Mayhem: De Mysteriis Dom Sathanas | Κανένας και τίποτα ξανά
Το ντεμπούτο άλμπουμ των Mayhem, “De Mysteriis Dom Sathanas”, δεν είναι απλώς σημαντικό για το νορβηγικό black metal. Αποτελεί ένα αυθεντικό ντοκουμέντο που άντεξε μέσα από χάος, βία και θάνατο, και καθιέρωσε τη θέση του ως θεμέλιο του είδους. Κυκλοφόρησε το 1994 και συχνά περιγράφεται με όρους μουσικής σκοτεινότητας. Ωστόσο, οι ιστορίες πίσω από τη δημιουργία του, μαζί με τις συνέπειες που ακολούθησαν την κυκλοφορία του, είναι αυτά που το κατέστησαν έναν από τους πιο διαβόητους δίσκους στην ιστορία της Τέχνης γενικά.
Ο δρόμος προς το “De Mysteriis Dom Sathanas” ξεκίνησε πολύ πριν το άλμπουμ πάρει την τελική του μορφή. Οι Mayhem ήταν ενεργοί ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Ωστόσο, χρειάστηκαν σχεδόν δέκα χρόνια για να κυκλοφορήσουν το πρώτο τους στούντιο άλμπουμ. Η καθυστέρηση αυτή δεν σχετιζόταν με τελειομανία ή με αναβλητικότητα. Προέκυψε από μια σειρά γεγονότων: ψυχικές διαταραχές, έντονες συγκρούσεις μέσα στο συγκρότημα και εμπλοκή σε εγκληματικές ενέργειες. Όλα αυτά μαζί καθιστούν σχεδόν απίστευτο το γεγονός ότι ο δίσκος τελικά κυκλοφόρησε.
Ένα υπόγειο δίκτυο χωρίς διαδίκτυο
Η καθυστέρηση στην κυκλοφορία του άλμπουμ δεν σήμαινε αδράνεια. Παράλληλα με τη δράση του συγκροτήματος, ο Euronymous είχε ήδη αρχίσει να χτίζει κάτι εξίσου καθοριστικό για τη μετέπειτα πορεία του black metal. Στα χρόνια πριν τη δημιουργία του άλμπουμ, ανέπτυξε ένα εκτεταμένο δίκτυο επικοινωνίας με μουσικούς και οπαδούς. Μέσα από ανταλλαγές κασετών, γράμματα και φανζίν, συνέδεσε διαφορετικές metal σκηνές σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα, βοήθησε να διαμορφωθεί μια κοινή ταυτότητα για ό,τι έμελλε να γίνει η δεύτερη γενιά του black metal.
Αυτό το αναλογικό δίκτυο λειτούργησε σαν μια πρώιμη μορφή κοινωνικού μέσου. Έδωσε στους Mayhem τη δυνατότητα να επεκτείνουν την επιρροή τους πολύ πέρα από τα σύνορα της Νορβηγίας. Παράλληλα, διαμόρφωσε τις βάσεις για τις κοινές ιδεολογικές και αισθητικές αναφορές που ακολούθησαν πολλές μπάντες του είδους. Πολλά από τα στοιχεία που σήμερα θεωρούνται βασικά στο black metal—όπως το corpse paint και η αντιχριστιανική θεματολογία—είχαν ήδη διαδοθεί μέσω αυτών των κύκλων ανταλλαγής. Και όλα αυτά συνέβησαν αρκετά χρόνια πριν το διαδίκτυο επιτρέψει την ελεύθερη πρόσβαση σε κάθε υποκουλτούρα.
