Ας υποθέσουμε ότι μπροστά σου έχεις ένα καζάνι και πρέπει να αναμείξεις μερικά συστατικά. Βάλε πολύ girl power, αρκετή Ιαπωνία, λίγο παραπάνω ξύλο. Και αίμα. Πολύ αίμα. Πάρα πολύ αίμα. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Φυσικά, το “Kill Bill Volume I“ του Quentin Tarantino, που φέτος κλείνει 20 (!!!) χρόνια από την πρώτη προβολή του στους κινηματογράφους.
Ο Quentin Tarantino αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της γενιάς του και κανένας δεν μπορεί να το αμφισβητήσει. Ακόμα κι αν δεν έχεις σε εκτίμηση τη φιλμογραφία του ή τον ίδιο, δεν μπορείς παρά να τον σεβαστείς. O Αμερικανός σκηνοθέτης είχε ήδη στις πλάτες του το “Pulp Fiction“, το οποίο άλλαξε μια για πάντα την ποπ κουλτούρα. “Κουβαλούσε”, επίσης, μαζί του και τα εξαιρετικά υποτιμημένα “Reservoir Dogs” και “Jackie Brown“.
Το 2003 ήταν η χρονιά που θα δημιουργούσε μία από τις καλύτερές του ταινίες μέχρι και σήμερα. Είναι εύκολα στο Top 3 της φιλμογραφίας του – για εμένα είναι η πρώτη με διαφορά. Kill Bill, λοιπόν.
Μετά από τέσσερα χρόνια σε κωματώδη κατάσταση, η «Νύφη» έχει ως στόχο να εκδικηθεί την Deadly Assassination Viper Squad. Η ομάδα αυτή αποτελείται από τους -πρώην πια- πληρωμένους δολοφόνους συναδέλφους της και τον πρώην σύντροφό της, Bill, ο οποίος είναι και ο αρχηγός τους. Μετά την επίθεση που δέχτηκε την ημέρα του γάμου της στο El Paso (εξ ου και το ψευδώνυμο «Νύφη») θα πάρει το αίμα της πίσω. Τόσο για το θάνατο του συντρόφου της και των οικείων της, όσο και για την προδοσία που υπέστη.
Eνα μεγάλο μέρος του "Kill Bill vol. I" γυρίστηκε στα Shaw Studios, επειδή ο Tarantino ήθελε με αυτόν τον τρόπο να τα τιμήσει
Ο Quentin Tarantino έχει δείξει πόσο αγαπάει την Ασία. Και στο “Kill Bill”, η αλήθεια είναι πως δεν τσιγκουνεύτηκε τις αναφορές στον κινηματογράφο της. H βασικότερη όλων αφορά το “Lady Snowblood” και φαίνεται πως ήταν τεράστια η επιρροή της. Σε βαθμό, μάλιστα, που ο Tarantino ζητούσε από τους ηθοποιούς να παρακολουθούν την ταινία στις παύσεις των γυρισμάτων.
Φυσικά, δεν μπορεί να μη γίνει λόγος για τη στολή της Νύφης (Uma Thurman), η οποία είναι εμπνευσμένη από τη στολή που φορούσε ο Bruce Lee στην τελευταία του ταινία, το “Game Of Death“. Επίσης, ένα μεγάλο μέρος της ταινίας γυρίστηκε στα Shaw Studios. Ο Tarantino ήθελε με αυτόν τον τρόπο να τιμήσει τα studios, αφού είναι ταγμένος φαν των ταινιών που γυρίστηκαν εκεί.
Τέσσερα χρόνια στο νοσοκομείο, σε κωματώδη κατάσταση, παραλίγο δολοφονημένη από τους συναδέλφους της και με νεκρό το αγέννητο παιδί της. Είναι αρκετοί λόγοι για να θέλει η Νύφη να πάρει εκδίκηση. Revenge is a dish best served cold. Αλλά, επειδή είναι badass και μόνη της, από το νοσοκομείο βγήκε, και το αυτοκίνητο του νοσοκόμου που τη βίαζε όσο ήταν σε κώμα πήρε (την πόρτα που έτρωγε ανελέητα την ευχαριστήθηκε απ’ ότι φαίνεται). Είχε πρόγραμμα. Σοβαρά.
