά να πας στον Mark. Ειλικρινά, είτε άκουγα το κομμάτι από τον Kerry King είτε από τους Slayer, ήταν ακριβώς το ίδιο πράγμα.
Δεν ήταν, όμως, ακριβώς όλα ρόδινα. Δεν μπορώ να ξέρω πώς φάνηκε στα υπόλοιπα μέλη της μπάντας ο κακός χαμός που έγινε την ώρα των “War Ensemble” και “Raining Blood”. Θα ήταν παράλογο να ζητούσαμε κάτι διαφορετικό, αφού μιλάμε για κομμάτια που κυριολεκτικά μας μεγάλωσαν. Επιστρέφω στον Osegueda, ο οποίος εκτός από άψογος στο performance του ήταν και άκρως επικοινωνιακός και με τον τρόπο του σε μαγνήτιζε. Δεδομένο για τραγουδιστές σε άλλες μπάντες, όχι στη συγκεκριμένη.
Γενικά, η εμφάνισή τους ήταν χορταστική, ωστόσο, καταλαβαίνω και όσους μπορεί να είναι στο «ναι μεν, αλλά». Τουλαχίστον θα συμφωνήσουμε ότι εκτελιστικά ήταν άψογοι και ξεσήκωσαν το κοινό, ακόμα και αν για αυτό χρειάστηκαν λίγοι Slayer. Και όχι δεν είναι τυχαίο ότι ο μεγαλύτερος χαμός σε δικό τους κομμάτι έγινε στο “From Hell I Rise” το οποίο ακολούθησε τις «διασκευές».