Ο Dead, ο θάνατος και η μεταμόρφωση της μπάντας
Στα αρχικά στάδια, ο τραγουδιστής των Mayhem, Per Yngve Ohlin – γνωστός ως Dead – καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τη στιχουργική και θεματική πορεία του συγκροτήματος. Οι στίχοι του, γραμμένοι πριν την αυτοκτονία του το 1991, φανερώνουν την εμμονή του με τη φθορά, τη μεταθανάτια ύπαρξη και τις μυστικιστικές δυνάμεις. Αυτά τα θέματα ενσωματώθηκαν στον πυρήνα του άλμπουμ. Ο θάνατός του δεν άφησε μόνο ένα δημιουργικό κενό. Οι συνέπειες αυτού του γεγονότος έγιναν ένα από τα πιο σκοτεινά σημεία στην ιστορία του black metal. Όταν ο Dead αυτοκτόνησε—αρχικά κόβοντας τους καρπούς και τον λαιμό του και στη συνέχεια πυροβολώντας τον εαυτό του στο κεφάλι—ο Euronymous δεν ειδοποίησε αμέσως τις αρχές. Αντί γι’ αυτό, φωτογράφισε το σημείο του θανάτου.

Μία από αυτές τις φωτογραφίες έγινε το εξώφυλλο του διαβόητου bootleg άλμπουμ “The Dawn of the Black Hearts”. Ακόμη πιο σοκαριστικό είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με πολλές πηγές, ο Euronymous συνέλεξε κομμάτια από το κρανίο του Dead. Φέρεται να τα έστειλε σε άλλους μουσικούς της black metal σκηνής, ενώ υπάρχουν ισχυρισμοί ότι φορούσε κάποια από αυτά ως κολιέ. Ανεξάρτητα από το αν όλες αυτές οι ιστορίες είναι απολύτως ακριβείς ή έχουν ενισχυθεί με τον καιρό, η ύπαρξή τους δείχνει πόσο μακριά είχε φτάσει η μπάντα σε σχέση με κάθε έννοια ηθικής ή λογικής. Αυτό το αποτρόπαιο περιστατικό αποτέλεσε καθοριστικό σημείο για τη φήμη των Mayhem ως συγκρότημα που λειτουργούσε έξω από κάθε κοινωνική νόρμα. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε μια ιδιαίτερη κατάσταση: μεγάλο μέρος του “De Mysteriis Dom Sathanas” δημιουργήθηκε μέσα από τα απομεινάρια μιας μπάντας που δεν υπήρχε πλέον με την αρχική της μορφή.
Το Helvete και ο πυρήνας του σκότους
Ο κιθαρίστας, ιδρυτικό μέλος και ιθύνων νους, Øystein “Euronymous” Aarseth κατάφερε τελικά να ολοκληρώσει το άλμπουμ, όμως δεν πρόλαβε να δει την κυκλοφορία του. Το 1993 δολοφονήθηκε από τον μπασίστα Varg Vikernes. Οι δυο τους είχαν ξεκινήσει με κοινά καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα και παρόμοια καλλιτεχνική κατεύθυνση. Συνεργάστηκαν στενά στη μουσική των Mayhem και συμμετείχαν στον ίδιο ριζοσπαστικό κύκλο που συγκεντρωνόταν γύρω από το δισκοπωλείο “Helvete” του Euronymous.
Το “Helvete” λειτούργησε σαν άτυπο κέντρο της ανερχόμενης black metal σκηνής. Στο υπόγειο του καταστήματος συναντιόντουσαν νεαροί μουσικοί που μοιράζονταν ενδιαφέρον για τον σατανισμό, τη νορβηγική μυθολογία και την αντίδραση στον χριστιανισμό. Από αυτές τις συναθροίσεις σχηματίστηκε μια άτυπη ομάδα, γνωστή αργότερα ως Black Circle. Ανάμεσα στα πρόσωπα που συμμετείχαν ήταν ο Snorre Ruch, ο Bård Eithun και ο Vikernes.
Η σύγκρουση που άλλαξε τη σκηνή
Ωστόσο, η σχέση ανάμεσα στον Euronymous και τον Vikernes άρχισε να χειροτερεύει, καθώς οι ιδεολογικές και προσωπικές τους διαφορές γίνονταν όλο και πιο έντονες. Ο Euronymous είχε αφοσιωθεί στις θεατρικές και καλλιτεχνικές πλευρές του black metal και χρησιμοποιούσε τον σατανισμό κυρίως για να προκαλεί σοκ. Ο Vikernes, από την άλλη, υιοθετούσε μια ρατσιστική και παγανιστική κοσμοθεωρία, επηρεασμένη από τις αρχαίες σκανδιναβικές παραδόσεις και τον εθνοκεντρισμό.
