Κάποια άλμπουμ μοιάζουν λες και γράφτηκαν στις 2 τα ξημερώματα, πάνω σε χαρτοπετσέτα σε κάποιο after φαγάδικο. Το “The Hart” των Grayscale είναι ένα από αυτά. Όχι επειδή είναι πρόχειρο, αλλά γιατί κάθε του νότα στάζει ειλικρίνεια. Σαν τα μυστικά που λες σιγά, με βλέμμα καρφωμένο στον πάτο ενός φλιτζανιού καφέ. Δεν είναι ένα pop-rock άλμπουμ γυαλισμένο, φτιαγμένο για βιτρίνα. Δεν προσπαθεί να σε πείσει ότι είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι. Το “The Hart” είναι λίγο σκόπριο, λίγο χαοτικό, αλλά κυρίως ευάλωτο. Θυμίζει εκείνο το παλιό τετράδιο που βρήκες ξανά τυχαία, κρυμμένο στο πατρικό σου. Και κάπου εκεί, μέσα στην ατέλειά του, κρύβεται ο πιο αυθεντικός χτύπος της καρδιάς του.
Οι Grayscale πάντα έγραφαν με ακρίβεια, σχεδόν χειρουργική. Ποτέ δεν τους έλειψε η συναισθηματική ειλικρίνεια. Το “The Hart” φαίνεται σαν το επόμενο, φυσικό βήμα στην αυτοψία που κάνουν πάνω στη θλίψη, την αγάπη και την ταυτότητά τους. Αυτό που αλλάζει αυτή τη φορά είναι το πόσο εκτίθενται. Οι προηγούμενοι δίσκοι έκρυβαν την αλήθεια πίσω από μεταφορές. Ήταν σαν να φορούσαν φαρδύ φούτερ με κουκούλα. Τώρα όμως, το φούτερ βγήκε. Η κουκούλα δεν τους καλύπτει πια. Βλέπεις καθαρά τα σημάδια τους.
Ο δίσκος ξεκινά με το κομμάτι “The Hart”, ένα κινηματογραφικό πρελούδιο με πιάνο και έγχορδα που σε πιάνει αμέσως. Λειτουργεί σαν παύση πριν την καταιγίδα: μια ήρεμη εισαγωγή πριν το “Kept Me Alive” ρίξει έναν τοίχο ήχου στο πρόσωπό σου, επιστρέφοντας στις pop-punk ρίζες της μπάντας. Το ρεφρέν θέλει να φτάσει το μέγεθος μιας αρένας, όμως κάτι στη μίξη το κρατά πίσω. Τα χαμηλά είναι υπερφορτωμένα και σπρώχνουν όλο τον ήχο προς τα έξω. Σίγουρα υπάρχει ένταση και συναίσθημα. Παρ’ όλα αυτά, είναι δύσκολο να τα νιώσεις ολοκληρωμένα. Η παραγωγή μοιάζει να συγκρούεται με την ευαλωτότητα που υποτίθεται πως πρέπει να αναδείξει.
Οι Grayscale στο “The Hart” ισορροπεί ανάμεσα στις pop-punk ρίζες τους και έντονες στιγμές ευαλωτότητας
Έπειτα έρχεται το “Through the Landslide”, που αν και μελωδικά ευχάριστο, σχεδόν χάνεται στον ίδιο ηχητικό βούρκο. Υπάρχει μια αίσθηση επανάληψης. Οι συγχορδίες και τα ρεφρέν θυμίζουν έντονα όσα άκουσες πριν. Έτσι, το πρώτο μισό του “The Hart” μοιάζει σαν να μένει στάσιμο, λες και τρέχει χωρίς να προχωρά. Παρόλα αυτά, οι στίχοι κρατούν το ενδιαφέρον. Φράσεις όπως «you take my pain and make it disappear» βγαίνουν αβίαστα ειλικρινείς. Δεν υπάρχουν έξυπνα λογοπαίγνια ή ειρωνείες εδώ.
