Υπάρχουν φεστιβάλ που χτίζονται γύρω από line-ups, σπόνσορες και trends. Και υπάρχουν κι εκείνα που χτίζονται γύρω από ανθρώπους. Ο “TimeLord” Μιχάλης δεν διοργανώνει απλώς το TRIPolis Rock Festival· το ζει, το μεταφέρει, το υπερασπίζεται κάθε χρονιά απέναντι σε συνθήκες, αδιαφορία και εμπόδια. Μιλήσαμε μαζί του για τη φετινή επετειακή διοργάνωση, για τη μουσική ως στάση ζωής, για τη σημασία του να σκάβεις κάτω από την επιφάνεια — και για το γιατί, αν θες να δεις το μέλλον, πρέπει πρώτα να κοιτάξεις πίσω, στα ’60s.
Γεια σου Μιχάλη. Ευχαριστούμε για τον χρόνο και τη διάθεσή σου. Tripolis Rock Festival vol. 10, λοιπόν. Δώσε μας μια εικόνα της φετινής διοργάνωσης.
Εγώ ευχαριστώ για τη φιλοξενία! Φτάσαμε αισίως στο 10ο TRIPolis Rock Festival. Ξεκινήσαμε πίσω στο μακρινό 2004, αλλά υπήρξε μεγάλη παύση από το 2011 έως το 2022. Από το 2023 οι συνθήκες το επέτρεψαν και επιστρέψαμε. Όταν ξαναστήσαμε το φεστιβάλ, ένας από τους βασικούς μας στόχους ήταν να αντιμετωπίσουμε την εσωστρέφεια και τον κοινωνικό κατακερματισμό. Θέλαμε να προσφέρουμε έναν χώρο συνάντησης, έκφρασης και επικοινωνίας για όλους.
Φέτος αποφασίσαμε να διευρύνουμε τον χαρακτήρα του φεστιβάλ. Δεν μείναμε μόνο στη μουσική, αλλά εντάξαμε και άλλες δραστηριότητες. Δώσαμε επίσης χώρο σε τοπικούς καλλιτέχνες και συλλογικότητες να παρουσιάσουν τη δουλειά τους. Έτσι το πρόγραμμα περιλαμβάνει: φεστιβάλ φωτογραφίας, έκθεση ζωγραφικής, σεμινάριο χορού rock n’ roll / swing, διάφορα εργαστήρια, παράλληλες προβολές, τοίχο αναρρίχησης και άλλα.
Αυτός ο εμπλουτισμός οδήγησε και στην επιμήκυνση της διάρκειας. Από διήμερο, το φεστιβάλ έγινε τριήμερο. Στο μουσικό κομμάτι, φέτος θα εμφανιστούν 8 μπάντες που καλύπτουν ευρύ φάσμα της rock: οι Breakaways (punk n’ roll), οι Hummings (psychedelic folk), οι Anima Triste (darkwave post punk), οι θρυλικοί Nemesis (old school progressive rock), οι Σπόντα (το rock σχήμα του Μουσικού Σχολείου Τρίπολης), οι The Flow (post rock), οι Diesel Cindy (garage punk-rock) και οι Aqua Barons (surf rock).
Το φεστιβάλ θα πλαισιωθεί και από DJ sets. Ο Shockin’ Steve (The Bullets, The Kustoms) θα παρουσιάσει το μοναδικό του Shakin’ & Stomping Show, ενώ ταυτόχρονα η ομάδα Athens Lindy Hop θα κάνει σεμινάριο χορού rock n’ roll / swing. Στο DJ πρόγραμμα συμμετέχουν επίσης οι Petrolina VI (Raw, Funky, Rock και Psychedelic Tropical ήχοι από την Αφρική), Jim Dylan (60s psychedelic rock, folk-rock) και Socrates (Classic Rock). Όλοι τους είναι και ραδιοφωνικοί παραγωγοί που θα παρουσιάσουν live set και open mic sessions.

