Υπάρχουν κινηματογραφικοί κακοί που προκαλούν φόβο και άλλοι που προκαλούν θαυμασμό. Ο Hans Landa του “Inglorious Basterds” καταφέρνει να κάνει και τα δύο, προσφέροντας μια από τις πιο εμβληματικές ερμηνείες του σύγχρονου σινεμά. Ο Christoph Waltz, υπό την αριστοτεχνική καθοδήγηση του Quentin Tarantino, έδωσε ζωή σε έναν χαρακτήρα που δεν στηρίζεται στη βία για να επιβληθεί, αλλά στη νοημοσύνη, τη γοητεία και την ψυχολογική του δεξιοτεχνία.
Από την πρώτη του εμφάνιση, ο Landa αποκαλύπτεται ως κυνηγός που ξέρει να παίζει με το θήραμά του. Η εναρκτήρια σκηνή στο γαλλικό αγρόκτημα είναι μια αργή, σχεδόν θεατρική επίδειξη εξουσίας. Δεν υπάρχει βιασύνη· αντίθετα, κάθε λέξη, κάθε παύση, κάθε βλέμμα είναι απόλυτα υπολογισμένα. Ο τρόπος που προσφέρει ένα χαμόγελο την ίδια στιγμή που σφίγγει τη θηλιά γύρω από τον συνομιλητή του δημιουργεί μια αίσθηση παράδοξης οικειότητας, η οποία τελικά μετατρέπεται σε παγίδα.
Η ευγένειά του δεν είναι αληθινή· είναι ένα εργαλείο χειραγώγησης. Ο Landa γνωρίζει καλά ότι η χαλαρή ατμόσφαιρα και η υποτιθέμενη ευγένεια μειώνουν τις αντιστάσεις των άλλων. Αυτό που ξεχωρίζει εδώ είναι η μαεστρία του Tarantino στον διάλογο. Ο θεατής γνωρίζει ότι κάτι απειλητικό κρύβεται κάτω από την επιφάνεια, αλλά η αποκάλυψη καθυστερεί, αφήνοντας την ένταση να συσσωρεύεται. Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί το χιούμορ, τις αλλαγές στον τόνο της φωνής και τις ξαφνικές σιωπές για να κάνει την απειλή ακόμη πιο απτή.

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία του Landa είναι η πολυγλωσσία του. Ο χαρακτήρας κινείται με άνεση ανάμεσα σε γερμανικά, γαλλικά, ιταλικά και αγγλικά, όχι απλώς για να δείξει την καλλιέργειά του, αλλά και για να διατηρεί τον έλεγχο κάθε συζήτησης. Η αλλαγή γλώσσας δεν είναι τυχαία· χρησιμοποιείται για να αποκλείσει ή να συμπεριλάβει ανθρώπους στη συζήτηση, δημιουργώντας συμμαχίες και εντάσεις σε πραγματικό χρόνο.
Το πιο ανησυχητικό στοιχείο του Landa είναι η απόλυτη έλλειψη ιδεολογικής δέσμευσης. Δεν υπηρετεί τον ναζισμό από πίστη στις ιδέες του· τον χρησιμοποιεί ως πλαίσιο για να εξυπηρετήσει τα δικά του συμφέροντα. Η ικανότητά του να αλλάζει πλευρά όταν αυτό τον ωφελεί τον καθιστά απρόβλεπτο και, κατά συνέπεια, ακόμη πιο επικίνδυνο. Αυτό γίνεται ξεκάθαρο προς το τέλος της ταινίας, όταν εκμεταλλεύεται την ευκαιρία να διαπραγματευτεί με τους Αμερικανούς, χωρίς ίχνος τύψεων για τις πράξεις του.
Η ιδιοφυΐα του Tarantino έγκειται στο ότι έδωσε στον Landa διαλόγους που συνδυάζουν την κλασική αφήγηση με την αίσθηση του σύγχρονου κινηματογράφου. Δεν υπάρχει περιττή φλυαρία· κάθε λέξη εξυπηρετεί έναν σκοπό, είτε για να αποπροσανατολίσει είτε για να παγιδεύσει. Ο Waltz εκμεταλλεύεται αυτό το υλικό με ακρίβεια, αποδεικνύοντας ότι ο σωστός ηθοποιός μπορεί να μετατρέψει ένα καλό σενάριο σε αριστούργημα ερμηνείας.

Η πολιτισμική επίδραση του Hans Landa είναι αξιοσημείωτη. Ο χαρακτήρας είναι μια μελέτη του Tarantino πάνω στη φύση της εξουσίας, του οπορτουνισμού και της ανθρώπινης αδυναμίας να αντισταθεί στη γοητεία τους . Από την κυκλοφορία του “Inglorious Basterds” το 2009, ο Landa παραμένει σημείο αναφοράς για το πώς η ηθοποιία και η σκηνοθεσία μπορούν να συνεργαστούν ώστε να γεννηθεί ένας αξέχαστος κακός.
Ο Hans Landa δεν είναι μόνο επικίνδυνος λόγω της θέσης του, αλλά επειδή ξέρει να μετατρέπει την εξουσία του σε παιχνίδι. Δεν αφήνει τίποτα στην τύχη· χρησιμοποιεί κάθε πληροφορία, κάθε αδυναμία, κάθε ψυχολογικό τρικ για να επιβληθεί. Και όσο περισσότερο τον γνωρίζουμε στην ταινία, τόσο περισσότερο καταλαβαίνουμε ότι η πραγματική του δύναμη βρίσκεται στην ικανότητά του να κατακτά τον χώρο πριν καν ξεκινήσει η μάχη.
Σήμερα, η ερμηνεία του Christoph Waltz στον ρόλο αυτό συνεχίζει να μελετάται ως παράδειγμα του πώς ένας ηθοποιός μπορεί να ισορροπήσει τη γοητεία με την απειλή. Ο Landa δεν είναι καρικατούρα, ούτε μονοδιάστατος κακός· είναι ένας ζωντανός οργανισμός μέσα στην ταινία, που δίνει στον θεατή την αίσθηση ότι μπορεί να εμφανιστεί και σε άλλες ιστορίες, εκτός της οθόνης, ακόμη και στον πραγματικό κόσμο. Και αυτό είναι το πιο τρομακτικό από όλα.