Morbid Angel: Domination | Σαν να ηχογραφείς μέσα σε καταφύγιο
Όταν οι Morbid Angel κυκλοφόρησαν το “Domination” το 1995, απομακρύνθηκαν από τις τάσεις που επικρατούσαν τότε στη σκηνή. Εκείνη την περίοδο, το death metal άρχιζε να κατακερματίζεται σε διαφορετικές κατευθύνσεις λόγω του αυξανόμενου αριθμού μπαντών και τη διάδοση του είδους. Το τεχνικό ύφος γινόταν πιο περίπλοκο και δυσνόητο για τον μέσο ακροατή. Μπάντες όπως οι Suffocation και οι Cryptopsy επικεντρώνονταν σε ταχύτητα και τεχνική. Άλλες στράφηκαν σε πιο ρυθμικό ήχο ή δοκίμασαν crossover στοιχεία. Ταυτόχρονα, αρκετοί μουσικοί πειραματίζονταν με πιο μελωδικό και ατμοσφαιρικό ήχο, φέρνοντας νωρίς τον ήχο που θα κυριαρχούσε στα τέλη της δεκαετίας.
Αλλαγή κατεύθυνσης σε μια εποχή αναζήτησης
Σε αυτό το πλαίσιο, οι Morbid Angel ακολούθησαν μια διακριτή πορεία. Μετά από χρόνια στο επίκεντρο του πιο σκληρού και επιθετικού death metal, η μπάντα από τη Florida έκανε κάτι ανατρεπτικό. Αντί να επιταχύνουν ή να ενισχύσουν την ένταση, μείωσαν το τέμπο. Το “Domination” συγκροτήθηκε με σκοπό να δώσει βάθος στον ήχο τους. Οι Morbid Angel επέλεξαν να ελέγξουν τη δυναμική τους και να δώσουν έμφαση στη δομή. Το κοινό, συνηθισμένο σε αδιάκοπη επιθετικότητα, ήρθε αντιμέτωπο με κάτι διαφορετικό: έναν ήχο βαρύ, υπολογισμένο και με διάρκεια.
Το ζήτημα δεν περιοριζόταν στη μουσική. Είχε να κάνει με τον τρόπο προσέγγισης. Ο αυθορμητισμός και ο ωμός ήχος των πρώτων τους κυκλοφοριών είχαν εξαφανιστεί. Στη θέση τους εμφανίστηκε μια αυστηρά δομημένη μορφή έντασης. Οι ρυθμοί ήταν αργοί, ασφυκτικοί και έδιναν την αίσθηση πως σε παγιδεύουν. Η mid-tempo προσέγγιση έχτιζε την ένταση αργά και τα κομμάτια γίνονταν βαριά χωρίς να ξεσπούν απότομα. Το “Domination”, έτσι όπως χτίστηκε, έμοιαζε περισσότερο με σχέδιο τακτικής παρά με κλασικό άλμπουμ. Θύμιζε προσεκτικά «οργανωμένη εκστρατεία πάνω στα ερείπια» της πρώτης μεγάλης εποχής του death metal.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90, το death metal έμπαινε σε μία μεταβατική φάση. Η αρχική του έκρηξη είχε οδηγήσει σε υπερπροσφορά, κόπωση στις δισκογραφικές και μια στροφή είτε προς τον εμπορικό ήχο είτε προς την υπερβολή. Οι Morbid Angel, αμέσως μετά την επιτυχία του “Covenant”, βρέθηκαν στο επίκεντρο αυτής της αναστάτωσης. Έτσι, αντί να κυνηγήσουν ξανά την ίδια φόρμουλα, αποφάσισαν να αλλάξουν κατεύθυνση.
Ο ρόλος του Rutan και η ηχητική αναδόμηση
Καθοριστικό ρόλο στη στροφή του ήχου έπαιξε ο Erik Rutan. Προερχόμενος από τους Ripping Corpse, μπήκε απευθείας στον δημιουργικό πυρήνα των Morbid Angel. Η εμπειρία του σε πιο χαοτικές συνθέσεις μετουσιώθηκε σε πιο μελετημένες λύσεις. Έφερε στρωματώσεις και αντιθέσεις που ενίσχυσαν την ασφυκτική ατμόσφαιρα του “Domination”. Αντί να μεταφέρει απλώς την έντασή του, την προσάρμοσε σε έναν ήχο με βάθος και όγκο. Η συνεργασία του με τον Trey Azagthoth είχε σχεδιαστικό χαρακτήρα. Τα κομμάτια σχεδιάζονταν με ακρίβεια, με στόχο κάθε riff να έχει συγκεκριμένο ρόλο στη σύνθεση.

