Παραγματικά δεν ξέρω τι συμβαίνει με την DC, αλλά με έναν μαγικό τρόπο καταφέρνει να βγάζει συνεχώς αδιάφορες ταινίες. Τελευταία της προσθήκη είναι το “Blue Beetle”, το οποίο δεν είναι κακό. Παραδόξως, στην περίπτωση του αυτό είναι αρνητικό. Πιθανότατα σας έχω μπέρδεψει, οπότε θα το εξηγήσω λίγο καλύτερα. Όταν μία ταινία είναι κακή, τότε, ακόμα και με αρνητικό τρόπο έχει καταφέρει να ιντριγκάρει αυτόν που την παρακολούθησε. Το “Blue Beetle” είναι μία ταινία που θα δεις για δύο ώρες, την ώρα που τη βλέπεις θα τσεκάρεις τα mails σου, θα παραγγείλεις τρία τέσσερα άχρηστα πράγματα από το Shein και σε μία εβδομάδα θα την έχεις ξεχάσει.
Έγραφα στο Guardians of the Galaxy ότι έχω την εντύπωση πως το υπερηρωικό genre πνέει τα λοίσθια. Τα studios σε μία προσπάθειά τους να το κρατήσουν ζωντανό, επιστρατεύουν χαρακτήρες από το δεύτερο και το τρίτο ράφι. Στην περίπτωση του “Blue Beetle”, είναι εκνευριστική η προσπάθεια της ταινίας να μιλήσει στους Μεξικανούς μετανάστες. Τη χαρακτηρίζω εκνευριστική διότι το κάνει μέσα από ενοχλητικά κλισέ. Είναι φανερό ότι ποτέ της δεν ασχολήθηκε πραγματικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αυτοί οι άνθρωποι στην καθημερινότητά τους.
Στην Παλμέρα, το Μαϊάμι της DC, εδρεύει και η οικογένεια Kord. Η Βικτόρια (Susan Sarandon) που διευθύνει τον όμιλο Kord Industries και η Τζένι (Bruna Marquezine), κόρη του αγνοούμενου αδελφού της. Η θεία είναι και ο κακός της υπόθεσης, καθώς έχει επικεντρωθεί στην παραγωγή όπλων και έχει βρει ένα σκαθάρι εξωγήινης προέλευσης με το οποίο μπορεί δυνητικά να κάνει πολύ ισχυρότερο το εμπόρευμα της Kord Industries. Αυτό δεν αρέσει καθόλου στην Τζένι, αλλά οι επιλογές της είναι περιορισμένες. Δεδομένου ότι δεν έχει ιδιαίτερη εξουσία στην εταιρεία, κλέβει το σκαθάρι και το παραδίδει στον Χάιμε, ο οποίος περνούσε από τα γραφεία της εταιρείας για μία συνέντευξη για δουλειά.
Ο Χάιμε υποτίθεται ότι πρέπει μόνο να προσέχει το συσκευασμένο αντικείμενο, αλλά κατόπιν παρότρυνσης της οικογένειάς του ανοίγει το κουτί, οπότε το εξωγήινο σκαθάρι συγχωνεύεται με το σώμα του και του δίνει υπερδυνάμεις. Δυστυχώς, η Βικτόρια το μαθαίνει και το κυνήγι ξεκινά.
Στην Παλμέρα, το Μαϊάμι της DC, εδρεύει και η οικογένεια Kord. Η Βικτόρια (Susan Sarandon) που διευθύνει τον όμιλο Kord Industries και η Τζένι (Bruna Marquezine), κόρη του αγνοούμενου αδελφού της. Η θεία είναι και ο κακός της υπόθεσης, καθώς έχει επικεντρωθεί στην παραγωγή όπλων και έχει βρει ένα σκαθάρι εξωγήινης προέλευσης με το οποίο μπορεί δυνητικά να κάνει πολύ ισχυρότερο το εμπόρευμα της Kord Industries. Αυτό δεν αρέσει καθόλου στην Τζένι, αλλά οι επιλογές της είναι περιορισμένες. Δεδομένου ότι δεν έχει ιδιαίτερη εξουσία στην εταιρεία, κλέβει το σκαθάρι και το παραδίδει στον Χάιμε, ο οποίος περνούσε από τα γραφεία της εταιρείας για μία συνέντευξη για δουλειά.
Ο Χάιμε υποτίθεται ότι πρέπει μόνο να προσέχει το συσκευασμένο αντικείμενο, αλλά κατόπιν παρότρυνσης της οικογένειάς του ανοίγει το κουτί, οπότε το εξωγήινο σκαθάρι συγχωνεύεται με το σώμα του και του δίνει υπερδυνάμεις. Δυστυχώς, η Βικτόρια το μαθαίνει και το κυνήγι ξεκινά.
Το “Blue Beetle” μπορεί να έχει το μειονέκτημα της κυκλοφορίας σε μια εποχή που υπάρχει ένας υπερκορεσμός από υπερήρωες, αλλά και αυτό δε λειτουργεί ως ελαφρυντικό. Το όλο πράγμα μοιάζει απλώς με απομίμηση άλλων επιτυχημένων ταινιών του είδους. Υπάρχει ο νεαρός ήρωας που παλεύει με τις νέες του δυνάμεις (Spider-Man). H μάλλον ακούσια εξωγήινη παρουσία στο ίδιο του το σώμα (Venom). H ικανότητα να παράγει όπλα από τη στολή του (Green Lantern, Venom). Επίσης, μεγάλο μέρος της αλληλεπίδρασης του Χάιμε με τη στολή του, έχει έντονα “Iron Man” vibes.