Ο Tarantino μισεί τις τοποθετήσεις προϊόντων και πάντα δημιουργεί δικές του
Έφτιαξε μια λίστα με τα πέντε άτομα που έπρεπε να εκδικηθεί και να πληρώσουν με τη ζωή τους:
- O- Ren Ishii (κωδικό όνομα: Cottonmouth)
- Vernita Green (κωδικό όνομα: Copperhead)
- Budd (κωδικό όνομα: Sidewinder)
- Elle Driver (κωδικό όνομα: California Mountain Snake)
- BILL (κωδικό όνομα: Snake Charmer)
To κωδικό όνομα της Beatrix Kiddo (όπως ονομάζεται κανονικά) είναι Black Mamba. Είναι το πιο δηλητηριώδες φίδι και συμβολίζει το πόσο επικίνδυνη είναι ως δολοφόνος. Στο πρώτο μέρος της ταινίας, ενώ βλέπουμε για λίγο την Elle και ακούμε στην ίδια σκηνή τον Bill, η ταινία συστήνει επίσημα, μόνο τις δύο πρώτες, την Vernita και την O-Ren. Η Copperhead δεν αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στην ταινία, αλλά μάθαμε πως άφησε πίσω της την ιδιότητα της δολοφόνου μετά το μακελειό στο El Paso. Έκανε οικογένεια, απέκτησε και ένα παιδί. Μέχρι που εμφανίστηκε η Νύφη στην πόρτα της, και ξεκίνησαν τα μπουκέτα, σε σημείο να καταλήξουν αιμόφυρτες.
Αφού επιστρέφει η κόρη της από το σχολείο, αποφασίζουν να κάνουν μια «ανακωχή», χάριν της μικρής. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως η Νύφη δε θα σκότωνε την Vernita. Η δεύτερη πάντα ζήλευε που δεν είχε το ψευδώνυμο Black Mamba, λόγω της υπεροχής και κυρίως, επειδή ήταν μαύρη και η ίδια. Αποκορύφωμα της σεκάνς, λίγο πριν το θάνατο της Vernita, όταν σερβίρει τα δημητριακά βγάζοντας μέσα από το κουτί ένα όπλο και πυροβολεί τη Νύφη. Το κουτί πάνω γράφει “Kaboom!”. Ο Tarantino μισεί τις τοποθετήσεις προϊόντων και πάντα δημιουργεί δικές του -ευφάνταστη η συγκεκριμένη.
Στο σύνολό του, το "Kill Bill" διήρκησε γύρω στις τέσσερις ώρες, με αποτέλεσμα να πρέπει να γίνει διμερής για να διανεμηθεί και να μην κοπεί καμία σκηνή
O χαρακτήρας της O-Ren Ishii είναι αρκετά οξυδερκής μεν, με την εκδίκηση στο αίμα δε. Στην επτάλεπτη αριστουργηματική απεικόνιση της παιδικής της ηλικίας, φάνηκε πόσο δύσκολη ήταν η ζωή της. Αναδείχθηκε, επίσης, πώς από μικρή ηλικία κατάφερε να γίνει μια από τις καλύτερες και πιο αδίστακτες δολοφόνους.
Στο πλάι της έχει τη συμμορία της, Crazy 88, και για δεξί της χέρι την «Half French – Half Japanese» Sofie Fatale. Προεξάρχουσα των συμμοριτών είναι η Gogo Yubari, μία 17χρονη μαθήτρια, η οποία είναι αρκετά επιδέξια δολοφόνος. O Tarantino επέλεξε την Chiaki Kuriyama, την ηθοποιό που ενσαρκώνει την Gogo μετά τη συμμετοχή της στο Battle Royale (2000), η οποία είναι από τις αγαπημένες του ταινίες.