Η ηχογράφηση έγινε στα Morrisound Studios, όμως η διαδικασία δεν ακολούθησε τη συνήθη ρουτίνα. Οι ηχογραφήσεις διαρκούσαν συχνά μέχρι το ξημέρωμα. Ο Rutan και ο Azagthoth συνέχιζαν να προσθέτουν κιθαριστικά στρώματα όταν όλα έξω είχαν ησυχάσει. Ο παραγωγός Bill Kennedy, άπειρος από death metal, είχε δουλέψει στο “The Downward Spiral” των Nine Inch Nails. Η εμπειρία του με industrial ήχους και πολυεπίπεδα mixes επηρέασε καθοριστικά τον ήχο του “Domination”. Αντί για τον ωμό και θολό ήχο που χαρακτήριζε το είδος στις αρχές των ’90s, ο Kennedy πρότεινε μια πιο καθαρή και οργανωμένη παραγωγή. Η σύγκριση με τον ωμό χαρακτήρα του “Altars of Madness” και την επιθετικότητα του “Covenant” δείχνει τη διαφορά. Επέλεξε σαφήνεια και βάθος, δίνοντας στο άλμπουμ ιδιαίτερη υπόσταση. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στον τρόπο που χειρίστηκε τις κιθάρες και τα ambient μέρη.
Δομή ενάντια στις προσδοκίες
Ακόμα και η δομή του άλμπουμ πήγαινε κόντρα στα στάνταρ του είδους. Πολλά death metal άλμπουμ στις αρχές των ’90s βασίζονταν σε διαδοχικά γρήγορα κομμάτια με συνεχή επιθετικότητα. Το “Domination” ακολούθησε άλλο δρόμο: επιβράδυνε σκόπιμα τον ρυθμό, εισήγαγε ambient περάσματα και έντονες δυναμικές μεταβολές. Εκεί που άλλα συγκροτήματα ξεκινούσαν με τα πιο γρήγορα κομμάτια, οι Morbid Angel προτίμησαν μια πιο σταδιακή ροή. Έδωσαν έμφαση στον χώρο, στην επανάληψη και στη δημιουργία έντασης αντί για συνεχές ξέσπασμα. Η αρχή γίνεται με το “Dominate”, που θέτει από νωρίς τον συγκρατημένο τόνο του δίσκου. Το “Where the Slime Live”, το πιο αναγνωρίσιμο κομμάτι, τραβά την προσοχή με την επαναληπτική του δομή και τη σκοτεινή ατμόσφαιρα. Έτσι, όταν έρχεται η ένταση —όπως στα “This Means War” και “Dawn of the Angry”— φαίνεται δικαιολογημένη. Έχει χτιστεί μέσα σε πίεση και ένταση και δεν ξεπροβάλλει απλώς για να προκαλέσει.
Μερικοί οπαδοί απογοητεύτηκαν. Ο έντονος μυστικισμός και η χαοτική ένταση των προηγούμενων άλμπουμ υποχώρησαν. Τη θέση τους πήραν πιο ακριβείς και στοχευμένες επιλογές. Οι στίχοι απομακρύνθηκαν από το μυθικό και το υπερβατικό. Επικεντρώθηκαν στη φθορά —σωματική, κοινωνική και ψυχική. Οι εσωτεριστικές αναφορές παρέμειναν, όμως πλέον μοιράζονταν τον χώρο με μια ψυχρή και αποστασιοποιημένη κοσμοθεωρία. Το ύφος έγινε πιο στοχαστικό και λιγότερο συναισθηματικό, χωρίς να χάνει τη δύναμή του.
Η αρχή του τέλους της κλασικής σύνθεσης των Morbid Angel
Και οι αντιδράσεις δεν περιορίστηκαν στους οπαδούς. Στα παρασκήνια, το άλμπουμ σηματοδότησε την αρχή μιας περιόδου αστάθειας. Λίγο μετά την περιοδεία για την προώθηση του “Domination”, ο David Vincent αποχώρησε από το συγκρότημα. Επικαλέστηκε δημιουργικές διαφωνίες και στράφηκε σε πρότζεκτ με industrial προσανατολισμό. Η αποχώρησή του άφησε κενό στην ταυτότητα και στη λειτουργία της μπάντας. Ο Erik Rutan, αν και είχε συμβάλει ουσιαστικά στον δίσκο, αποχώρησε κι εκείνος για να ιδρύσει τους Hate Eternal.
Η αποχώρησή τους επηρέασε περαιτέρω τη συνοχή των Morbid Angel. Αυτές οι αλλαγές οδήγησαν σε νέα σύνθεση και διαφορετικό μουσικό προσανατολισμό στο επόμενο άλμπουμ, “Formulas Fatal to the Flesh”. Στο άλμπουμ αυτό συμμετείχε ο Steve Tucker στα φωνητικά, ενώ ο ήχος κινήθηκε προς μια πιο σκληρή και εσωστρεφή προσέγγιση. Η μπάντα απομακρύνθηκε από τις πιο προσβάσιμες δομές του “Domination”. Ο Vincent, που είχε συνδεθεί στενά με την άνοδο των Morbid Angel, έφυγε οριστικά μετά την περιοδεία. Την ίδια περίοδο, εμφανίστηκαν δηλώσεις και συνεντεύξεις με εσωτερικές διαφωνίες για τη θεματική και ηχητική κατεύθυνση. Οι εντάσεις αυτές καθόρισαν την απόσταση ανάμεσα στο Domination και το επόμενο κεφάλαιο της μπάντας, τόσο σε ύφος όσο και σε φιλοσοφία.
