Μπορεί να ακούγεται σαν παρεξήγηση στο backstage ενός φεστιβάλ, αλλά η ιστορία των Covenant και The Kovenant είναι πραγματικό παράδειγμα του πώς ένα όνομα μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση, συγκρούσεις και εν τέλει… επανεφεύρεση.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, δύο εντελώς διαφορετικά συγκροτήματα, από δύο διαφορετικές χώρες, ξεκινούν την πορεία τους με το ίδιο όνομα: Covenant. Από τη μία, οι Σουηδοί Covenant, με industrial και EBM προσανατολισμό, αναπτύσσουν ένα ψυχρό στυλ που τους καθιερώνει στο ευρωπαϊκό ηλεκτρονικό underground. Από την άλλη, οι Νορβηγοί Covenant, δημιουργημένοι από τον Nagash (Lex Icon) και τον Blackheart (Psy Coma), βγαίνουν μέσα από τα έγκατα της νορβηγικής black metal σκηνής, με το “In Times Before the Light“ να τους συστήνει ως μία συμφωνική εκδοχή του είδους.
Μετά την κυκλοφορία του “Nexus Polaris“, τα πράγματα περιπλέκονται. Ο Sverd, ο Astennu και η Sarah Jezebel Deva αποχωρούν ή απομακρύνονται για «ποικίλους λόγους», όπως ανέφερε ο Nagash σε συνεντεύξεις. Η βασική σύνθεση περιορίζεται στους Nagash, Blackheart και Hellhammer. Και τότε προκύπτει το νομικό πρόβλημα: μια σουηδική μπάντα, επίσης ονόματι Covenant, που χρησιμοποιούσε το όνομα από παλιότερα, προχωρά σε αγωγή υποστηρίζοντας την κατοχύρωση του ονόματος.
Με την αλλαγή του ονόματος, οι The Kovenant μεταμορφώθηακν σε κάτι εντελώς δικό τους
Η αρχική ιδέα ήταν να αλλάξουν απλώς το όνομα σε The Covenant, αλλά αυτό δεν στάθηκε δυνατό, καθώς ήδη υπήρχε μια ολλανδική heavy metal μπάντα με αυτό το όνομα από το 1988. Έτσι, για να αποφύγουν κάθε μελλοντική σύγχυση, προχώρησαν στη λύση The Kovenant: πρόσθεσαν το “The” και αντικατέστησαν το “C” με “K”.

Η αλλαγή δεν σήμανε μόνο ένα νέο όνομα αλλά και μια ολοκληρωτική αναγέννηση. Από τα corpse paint σε cyber-goggles, από τις παγανιστικές επιρροές στα science fiction concept albums, οι The Kovenant μεταμορφώθηκαν σε κάτι εντελώς δικό τους — ίσως εξαιτίας, και όχι παρά τη διαμάχη. Σήμερα, αυτό το ονοματολογικό επεισόδιο παραμένει μία από τις πιο χαρακτηριστικές ιστορίες στην underground μουσική, δείχνοντας πως πίσω από ένα όνομα μπορεί να κρύβονται δύο ολόκληροι κόσμοι.