Η σύγκρουσή τους πήρε διαστάσεις, με οικονομικές διαφωνίες, εγωισμούς και φήμες ότι ο Euronymous σχεδίαζε να τον παγιδεύσει. Η ένταση κορυφώθηκε όταν ο Vikernes έδωσε ανώνυμα συνέντευξη στον νορβηγικό Τύπο, παραδεχόμενος την εμπλοκή του σε σειρά εμπρησμών εκκλησιών. Η δημοσιότητα που προέκυψε έφερε την αστυνομία στο προσκήνιο και ανάγκασε τον Euronymous να κλείσει το “Helvete”, φοβούμενος τις νομικές συνέπειες και την αντίδραση της οικογένειάς του.
Η δολοφονία που έσβησε τον εγκέφαλο των Mayhem
Αυτό που συνέβη στη συνέχεια άλλαξε οριστικά την πορεία του black metal. Στις 10 Αυγούστου 1993, ο Vikernes ταξίδεψε από το Bergen στο Όσλο μαζί με τον Snorre Ruch. Είχε δηλώσει πως πήγαιναν για να λύσουν μια διαφωνία σχετικά με ένα συμβόλαιο. Κατά τον ίδιο, ο Euronymous σχεδίαζε να τον σκοτώσει. Η επίσκεψη όμως εξελίχθηκε σε βίαιη σύγκρουση. Ο Vikernes μαχαίρωσε τον Euronymous μέχρι θανάτου μέσα στο διαμέρισμά του. Το σώμα του βρέθηκε με 23 τραύματα από μαχαίρι. Οι αρχές συνέλαβαν τον Vikernes, ο οποίος οδηγήθηκε σε δίκη και καταδικάστηκε. Η ποινή ήταν 21 χρόνια φυλάκιση για ανθρωποκτονία, εμπρησμό και οπλοκατοχή.

Ειρωνικά, ο Vikernes παρέμεινε στην τελική ηχογράφηση του De Mysteriis Dom Sathanas, παρά τα αιτήματα της οικογένειας του Euronymous να αφαιρεθούν οι μπασογραμμές του. Ο ντράμερ των Mayhem, Hellhammer, δήλωσε πως αφαίρεσαν μόνο το όνομά του από τα credits. Η παρουσία του Vikernes —του ανθρώπου που σκότωσε το βασικό μέλος της μπάντας— ενίσχυσε τη σκοτεινή φήμη του δίσκου. Παράλληλα, καθιέρωσε το άλμπουμ ως ένα μοναδικό τεκμήριο στην ιστορία του extreme metal. Η πορεία του από τη δημιουργία μέχρι την κυκλοφορία σφραγίστηκε από μουσική ιδιοφυΐα, προσωπικές ρήξεις και πραγματικό αίμα.
Ο Attila Csihar και η φωνή που στοιχειώνει
Μέσα σε αυτή την ταραγμένη περίοδο μπήκε ο Ούγγρος τραγουδιστής Attila Csihar, που ηχογράφησε ξανά τα φωνητικά πάνω στους στίχους του Dead. Η ερμηνεία του ήταν μακριά από κάθε τι συνηθισμένο. Συνδύασε ψαλμωδίες, τραχιά φωνή και θεατρικά ξεσπάσματα, δίνοντας στο άλμπουμ έναν χαρακτήρα που δεν έμοιαζε με τίποτα άλλο από την τότε σκηνή του black metal.