Και οι αντιδράσεις δεν περιορίστηκαν στους οπαδούς. Στο παρασκήνιο, το άλμπουμ σηματοδότησε την αρχή μιας περιόδου αστάθειας. Λίγο μετά την περιοδεία για την προώθηση του “Domination”, ο David Vincent αποχώρησε από το συγκρότημα. Επικαλέστηκε δημιουργικές διαφωνίες και στράφηκε σε πρότζεκτ με industrial προσανατολισμό. Η απουσία του άφησε κενό στην ταυτότητα και στη λειτουργία της μπάντας. Ο Erik Rutan, αν και είχε συμβάλει ουσιαστικά στον δίσκο, αποχώρησε κι εκείνος για να ιδρύσει τους Hate Eternal.
Η αποχώρησή τους επηρέασε περαιτέρω τη συνοχή των Morbid Angel. Αυτές οι αλλαγές οδήγησαν σε νέα σύνθεση και διαφορετικό μουσικό προσανατολισμό στο επόμενο άλμπουμ, “Formulas Fatal to the Flesh”. Σε αυτό συμμετείχε ο Steve Tucker στα φωνητικά, ενώ ο ήχος κινήθηκε προς μια πιο σκληρή και εσωστρεφή προσέγγιση. Η μπάντα απομακρύνθηκε από τις πιο προσβάσιμες δομές του Domination. Την ίδια περίοδο, εμφανίστηκαν δηλώσεις και συνεντεύξεις με εσωτερικές διαφωνίες για τη θεματική και ηχητική κατεύθυνση.
Απόσταση, επιρροή και παρακαταθήκη
Το “Domination” επηρέασε ξεκάθαρα μεταγενέστερα συγκροτήματα που συνδύασαν ένταση με ατμόσφαιρα. Στα πρώτα άλμπουμ των Gojira, για παράδειγμα, οι mid-tempo ρυθμοί, οι πυκνές κιθάρες και η ασφυκτική δομή παραπέμπουν στην αισθητική του άλμπουμ. Το συγκεκριμένο ύφος πέρασε και σε νέα υποείδη, στα οποία η έμφαση δόθηκε στον όγκο και την αίσθηση του χώρου. Η ταχύτητα έπαψε να αποτελεί τον μοναδικό δείκτη επιθετικότητας. Το άλμπουμ ίσως να μην ήταν το πιο γρήγορο ή βίαιο της μπάντας, όμως κατάφερε να παραμείνει επίκαιρο.
Αυτή η επιμονή σε κάτι διαφορετικό φάνηκε ακόμη και στο πώς κυκλοφόρησε το άλμπουμ. Μια περιορισμένη έκδοση, με τίτλο “Slime Pack”, αποσύρθηκε όταν διαπιστώθηκε πως το slime της συσκευασίας ήταν χημικά ασταθές. Ορισμένα αντίτυπα που κυκλοφόρησαν έγιναν συλλεκτικά, ενώ άλλα φέρεται να προκάλεσαν φθορές σε μηχανήματα και ρούχα. Σήμερα, η ιστορία αυτή μοιάζει με εύστοχη μεταφορά του δίσκου: ένα πείραμα που δεν μπορούσε να προωθηθεί χωρίς ρίσκο, αλλά κανείς δεν το ξεχνά. Το εμπορικό περιβάλλον της εποχής δεν βοήθησε ιδιαίτερα. Το άλμπουμ κυκλοφόρησε από την Giant Records, μια εταιρεία που έκλεισε λίγο αργότερα. Έτσι, το “Domination” δεν είχε μια στήριξη που θα εξασφάλιζε διάρκεια και προώθηση.
Σήμερα, το άλμπουμ μπορεί να χαρακτηριστεί ως σημείο καμπής στην πορεία των Morbid Angel. Ήταν ο τελευταίος δίσκος της αρχικής, κλασικής σύνθεσης και έδειξε ξεκάθαρα ότι το συγκρότημα αναζητούσε νέο προσανατολισμό. Δεν είναι η πιο οργισμένη δουλειά τους. Ούτε η πιο μυθική. Όμως ίσως είναι η πιο μελετημένη· ένα άλμπουμ που επιβράδυνε συνειδητά, εστίασε στην ένταση της μορφής και μετέτρεψε το βάρος σε ασφυκτική εμπειρία.