Αν υπήρχε ένα soundtrack, που θα μπορούσα να περιγράψω την θεατρική παράσταση R.I.P., θα ήταν κατά πάσα πιθανότητα το «Όχι Πια Έρωτες» των αγαπημένων Κόρε Ύδρο. Το κομμάτι μιλάει για έναν έρωτα που δεν θέλει (ή δεν πρέπει) να υπάρξει πια, να σταματούν να τρέχουν άλλα δάκρυα και να μην υπάρχουν άλλα όνειρα για το μέλλον. Πώς όμως αποτυπώνεται το R.I.P. μέσα σε αυτό;
Το R.I.P. διαδραματίζεται σε μία πόλη, που ενώ την περιέκλειε η ευημερία και η τάξη, ξαφνικά όλα αυτά μετατράπηκαν σε εφιάλτη, εξαιτίας μίας εμφύλιας διαμάχης που ξεσπά. Όλοι, μεγάλοι και μικροί, παίρνουν αυτοσχέδια όπλα για να αμυνθούν και να επιτεθούν. Αλλοι τραυματίζονται και άλλοι χάνονται, η κοινωνία καταρρέει.
Στη μέση αυτών των γεγονότων βρίσκονται δύο νέα παιδιά, ένα αγόρι (Δημήτρης Χριστοφορίδης) κι ένα κορίτσι (Πηνελόπη Σαραφίδη). Μόνο τους άσυλο, ένα εγκαταλελειμμένο καφέ. Από δύο ξένοι, θα γνωρίσουν καλύτερα ο ένας τον άλλον (αλλά και τους εαυτούς τους) και θα γίνουν δύο ερωτευμένοι νέοι που θα ζήσουν όσο μπορούν με πάθος. Μόνος τους φόβος, πως κάποια στιγμή θα πρέπει να πάρουν θέση στην διαμάχη.
Εκείνος ρεαλιστής μεν ρομαντικός δε, νιώθει λύπη με τον τρόπο που αντιμετωπίζουν οι νέοι τις συνθήκες σήμερα. Από την πρώτη πράξη, αναφέρεται κιόλας χαρακτηριστικά πως οι νέοι δεν κοιτούν πια τα αστέρια. Δεν εμπιστεύεται, έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στους ανθρώπους, αν και κατά βάθος, κάπως αχνά, δείχνει να ελπίζει. Δεν αγαπά, αναφέρει πως εφόσον κανείς δεν αγαπά, γιατί να το κάνει ο ίδιος; Μέχρι τη στιγμή που εμφανίζεται στο καφέ εκείνη.
Εκείνη επαναστάτρια, γεμάτη οργή, θυμό και αγανάκτηση, έχει χτίσει άμυνες γύρω της. Είναι αρκετά απομονωμένη και ξεσπά για ό,τι της βάζει θηλιά στο λαιμό. Ωστόσο είναι αθώα, σαν μικρό παιδί, πληγωμένη και εξίσου δύσκολη στο να εμπιστευτεί κάποιον. Όπλο της ένα βιβλίο, που της κρατά συντροφιά για να μη σκέφτεται τίποτα που να τη πληγώνει, να πηγαίνει σε έναν άλλον κόσμο, πιο όμορφο. Μέχρι που τα μάτια της βλέπουν εκείνον.
Οι δυο τους ήταν εκεί και όλος ο κόσμος σκοτωνόταν έξω.
Το καφέ για εκείνους δεν είναι τίποτα λιγότερο από ένα καταφύγιο, ένα άσυλο, όπως το άσυλο της Ελένης, στον τάφο του Πρωτέα. Οι δυο τους ήταν εκεί και όλος ο κόσμος σκοτωνόταν έξω. Επιθυμούσαν να ανήκουν κάπου, έβλεπαν την διαμάχη και ήθελαν να συμμετέχουν, να επαναστατήσουν. Όσο όμως ο χρόνος περνούσε, όσο η τριβή μεταξύ τους δοκιμαζόταν από την συνθήκη στον έξω κόσμο, εκείνοι ανακάλυψαν πως όχι μόνο δε θέλουν να πάρουν θέση στη διαμάχη, αλλά δε θέλουν να έχουν θέση και σε αυτόν τον κόσμο γενικότερα.