Πώς νιώθεις που αυτή η ιδέα ήταν, αν όχι η πρώτη, από τις πρώτες στον ελλαδικό χώρο μετά τα μεγάλα φεστιβάλ τύπου Rockwave, Chania Rock Festival κ.λπ.;
Κοίτα, δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι ήμασταν από τους πρώτους στον ελλαδικό χώρο. Υπήρχαν ροκ φεστιβάλ πολύ πριν το 2004, όταν ξεκινήσαμε. Αυτό που μπορώ να σου πω με σιγουριά είναι ότι ήμασταν από τα πρώτα με ελεύθερη είσοδο.
Όταν το οργανώσαμε το 2004, θέλαμε να στήσουμε ένα ροκ φεστιβάλ βασισμένο σε κάποιες συγκεκριμένες αξίες. Δεν θα πλατειάσω· θα σου πω τις δύο βασικότερες. Πρώτον, να υπάρχει ελεύθερη είσοδος για όλους, όσο κόστος κι αν συνεπαγόταν αυτό. Και δεύτερον, να δώσουμε βήμα σε τοπικές μπάντες.
Σιγά-σιγά, μέσα από κάθε φεστιβάλ, πιστεύω ότι καταφέραμε αρκετά. Δημιουργήσαμε την μη-κερδοσκοπική κοινότητα του TRIPolis Rock Festival, η οποία συνεχώς μεγάλωνε. Φέραμε πολλούς νέους κοντά στη μουσική. Ίσως σου φανεί περίεργο, αλλά αρκετά σχολικά και ανεξάρτητα μουσικά σχήματα σχηματίστηκαν με στόχο να παίξουν στο φεστιβάλ. Άλλοι συνέχισαν, άλλοι το άφησαν, όμως αυτό έχει μικρή σημασία. Το σημαντικό ήταν ότι υπήρχε χώρος για να εκφραστούν.
Παράλληλα, ικανοποιήσαμε και κάποια προσωπικά μας θέλω. Καταφέραμε να φέρουμε στο «μικρό» μας φεστιβάλ σπουδαίες μπάντες, κυρίως από τον underground χώρο, τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Ευρώπη. Να αναφέρω μερικά ονόματα: Purple Overdose, Socrates, Blues Wire, The Bullets, Ducky Boyz, Vibravoid, Atomic Workers, Frantic Five, Meanie Geanies, Vavoura Band, Λάκης με τα Ψηλά Ρεβέρ, The Thriller, Echo Train, Rusty Parts, Jet Black, Dark Rags, Birds of Vale, Cosmic Shadows, Coral Fuzz, Come, Nix, Screaming Fly.
Σημαντικός σύμμαχος σε όλη αυτή την προσπάθεια ήταν – και παραμένει – ο Δήμος Τρίπολης, αλλά και οι τοπικές επιχειρήσεις που στηρίζουν με τις χορηγίες τους.
Η Τρίπολη είναι μια "δύσκολη" πόλη, πιστή στις συνήθειές της, με αποτέλεσμα ο ήχος της ροκ να μην έχει τη δημοφιλία που έχει σε άλλες πόλεις, όπως το Αγρίνιο ή τα Τρίκαλα – τουλάχιστον όπως το έχω βιώσει εγώ. Υπήρχαν εξαιρέσεις, όπως το Διπλό, το Mobile ή το φεστιβάλ σου, αλλά αυτή είναι η εικόνα γενικά; Ήταν πάντα έτσι;
Ναι, συμφωνώ. Η Τρίπολη είναι μια αρκετά “δύσκολη” πόλη. Αν το δούμε όμως συγκριτικά και με βάση τον πληθυσμό, πιστεύω πως το ποσοστό όσων ακούν ροκ είναι αντίστοιχο με άλλες πόλεις σαν αυτές που ανέφερες. Απλώς εκείνες έχουν πολύ περισσότερο κόσμο.
