Υπάρχουν πολλά σχήματα τα οποία, για διαφορετικούς λόγους, δεν κατάφεραν να φτάσουν στο επίπεδο δημοτικότητας που οι δυνατότητές τους προδιέγραφαν. Σε αντίθεση όμως με τα περισσότερα από αυτά, στην περίπτωση των Αμερικανών Q5, ο χρόνος στάθηκε δίκαιος. Το ντεμπούτο τους, το ιστορικό “Steel the Light”, έχει βρει, έστω και καθυστερημένα, τη θέση του ως ένας κλασικός και υπέροχος δίσκος του αμερικάνικου hard rock.
Οι Q5 σχηματίστηκαν στο Seattle το 1983 από μέλη δύο τοπικών συγκροτημάτων, των TKO και C.O.R.E.. Η σύνθεση της μπάντας περιλάμβανε τους: Jonathan K. στα φωνητικά, Floyd Rose και Rick Pierce στις κιθάρες, Evan Sheeley στο μπάσο και Gary Thompson στα ντραμς, αποτελώντας κατά κάποιο τρόπο ένα “supergroup” της τοπικής σκηνής.
Εξ αρχής η προσέγγισή τους ήταν επαγγελματική και ήρθαν σε συμφωνία για την παραγωγή του ντεμπούτου τους με τον Mike Flicker, γνωστό για τη συνεργασία του με τις Heart, μεταξύ άλλων. Η ηχογράφησή του μάλιστα έγινε κατά το μεγαλύτερο μέρος στα θρυλικά Cherokee Studios του Λος Άντζελες, στο οποίο έχουν ηχογραφήσει επίσης διάφορα κορυφαία ονόματα της μουσικής, όπως ο David Bowie, o Tom Petty, οι Mötley Crüe, αλλά και ο Michael Jackson, για το πασίγνωστο “Thriller”. Αξίζει να σημειωθεί επίσης πως η ηχογράφηση ολοκληρώθηκε μέσα σε μόλις δύο εβδομάδες, λόγω του εξαιρετικά περιορισμένου budget.
Το “Steel the Light” κυκλοφόρησε αρχικά από την άγνωστη Albatross Productions και στη συνέχεια από την Music For Nations στην Ευρώπη, όπου γνώρισε σαφώς μεγαλύτερη επιτυχία σε σχέση με τις ΗΠΑ. Η μουσική του ξεχωρίζει για τα μελωδικά φωνητικά, τα δυναμικά riffs και την ισορροπημένη μίξη ανάμεσα στο εμπορικό hard rock και το πιο σκληρό heavy metal ύφος της περιόδου. Πρόκειται για ένα αμάλγαμα που κινείται ανάμεσα στο φθίνον NWOBHM και το αναδυόμενο glam.

Το άλμπουμ απέσπασε από την πρώτη στιγμή εξαιρετικές κριτικές και χαρακτηρίστηκε από τον μουσικό τύπο της εποχής ως ένα από τα κορυφαία hard rock άλμπουμ όλων των χρόνων, με συγκρίσεις προς συγκροτήματα όπως οι Quiet Riot και Survivor. Από την αρχή έως το τέλος ξεχειλίζει από έμπνευση, ένταση, όμορφες μελωδίες και φυσικά την παθιασμένη ερμηνεία του τραγουδιστή Jonathan K, ο οποίος έχει φωνητική εκπαίδευση στην όπερα.
Κομμάτια όπως το “Missing in Action” και το “Pull the Trigger” ξεχωρίζουν από την αρχή για τον δυναμικό ρυθμό και τα έντονα metal riffs τους. Το “Pull the Trigger” μάλιστα χρησιμοποιήθηκε ως μουσική υπόκρουση σε αγώνες πάλης και σε extreme sports events στις ΗΠΑ. Η μπαλάντα “Come and Gone” αποκαλύπτει μια πιο συναισθηματική πλευρά της μπάντας και στο παρελθόν είχε συμπεριληφθεί σε αρκετές συλλογές με rock ballads.
Το “Ain’t No Way to Treat a Lady“, με ξεκάθαρες επιρροές από τους AC/DC, αποτέλεσε την πιο εμπορική στιγμή τους, καθώς κυκλοφόρησε ως single του δίσκου. Το ομότιτλο “Steel the Light” διαθέτει έντονο συναυλιακό χαρακτήρα, επική ατμόσφαιρα και μια μελωδία που συνοδεύεται από στίχους γεμάτους ελπίδα και αντίσταση. Τέλος, το διαχρονικό “Lonely Lady” αποτελεί μια σύνθεση που θα μπορούσε να σταθεί επάξια δίπλα σε συγκροτήματα όπως οι Survivor. Μελωδικό, άμεσα προσιτό και με εντυπωσιακές κιθαριστικές γραμμές, θεωρείται η κορυφαία στιγμή ενός συνολικά σπουδαίου άλμπουμ.
Οι Q5 κυκλοφόρησαν ακόμη ένα άλμπουμ, το “When the Mirror Cracks” το 1986, το οποίο όμως δεν κατάφερε να φτάσει στο επίπεδο του ντεμπούτου τους. Παρά τη σχετική επιτυχία του “Steel the Light” στην Ευρώπη, η αμερικανική αγορά δεν έδειξε το ίδιο ενδιαφέρον. Καθοριστικό ρόλο σε αυτό είχε το ατυχές timing, καθώς η μουσική τους κατεύθυνση δεν συμβάδιζε με τις απαιτήσεις του τότε MTV, ενώ η μικρή Albatross Records αδυνατούσε να τους εξασφαλίσει ουσιαστική προώθηση. Έτσι, και σε συνδυασμό με τις εσωτερικές διαφωνίες ανάμεσα στους Floyd Rose και Jonathan K., οι Q5 οδηγήθηκαν στη διάλυση προς τα τέλη της δεκαετίας του 1980.

Η επανένωση ήρθε το 2014 με αφορμή το Sweden Rock Festival, ακολουθώντας νέες κυκλοφορίες και ζωντανές εμφανίσεις, σε ένα reunion που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Στο μεταξύ, ο Floyd Rose άφησε σημαντικό αποτύπωμα στην εξέλιξη της ηλεκτρικής κιθάρας, καθώς υπήρξε ο εφευρέτης του πασίγνωστου συστήματος Floyd Rose locking tremolo, το οποίο χρησιμοποιήθηκε από κιθαρίστες όπως οι Eddie Van Halen και Steve Vai.
Το “Steel the Light” παραμένει ένα κλασικό, αν και παραγνωρισμένο, άλμπουμ που, παρά την cult ταυτότητά του, θεωρείται προπομπός του ευρωπαϊκού μελωδικού metal. Πρόκειται για ένα έργο που αξίζει να ανακαλύψει κανείς, ιδιαίτερα αν αγαπά το αυθεντικό, μελωδικό και δυναμικό hard rock των ’80s, και βέβαια να το απολαύσει ζωντανά στην επερχόμενη εμφάνισή τους στη χώρα μας.