Το ότι γράφω εισαγωγή για κείμενο που αφορά την εμπειρία μου μετά από live των Samael, θα μπορούσε από μόνο του να πει ό,τι χρειάζεται να ειπωθεί. Αν ειδικά πούμε ότι οι Ελβετοί έπαιξαν το “Ceremony of the Opposites” στην ολότητά του, τότε ίσως να μη χρειαστεί να προσθέσω άλλη πρόταση και να κλείσουμε κάπου εδώ. Και ναι, κατανοώ πόσο υπερβολικό και στα όρια του γραφικού μπορεί να ακούγεται όλο αυτό, όμως, πιστέψτε με, είναι πέρα για πέρα πραγματικότητα.
DreamLongDead
Πριν όμως πιάσουμε τα πεπραγμένα των Samael, πρώτα θα μιλήσουμε για τους DreamLongDead. Αν και γενικά δεν θεωρώ ότι πρέπει σώνει και ντε το support act να παίζει το ίδιο είδος με τον headliner, στη συγκεκριμένη περίπτωση ίσως να μην ήταν το ιδανικό fit. Κρατάω μία επιφύλαξη γι’ αυτό που γράφω, καθώς το main act της βραδιάς ήταν ένα τεράστιο tick στο bucket list με τα συναυλιακά μου απωθημένα, οπότε ίσως να μη με ικανοποιούσε και τίποτα.










Οι Αθηναίοι πάντως, σε ένα Gazarte με ήδη αρκετό κόσμο από κάτω, ήταν εξαιρετικοί, και με απρόσμενα καλό ήχο. Έπαιξαν σφιχτά, χωρίς φλυαρίες, και μπορώ να πω ότι τελικά κέρδισαν το κοινό. Δεν ξέρω αν έκαναν νέους οπαδούς, αλλά σίγουρα δεν άφησαν κανέναν αδιάφορο, κι αυτό από μόνο του, ειδικά όταν ανοίγεις βραδιά που ξέρεις ότι όλοι περιμένουν άλλο συγκρότημα, είναι σημαντικό. Υπήρχαν στιγμές που η ατμόσφαιρα έπιασε εκείνο το ωραίο live peak, όπου παύεις να σκέφτεσαι αν ταιριάζει κάτι και απλά το ζεις. Και αν μη τι άλλο, οι DreamLongDead απέδειξαν ότι μπορούν να σταθούν δίπλα σε ένα μεγάλο όνομα, ακόμα και αν αυτό βρίσκεται σε δαιμωνιώδη κατάσταση.
Samael
Και τώρα, από πού να το πιάσεις και πού να το αφήσεις. Ας το προσεγγίσω όσο πιο συγκροτημένα μπορώ και να πω ότι για τα live αφιερωμένα σε έναν δίσκο ισχύουν δύο συνθήκες. Η πρώτη, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση των Samael, αφορά τη σημασία της κυκλοφορίας, όπου αναμφίβολα χρειάζεσαι έναν σημαντικό δίσκο για να λειτουργήσει κάτι. Πάμε στη δεύτερη, που άπτεται πλήρως του live και την έχουμε ζήσει κάμποσες φορές, όπως για παράδειγμα με τους Mayhem και το “De Mysteriis Dom Sathanas”. Δεν γίνεται στο live να παίζεις μόνο έναν δίσκο 45–50 λεπτών και μετά να κατεβαίνεις, παίξε και κάτι ακόμα. Και ευτυχώς για όλους μας, οι Samael φαίνεται να «συμφωνούν» μαζί μου.
Για όσους δεν ήρθατε λοιπόν, θα σας το κάνω ενδιαφέρον και θα ξεκινήσω λέγοντας ότι το «πείραξαν». Ναι, δεν έπαιξαν το “Ceremony of the Opposites” όπως το έχετε μάθει, το άλλαξαν λίγο. Το κακό για εσάς είναι ότι το έκαναν καλύτερο. Αυτό δηλαδή που αν μου το έλεγες μία ώρα πριν το live, θα σου έλεγα «αν κάτι είναι τέλειο και το πειράξεις, μόνο χειρότερο μπορείς να το κάνεις», οι Samael το διέψευσαν πανηγυρικά. Μη φανταστεί κανείς κοσμογονικές αλλαγές, απλά κάτι λίγο παραπάνω από τις απαραίτητες προσαρμογές για τη ζωντανή απόδοση.








Να πω επίσης ότι στην αρχή το γεγονός πως ο Xy έπαιζε κυρίως πλήκτρα και όχι τύμπανα με ξένισε. Ναι, το ξέρω, έχει χρόνια που το κάνει, ωστόσο, στο “Ceremony of the Opposites”, νομίζω ότι θα τα προτιμούσα φυσικά αντί για κατά βάση προηχογραφημένα. Εδώ, όμως, να σημειώσω δύο πράγματα: αρχικά, ότι ψάχνω να βρω οριακά από υποχρέωση κάτι που να μη μου άρεσε, ώστε να μπορέσω όσο πιο αντικειμενικά μπορώ να περιγράψω αυτό που έζησα την Παρασκευή, και κατά δεύτερον, είμαι σχεδόν σίγουρος ότι για να αποδοθεί αυτό το εντυπωσιακό αποτέλεσμα, μάλλον η παρουσία του Xy στα πλήκτρα ήταν επιβεβλημένη.
Για τον Vorph δεν υπάρχουν πολλά να πεις, υπέροχος σε κάθε aspect. Τα φωνητικά του, υπέροχα. Η κιθαριστική του ικανότητα, αξεπέραστη. Η επικοινωνία του με τον κόσμο, αν και με μέτρο, εξαιρετική. Κάτι ακόμα σημαντικό να αναφέρω: το ομώνυμο κομμάτι, όταν το άκουσα στον δίσκο, δεν μπορώ να πω ότι με είχε εντυπωσιάσει. Ωστόσο, ακούγοντάς το live, άλλαξα τελείως γνώμη, όπως και με το “Black Matter Manifesto”. Στα υπόλοιπα αξιοσημείωτα της βραδιάς, τα “Rain” και “Slavocracy”, και γενικά, όσο κι αν το ψάχνω, δεν μπορώ να βρω τι να μη λειτούργησε τέλεια.
Όπως εύστοχα είπε ο Vorph, οι Samael με την Αθήνα «gone full circle», αφού η τελευταία φορά που είχαν επισκεφθεί τη χώρα μας ήταν στην περιοδεία του “Ceremony of the Opposites”. Κι αν αυτή η βραδιά άφησε κάτι, είναι πως κάποιες μπάντες, μπορύν και γράφουν δίσκους που αδιαφορούν για τον χρόνο. Οπότε, κρατήστε το κάπου: το “Passage” του χρόνου γίνεται 30 ετών, και δηλώνω υπεύθυνα ότι είμαι ο πρώτος που θα πάει σε επετειακό live για την αφεντιά του.
