Κάθε τόσο, όλο και κάποιος βγαίνει και διατυμπανίζει ότι “rock is dead”. Φαίνεται, όμως, ότι αυτές οι απόψεις δεν καταφέρνουν να φτάσουν μέχρι το Ηνωμένο Βασίλειο. Ή αν φτάνουν, οι IDLES τις απορρίπτουν εμφατικά. Η μπάντα με τα “Brutalism“, ” Ultra Mono” και το πιο πρόσφατο “TANGK” πλησιάζει το ροκ με τρόπο άμεσο, το φέρνει ξανά μπροστά μας όπως πραγματικά είναι και το συνδέει ξανά με την πηγή του: τον δρόμο, τον θόρυβο και το σώμα που το ακούει.
Η στάση αυτή διέπει κάθε άλμπουμ τους, χωρίς εξαιρέσεις ή διαλείμματα. Το “Brutalism” μοιάζει με πρώτο ξέσπασμα, είναι σαν να πάτησαν “rec” πριν πουν οτιδήποτε, αφήνοντας το ένστικτο να οδηγήσει τα πάντα. Το “Joy as an Act of Resistance” κρατά την ίδια ορμή, αλλά ανοίγει χώρο για πένθος, τρυφερότητα και πείσμα. Το “TANGK” κινείται με πιο καθαρό ήχο, όχι όμως με λιγότερη πίεση. Κάθε δίσκος λειτουργεί σαν αντίδραση σε κάτι που δεν μπορούν να κρατήσουν μέσα τους. Και κάθε συναυλία το επιβεβαιώνει. Το κοινό συμμετέχει ενεργά, με φωνές, σπρωξιές, ιδρώτα και ένταση, διαμορφώνοντας μια μοναδική γλώσσα επικοινωνίας με το συγκρότημα. Δεν υπάρχει σκηνή και από κάτω. Υπάρχει ένα σώμα που κινείται και φωνάζει σαν ένα.
Η φήμη τους χτίστηκε με τρόπους που δεν συνηθίζονται τη σημερινή εποχή. Δεν κατέκτησαν τα charts ούτε έγιναν viral. Ξεκίνησε σε μισοάδειους χώρους, γεμάτους με αγνώστους που έφευγαν συγκλονισμένοι. Εκεί, μέσα στον θόρυβο και τη ζέστη, σε στιγμές έντασης που έμοιαζαν με κάθαρση, οι IDLES βρήκαν ένα κοινό που ζητούσε να ζήσει κάτι αληθινό. Αυτό που παίζουν δεν αρκεί από μόνο του, σημασία έχει και ο τρόπος που βλέπουν τον ρόλο τους. Για εκείνους, ο καλλιτέχνης είναι κάποιος που εεκτίθεται, δυσκολεύεται, μα παραμένει απαραίτητος.
Η πρώτη φορά που τα βλέμματα γύρισαν προς το μέρος τους ήταν με το ντεμπούτο τους. Το “Brutalism” είναι ένα άλμπουμ που μοιάζει να βγήκε σαν κάποια εσωτερική ανάγκη. Στο εξώφυλλο εμφανίζεται η μητέρα του Joe Talbot, ενώ κάποιες κόπιες περιλάμβαναν και τις στάχτες της. Η επιλογή αυτή ήταν κάτι παραπάνω από μία φθηνή πρόκληση. Φανέρωνε μία μπάντα που είχε αποφασίσει να κινηθεί χωρίς να νοιάζεται για τα προσχήματα.

Το “Brutalism” έμοιαζε με την πρώτη κραυγή τη στγιμή που τραυματίζεσαι. Το επόμενο άλμπουμ, “Joy as an Act of Resistance”, ήταν η στιγμή που αποφασίζεις να μην αφήσουν το τραύμα να σε καθορίσει. Παρότι τους κόλλησαν ταμπέλες όπως «πολιτικό πανκ» ή «θυμωμένο ροκ», οι ίδιοι το είχαν ξεκαθαρίσει: δεν ήθελαν να κάνουν μουσική διαμαρτυρίας για χάρη της διαμαρτυρίας. Αυτό που κυνηγούσαν ήταν να αλλάξουν πρώτα τον εαυτό τους. Τραγούδια όπως το “Danny Nedelko” ήταν προσπάθειες να επαναφέρουν την ανθρώπινη επαφή μέσα από μια οργή που έμοιαζε περισσότερο με γιορτή.
Επόμενος σταθμός ήταν το “Ultra Mono”, ένας δίσκος στον οποίο βγήκαν από το safe zone τους. Αντί να πατήσουν πάνω στην επιτυχία τους, προτίμησαν να στραφούν στα δικά τους ερωτήματα. Οι στίχοι πήραν τη μορφή συνθημάτων, σαν να ήθελαν να τεντώσουν το νόημα κάθε λέξης μέχρι να σπάσει. Επαναλάμβαναν φράσεις των επικριτών τους, φτάνοντάς τις σχεδόν στη γελοιότητα. Το αποτέλεσμα ακροβατούσε ανάμεσα στη σάτιρα και στην αυτοϋπονόμευση. Ένα άλμπουμ που έμοιαζε να δοκιμάζει το ίδιο του το κοινό, για να δει ποιοι θα μείνουν. Η μπάντα, εκείνη τη στιγμή, φαινόταν να κοιτάζει την υπερβολή κατάματα. Και ήξερε καλά το τίμημα. Η υπερέκθεση, ειδικά σε αυτόν τον χώρο, δεν κάνει θόρυβο· σε φθείρει αργά, μέχρι να πάψεις να «μετράς».
