Το 1968, οι Rolling Stones ήταν στα πρόθυρα μετάβασης. Μετά από χρόνια επιτυχιών που τους καθιέρωσαν ως αντι-Beatles, ήρθε η ώρα να δοκιμάσουν κάτι πιο επικίνδυνο. Η απάντηση λεγόταν “Sympathy for the Devil”. Ήταν το κομμάτι που άλλαξε τη φήμη τους για πάντα. Από “κακά αγόρια” του rock σε εν δυνάμει διαβολικούς προφήτες του χάους. Και όμως, πίσω από την πρόκληση, κρυβόταν μια σύνθετη ιστορία έμπνευσης, παρεξηγήσεων και καθαρής δημιουργικής φωτιάς.
O Jagger ήθελε ένα τραγούδι όπου ο ίδιος ο Διάβολος θα εξιστορούσε τις πράξεις του ανά τους αιώνες.
Το αρχικό concept του τραγουδιού προήλθε από ένα ποίημα της Marianne Faithfull, συντρόφου του Mick Jagger την εποχή εκείνη. Το πρώτο προσχέδιο έμοιαζε περισσότερο με folk μπαλάντα. Ο τίτλος δεν ήταν καν αυτός. O προσωρινός του τίτλος ήταν “The Devil is My Name”. Ο Jagger εμπνεύστηκε επίσης από το μυθιστόρημα “Ο Δαιμονισμένος” του Ντοστογιέφσκι και τη μορφή του Μεφιστοφελή από τον Faust του Γκαίτε. Ήθελε ένα τραγούδι όπου ο ίδιος ο Διάβολος θα εξιστορούσε τις πράξεις του ανά τους αιώνες.
Η πρώτη ηχογράφηση ήταν αργή, σχεδόν μελαγχολική. Ώσπου μπήκε στο στούντιο ο κιθαρίστας Keith Richards και ο παραγωγός Jimmy Miller, οι οποίοι — κατά τον Charlie Watts — ήταν “έτοιμοι για κάτι πιο ρυθμικό”. Η απόφαση να δώσουν samba ρυθμό στο τραγούδι άλλαξε την πορεία του. Η χρήση congas και percussions από τον Rocky Dijon το απογείωσε σε ένα άκουσμα σχεδόν τελετουργικό.

Η ηχογράφηση έγινε στα Olympic Studios στο Λονδίνο, το 1968, και απαθανατίστηκε από τον σκηνοθέτη Jean-Luc Godard στο ντοκιμαντέρ One Plus One. Εκεί φαίνεται η σταδιακή διαμόρφωση του κομματιού από μελαγχολική folk σε εκρηκτικό afro-latin rock. Όμως στο ίδιο ντοκιμαντέρ καταγράφεται και το περιστατικό που σημάδεψε τη διαδικασία: η φωτιά που ξέσπασε στο στούντιο. Αν και κανείς δεν τραυματίστηκε, πολλοί θεώρησαν την πυρκαγιά… προφητική. Οι θεωρίες για “σατανική ενέργεια” δεν άργησαν.
Ούτως ή άλλως “εγώ και εσείς ήμασταν” δηλώνει ο Jagger.
Στιχουργικά, το τραγούδι είναι ένας κατάλογος από ιστορικές φρικαλεότητες, ειπωμένες με πρώτo ενικό πρόσωπο. “I stuck around St. Petersburg when I saw it was a time for a change” — ο Λένιν, η Οκτωβριανή Επανάσταση, η σταύρωση του Χριστού, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι Κοσμοναύτες, όλα περνούν μέσα από τον λόγο ενός ευγενικού, ειρωνικού “ανθρώπου της δυστυχίας”. Το κομμάτι προκαλεί γιατί δεν αποστασιοποιείται. Δεν καταγγέλλει. Δηλώνει “συμπάθεια”. Ούτως ή άλλως “εγώ και εσείς ήμασταν” δηλώνει ο Jagger.
Αυτό ήταν το μεγαλύτερο σοκ για το κοινό. Οι Stones έδωσαν φωνή στον Διάβολο και τον ηρωοποιήσαν. Η Αμερική του ’68 – ήδη τραυματισμένη από τη δολοφονία του Martin Luther King και την έκρηξη των αντιπολεμικών κινημάτων – δεν το πήρε καλά. Οι Stones χαρακτηρίστηκαν “σατανιστές”. Το τραγούδι απαγορεύτηκε από ραδιοφωνικούς σταθμούς και μπήκε στο στόχαστρο χριστιανικών ομάδων. Αργότερα, κάποιοι το συνέδεσαν αβάσιμα με τη δολοφονία του Meredith Hunter στο Altamont το 1969, κατηγορώντας τους Rolling Stones ότι “έφεραν το κακό”.
Παρά τις αντιδράσεις, το κομμάτι γνώρισε τεράστια επιτυχία. Αποτελεί ένα από τα πιο διαχρονικά τους τραγούδια και δεν λείπει σχεδόν ποτέ από τις περιοδείες τους. Οι διασκευές και οι κινηματογραφικές του χρήσεις είναι δεκάδες: Interview with the Vampire, Fallen, Suicide Squad, ακόμα και σε διαφημίσεις. Ο Jagger πάντα επέμενε ότι το τραγούδι είναι “μια υπενθύμιση ότι ο Διάβολος βρίσκεται μέσα μας”. Η πρόκληση, επομένως, δεν ήταν φτηνή. Ήταν φιλοσοφική. Πώς συμβιώνουμε με τη βία και την εξουσία μέσα στην ιστορία μας; Πόσο αθώοι είμαστε ως ακροατές;
Ο Διάβολος μερικές φορές φοράει πουκάμισο με print, χορεύει samba και τραγουδάει σαν τον Jagger.
Σήμερα, το “Sympathy for the Devil” θεωρείται ορόσημο για το πώς ένα τραγούδι μπορεί να σπάσει όρια — μουσικά, κοινωνικά και θεολογικά. Και το ότι ένα τόσο rhythmically uplifting κομμάτι περιγράφει με απάθεια τον σταυρό, τον Χίτλερ και τη δολοφονία των Ρομανώφ. Είναι μια μουσική σπουδή πάνω στην ειρωνεία και την ανθρώπινη σκοτεινιά. Ο Διάβολος δεν φοράει πάντα μαύρα. Μερικές φορές φοράει πουκάμισο με print, χορεύει samba και τραγουδάει σαν τον Jagger.