Η μεγάλη διαφορά είναι αλλού. Στην Τρίπολη τα ροκ μπαρ είναι ελάχιστα. Οι χώροι για live εμφανίσεις ουσιαστικά δεν υπάρχουν.
Για να απαντήσω στην ερώτησή σου: όχι, δεν ήταν πάντα έτσι. Το αυστηρά ροκ κοινό συνεχώς μικραίνει. Σήμερα οι νέοι ακούνε “λίγο απ’ όλα”. Δεν έχουν ξεκάθαρη μουσική ταυτότητα. Οπότε, ναι, οι ροκάδες που μένουν πιστοί σε αυτό το είδος μειώνονται σταθερά.
Βλέποντας κανείς το site του φεστιβάλ, αλλά και το site της εταιρείας σου, συναντά ονόματα όπως οι Iron Butterfly και οι Martin Turner’s Wishbone Ash. Αφού περάσουν μερικά δευτερόλεπτα μέχρι να συνειδητοποιήσουμε τι βλέπουμε, μπορείς να μας εξηγήσεις πώς γίνεται να έχουν έρθει τέτοια ιστορικά συγκροτήματα σε μια τόσο μικρή πόλη; Πώς πήγαν αυτά τα live;
Τι μου θύμισες τώρα… Iron Butterfly (Μάιος 2008), Big Brother & The Holding Company (Νοέμβριος 2009), Martin Turner’s Wishbone Ash (Ιανουάριος 2010)… Ήταν μια διετία τρομερή για μένα, για την ροκ κοινότητα και για την πόλη.
Πάντα είχα μια ιδιαίτερη σχέση με πολλά συγκροτήματα. Αυτή προέκυψε κυρίως από τις συνεντεύξεις που έπαιρνα για τις ραδιοφωνικές μου εκπομπές και για το φανζίν μας, το TimeMaZine. Μέσα από αυτές τις επαφές, αναπτύχθηκαν φιλίες και γνωριμίες. Έτσι προέκυψε η δυνατότητα να κατέβουν αυτοί οι «ογκόλιθοι» 160 χιλιόμετρα νοτιότερα της Αθήνας.
Όσο για τα live, είχαν τεράστια επιτυχία από καλλιτεχνική άποψη. Όσοι τυχεροί ήταν εκεί, τα θυμούνται ακόμη. Για κάποιους ήταν εμπειρία ζωής.
Το οικονομικό σκέλος… ας το αφήσουμε καλύτερα, χεχε.
Και κάτι που γνωρίζουν ελάχιστοι: μεσολαβήσαμε για να έρθουν στην Αθήνα ακόμη δύο μπάντες, οι Yardbirds και οι Vanilla Fudge. Τελικά δεν καταφέραμε να τους φέρουμε και στην Τρίπολη, γιατί τότε οι συνθήκες δεν ήταν καθόλου κατάλληλες.
Η αγάπη σου είναι το garage και η ψυχεδέλεια, αν έχω καταλάβει σωστά. Μίλησέ μας για αυτά τα τόσο underground είδη.
Garage και ψυχεδέλεια… χεχε. Αν αρχίσω να μιλάω για αυτά τα δύο – που για μένα είναι από τα τρία σημαντικότερα παρακλάδια της ροκ – δεν θα τελειώσουμε ποτέ! (Το τρίτο είναι το krautrock). Το ψυχεδελικό rock και το garage εμφανίστηκαν και καθιερώθηκαν μέσα στη δεκαετία του ’60. Εκείνη η δεκαετία ήταν, κατά τη γνώμη μου, η πιο σημαντική και επιδραστική στην ιστορία της μουσικής. Ό,τι έγινε από τότε και μετά, σε μεγάλο βαθμό βασίστηκε ή επανέλαβε όσα δημιουργήθηκαν εκεί.
