Δε θυμάμαι πόσα χρόνια έχουν περάσει από την τελευταία φορά που είδα τους Satyricon. Σίγουρα ήταν στην τελευταία τους επίσκεψη στη χώρα μας, κάπου το 2018. Τέλος πάντων, μικρή σημασία έχει, γιατί εν αντιθέσει με εμένα, οι Γάλλοι τους βλέπουν πολύ συχνότερα. Άλλωστε, όπως είπε και ο Satyr, είναι τακτικοί θαμώνες του Hellfest από τις πρώτες μέρες του.
Τώρα, όσοι νιώθετε μια αποστροφή προς τον ανανεωμένο –ή αναθεωρημένο, αν προτιμάτε– ήχο των Satyricon, καλό είναι να το έχετε στο μυαλό σας, γιατί αυτές οι εμφανίσεις τους δείχνουν ακριβώς προς τα πού κινούνται πλέον. Το setlist των Νορβηγών απαρτίζεται κατά βάση από κομμάτια από το “Volcano” και μετά. Ωστόσο, αυτό το black & roll, στο οποίο πλέον αρέσκονται, είναι ιδανικό για live.
Γεμάτο groove, βοηθά το κοινό να συντονιστεί με το συγκρότημα. Για παράδειγμα, στο δεύτερο κομμάτι, “Now, Diabolical”, μόλις ο Satyr έλεγε το “Now”, όλο το κοινό του ανταπάνταγε “Diabolical”. Το περίεργο εδώ είναι ότι ο Satyr δεν το ζήτησε, έγινε αυθόρμητα. Έτσι λοιπόν, με μόλις δέκα λεπτά να έχουν περάσει, ένας χείμαρρος ενέργειας έχει εξαπολυθεί και δονεί για τα καλά τα ασφυκτικά γεμάτα Temple και Altar. Γιατί ναι, οι Satyricon γέμισαν και το δίπλα stage.
Καταλαβαίνω όσους υποστηρίζουν ότι τα κομμάτια της δεύτερης εποχής των Satyricon είναι πιο απλά. Παράλληλα, λειτουργούν με τέτοιον τρόπο ώστε η μπάντα να ακούγεται σαν ένα σώμα, κάτι που αναδεικνύει και τον Frost. Όταν έχεις έναν από τους καλύτερους drummers της σκηνής, είναι απόλυτα λογικό να του δώσεις πρωταγωνιστικό ρόλο. Και μιας και τον αναφέραμε, ας πούμε λίγα πράγματα για την αφέντισσά του. Δεν πρόκειται να σας πω κάτι που δεν ξέρετε, αλλά εξαιτίας του ενθουσιασμού μου, μου είναι αδύνατο να μην αναφέρω ότι μιλάμε για έναν παίκτη που δεν αφήνει ούτε υποψία λάθους. Έναν τύπο που, όταν παίζει, νομίζεις ότι πίσω από το drum kit βρίσκονται δύο-τρεις απόλυτα συγχρονισμένοι drummers. Που κάθε χτύπημά του συνοδεύεται από ταυτόχρονη κίνηση χιλιάδων κεφαλιών.
Από την άλλη, ο Satyr, μερικώς απαλλαγμένος εδώ και χρόνια από την κιθάρα στα live, έχει έναν τρόπο κίνησης και ερμηνείας που θυμίζει περισσότερο σκοτεινό χαρακτήρα του Moorcock παρά τραγουδιστή. Ο Νορβηγός ανήκει ξεκάθαρα σε εκείνη την κατηγορία των frontmen που είναι απολαυστικότεροι ζωντανά σε σχέση με το studio. Και ας έχει εμφανώς γεράσει στην όψη.
Στο “Pentagram Burns” είδαμε τον Satyr να πιάνει κιθάρα στα χέρια του και το κοινό να ξεσηκώνεται αμέσως. Διορθώνω: να ξεσηκώνεται τόσο πολύ που οριακά θα πετούσαν. Ακολούθησε το “Fuel for Hatred” και, με το τέλος του, ήρθε η ώρα για ένα από τα δέκα σημαντικότερα κομμάτια του ήχου, το “Mother North”. Με τα προηχογραφημένα μέρη από την εκτέλεσή τους με τη συμφωνική του Όσλο, μόλις ο Satyr άρχισε να τραγουδάει το «Mother north, how can they sleep while their beds are burning?», εκατοντάδες devil-horns σηκώθηκαν στον αέρα και άρχισαν να κουνιούνται στον ρυθμό. Επιπλέον, δεν μπορώ να θυμηθώ πολλές black metal συναυλίες όπου το κοινό συμμετέχει στο τραγούδι τόσο ενεργά.
Και φτάνουμε στην ώρα του κλεισίματος, όπου το σχεδόν γεμάτο Altar πιέζει να μπει στο Temple, επειδή οι Satyricon έχουν κερδίσει και αυτούς. Ένα από τα πιο ευφυή riffs που έχουν γραφτεί στο ευρύτερο heavy metal επιβάλλει την ατμόσφαιρα. Ο Satyr ζητά από τον κόσμο να κάνει φασαρία, με κάποιους να προσπαθούν μάταια να κάνουν mosh pits, αφού δεν υπάρχει «χιλιοστό» απάτητο. Είναι η ώρα για το “K.I.N.G.”, η στιγμή όπου η ερμηνεία του Satyr εκπέμπει πραγματικό φόβο.
Hail Satyricon!
ΥΓ: Ο Frost, χωρίς καν να βάλει δύναμη, κατάφερε να πετάξει τη μπαγκέτα του στο δεύτερο μισό του stage.
