Όταν το Narcos έκανε πρεμιέρα στο Netflix το 2015, η σειρά προσέφερε στο κοινό κάτι περισσότερο από μια κλασική βιογραφία εγκληματία. Ο Pablo Escobar παρουσιάστηκε όχι μόνο ως ιστορική φιγούρα, αλλά ως ένα πολιτισμικό σύμβολο γεμάτο αντιφάσεις. Για πολλούς θεατές, η σειρά δεν λειτούργησε απλώς ως καταγραφή της ανόδου και της πτώσης ενός βαρόνου ναρκωτικών. Έγινε ένας καθρέφτης της κοινωνικής μας υποκρισίας: καταδικάζουμε το έγκλημα, αλλά παράλληλα γοητευόμαστε από τη δύναμη, το χρήμα και τον μύθο που το περιβάλλουν.
Ο Escobar παρουσιάστηκε με τρόπο που προκάλεσε ανάμικτα συναισθήματα. Από τη μία, ήταν ο σκληρός ηγέτης ενός καρτέλ που αιματοκύλησε την Κολομβία. Από την άλλη, ήταν ο “πατέρας” φτωχών κοινοτήτων που έχτισε σχολεία και σπίτια. Αυτή η διπλή εικόνα αντικατοπτρίζει την πραγματική διχογνωμία με την οποία η κοινωνία αντιμετωπίζει τέτοιες προσωπικότητες: τέρατα και ευεργέτες, εγκληματίες και λαϊκοί ήρωες ταυτόχρονα.
Το Narcos δεν δίστασε να δείξει την ωμή βία. Εκτελέσεις, βόμβες, πολιτικές δολοφονίες. Η σειρά θύμισε ότι η αυτοκρατορία του Escobar βασίστηκε στο αίμα χιλιάδων ανθρώπων. Ωστόσο, ο τρόπος αφήγησης, η εμβάθυνση στον χαρακτήρα και η χαρισματική ερμηνεία του Wagner Moura δημιούργησαν ένα παράδοξο: πολλοί θεατές ταυτίστηκαν μαζί του ή έφτασαν να τον θαυμάζουν. Εδώ βρίσκεται το κέντρο της υποκρισίας μας. Καταναλώνουμε το έγκλημα ως ψυχαγωγία, ενώ ταυτόχρονα δηλώνουμε αποτροπιασμό για το ίδιο το φαινόμενο.

Ο Escobar δεν ήταν μόνο εγκληματίας. Ήταν προϊόν και ταυτόχρονα κατασκευαστής ενός παγκόσμιου συστήματος. Η αμερικανική ζήτηση για κοκαΐνη δημιούργησε την τεράστια αγορά που τον έκανε δισεκατομμυριούχο. Η πολιτική αστάθεια της Κολομβίας και η διαφθορά άνοιξαν δρόμους για τη δράση του. Επομένως, το Narcos δεν αφηγείται μόνο μια προσωπική ιστορία. Αναδεικνύει πώς ο Escobar έγινε καθρέφτης ενός κόσμου που θέλει να καταναλώνει, αλλά αρνείται να αναλάβει τις συνέπειες.
Η κοινωνική διπροσωπία φαίνεται και στον τρόπο που ο Escobar έμεινε στη μνήμη των Κολομβιανών. Για ορισμένους, ήταν ένας εγκληματίας που κατέστρεψε τη χώρα. Για άλλους, ήταν ο άνθρωπος που τους έδωσε στέγη και τροφή. Το Narcos παρουσίασε αυτή τη διαμάχη με σκηνές όπου οι φτωχοί τον αποθέωναν, ενώ οι πολιτικοί και οι αστοί τον καταδίωκαν. Ο Escobar γνώριζε καλά πώς να χρησιμοποιεί την εικόνα του ως ευεργέτη για να κερδίζει νομιμοποίηση. Αυτό το στοιχείο της αφήγησης δεν αφορά μόνο την Κολομβία. Θίγει τη γενικότερη κοινωνική μας τάση να κλείνουμε τα μάτια στις πηγές του πλούτου, αρκεί αυτός να μοιράζεται με θεαματικό τρόπο.
Ο Escobar αντιπροσώπευε το απόλυτο outsider που τα βάζει με το κράτος, την αστυνομία και την ελίτ. Για το κοινό που παρακολουθούσε, η ιστορία του έμοιαζε με έναν σύγχρονο Ρομπέν των Δασών. Η υποκρισία μας αποκαλύπτεται εδώ: καταδικάζουμε τη βία, αλλά ταυτόχρονα απολαμβάνουμε την αφήγηση του ατόμου που ταπείνωσε την εξουσία. Η αφήγηση του Narcos συνδέεται και με τη γοητεία που ασκούν παγκοσμίως οι ιστορίες εγκληματιών. Από τον Al Capone μέχρι τον Tony Montana του Scarface, οι εγκληματίες προβάλλονται συχνά ως σύμβολα ανεξέλεγκτης φιλοδοξίας. Ο Escobar, όμως, ήταν πραγματικός.

Η υποκρισία δεν αφορά μόνο το κοινό. Αφορά και τις ίδιες τις κυβερνήσεις. Η μάχη των ΗΠΑ εναντίον των ναρκωτικών παρουσιάστηκε ως ηθική σταυροφορία. Στην πράξη, όμως, η αμερικανική κοινωνία υπήρξε ο μεγαλύτερος πελάτης. Το Narcos έδειξε ξεκάθαρα αυτή τη διπλή στάση. Ο Escobar πολεμήθηκε σκληρά, αλλά η ύπαρξή του ήταν αποτέλεσμα της ίδιας της ζήτησης από τον βορρά. Η τελική πτώση του Escobar στο Narcos δεν λειτουργεί μόνο ως κορύφωση της δράσης. Είναι και μια υπενθύμιση ότι οι κοινωνίες συχνά δημιουργούν τα τέρατα που αργότερα κυνηγούν.
Ο Escobar έζησε και πέθανε επειδή ο κόσμος γύρω του, από τους φτωχούς της Κολομβίας μέχρι τους χρήστες στις ΗΠΑ, του έδωσε το περιθώριο να υπάρξει. Αυτή είναι ίσως η πιο σκληρή αλήθεια που ανέδειξε η σειρά. Σήμερα, το Narcos παραμένει ένα από τα πιο ισχυρά πολιτισμικά προϊόντα του Netflix. Η επιτυχία του δεν οφείλεται μόνο στην καλοφτιαγμένη παραγωγή ή στην ερμηνεία του Moura. Οφείλεται κυρίως στο ότι άγγιξε ένα νεύρο της παγκόσμιας κουλτούρας: τη γοητεία που νιώθουμε απέναντι στην εξουσία, ακόμα κι όταν αυτή πηγάζει από το έγκλημα.
Ο Pablo Escobar, όπως παρουσιάστηκε στο Narcos, είναι ένας καθρέφτης που μας δείχνει την αμφιθυμία μας. Θέλουμε να ζούμε σε κοινωνίες με νόμους, αλλά λατρεύουμε να παρακολουθούμε εκείνους που τους παραβιάζουν και γίνονται θρύλοι. Θέλουμε να μισούμε τον εγκληματία, αλλά χειροκροτούμε τον μύθο του. Αυτή είναι η διπροσωπία που ανέδειξε η σειρά με τον πιο ωμό και αληθινό τρόπο.