Καθώς πλησίαζε το τέλος της δεκαετίας, αυτά τα είδη άρχισαν να υποχωρούν. Όμως οι “σπόροι” που άφησαν ήταν πολύ δυνατοί. Κατάφεραν να τροφοδοτήσουν ολόκληρο το ροκ και τα δεκάδες παρακλάδια του από τα ’70s μέχρι σήμερα. Άλλες φορές αυτό έγινε με καλά αποτελέσματα, άλλες φορές όχι και τόσο, αλλά η επιρροή τους παραμένει τεράστια.

Νιώθω μια υπόγεια δύναμη, αργή και σταθερή, γύρω από αυτόν τον ήχο. Πιστεύεις ότι τα επόμενα χρόνια θα δούμε κάποια άνθιση, όπως συμβαίνει με άλλα είδη;
Δυστυχώς θα σε απογοητεύσω. Παρόλο που υπάρχει γενικά η αίσθηση ότι κάτι νέο προετοιμάζεται στον χώρο, στην πραγματικότητα αυτό που σιγοβράζει δεν έχει καμία σχέση με το ψυχεδελικό rock. Έχοντας ψάξει για χρόνια στον underground – και όχι μόνο – μπορώ να πω με σιγουριά πως μόνο μία στις χίλιες μπάντες έχει έστω και στοιχειώδη επαφή με αυτό το είδος. Ελάχιστοι το κατανοούν, και ακόμη λιγότεροι προσπαθούν πραγματικά να το υπηρετήσουν.
Πολλές μπάντες χρησιμοποιούν τον όρο “ψυχεδέλεια” – μαζί με πολλές άλλες ταμπέλες – για να περιγράψουν έναν ήχο που ουσιαστικά δεν έχει τίποτα ψυχεδελικό. Ένα επτάλεπτο κομμάτι με βαριά riffs και ένα ήρεμο σπάσιμο στη μέση δεν αρκεί. Αυτό δεν είναι ψυχεδέλεια. Το stoner, για παράδειγμα, είναι ξεκάθαρα παρακλάδι του rock ή του metal, όχι της ψυχεδελικής μουσικής. Απλώς ο όρος “ψυχεδέλεια” ακούγεται όμορφα και τραβάει την προσοχή. Ίσως γι’ αυτό χρησιμοποιείται τόσο άκριτα.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν σχήματα που αξίζουν. Είναι σπάνια, αλλά υπάρχουν. Εκείνες οι μία στις χίλιες μπάντες που θα σε αναστατώσουν με την αυθεντικότητά τους. Για να τις βρεις, όμως, πρέπει να σκάψεις βαθιά. Να ξεφύγεις από την επιφάνεια και να αφιερώσεις χρόνο.
Όσο για το garage, τα πράγματα είναι κάπως πιο καθαρά, αλλά κι εδώ υπάρχουν στρεβλώσεις. Οι περισσότερες σύγχρονες μπάντες παίζουν revival garage της δεκαετίας του ’80. Εμένα προσωπικά με συγκινούν πιο πολύ τα συγκροτήματα που εμπνέονται από το αυθεντικό garage των ’60s. Προτιμώ να ακούσω μια νέα μπάντα επηρεασμένη από τους Seeds, τους Elevators, τους Music Machine ή τους Prunes, παρά κάποια που προσπαθεί απλώς να μιμηθεί τους Fuzztones.
Τέλος πάντων, αυτά είναι μάλλον δικές μου απόψεις. Ίσως κάπως παράξενες, αλλά ειλικρινείς.
Σε γνώρισα μέσα από τα φεστιβάλ, όχι των εφηβικών χρόνων, αλλά της "ώριμης" εφηβείας. Έχει αλλάξει κάτι στην προσέγγισή σου γύρω από τις μουσικές και τις μπάντες που καλείς;
Όχι, δεν νομίζω ότι έχει αλλάξει κάτι στον τρόπο που επιλέγουμε τις μπάντες. Και για να το ξεκαθαρίσω: δεν καλούμε μόνο ψυχεδελικές ή garage μπάντες. Άλλο το τι ακούω σπίτι μου και άλλο το τι ενδιαφέρει μια μικρή ροκ κοινότητα.
