Σε έναν κόσμο που καταρρέει από ψεύτικα βίντεο, αληθινές καταστροφές και ανύπαρκτη αυτογνωσία, το “Mountainhead” δεν είναι απλώς μια ακόμη σάτιρα για τους υπερπλούσιους· είναι μια αποδόμηση του ίδιου του αφηγήματος της σοβαρότητας. Ο Jesse Armstrong — δημιουργός του Succession — αφήνει πίσω του τη δυσλειτουργική δυναστεία των Roy και στρέφει το βλέμμα του στην ψυχρή κορυφή της τεχνοκρατικής ύβρεως.
Το σκηνικό, λειτουργεί ως φυσικός καθρέφτης της αποκοπής των ηρώων από την πραγματικότητα.
Τέσσερις δισεκατομμυριούχοι, κλεισμένοι σε ένα γυάλινο καταφύγιο πάνω στις Άλπεις, παρακολουθούν την ανθρωπότητα να καίγεται — και το μόνο που συζητούν είναι ποιος θα γίνει βασιλιάς σε μια αποτυχημένη χώρα. Το “Mountainhead” μοιάζει με μπουκάλι σαμπάνιας που έχει ανοιχτεί από καιρό. Το αφρώδες είναι η πρόζα: κοφτερή, ρυθμική, διανθισμένη με ανούσιες τεχνολογικές ατάκες και αυτοαναφορικά λογοπαίγνια. Το περιεχόμενο όμως είναι ανά διαστήματα χλιαρό.
Η ερμηνεία του Steve Carell ως Randall, ενός καπιταλιστή, που πάει κόντρα ακόμα και στον θάνατο, έχει δυναμική, αλλά ο χαρακτήρας είναι εγκλωβισμένος σε μια καρικατούρα με ξεθυμασμένες πολιτικές αλληγορίες. Ο Cory Michael Smith ως Venis παίζει τον Elon Musk χωρίς την παράνοια· μια ερμηνεία που φλερτάρει με το εύκολο, χωρίς ποτέ να το διαπερνά. Ο Ramy Youssef είναι ο μόνος που αγγίζει κάτι ανθρώπινο, δίχως όμως να αποφεύγει την αυτοκατανάλωση του ρόλου. Ο Jason Schwartzman, ως Hugo, παραμένει σταθερά στον ρόλο του μικρότερου μεγέθους ψώνιου με το μεγαλύτερο κόμπλεξ.

Το σκηνικό — ένα σαλέ αξίας 65 εκατομμυρίων δολαρίων — λειτουργεί ως φυσικός καθρέφτης της αποκοπής των ηρώων από την πραγματικότητα. Ο κόσμος έξω βυθίζεται στο χάος που προκάλεσαν οι ίδιες τους οι τεχνολογίες, αλλά το νερό που κόβεται στη βρύση μοιάζει να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στους ίδιους από τις εκατόμβες των θυμάτων που βλέπουν στις οθόνες τους. O Armstrong, μολονότι, ξέρει να προσφέρει ανόητους πλούσιους χαρακτήρες, γρήγορα ξεμένει από δημιουργικό καύσιμο, ενώ μπορεί να πιαστεί από πολλά πράγματα.
O Armstrong επιλέγει να μην φανταστεί εκ νέου την πραγματικότητα , απλώς να την αναπαράγει με περισσότερη ειρωνεία και λιγότερη καρδιά.
Παρά την επίκαιρη θεματολογία — deepfakes, απορρύθμιση της πληροφορίας, AI που τροφοδοτεί κοινωνική βία — το “Mountainhead” δείχνει να παίζει εκ του ασφαλούς. Καμία από τις αναφορές του δεν προκαλεί αληθινή ταραχή· καμία σκηνή δεν λειτουργεί ως κάθαρση ή πραγματική αποκάλυψη. Είναι ειρωνικό: σε μια ταινία όπου οι χαρακτήρες δεν μπορούν να αναγνωρίσουν την πραγματικότητα, ο Armstrong επιλέγει να μην τη φανταστεί εκ νέου, απλώς να την αναπαράγει με περισσότερη ειρωνεία και λιγότερη καρδιά.

Εκεί που το Mountainhead κερδίζει αθόρυβα πόντους είναι στην αίσθηση χρόνου που αποπνέει. Η ταινία μοιάζει να εκτυλίσσεται εκτός πραγματικότητας, σε μια ζώνη λυκόφωτος όπου η έννοια της εξέλιξης — προσωπικής, αφηγηματικής ή παγκόσμιας — έχει ανασταλεί. Το ρολόι δεν προχωρά· ο κόσμος έξω καταρρέει, αλλά μέσα στο σαλέ όλα παραμένουν αμετάβλητα. Αυτή η στασιμότητα λειτουργεί ως αλληγορία για μια ελίτ που δεν ζει πια στον ίδιο ρυθμό με την υπόλοιπη ανθρωπότητα.
Το Mountainhead αποτελεί, ίσως την πιο τρομακτική εκδοχή της παρακμής.
Η ταινία επιμένει πως η αδυναμία αυτών των ανθρώπων δεν είναι απλώς ηθική· είναι υπαρξιακή. Δεν μπορούν να μάθουν, δεν μπορούν να αλλάξουν, δεν μπορούν να πιστέψουν πως υπάρχουν άλλοι άνθρωποι εκτός από τους ίδιους. Το ζήτημα δεν είναι μόνο η δύναμη τους, αλλά η αδυναμία όλων των υπολοίπων να αρνηθούν την αφήγησή τους. Ο Armstrong, ευτυχώς, δεν τους αποδίδει μεγαλοφυΐα· τους εκθέτει για αυτό που είναι: κοινότοποι, ρηχοί, ανίκανοι να σταθούν απέναντι σε οτιδήποτε χωρίς συμβουλευτική ομάδα και budget.
Το “Mountainhead” δεν είναι “The Menu”, δεν είναι “Triangle of Sadness”, και δεν είναι “Succession”. Είναι κάτι πιο ακίνητο. Μια ταινία που καταρρέει μεθοδικά, όπως οι ήρωες της — όχι με κραυγές, αλλά με αναστεναγμούς, like-counts και χαμένες κλήσεις. Ίσως αυτή να είναι και η πιο τρομακτική εκδοχή της παρακμής. Ο Armstrong παραμένει δεινός στη γραφή και οι ερμηνείες είναι καλοκουρδισμένες, όμως το σενάριο εγκλωβίζεται στη ναρκισσιστική του αυτογνωσία. Μια ταινία έξυπνη, αλλά όχι συγκλονιστική.
Artist: Morrissey
Album: I Am Not a Dog on a Chain
Label: BMG
Release Date: 20/03/2020
Genre: Indie Rock
Movie: Mountainhead
Year: 2025
Duration: 109′
Genre(s): Satire, Comedy, Drama
Director(s): Jesse Armstrong
Steve Carell, Ramy Youssef, Cory Michael Smith, Jason Schwartzman
Mountainhead
Αν και το “Mountainhead” έχει όλες τις σωστές προθέσεις — σαρκασμός, κοινωνική οξυδέρκεια, θεματική επικαιρότητα — καταλήγει να είναι πιο εσωστρεφές απ’ όσο χρειάζεται και λιγότερο αποκαλυπτικό απ’ όσο νομίζει. Ο Armstrong παραμένει δεινός στη γραφή και οι ερμηνείες είναι καλοκουρδισμένες, όμως το σενάριο εγκλωβίζεται στη ναρκισσιστική του αυτογνωσία. Μια ταινία ευφυής, αλλά όχι συγκλονιστική.