«Όταν το άκουσα για πρώτη φορά, έμεινα έκπληκτος. Μου άρεσε, φυσικά, αλλά ήταν τόσο διαφορετικό από ό,τι είχε κάνει κανείς μέχρι τότε», θυμήθηκε αργότερα ο Csihar. «Ακουγόταν τόσο ακραίο και καινούργιο, αλλά ένιωσα ότι μπορούσα να ταυτιστώ αμέσως με αυτό. Όπως είπα, ήταν μαγικό». Ξεχώρισε όχι μόνο για το φωνητικό του ύφος, αλλά και για την προθυμία του να προσεγγίσει το υλικό σαν ξένος. Σε μια σκηνή εμμονική με την τοπική αυθεντικότητα, η παρουσία του Csihar αποτέλεσε ρίσκο. Ωστόσο, αυτό το ρίσκο αποδείχθηκε απολύτως εύστοχο.
Η ψυχρή τελειότητα του ήχου
Σε μουσικό επίπεδο, το “De Mysteriis Dom Sathanas” δεν απομακρύνεται ουσιαστικά από την αισθητική του πρώιμου second-wave black metal. Εκείνο όμως που το κάνει να ξεχωρίζει από άλλες κυκλοφορίες της εποχής είναι η ακρίβεια στη σύνθεσή του. Ο Hellhammer παίζει ντραμς με αυτοσυγκράτηση αλλά εντυπωσιακή ένταση. Η κιθάρα του Euronymous, φέρνει μια παγερή, ευχάριστα παραφωνική αίσθηση. Αυτή η προσέγγιση το απομακρύνει από τη θορυβώδη και ακατέργαστη ενέργεια άλλων συγκροτημάτων όπως οι Darkthrone.
Πολλοί πιστεύουν πως ο ήχος του άλμπουμ προέκυψε από πρόχειρη, lo-fi ηχογράφηση. Στην πραγματικότητα, έγινε μεγάλη προσπάθεια στην παραγωγή του. Η ηχογράφηση έγινε στο θρυλικό στούντιο Grieghallen, με υπεύθυνο τον Eirik “Pytten” Hundvin. Χρησιμοποιήθηκαν ασυνήθιστες τοποθετήσεις μικροφώνων και μεγάλοι χώροι, κυρίως για τα ντραμς. Έτσι προέκυψε ένα ηχητικό τοπίο που έμοιαζε σπηλαιώδες και ασφυκτικό. Αυτό ενίσχυσε την απόκοσμη ατμόσφαιρα του δίσκου. Τίποτα δεν έγινε τυχαία· όλα σχεδιάστηκαν ώστε να αποπνέουν ψυχρότητα και απομόνωση.
Παρά τη φήμη του, το “De Mysteriis Dom Sathanas” δεν είναι ένα άλμπουμ γεμάτο ωμή ηχητική βία. Έχει φτιαχτεί με στόχο τη σαφήνεια και την καθαρή δομή. Οι κιθάρες είναι προσεκτικά ενορχηστρωμένες και χτίζουν ένα συμπαγές ηχητικό πεδίο. Τα ντραμς ακούγονται καθαρά, με κάθε λεπτομέρεια στη σωστή θέση. Ακόμα και το μπάσο, παρότι μιξαρισμένο χαμηλά, παραμένει αρκετά δυνατό ώστε να δίνει κίνηση σε κάθε κομμάτι. Η προσοχή στον ήχο και τη σύνθεση συχνά υποτιμάται λόγω της σκοτεινής ιστορίας του δίσκου. Όμως αυτό το στοιχείο είναι καθοριστικό για τη διάρκειά του στον χρόνο. Όπως είπε αργότερα ο Csihar: «Νομίζω πως η μουσική από μόνη της είναι μυστικιστική. Κι αυτό το άλμπουμ είναι σίγουρα πολύ μυστικιστικό. Είναι κάτι μαγικό. Είναι σαν να ανοίγει μια πύλη σε μια άλλη διάσταση».

