Αν η μουσική είναι όπως λένε «ο καθρέφτης της ψυχής», τότε οι εποχές είναι το φως που αλλάζει την αντανάκλασή της. Από τις πρώτες στατιστικές αναλύσεις του Spotify μέχρι τα πειράματα των πανεπιστημίων της Οξφόρδης και του Χάρβαρντ, η ιδέα ότι ο καιρός και οι εποχές επηρεάζουν τη διάθεσή μας, και μαζί τις μουσικές μας επιλογές, δεν είναι πια υπόθεση. Είναι αποδεδειγμένη πραγματικότητα. Και όπως κάθε πραγματικότητα στη μουσική βιομηχανία, αποτυπώνεται στα charts.
Οι ερευνητές της Spotify ανέλυσαν πάνω από 700 εκατομμύρια streams και διαπίστωσαν ότι η διάθεση των ακροατών αλλάζει ρυθμικά μέσα στο έτος. Τον χειμώνα, οι ακροατές στρέφονται σε πιο ήρεμα, μελαγχολικά κομμάτια, το καλοκαίρι, σε γεμάτα ενέργεια τραγούδια. Η μουσική, λένε, «αναπνέει» με τον καιρό. Ακόμα και μέσα στην ημέρα, η ίδια τάση επαναλαμβάνεται: πιο «βαριά» ακούσματα το βράδυ, πιο «ανεβαστικά» το πρωί.
Όμως η εποχικότητα δεν περιορίζεται στη διάθεση του ακροατή, επηρεάζει και τη στρατηγική της ίδιας της βιομηχανίας. Οι παραγωγοί γνωρίζουν ότι τα μεγάλα hits σπάνια κυκλοφορούν τυχαία. Μελέτες δείχνουν ότι τα τραγούδια που φτάνουν στις κορυφές των charts συχνά αντικατοπτρίζουν τις περιβαλλοντικές και ψυχολογικές συνθήκες της εποχής: πιο «θερμά» και χορευτικά κομμάτια το καλοκαίρι, πιο νοσταλγικά και εσωστρεφή τον χειμώνα. Κι αν αυτό μοιάζει αυτονόητο, τα δεδομένα αποδεικνύουν πως δεν πρόκειται απλώς για αίσθηση, αλλά για μετρήσιμο φαινόμενο.

Η Spotify, σε συνεργασία με τη μετεωρολογική υπηρεσία AccuWeather, δημιούργησε το project Climatune, αναλύοντας πάνω από 85 δισεκατομμύρια streams σε 900 πόλεις. Το αποτέλεσμα ήταν ξεκάθαρο: οι καιρικές συνθήκες συνδέονται άμεσα με τον τρόπο που οι άνθρωποι επιλέγουν μουσική. Όταν βρέχει, αυξάνονται οι ακροάσεις κομματιών με χαμηλότερο “valence” (δηλαδή πιο μελαγχολικών), ενώ στις ηλιόλουστες μέρες το streaming ανεβαίνει για upbeat είδη όπως pop ή dance. Οι επιπτώσεις στα charts είναι ορατές, οι λίστες των Top 50 κάθε χώρας κινούνται παράλληλα με τη θερμοκρασία.
Ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι ότι οι εποχές δεν αλλάζουν μόνο τι ακούμε, αλλά και πότε ακούμε. Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, αυξάνονται τα streams σε εξωτερικούς χώρους και τις μεταμεσημβρινές ώρες, ενώ τον χειμώνα η κατανάλωση συγκεντρώνεται περισσότερο το απόγευμα και τη νύχτα. Αυτή η μετατόπιση του «πότε» διαμορφώνει νέα δεδομένα και για τους αλγορίθμους που πλέον προσαρμόζουν δυναμικά τις προτάσεις τους, μετατρέποντας τη μουσική εμπειρία σε ένα είδος ψηφιακής μετεωρολογίας.
Η εποχικότητα στα charts αποκτά και έναν πιο «τελετουργικό» χαρακτήρα όσο πλησιάζουν τα Χριστούγεννα. Η επιστροφή των Mariah Carey, Wham! ή Michael Bublé κάθε Δεκέμβριο μοιάζει με προγραμματισμένο pattern. Από τότε που το streaming κυριάρχησε, τα holiday tracks καταλαμβάνουν σταθερά πάνω από το μισό του βρετανικού Top 40 τον Δεκέμβριο. Οι πλατφόρμες, μέσω των θεματικών playlists, μετατρέπουν το φαινόμενο σε αυτοτροφοδοτούμενη παράδοση: όσο περισσότερο ακούγονται τα ίδια τραγούδια, τόσο πιο ψηλά ανεβαίνουν στα charts, και όσο πιο ψηλά ανεβαίνουν, τόσο περισσότερο τα ακούμε.

Οι καλλιτέχνες, από την πλευρά τους, έχουν μάθει να «διαβάζουν» το ημερολόγιο. Οι κυκλοφορίες της άνοιξης συνδέονται συχνά με ανανέωση και θετική διάθεση, ενώ οι φθινοπωρινές περίοδοι προτιμούνται για introspective ή concept άλμπουμ. Δεν είναι τυχαίο ότι η Taylor Swift, ο Ed Sheeran ή οι Arctic Monkeys κυκλοφορούν δίσκους σε περιόδους που ευνοούν τη συναισθηματική σύνδεση με το κοινό, το φθινόπωρο. Τότε, δηλαδή που η διάθεση στρέφεται προς το προσωπικό και το αναστοχαστικό. Οι πιο “χορευτικοί” καλλιτέχνες, αντιθέτως, επιλέγουν το καλοκαίρι, όταν τα festival, τα clubs και τα radio hits δίνουν άλλη δυναμική στη μουσική.
Όλα αυτά συγκλίνουν σε ένα φαινομενικά απλό αλλά ουσιαστικό συμπέρασμα: η μουσική δεν είναι ανεξάρτητη από το περιβάλλον της. Οι εποχές, ο καιρός, το φως, ακόμη και η θερμοκρασία καθορίζουν όχι μόνο τη διάθεσή μας, αλλά και το soundtrack που τη συνοδεύει. Κι αν το καλοκαίρι μας ωθεί να ανεβάζουμε την ένταση, ο χειμώνας μας θυμίζει ότι και η σιωπή έχει ρυθμό.