Τον Ιούλιο του 2023, οι κινηματογραφικές αίθουσες σε όλο τον κόσμο βίωσαν κάτι που έμοιαζε με πολιτισμικό glitch. Δύο ταινίες, που δεν θα μπορούσαν να διαφέρουν περισσότερο μεταξύ τους, κυκλοφόρησαν την ίδια ημέρα: η “Barbie” της Greta Gerwig και το “Oppenheimer” του Christopher Nolan. Κι ενώ τα στούντιο στοιχημάτιζαν σε εντελώς διαφορετικά κοινά, οι θεατές αποφάσισαν να κάνουν το αδιανόητο. Να δουν και τις δύο, back to back.
Ένα κινηματογραφικό yin και yang που τροφοδότησε έναν νέο τρόπο ψυχαγωγικής κατανάλωσης.
Η λέξη “Barbenheimer” (ή “Barbienheimer”, όπως επικράτησε στην ποπ κουλτούρα) δεν ήταν προϊόν κάποιας στρατηγικής marketing. Γεννήθηκε οργανικά, μέσα από memes, TikToks και Twitter posts, που πρόβαλλαν την απόλυτη αντίθεση. Το ροζ, ποπ, ναρκισσιστικό σύμπαν της Barbie. Και την ασπρόμαυρη υπαρξιακή βόμβα του Oppenheimer. Ένα κινηματογραφικό yin και yang που τροφοδότησε έναν νέο τρόπο ψυχαγωγικής κατανάλωσης.
Από τη μία, η “Barbie” ήταν ένα πανέξυπνα μεταμοντέρνο φεμινιστικό σχόλιο, καμουφλαρισμένο ως κωμωδία με πρωταγωνίστρια την Margot Robbie. Από την άλλη, το “Oppenheimer” ήταν μια σκοτεινή βιογραφία για τον πατέρα της ατομικής βόμβας, με τον Cillian Murphy στον πιο απαιτητικό ρόλο της καριέρας του. Αν η μία ταινία εστίαζε στη φαντασία ενός κόσμου που δεν υπάρχει, η άλλη καταπιανόταν με τις ενοχές για έναν κόσμο που υπάρχει, ακριβώς επειδή ο πρωταγωνιστής της τον κατέστρεψε.

Ο συνδυασμός τους, ωστόσο, δεν ήταν αστείο. Ήταν κάτι πολύ πιο βαθύ: μια ανάγκη του κοινού να ζήσει τα άκρα, να καταναλώσει τόσο ελαφρότητα όσο και βαρύτητα, να κλάψει και να γελάσει μέσα σε έξι ώρες κινηματογραφικού μαραθωνίου. Το φαινόμενο Barbienheimer δεν ήταν απλώς μια cult στιγμή. Ήταν μια υπενθύμιση της δύναμης του σινεμά.
Η ιδέα του Barbienheimer πέρασε από τα memes στις εισπράξεις.
Αυτό που κάποτε θα θεωρούταν αδιανόητο –το να προωθείται εμμέσως ένα “double feature” από το ίδιο το κοινό– έγινε trend. Χρήστες ανέβαζαν φωτογραφίες με ρούχα εμπνευσμένα από τη Barbie και τον Oppenheimer, έκαναν cosplay, σχεδίαζαν δικά τους poster-mashups και πρότειναν ποιο να δεις πρώτο: την Barbie για να ξεκινήσεις ανάλαφρα ή τον Oppenheimer για να καταλήξεις με existential dread;
Μέσα σε λίγες εβδομάδες, η ιδέα του Barbienheimer πέρασε από τα memes στις εισπράξεις. Οι δύο ταινίες κατέγραψαν θεαματικά νούμερα, και ειδικά η Barbie ξεπέρασε το 1 δισεκατομμύριο δολάρια στο παγκόσμιο box office. Το σημαντικό, όμως, δεν ήταν μόνο τα χρήματα: ήταν η συνειδητοποίηση ότι το κοινό μπορεί ακόμα να ανταποκριθεί σε μία σινεφιλική εμπειρία αν αυτή έχει αφήγημα – ακόμα κι αν είναι εξωφρενικό.

Η συνύπαρξη των δύο ταινιών αποκάλυψε και κάτι άλλο: το πώς ο πολιτισμός διαχειρίζεται την ταυτόχρονη κατανάλωση αντίθετων εννοιών. Η Barbie έγινε αντικείμενο συζήτησης για το φύλο και την αυτοπραγμάτωση, ενώ ο Oppenheimer έθεσε υπαρξιακά και πολιτικά ερωτήματα γύρω από την ευθύνη και τη δύναμη.
Όσο πιο ακραία η αντίθεση, τόσο πιο αξέχαστη η ανάμνηση.
Το κοινό αντιμετώπισε αυτές τις θεματικές με σχεδόν ψυχαναλυτικό τρόπο – περνώντας από την τεχνητή επιφάνεια του ροζ κόσμου σε έναν σκοτεινό καθρέφτη της ανθρώπινης φύσης. Το Barbienheimer μάς έδειξε ότι οι θεατές δεν είναι τόσο προβλέψιμοι όσο νομίζουμε. Δεν λειτουργούν πάντα με βάση το genre ή τον σκηνοθέτη. Θέλουν εμπειρίες. Και όσο πιο ακραία η αντίθεση, τόσο πιο αξέχαστη η ανάμνηση.