Αν υπάρχει ένα τραγούδι που αξίζει θέση στο συναισθηματικό hall of fame, αυτό είναι το “Talking in My Sleep”. Σίγουρα το πιο συγκινητικό του δίσκου — μπορεί να είναι και από τα πιο δυνατά της χρονιάς. Όταν ο Collin Walsh τραγουδά «She overdosed, and not by mistake», σε σφίγγει το στομάχι σου. Σε έναν κόσμο γεμάτο επίπλαστες συγκινήσεις, οι Grayscale ρισκάρουν λέγοντας ιστορίες που είναι σοκαριστικά προσωπικές.

Το συναισθηματικό τοπίο του The Hart είναι εντονότατο. Κάποιες πληγές είναι ανοιχτές, κάποιες μισοκλείνουν, ενώ άλλες ακόμα ματώνουν. Αυτή η ασάφεια είναι που δίνει βάθος στον δίσκο. Δεν υπάρχει καθαρό φινάλε, ούτε ξεκάθαρη λύτρωση. Και τελικά, αυτός ο τρόπος – το να μη λύνεις τον πόνο αλλά να τον ζεις – κάνει το άλμπουμ να μοιάζει αληθινό.
Ο ήχος των Grayscale έχει pop-punk βάση, αλλά το “The Hart” δεν θυμίζει σε τίποτα το “Warped Tour” του 2007. Το άλμπουμ δανείζεται στοιχεία τόσο από τη synth-pop των The 1975 όσο και από το emo ύφος των The Cab. Το “Let Go” μοιάζει σαν συνέχεια της indie-pop κατεύθυνσης που ξεκίνησε το “Umbra”. Έχει παρόμοιο τόνο και διάθεση. Ωστόσο, το “Summer Clothes” ξεχωρίζει πιο έντονα. Φέρνει στο μυαλό λίγο Third Eye Blind, λίγο πρώιμο John Mayer.
Το “The Hart” δοκιμάζει νέα μονοπάτια, με αδυναμίες στη συνοχή αλλά γνήσια στιγμές συναισθήματος και προσωπικής ωριμότητας
Το “Dance With Your Ghost” έχει κάτι απρόσμενα φρέσκο. Είναι ένα mid-tempo κομμάτι με διακριτικά funky στοιχεία. Ίσως δεν θα έπρεπε να λειτουργεί τόσο καλά — κι όμως, λειτουργεί. Η ικανότητα των Grayscale να δοκιμάζουν νέους ήχους χωρίς να χάνουν την ταυτότητά τους είναι ένα από τα ατού του δίσκου. Βέβαια, δεν πετυχαίνουν κάθε φορά. Το “Some Kind of Magic” μοιάζει με ιδέα που δεν ολοκληρώθηκε όπως έπρεπε. Θυμίζει μουσική τέλους από ρομαντική κομεντί. Στην αρχή είναι ευχάριστο, όμως δεν κρατά το ενδιαφέρον για πολύ.
Ας μιλήσουμε για το “Mum II”. Πρόκειται για συνέχεια ενός τραγουδιού από παλιότερη δουλειά τους. Είχε πολλές πιθανότητες να μην σταθεί στο ύψος της. Όμως, τελικά λειτουργεί. Δεν πρόκειται για μια προσπάθεια να βασιστεί στην παλιά επιτυχία. Αντίθετα, μοιάζει με γράμμα συμφιλίωσης. Ένας ενήλικας επιστρέφει στους φόβους του πιο νέου εαυτού του. Δεν προσπαθεί να σβήσει το παρελθόν. Το προσεγγίζει με κατανόηση και διάθεση για διάλογο. Και μέσα από αυτή τη στάση, το τραγούδι καταφέρνει να γίνει ένας από τους πιο δυνατούς κρίκους του άλμπουμ.
Είναι εύκολο να εντοπίσεις τις αστοχίες του “The Hart” στη σειρά των κομματιών. Να ξεχωρίσεις τα υπερβολικά ρεφρέν ή τις στιγμές που η ειλικρίνεια γίνεται λίγο πιο δραματική απ’ όσο χρειάζεται. Και πράγματι, ο δίσκος έχει θέματα συνοχής. Προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο ραδιοφωνικό pop-rock και την εσωτερική ευαισθησία. Κάποιες φορές σκοντάφτει. Άλλες μοιάζει να χάνει τη ροή του Όμως, αν κάτσεις να το διορθώσεις κομμάτι-κομμάτι, χάνεις το νόημά του. Είναι σαν να προσπαθείς να βάλεις σε τάξη ένα ημερολόγιο. Δεν είναι φτιαγμένο για να είναι τέλειο. Είναι φτιαγμένο για να είναι αληθινό.