Πάντα μιλάμε για σχήματα του ευρύτερου rock χώρου. Θέλουμε να έχουν δικό τους πρωτότυπο υλικό και όχι απλώς ένα σετ από 10-12 διασκευές. Αυτό το κριτήριο ήταν και παραμένει βασικό.
Νιώθουμε αρκετά τυχεροί – και κάπως ευγνώμονες – γιατί σχεδόν όλα τα συγκροτήματα που έχουν περάσει από το TRIPolis Rock Festival μάς καταλαβαίνουν. Βλέπουν ξεκάθαρα τον μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα της διοργάνωσης και προσαρμόζονται στις ανάγκες κάθε χρονιάς.
Πρόσφατα κυκλοφόρησες με τη δισκογραφική σου τον δίσκο της Ren Waters. Προσωπικά, ως άσχετος με το είδος, εξεπλάγην. Το ήξερες ότι θα είναι τόσο όμορφη η σύνθεση; Ποιες άλλες μπάντες θα πρότεινες να ακούσουμε για να ενταχθούμε σε αυτόν τον κόσμο;
Φυσικά και το ήξερα, αλλιώς δεν θα έβγαζα τον δίσκο της Ren, χεχεχε… Το Botanicals είναι πραγματικά ένας πολύ καλός δίσκος. Είναι γεμάτος ηχοχρώματα, αισθήσεις, συναισθήματα και συνθέσεις που σε πηγαίνουν πίσω σε αγαπημένες δεκαετίες, όπως τα ’60s και τα ’70s.
Κάθε φορά που τον ακούς, ανακαλύπτεις κάτι καινούργιο. Κάτι που δεν πρόσεξες στην προηγούμενη ακρόαση. Είναι σκέτη μαγεία. Πρόκειται για ένα πολυδιάστατο άλμπουμ, όπου psychedelic rock, progressive rock, art rock και space rock συνυπάρχουν με φυσικό και αρμονικό τρόπο. Ο συνδυασμός τους είναι πραγματικά μοναδικός.
Αν θέλεις να ακούσεις κι άλλες μπάντες που κινούνται σε παρόμοιο ύφος, ξεκίνα με τους Echo Train – είναι η μπάντα της Ren. Από εκεί και πέρα, για να βρεις κάτι αντίστοιχο στον ελληνικό χώρο, πρέπει να πας αρκετά πίσω. Θα σου πρότεινα, αν σου αρέσει η garage-ψυχεδέλεια των ’60s, να ακούσεις τους δύο δίσκους των Weeping Mist: Lonely Streets (LP, 2022) και This Train Goes To Sorrow (LP, 2024, Tymemachine Productions67). Το σχήμα είναι προσωπικό project του Σπύρου Μεγεδεσίδη, κιθαρίστα των Yesterday’s Thoughts. Παίζουν απίστευτη garage-ψυχεδέλεια, βουτηγμένη στην ατμόσφαιρα του ’60.
Θα ήθελα, στον βαθμό που δεν καλύψαμε όλα όσα ήθελες να πεις, να σου δώσω τον χώρο. Οπότε νιώσε ελεύθερα να μοιραστείς ό,τι θεωρείς πως αξίζει να ειπωθεί. Σε ευχαριστούμε πολύ για τον χρόνο σου.
Νομίζω πως “κατάχραστηκα” ήδη αρκετό από τον χώρο σας, οπότε όλα καλά. Εγώ σας ευχαριστώ για τη φιλοξενία και τη συζήτηση. Κρατήστε μόνο κάτι: αν θέλετε να καταλάβετε πού μπορεί να πάει η μουσική στο μέλλον, γυρίστε πίσω. Πηγαίνετε στη δεκαετία του ’60, εκεί όπου γεννήθηκαν τα πάντα. Ανακαλύψτε την με τα αυτιά σας, και θα αρχίσουν να λύνονται αρκετές απορίες.