Στη μάχη της με την Νύφη, ξεκίνησε με υπεροψία και σιγουριά πως δεν υπάρχει περίπτωση να νικηθεί. Μάλιστα, τη χλευάζει, λέγοντάς της, αφού την τραυματίζει “Silly Caucasian girl likes to play with Samurai Swords”. Στην πραγματικότητα, όμως, είχαν και οι δύο αμέριστο σεβασμό η μια προς την άλλη. Η O-Ren γνώριζε τις δυνατότητες της Νύφης και πάντα τη θεωρούσε δυνατή, ενώ η Νύφη ήξερε ότι δεν είχε κάποια αδύναμη απέναντί της. Άλλωστε, δεν ήταν τυχαία η επιλογή της από τον Bill, σωστά;
Στην πραγματικότητα, η ταινία είναι ενιαία. Στο σύνολό της διήρκησε γύρω στις τέσσερις ώρες, με αποτέλεσμα να πρέπει να γίνει διμερής για να διανεμηθεί και για να μην κοπεί καμία σκηνή. Έτσι το δεύτερο μέρος βγήκε έξι μήνες μετά. To 2006 κυκλοφόρησε το Kill Bill: The Whole Bloody Affair, στο οποίο βλέπουμε πιο καθαρά τις σκηνές που είχαν καλύψει, προκειμένου να μην φαίνονται τόσο gore στο πρώτο μέρος.
Μυστήριο εξακολουθεί να είναι ακόμα αν ο πιλότος, για τον οποίο έκανε οντισιόν η Mia Wallace στο Pulp Fiction, είχε ακριβείς αναφορές στην Deadly Viper Assassination Squad.
Στην τελική μάχη ανάμεσα στη Νύφη και την O-Ren Ishii, η δεύτερη αναφέρει πως τα σπαθιά διατηρούνται, σε αντίθεση με τους ανθρώπους. Κι αν η Νύφη σπαταλήσει όλη της την ενέργεια, δεν θα αντέξει στη μάχη παραπάνω από πέντε λεπτά. Η αρχή της μάχης, μέχρι και το τέλος της, διήρκησε 4:59. Fucking genius. Δε χωράει αμφιβολία πως σε κάθε του ταινία ο Tarantino φροντίζει να έχει άψογα soundtracks. Και στο Kill Bill, δε γινόταν να απουσιάζουν.
Υπάρχει καλύτερο μουσικό ντύσιμο για την τελική μάχη ανάμεσα στη Νύφη και την O-Ren Ishii; Η απάντηση είναι όχι. Είναι ένα αρκετά feelgood κομμάτι, το οποίο έρχεται σε αντίθεση με τη μάχη -και σίγουρα με την κατάληξή της. Το “The Lonely Shepherd” ακούγεται δύο φορές στην ταινία. H μία είναι στην σκηνή, που ο Hattori Hanzo αναφέρεται στον Bill και στην έγκριση να δημιουργηθεί ένα νέο κατάνα από τον ίδιο, αλλά και στην τελική σκηνή της ταινίας. Αρκετά ατμοσφαιρικό, με εξαιρετική ενορχήστρωση. Καταφέρνει να σε βάλει αμέσως στο mood και των δύο σκηνών.
Δεν ξέρω καν αν χρειάζεται να μιλήσω. To “Battle Without Honor Or Humanity” από τον εξαιρετικό Tomoyasu Hotei θα ήταν η μοναδική επιλογή που θα στήριζε την είσοδο της O-Ren Ishii με τους Crazy 88 στο House Of Blue Leaves.
Λίγο τα πλάνα, λίγο τα zoom in, λίγο το badass slow motion που θα ζήλευες και θα ήθελες να είσαι μέσα στο crew τους, είναι μερικά από τα στοιχεία που το κάνουν το καλύτερο soundtrack της ταινίας του Tarantino. Επίσης, ο τίτλος του κομματιού είναι αναφορά στην σειρά ταινιών του Kinji Fukasaku, Battles Without Honor and Humanity.
To Kill Bill αποτελεί μία από τις καλύτερες ταινίες του είδους. Περιέχει gore (που ποτέ δεν είναι αρκετό), αρκετά φεμινιστικά στοιχεία (ποτέ δεν κατάλαβα γιατί θεωρείτο σεξιστής ο Tarantino, εφόσον είχε πάντα δυναμικές πρωταγωνίστριες) και σίγουρα θέματα, τα οποία αναλύει με τον τρόπο του. Πλέον είναι ξεχωριστά η εκδίκηση, η προδοσία αλλά και η εμπιστοσύνη που έχει κανείς απέναντι στον άλλον. Για τα 20 της χρόνια προτείνω ανεπιφύλακτα να ανατρέξετε σε μία ακόμα προβολή της. Είναι τόσο exciting όσο τη θυμάστε. Όσα πάλι δεν το έχετε δει, κάντε το χθες.