Το “The Hart” δείχνει τη ζωντανή, ανθρώπινη πλευρά των Grayscale, με ατέλειες, ειλικρίνεια και συναισθηματική δύναμη
Το “The Hart” δεν είναι ένας τέλειος δίσκος. Όμως, ούτε και ένας άνθρωπος είναι ποτέ τέλειος. Κι αυτό ακριβώς αποπνέει αυτός ο δίσκος — κάτι βαθιά ανθρώπινο. Όχι σαν προϊόν ή μουσικό trend. Όχι σαν κάτι σχεδιασμένο για να εντυπωσιάσει. Αλλά σαν ένα πρόσωπο, με όλα του τα μπερδέματα και τις αντιφάσεις. Σαν κάποιος που δεν προσπαθεί να φανεί άψογος, αλλά να είναι ειλικρινής. Είναι λάθος η σειρά των κομματιών; Ίσως. Αλλά κάπως έτσι λειτουργεί και η θλίψη μέσα μας. Η παραγωγή ακούγεται φορτωμένη; Σίγουρα. Όμως και τα συναισθήματά μας φουσκώνουν όταν πονάμε. Οι στίχοι είναι πολύ άμεσοι; Ίσως δεν χρειάζεται να είναι έξυπνοι. Αρκεί να είναι αληθινοί.
Το “The Hart” δεν είναι άλμπουμ για να παίζει απλώς στο φόντο. Θέλει την προσοχή σου, ακόμη κι αν δεν την κερδίζει πάντα. Κάποιες φορές επαναλαμβάνεται και κουράζει. Άλλες, σε κερδίζει με την απλότητά του. Μπορεί να σε ξενίσει σε ένα κομμάτι και να σε συγκινήσει στο επόμενο. Όμως, σε κάθε περίπτωση, σε κάνει να νιώθεις κάτι. Κι αυτό δεν είναι λίγο.
Αν ψάχνετε ακρίβεια, λάμψη και ποπ τελειότητα, ίσως αυτός ο δίσκος των Grayscale να μην είναι για εσάς. Όμως, αν προτιμάτε μουσική που ρισκάρει να δείξει την αδυναμία της, τότε το “The Hart” αξίζει την προσοχή σας. Είναι ατελές και λίγο ακατέργαστο, αλλά έχει αλήθεια και ζωντάνια. Και ίσως, για λίγο έστω, να σας αγγίξει όσο χρειάζεται. Και στην τελική, ίσως αυτό είναι το μόνο που ήθελαν πραγματικά οι Grayscale.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Artist: Grayscale
Album: The Hart
Release Date: 31/01/2025
Label: Infield Records
Genre: Pop Punk, Alternative Rock
1. The Hart
2. Kept Me Alive
3. Through the Landslide
4. Talking in My Sleep
5. Let Go
6. Summer Clothes
7. Some Kind of Magic
8. Dance with Your Ghost
9. Don’t Leave Me in the Dark
10. Painting over You
11. Mum II
12. Not Afraid to Die
Producer: Eric Palmquist, Danen Rector
Grayscale: Dallas Molster (Κιθάρα, πιάνο, μπάσο), Andrew Kyne (Κιθάρα, σαξόφωνο), Nick Veno (Τύμπανα), Collin Walsh (Φωνή)
Grayscale: The Hart
Το ”The Hart” δεν αναζητά τελειότητα, αλλά μια ειλικρινή σύνδεση. Είναι ένας δίσκος που κερδίζει με την πρόθεσή του, ακόμα κι αν δεν πετυχαίνει πάντα στην εκτέλεση. Αν του δώσεις χρόνο, έχει κάτι να σου ψιθυρίσει.