Και μου έλεγε ο φίλος μου ο Πάνος “Άκου Haken και δε θα χάσεις. Άκου Haken και θα με θυμηθείς”. Εν τέλει με αφορμή το “Virus“, μπορώ να πω ότι είχε δίκιο. ΚΑΙ τον θυμήθηκα ΚΑΙ σίγουρα δεν έχασα. Ας δούμε όμως αν κέρδισα παρόλ’ αυτά.
Η μπάντα, απ’ ό,τι μαθαίνω απ’ τις πηγές μου στην Αγγλία, ήταν μια παρέα εφήβων. Κρίσιμη περίοδος η εφηβεία! “Haken” λοιπόν είναι ένας φανταστικός χαρακτήρας που σκέφτηκαν κατά την περίοδο του σχολείου πίνοντας μόνο φυσικούς χυμούς και φυτικά προϊόντα. ‘Ντάξει, το πιάσαμε το νόημα. Η ιδέα του σχήματος ήρθε όταν ο Richard Henshall (κιθάρα, πλήκτρα, φωνητικά), ο Matthew Marshall (κιθάρα) και ο Ross Jennings (φωνητικά) άρχισαν μερικά χαλαρά jams πίσω στο 2004.
Επειδή, ως συνήθως, δεν υπήρχε λόγος να πανηγυρίσουν κάποια επιτυχία της Εθνικής Αγγλίας σε μια ακόμα μεγάλη διοργάνωση (Euro 2004) είπαν να το ρίξουν στη μελέτη. Και μια που αυτά τα jams είχαν χαλαρό και χομπίστικο χαρακτήρα, συμφώνησαν, ΑΚΟΥΣΟΝ ΑΚΟΥΣΟΝ, να τα σταματήσουν, να μελετήσει ο καθένας το όργανό του και να ξαναβρεθούν μετά από τρία χρόνια ώστε να στήσουν την μπάντα. Ανήκουστο. Τέλος πάντων, το θέμα είναι ότι δε σχηματίστηκε ακόμη μία indie brit rock μπάντα αλλά “φάγαμε” στη μάπα πάλι προγκρεσιβάδες. Η ιστορία θα δείξει λοιπόν αν έγινε για καλό ή όχι! Στα του δίσκου τώρα.
Το "Virus" των Haken πραγματεύεται θέματα όπως η κακοποίηση , το άγχος, η κατάθλιψη και οι αυτοκτονικές τάσεις
Το “Virus” είναι ο έκτος κατά σειρά δίσκος των Haken, οι οποίοι μέσα σε δέκα χρόνια από την πρώτη τους κυκλοφορία (“Aquarius“) μετρούν έξι albums, ένα EP, δύο live albums και αν μπορούν να χαρακτηριστούν ως κάτι, αυτό είναι σίγουρα “παραγωγικοί”. Κυκλοφόρησε από την “προγκομάνα” εταιρεία Inside Out Music και το μιξάζ, που λέγαν και οι παλαιοί, έγινε από τον πρώην μπασίστα των Periphery, Adam “Nolly” Getgood και το artwork επιμελήθηκε η ομάδα Blacklake, χρόνια συνεργάτες των Haken.
Να σημειώσουμε ότι το line-up της μπάντας, εδώ και αρκετά χρόνια έχει ως εξής: Ross Jennings (φωνητικά), Richard Henshall (κιθάρα, πλήκτρα, φωνητικά), Charlie Griffiths (κιθάρα), Diego Tejeida (πλήκτρα), Conner Green (μπάσο), Raymond Hearne (τύμπανα).
Το “Virus” λοιπόν πραγματεύεται θέματα όπως η κακοποίηση (είτε σωματική είτε ψυχολογική), το άγχος, η κατάθλιψη και οι αυτοκτονικές τάσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο στιχουργικό κομμάτι έχει συνεισφέρει όλη η μπάντα, πράγμα αρκετά σπάνιο καθώς υποθέτω ότι είναι σχετικά δύσκολο να διατηρηθεί ένα ενιαίο ύφος γραφής από έξι διαφορετικά άτομα.
Πάμε τώρα στο καθαρά μουσικό μέρος. Έχουμε ποικιλία χρωμάτων και σχεδίων, δείγμα της συνθετικής ικανότητας των Haken. Ενώ οι διάρκειες των κομματιών – με εξαίρεση το “Only Stars” που λειτουργεί περισσότερο σαν outro – χτυπούν τουλάχιστον πεντέμισι λεπτά, δεν κουράζουν καθόλου και κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του ακροατή! Ναι, ακόμα κι αν δεν είναι μουσικός!