Τα τραγούδια του άλμπουμ – συνολικά οκτώ – κινούνται από αναγνωρίσιμα μέχρι υπόγεια απειλητικά. Κομμάτια όπως τα “Freezing Moon” και “Funeral Fog” θεωρούνται πλέον κλασικά του black metal. Συχνά διασκευάζονται και αναφέρονται από νεότερες μπάντες που θέλουν να αναπαράγουν την ατμόσφαιρά τους. Άλλα, όπως το “Buried by Time and Dust” και το ομώνυμο “De Mysteriis Dom Sathanas“, δείχνουν κάτι διαφορετικό. Οι Mayhem αλλάζουν ύφος με άνεση, περνώντας από riff με έντονο groove σε σκηνές καθαρού ηχητικού χάους. Ακόμα και στις πιο εκρηκτικές στιγμές, υπάρχει μια σαφής αίσθηση ελέγχου.
Η ιστορική σημασία του “De Mysteriis Dom Sathanas” δεν προκύπτει μόνο από τον ήχο ή το παρελθόν του. Ο δίσκος είναι αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης ιδεών και χαρακτήρων, που σημάδεψε τη νορβηγική black metal σκηνή. Το πιο έντονο παράδειγμα αυτής της σύγκρουσης ήταν η κλιμακούμενη ένταση ανάμεσα στον Euronymous και τον Vikernes. Ο πρώτος αντιμετώπιζε τον σατανισμό ως αισθητική και προβοκατόρικη δήλωση. Ο δεύτερος, όμως, προώθησε ανοιχτά ρατσιστικές και νεοπαγανιστικές απόψεις με πολιτικό φορτίο.
Οι διαφορετικοί δρόμοι που ακολούθησαν δεν κατέστρεψαν μόνο τη σχέση τους. Άνοιξαν και ένα ρήγμα στην ταυτότητα του black metal. Η σκηνή φάνηκε να χωρίζεται ανάμεσα στη θεατρική υπερβολή και την ακραία, φασιστική πολιτικοποίηση. Ο φόνος που ακολούθησε δεν ήταν μια απλή παρέκκλιση. Έμοιαζε περισσότερο με τη βίαιη αποκρυστάλλωση των πιο σκοτεινών στοιχείων της κουλτούρας. Για πολλούς, εκείνη τη στιγμή η μουσική σταμάτησε να είναι ξεχωριστή από τα περιστατικά που τη συνόδευαν. Παρ’ όλα αυτά, και μέσα από την κατάρρευση, το άλμπουμ έμεινε ως τεκμήριο των ασταθών και αντιφατικών δυνάμεων που το γέννησαν.
Η κληρονομιά ενός καταραμένου έργου
Το “De Mysteriis Dom Sathanas” δημιουργήθηκε μέσα σε συνθήκες έντονης ψυχολογικής και κοινωνικής πίεσης. Συμμετείχαν άνθρωποι που, συχνά, δρούσαν ο ένας ενάντια στον άλλον. Παρ’ όλα αυτά, το άλμπουμ ολοκληρώθηκε. Κι αυτό, από μόνο του, μοιάζει απίστευτο. Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι, δεκαετίες μετά, εξακολουθεί να εμπνέει μουσικούς σε όλο τον κόσμο. Και δικαίως θεωρείται από ακρετούς το απόλυτο άλμπουμ του black metal.

Από τότε που κυκλοφόρησε, οι Mayhem έχουν περάσει πολλές αλλαγές. Νέα μέλη μπήκαν, άλλα αποχώρησαν. Το μουσικό τους ύφος εξελίχθηκε. Παρ’ όλα αυτά, κανένα επόμενο άλμπουμ δεν είχε τον ίδιο αντίκτυπο. Αυτό δεν μειώνει τη σημασία της μετέπειτα δισκογραφίας. Αντίθετα, επιβεβαιώνει πως οι συνθήκες που δημιούργησαν το “De Mysteriis Dom Sathanas” δεν μπορούν να επαναληφθούν.
