Σκεφτείτε το δηλαδή. Να είσαι πιτσιρικάς και να γουστάρεις το metal. Όλες οι αγαπημένες σου μπάντες να μιλάνε για σεξ, αλκοόλ και ναρκωτικά αλλά εσύ να μην κάνεις τίποτα από τα τρία. Και να θες να παίξεις ανάλογη μουσική. Οπότε, θα στραφείς ή όχι στις ταινίες τρόμου και τα κόμικς του μακάβριου και του σατανικού; Για εσάς δεν ξέρω και δε θα κρίνω, πάντως ο Quorthon όταν ξεκίνησε να ηχογραφεί με το λογότυπο των Bathory αυτό έκανε. Και άθελά του δημιούργησε το πιο διάσημο τραγοκέφαλο στην παγκόσμια δισκογραφία.
Ο Σουηδός Thomas Forsberg το 1983 πάει ακόμα σχολείο. Αλλά σε ένα ταξίδι στην Αγγλία θα βρεθεί στο London Dungeon και θα μάθει τα τερτίπια της Κόμισσας Bathory. Θα ψαρώσει και θα αποφασίσει να ονομάσει την μπάντα του έτσι. Μαζί με άλλους συμμαθητές του (ένας εκ των οποίων ο Jonas Akerlund) θα ξεκινήσουν να τζαμάρουν εμπνευσμένοι από τους Motorhead.
Έχοντας και τον πατέρα του να του αναθέτει δουλειές στη δισκογραφική Tyfon Grammofon της οποίας ήταν ιδιοκτήτης, είχε και το μικρόβιο αλλά και το μέσο. Η κυκλοφορία του “Scandinavian Metal Attack” από την εν λόγω δισκογραφική, μετά τις κατάλληλες συγκυρίες, θα έχει δύο κομμάτια των Bathory. Το “Sacrifice” (με περισσότερο echo) και το “The Return of Darkness And Evil“. Δύο κομμάτια ωμά και θορυβώδη που μαρτυρούν ότι «κάτι συμβαίνει εδώ», παρά την εμφανή απειρία των μελών.
Το βάπτισμα του πυρός έγινε, ήρθε η ώρα για το ντεμπούτο που θα τους καθορίσει ως όνομα. Και τι πιο απλό από το να ακολουθήσεις το μινιμαλισμό; Το 1984 ένα τραγοκέφαλο και το όνομα Bathory σε Old English γραμματοσειρά είδε το φως του κόσμου.
Αν βάλεις το ντεμπούτο των Bathory δίπλα σε μια σημερινή «ωμή» κυκλοφορία, η συγγένεια είναι σαφέστερη
Ο Quorthon συνεργάστηκε με δύο παλιούς του φίλους, τον Stefan Larsson και τον Rickard Bergman ηχογραφώντας τα κομμάτια όσο πιο γρήγορα γίνεται λόγω χαμηλού προϋπολογισμού. Και η lo-fi παραγωγή ευνοεί σημαντικά το τελικό αποτέλεσμα γιατί σε αυτόν το δίσκο συγκεντρώνεται ό,τι γνωρίζουμε για το σύγχρονο ωμό black metal.
Σίγουρα υπάρχει ο διάλογος σχετικά με τους προηγηθέντες Celtic Frost και Venom για το τι μπορούμε να ονομάσουμε πρωτιά του ιδιώματος. Ηχητικά μιλώντας, οι Venom διατηρούσαν τη Motorhead-ική ούγια ενώ οι Hellhammer/Celtic Frost ήταν πιο εμφανώς thrash με τα σημερινά δεδομένα. Όταν τουλάχιστον δε φλέρταραν με το σπηλαιώδες doom death στο “Triumph of Death“. Από την άλλη, αν βάλεις το ντεμπούτο των Bathory δίπλα σε μια σημερινή «ωμή» κυκλοφορία, η συγγένεια είναι σαφέστερη.
Τώρα μιλώντας για το περιεχόμενο, τι να ειπωθεί που δεν έχει αναλυθεί ήδη; Για το black punk χιτάκι του “Sacrifice”; Την ευθεία αναφορά στους Venom στο “Raise The Dead“; Το ότι όπως κάθε ακραίος δίσκος της περιόδου που σέβεται τον εαυτό του έχει κομμάτια με όνομα “Reaper” και “War“; Το downtuned μπάσιμο πριν το μονολεκτικό ρεφραίν του ανορθόγραφου “Necromansy” που παραμένει ένα από τα αστεία που συνοδεύουν διαχρονικά το δίσκο και εντείνουν τον cult classic χαρακτήρα του;
H διαβόητη Yellow Goat έκδοση που σήμερα μια από τις χίλιες κόπιες της αποτελούν Ιερό Δισκοπότηρο των απανταχού συλλεκτών
Ωστόσο αν μια γκάφα έχει παραμείνει διαχρονική και μέρος του μύθου του Quorthon δεν είναι το “Necromansy’. Ούτε και το “In Conspirasy With Satan“. Αλλά αυτή αφορά την πρώτη έκδοση του εξωφύλλου. Ο μεγαλομανής Quorthon ήθελε ο τράγος του εξωφύλλου να βγει σε χρυσό. Φυσικά όλοι γέλασαν όταν άκουσαν κάτι τέτοιο γιατί ούτε κατά διάνοια δεν υπήρχε το budget. Οπότε έμεινε με ένα «καλά, ό,τι κοντινότερο σε χρυσό υπάρχει». Με αποτέλεσμα να κυκλοφορήσει η διαβόητη Yellow Goat έκδοση που σήμερα μια από τις χίλιες κόπιες της αποτελούν Ιερό Δισκοπότηρο των απανταχού συλλεκτών.
Και αυτό επειδή η πρώτη έκδοση έγινε sold-out σε δύο εβδομάδες. Και το μεγάλο ταξίδι της ίσως σημαντικότερης μπάντας του black metal ήχου μπήκε στις ράγες της. Για να φτάσει στη συνέχεια στο drakkar της και να εξερευνήσει έναν άλλον ήχο.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Artist: Bathory