O Δημήτρης Κουρούμπαλης, πέραν της επιμέλειας του κειμένου, είχε πρωταγωνιστήσει και ο ίδιος, μαζί με την Κατερίνα Λούρα το 2014 στην παράσταση. Κατάφερε να αξιοποιήσει τον πυρήνα της ιστορίας του Ουίλιαμ Σαίξπηρ «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» και προσθέτοντας τη δική του υφή, τη συνδύασε με τα σημερινά δεδομένα. Υπήρχαν επίσης και κάποιου είδους «αυθαιρεσίες» που λειτούργησαν άρτια στην εξέλιξη της πλοκής, όπως είναι το τέλος της ιστορίας.
Η σκηνοθεσία, την οποία ανέλαβε ο Γιάννης Αγγελάκης, είναι απλή, λιτή και ουσιώδης. Το σκηνικό είναι αρκετά μινιμαλιστικό, δεν περιέχει πολλά στοιχεία που θα υπερφόρτωναν το πάλκο, αντιθέτως όλα τους έχουν και τη δική τους σημασία. Ως ένα εγκαταλελειμμένο καφέ, έχει δύο τραπέζια με μία καρέκλα στο κάθε τραπέζι. Οι πρωταγωνιστές κάθονται αντικρυστά και ο καθένας έχει κι από ένα δικό του αντικείμενο. Εκείνη ένα βιβλίο κι Εκείνος ένα σημειωματάριο μ’ ένα στυλό. Εξίσου σημαντικό αντικείμενο αποτελεί και η σκάλα, με την οποία οι ήρωες μπορούν να κοιτάξουν τον κόσμο από ψηλά.
Όσον αφορά στο κομμάτι του ήχου, πέραν των ηχητικών εφέ που παραπέμπει στον όχλο και τη διαμάχη που λαμβάνει χώρα και παρακολουθούν έντρομοι απ’ το παράθυρο οι πρωταγωνιστές, υπάρχει κι ένας ήχος ανάμεσα στις μεταβάσεις των πράξεων. Θα μπορούσε να είναι ένα τρένο, για να δείξει πόσο θέλουν να φύγουν από αυτόν τον κόσμο οι πρωταγωνιστές, ένας οποιοσδήποτε μεταλλικός μηχανισμός ή ακόμα και αλληγορικά η μηχανική πραγματικότητα στην οποία αντιτίθενται οι δυο τους.
Προσωπικά στιγμιότυπα που έλαμψαν με μια πολύ μικρή διαφορά από τα υπόλοιπα, εφόσον μιλάμε για άρτια παράσταση, τα εξής σημεία: Ο μονόλογος της ηρωίδας για τη Νύχτα, λίγο πριν τελειώσουν όλα (Το ξημέρωμα είναι για να σηκώνεσαι και να φεύγεις μακριά) και φυσικά το τέλος που παραλλάσσει ευρηματικά το φινάλε του πρωτότυπου έργου, δείχνοντας πως ο έρωτας είναι η απόλυτη μορφή επανάστασης. Paid actor στις παραπάνω σκηνές είναι ο φωτισμός, ο οποίος έντυσε γλυκά τις σκηνές και αποτύπωσε τόσο την ψυχική κατάσταση, όσο και τον έρωτα και το πάθος των ηρώων.
Εξίσου σημαντικό να επισημανθεί είναι πως μετά το τέλος της παράστασης οι πρωταγωνιστές ανήγγειλαν στους θεατές την ανακοίνωση του ΣΕΗ (Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών), η οποία αναφέρεται στο νέο νομοσχέδιο του Υπ. Πολιτισμού που προβλέπει την εξίσωση του πτυχίου της Δραματικής Σχολής και του Απολυτήριου Λυκείου. Με αυτόν τον τρόπο, οι συντελεστές έδειξαν και στην πραγματικότητα πως οι επαναστάσεις θα κάνουν τον κόσμο λίγο καλύτερο.
Το R.I.P. αποτελεί μία παράσταση πιο επίκαιρη από ποτέ και οριακά δυστοπική, θα έλεγε κανείς. Αξίζει να την παρακολουθήσετε, διότι πέραν της πλοκής, η οποία είναι εξαιρετική και σίγουρα δεν γίνεται αντιληπτό πόσο γρήγορα περνά η μία ώρα, εξίσου εξαιρετικοί και ταλαντούχοι είναι η Πηνελόπη Σαραφίδη και ο Δημήτρης Χριστοφορίδης. Έχετε δύο τελευταίες ευκαιρίες να τους απολαύσετε, στις 14 και 15 του μήνα, στο Θέατρο Επί Κολωνώ.