Δε χρειάζεται να είσαι μουσικός για εκτιμήσεις τις συνθέσεις του Virus
Για να πούμε δυο λόγια για τα κομμάτια, το “Prosthetic” μας εισαγάγει στο δίσκο με τεράστια και ψωμωμένα riff και γενικά μία ατμόσφαιρα αρκετά “in your face” που λέμε. Το παρόν κείμενο αποτελεί και έναν τρόπο κατοχύρωσης του όρου “ψωμωμένο riff”. Εδώ λοιπόν θυμάμαι γιατί όταν άκουσα λίγο Haken πριν μερικά χρόνια δεν είχα τρελαθεί. Η φωνή μού ακουγόταν κάπως παράταιρη. Ακόμα δεν έχω καταλήξει για να είμαι ειλικρινής αλλά τείνω προς το να μου αρέσει.
O Ross Jennings έχει πεντακάθαρη και διαυγέστατη φωνή και ίσως τα αυτιά μου να έχουν συνηθίσει στη λασπουριά που κυκλοφορεί εκεί έξω και γι’ αυτό να μου ακούγεται κάπως. Αλλά αυτό είναι υπέρ του μάλλον. Ειδικά στο συγκεκριμένο track που κυριαρχεί το “ξύλο” η φωνή είναι σαφής και μεστή. Όχι μεστή σαν του Morgan Freeman αλλά πιο πολύ ας πούμε σαν του Ewan McGregor στο “El Tango De Roxanne” απ’ το Moulin Rouge.
Το τρίτο κομμάτι, με τίτλο “Carousel” αποτελεί κατ’ εμέ, την κορυφαία στιγμή του δίσκου, ίσως μαζί με το εναρκτήριο “Prosthetic”. Κι αν η λέξη “καρουζέλ” μέχρι τώρα έφερνε στο νου τη Μαρία Χοακίνα, το Σιρίλο και τη δεσποινίδα Σιμένα, στα επόμενα χρόνια θα έρχονται συνειρμικά και οι Haken. Συνεχείς εναλλαγές στην ατμόσφαιρα, μπασάρα, εξαιρετικό guitarwork (όπως όλος ο δίσκος άλλωστε) και χορταστική διάρκεια, ξαναλέω, χωρίς να κουράζει.
Αν έχεις αργήσει και εσύ να ακούσεις Haken, ίσως το Virus να είναι η ιδανική αφορμή
Έπεται, το “Canary Yellow” έχει την πιο σουξεδιάρικη διάρκεια, “μόλις” τέσσερα δεκατέσσερα. Οποιαδήποτε ομοιότης με την τραγουδάρα του Big Alice είναι συμπτωματική, δε νομίζω οι Haken να τον έχουν στις επιρροές τους. Στις οποίες σίγουρα υπάρχουν οι Dream Theater και γενικά όλη η progressive rock σκηνή της Αγγλίας.
Παρόλο τον πλεονασμό, γιατί δεν ξέρω τι άλλο χρώμα μπορεί να έχει ένα καναρίνι πέρα από κίτρινο, το εν λόγω κομμάτι αποτελεί την πιο “λεπτεπίλεπτη” στιγμή του δίσκου, γεμάτη ατμόσφαιρα και συναισθήματα. Γενικά, όταν οι προγκρεσιβομεταλάδες γράφουν μπαλάντες το αποτέλεσμα είναι φοβερό. Τουλάχιστον έτσι πρόχειρα που μου έρχονται κάποιες στο νου, εκεί καταλήγω.
Το Virus θέτει σοβαρή υποψηφιότητα για να βρεθεί στους δίσκους της χρονιάς
Φυσικά, κάθε prog μπάντα που σέβεται τον εαυτό της θα έχει λίγα κομμάτια μέσα στο δίσκο και ένα απ’ αυτά θα διαρκεί τουλάχιστον κάνα τέταρτο. Τέτοιο είναι λοιπόν και το “Messiah Complex” το οποίο χωρίζεται σε πέντε μέρη. Όπως αναμένεται άλλωστε, σε ένα τέτοιας διάρκειας κομμάτι γίνεται μέσα μακελειό. Πόσα διαφορετικά είδη μουσικής γνωρίζουμε; Πολλά. Ε, όλα μέσα είναι. Καλά, υπερβάλλω λίγο, πιο πολύ για να αναδείξω την πολυπλοκότητα του συγκεκριμένου τραγουδιού. Μέχρι και sample Super Mario κυκλοφορεί μέσα στο track.
Φεύγοντας από τα κομμάτια σιγά σιγά, και κοιτάζοντάς το συνολικά, το “Virus” δεν ξέρω αν θα θεωρηθεί δίσκος της χρονιάς, στο top 5 όμως σίγουρα θα έχει θέση. ‘Aργησα να ακούσω Haken είναι η αλήθεια αλλά κάλλιο αργά παρά ποτέ. Είμαι πραγματικά περίεργος να δω πως θα μπορέσουν να ξεπεράσουν αυτό εδώ το πόνημα στο μέλλον. ‘Aψογος ήχος, φοβερά παιξίματα και γενικότερα ένας καταπληκτικός δίσκος.