Μπορώ να τα προσπεράσω όλα αυτά. Aκόμα και αν το κάνω, υπάρχουν τόσα πολλά ακόμα κλισέ που κουράζουν ανυπόφορα. Νεκροί και αγνοούμενοι γονείς από την πλευρά των συμπαθητικών χαρακτήρων; Check. Συνηθισμένο origin story με τον πρωταγωνιστή να γίνεται ακούσια ήρωας και τον κακό να τον κυνηγάει για να του αποσπάσει αυτό που του δίνει τις δυνάμεις του; Check. Υποχρεωτική ιστορία αγάπης μεταξύ του αδικημένου από τη ζωή πρωταγωνιστή και ενός κοριτσιού που φαινομενικά έχει τα πάντα; Check. Aστείοι συμπληρωματικοί χαρακτήρες οι οποίοι στο τέλος χρησιμοποιούνται ως άσοι στο μανίκι του πρωταγωνιστή; Check.
Ξέρετε, ακόμα και αυτά θα μπορούσα να υπομείνω, αν ήταν δεμένα με έναν λογικό τρόπο μεταξύ τους. Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα όταν το “Blue Beetle” «ενσωματώνει» και κοινωνικό σχολιασμό. Το κάνει με ξύλινο τρόπο και μέσω επαναλαμβανόμενων διαλόγων για το πώς οι πλούσιες εταιρείες πλουτίζουν εις βάρος των λιγότερο προνομιούχων λατινοαμερικάνικων. Κάτι που δεν είναι λάθος ως προς το περιεχόμενο, αλλά σπάνια έχει γίνει τόσο ατσούμπαλα και πρόχειρα όσο εδώ. Μιας και είπαμε για λατινοαμερικάνικη κοινότητα: εκτός από την οικογένεια Ρέγιες, σε δύο ώρες ταινία δε συναντούμε καμία άλλη. Οπότε, στο τέλος που αυτές εμφανίζονται για να βοηθήσουν την οικογένεια, το αίσθημα αλληλεγγύης που θέλει να περάσει η ταινία, φαίνεται υπερβολικά άνοστο και αμήχανο.
Από την άλλη πλευρά, βλέπουμε πολλά από την οικογένεια Reyes, η οποία βοηθάει συνεχώς τον Jaime και μάλιστα συμμετέχει στη μάχη κατά των κακών στο φινάλε. Εδώ πάλι έχουμε σωρεία κακών αστείων. Γιαγιάδες με πυροβόλα όπλα. Ένα άρμα μάχης σε σχήμα σκαθαριού με ένα όπλο κλανιάς. Εικασίες για το αν ο εξωγήινος σκαραβαίος μπορεί να έχει μπει στο σώμα του Χάιμε μέσω του κ@λου του.
Οι σκηνές δράσης είναι απλώς βαρετά μαζεμένα shoot-’em-ups και punch-’em-ups, σκηνοθετημένα με εντελώς ανέμπνευστο τρόπο. Το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της δράσης πατά στο CGI μπορεί να είναι στη φύση του sci-fi χαρακτήρα του φιλμ, αλλά έχουμε δει αντίστοιχες ταινίες να έχουν προσπαθήσει για μια πολύ πιο ρεαλιστική προσέγγιση, ευφάνταστη σκηνοθεσία ή τουλάχιστον πρωτότυπα visuals. Δυστυχώς, στο “Blue Beetle” όλα αυτά λάμπουν διά της απουσίας τους.
Η ερμηνεία του Xolo Maridueña σε κάνει πραγματικά να αναρωτιέσαι πότε θα βαρεθεί να παίζει τον ίδιο ρόλο. Στο “Blue Beetle” παίζει μια παραλλαγή του ρόλου του στο “Cobra Kai”, ως ένας σκληροτράχηλος ιδεαλιστής που παλεύει με τα προβλήματα της ζωής και της καθημερινότητας. Η Bruna Marquezine στέκεται στον διόλου απαιτητικό της ρόλο, ενώ η Σούζαν Σάραντον δίνει μια κλισέ ερμηνεία ως το αφεντικό μίας evil corporation. Ο George Lopez και η Belissa Escobedo είναι πειστικοί στον ρόλο τους ενώ η υπόλοιπη οικογένεια Reyes είναι περισσότερο ενοχλητική παρά fun to watch.
Συνοψίζοντας, το “Blue Beetle” είναι σοκαριστικά ανέμπνευστο, ξύλινα γραμμένο και αδέξια σκηνοθετημένο. Ο Xolo Maridueña που φαινομενικά ήταν ένα από τα δυνατά σημεία του “Blue Beetle”, σπαταλιέται με άκομψο τρόπο και τελικά, μία ταινία που ήθελε να εξυψώσει τη Μεξικάνικη κουλτούρα, καταλήγει να την προσβάλλει.