Σήμερα, το άλμπουμ παρουσιάζεται συχνά ολόκληρο σε φεστιβάλ και επετειακές περιοδείες. Αυτές οι ζωντανές εμφανίσεις, όσο καλοφτιαγμένες κι αν είναι, δεν μπορούν να αποδώσουν τις συνθήκες της αρχικής δημιουργίας. Αυτό που προσφέρουν όμως είναι μια ευκαιρία να ξαναβιώσει κανείς ένα τεχνούργημα του χάους. Ένα έργο που γεννήθηκε σε συγκεκριμένη εποχή, μέσα σε ιδιαίτερες και ανησυχητικές συνθήκες, και καθιερώθηκε ως ένα από τα πιο επιδραστικά του extreme metal. «Ναι, είναι, αλλά γιατί να μην το κάνουμε;» είπε ο Csihar σχετικά με την απόφαση να παίξουν το άλμπουμ ζωντανά, δεκαετίες μετά. «Είναι ένας μαγικός δίσκος και, φυσικά, κουβαλά μεγάλη ιστορία με όλα όσα συνέβησαν. Αλλά η μουσική εξακολουθεί να ξεχωρίζει ως το σημαντικότερο κομμάτι. Και παραμένω πολύ περήφανος για αυτό».
Το “De Mysteriis Dom Sathanas” των Mayhem δεν είναι απλώς ένα άλμπουμ μέσα στην ιστορία του black metal. Αποτελεί ιστορικό γεγονός και ταυτόχρονα ηχητικό ντοκουμέντο μιας μπάντας που βρισκόταν στο χείλος της διάλυσης, σε μια εποχή όπου ολόκληρη η σκηνή έβραζε από ένταση. Το άλμπουμ εξακολουθεί να επηρεάζει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη μουσική που γεννιέται μέσα από ταραχές. Ταυτόχρονα, δείχνει πώς η ακραία τέχνη μπορεί να επιβιώσει, ακόμα κι όταν περιβάλλεται από βία και καταστροφή.
Artist: Morrissey
Album: I Am Not a Dog on a Chain
Label: BMG
Release Date: 20/03/2020
Genre: Indie Rock
Artist: Mayhem
Album: De Mysteriis Dom Sathanas
Label: Deathlike Silence Productions
Release Date: 24/05/1994
Genre: Black metal
1. Funeral Fog
2. Freezing Moon
3. Cursed in Eternity
4. Pagan Fears
5. Life Eternal
6. From the Dark Past
7. Buried by Time and Dust
8. De Mysteriis Dom Sathanas
Producer: Pytten, Euronymous, Hellhammer
Mayhem: Attila Csihar (Φωνή), Euronymous (Κιθάρα), Hellhammer (Τύμπανα)
Υ.Γ. 1: Η ταινία “Lords of Chaos” μπορεί να μοιάζει με καρικατούρα, όμως σε ένα σημείο πέτυχε διάνα. Ο Euronymous, μέχρι τα 25 του, είχε ήδη χαράξει τον πιο χαρακτηριστικό δρόμο του νορβηγικού extreme metal. Δεν έχει σημασία αν τον θυμάται κανείς σαν θύμα, σαν ιδεολόγο ή σαν φιγούρα του χάους. Αυτό που άφησε πίσω του παραμένει αδιαπραγμάτευτο: ένα άλμπουμ που γράφτηκε μέσα στη φωτιά και ακούγεται ακόμα σαν κατάρα.
Υ.Γ. 2: Ο δίσκος ηχογραφήθηκε μαζί με τον Vikernes στο μπάσο, αλλά όλες οι συνθέσεις ήταν του Euronymous.
Υ.Γ. 3: Είναι σχεδόν κωμικό που οι Mayhem σήμερα αυτοαποκαλούνται “The True Mayhem”. Σαν να έφευγε ο Steve Harris από τους Iron Maiden και οι υπόλοιποι να συνέχιζαν ως “The True Iron Maiden”. Ακόμα πιο αστείο αν σκεφτεί κανείς ότι ο Necrobutcher όχι μόνο δεν έγραψε ούτε μία νότα στο magnum opus τους, αλλά δεν φαίνεται να έχει συνθέσει τίποτα γενικά—και ούτε καν ηχογράφησε τότε. Ναι, τον είχαν διώξει.