Editors
Κατάφεραν να εξέλιξουν τον ήχο τους, να διατηρήσουν όλα αυτά τα γνωρίσματα που τους έβγαλαν στον αφρό, και μετά από δεκατρία ολόκληρα χρόνια να μας προσφέρουν έναν αξιόλογο Editors δίσκο.
Υπάρχει άνθρωπος που να έχει να πει κακή κουβέντα για τους συμπαθείς Editors; Πολύ αμφιβάλλω, είναι τέτοιος ο ήχος τους που ό,τι μουσική και αν προτιμάς, κάπου θα σε βρουν. Ας πάρουμε για παράδειγμα τα hits τους, από τη μία, έχουμε το “Sugar”, που κινείται σε alternative rock, και από την άλλη, το “Papillion”, το οποίο θα το έλεγες new wave. Οι Άγγλοι επέστρεψαν με το “EBM”, τον έβδομο δίσκο τους στην εικοσαετή τους πορεία. Δεν με λες και ειδικό αναφορικά με τους Editors, όμως, όσο να πεις μία επαφή – και παραπάνω – την έχω με τη μουσική τους.
Τέσσερα χρόνια, λοιπόν, μετά το “Violence“, το οποίο παρόλα όσα γράφονται, το θεωρώ χλιαρό, γυρίζουν με ένα δίσκο ιδιαιτέρως ηλεκτρονικό. Προφανώς, δε μου κάνουν καμία έκπληξη τα ηλεκτρονικά στοιχεία σε μία κυκλοφορία Editors, όμως, album όπου τα rock στοιχεία είναι συνοδευτικά, δεν έχουν ξαναβγάλει.
Πριν μπούμε βαθειά στα του “EBM”, ας κάνουμε μία συμφωνία. Από την κυκλοφορία του “In This Light and on This Evening“, οι Editors προσπαθούν να ξαναφτάσουν σε αυτά τα επίπεδα. Το πρόβλημα δεν είναι ότι αποτυγχάνουν, γιατί δε συμβαίνει ακριβώς αυτό, είναι ότι απλά βγάζουν δουλειές στις οποίες «υπερπροσπαθούν».
Υπάρχουν στιγμές που θυμίζουν την πρότερη ικανότητα, όμως, η «εμμονή» τους να προσπαθούν να αντιγράψουν τον εαυτό τους, τους ρίχνει στην παγίδα της φλυαρίας.
Έφτασε η ώρα να μιλήσουμε για το μεγάλο κεφάλαιο του “EBM”, τη μεταγραφή του καλοκαιριού, την προσθήκη του Blanck Mass στους Editors. Αν κάποιος είναι εξοικειωμένος με το έργο του Βρετανού συνθέτη, τότε του χρειάζονται μόνο μερικά λεπτά ακρόασης για να καταλάβει την επιρροή που έχει ασκήσει στο δίσκο.
Η σημασία αναδεικνύεται σε κομμάτια, όπως το “Vibe“, όπου καταφέρνει να αναδείξει τα στοιχεία που έκαναν τους Editors γνωστούς. Ίσως και καλύτερα από όσο το έκαναν οι ίδιοι τα τελευταία δεκατρία χρόνια.
Το EBM των Editors είναι ένας γεμάτος δίσκος από κάθε άποψη. Περιέχει ταυτόχρονα ένα ελπιδοφόρο μήνυμα και μία ζοφερή εσωτερικότητα, που αντανακλά προσωπικά μυστικά, κρυμμένα όνειρα και άγνωστους φόβους.
Και εδώ αξίζει να αποδώσουμε εύσημα στον Tom Smith, που σχετικά απαλλαγμένος από την πλήρη ευθύνη της σύνθεσης μουσικής, κατάφερε να ρίξει βάρος της δημιουργικότητάς του στους στίχους και την ερμηνεία. Η φωνητική του ερμηνεία θυμίζει επίπεδα “An End Has a Start“.
Ανέφερα και πριν ότι έχουμε να κάνουμε με ένα album γεμάτο ηλεκτρονικά στοιχεία, όμως, συγχρόνως μας εμφανίζεται και τρομερά ποικιλόμορφο. Για παράδειγμα, το industrial-ίζον “Karma Climb“, που αν οι DJ των mainstream clubs της χώρας μας δεν είχαν ωτικές παρωπίδες, θα έπρεπε να ήταν ήδη το hit του χειμώνα. Και βέβαια, αν το έχετε ακούσει, όχι δεν είστε οι μόνοι που «μυρίσατε» έντονα New Order.
Κάτι άλλο που λειτουργεί άψογα στο EBM, είναι ο ρυθμός του. Έχω γράψει και σε άλλα reviews μου, ότι έχει τεράστια σημασία για το τελικό αποτέλεσμα ενός album η σειρά με την οποία είναι τοποθετημένα τα κομμάτια. Οι Editors και σε αυτό το σημείο παίρνουν πολύ μεγάλο βαθμό. Αφού το καταιγιστικό “Vibe” ακολουθεί το απαστράπτον “Educate“.
Αν θα έπρεπε να κάνουμε μία μαθηματική αναγωγή για το EBM, αυτή θα ήταν η εξής: «Ο γεωμετρικός τόπος του οποίου όλα τα σημεία ισαπέχουν από ένα σταθερό σημείο». Ναι, το έθεσα λίγο πιο «επιστημονικά» τον κύκλο. Πράγματι, οι Editors πραγματοποιούν έναν τέλειο κύκλο, αφού στο κλείσιμο σβήνουν το χορευτικό πάρτι, που ξεκίνησε πριν σχεδόν μία ώρα, με άκρως μαεστρικό τρόπο.
Με μία λέξη θα το έλεγα «χορταστικό», το EBM μοιάζει – και είναι ικανό – να επαναφέρει τους Editors στα επίπεδα που τους είχαμε συνηθίσει, όταν πρωτοξεμύτησαν στη μουσική βιομηχανία. Ακόμα σημαντικότερο, αν και νομοτέλεια, δεν το έκαναν αντιγράφοντας τους εαυτούς – έστω και πετυχημένα.
Κατάφεραν να εξέλιξουν τον ήχο τους, να διατηρήσουν όλα αυτά τα γνωρίσματα που τους έβγαλαν στον αφρό, και μετά από δεκατρία ολόκληρα χρόνια να μας προσφέρουν έναν αξιόλογο Editors δίσκο.
Κατάφεραν να εξέλιξουν τον ήχο τους, να διατηρήσουν όλα αυτά τα γνωρίσματα που τους έβγαλαν στον αφρό, και μετά από δεκατρία ολόκληρα χρόνια να μας προσφέρουν έναν αξιόλογο Editors δίσκο.