Και κάπου εκεί, η πορεία άλλαξε ριζικά. Το “Crawler” δεν συνεχίζει όσα είχαν χτιστεί μέχρι τότε· τα γκρεμίζει. Η μπάντα, που μέχρι πρότινος ξέσπαγε με κάθε τρόπο, ξαφνικά επιλέγει να συγκρατηθεί. Να πει λιγότερα, αλλά πιο βαριά. Η επιθετικότητα δεν χάθηκε, απλώς χώθηκε πιο βαθιά. Κομμάτια όπως το “MTT 420 RR” δείχνουν έναν άλλου τύπου πόνο. Πιο σιωπηλό. Πιο υπόγειο. Οι στίχοι του Talbot παύουν να χτυπούν προς τα έξω και κοιτούν προς τα μέσα. Δεν υπάρχουν πια έξυπνα σχόλια ή ειρωνείες. Μένει μόνο η προσπάθεια να σταθεί στα πόδια του.
Οι IDLES, ωστόσο, δεν ξεχωρίζουν μόνο για τη μουσική των δίσκων τους. Αυτό που τους χαρακτηρίζει είναι η σχέση τους με το κοινό. Στις συναυλίες τους, δεν παίζουν απλώς μπροστά σε θεατές. Μοιράζονται τη στιγμή με όλους όσοι βρίσκονται εκεί. Είτε παίζουν στην Αθήνα είτε στο Los Angeles, η απόσταση ανάμεσα στη σκηνή και το κοινό μειώνεται. Η εμπειρία γίνεται κοινή και μοναδική. Και αν οι μπάντες δείχνουν την πραγματική τους αξία στα live, τότε οι Βρετανοί έχουν ήδη αποδείξει πολλά.

Κάποιοι ίσως το αποκαλέσουν «θεατρικό», όμως αυτό απλουστεύει την εικόνα. Η λέξη παραπέμπει σε κάτι προσχεδιασμένο και ελεγχόμενο. Αυτό που συμβαίνει στη σκηνή δεν μοιάζει με παράσταση. Παρά τις υποψηφιότητες για Grammy και τις θετικές κριτικές από μεγάλα μέσα, οι IDLES δεν κατηγοριοποιούνται εύκολα. Η ταμπέλα του “punk” τους έχει ακολουθήσει, αλλά την έχουν απορρίψει. Το punk παραπέμπει κυρίως σε επιθετικότητα, ενώ οι ίδιοι εξερευνούν άλλα θέματα. Απώλεια, ντροπή, εθισμός, ανάγκη για αλλαγή. Για να τα αγγίξουν, χρειάζονται άλλα μέσα.
Έτσι, επιλέγουν να δανείζονται εκφράσεις και φόρμες από διαφορετικά μουσικά πλαίσια, όχι για να φτιάξουν κάτι ενιαίο, αλλά για να σπάσουν κάθε σταθερό σχήμα. Κάθε άλμπουμ απομακρύνεται από το προηγούμενο με διαφορετικό τρόπο. Το “The Beachland Ballroom”, για παράδειγμα, δεν θα ταίριαζε στο “Brutalism” – και αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Κάθε άλμπουμ δίνει την αίσθηση πως προέρχεται από άλλη μπάντα. Κι όμως, υπάρχει ένας κοινός πυρήνας. Μια αντίδραση σε κάθε μορφή ακινησίας.
Αυτή η ανάγκη για κίνηση προς τα μπροστά αποτέλεσε και τη γενεσιουργό δύναμη του πέμπτου στούντιο άλμπουμ τους, “TANGK“. Κεντρική του δύναμη δεν είναι η οργή, αλλά η αγάπη. Ο Talbot επαναλαμβάνει τη λέξη “αγάπη” σχεδόν τριάντα φορές στο άλμπουμ. Και δεν πρόκειται για κάποιο εύκολο αφήγημα ή για τέχνασμα, είναι ξεκάθαρη αλλαγή πορείας. Και αυτή η αλλαγή ήρθε με το ρίσκο να απογοητεύσουν όσους τους ακολουθούσαν από την αρχή. Ρίσκο να ακουστούν πιο ήπιοι. Μα παράλληλα, άνοιξε δρόμο για μια πραγματική εξέλιξη.
Οι πολιτικοποιημένες μπάντες κινδυνεύουν συχνά να μετατραπούν σε καρικατούρες. Όχι απαραίτητα επειδή αλλάζουν, αλλά επειδή το κοινό κουράζεται να ακούει τα ίδια. Οι IDLES αποφεύγουν αυτή την παγίδα λόγω της φύσης τους. Επίσης, ενώ δεν αδιαφορούν για την κριτική, δεν τη λαμβάνουν «αμάσητη», την ακούν και την επεξεργάζονται. Το “Ultra Mono” ενσωμάτωσε την ειρωνεία για την ίδια τους τη στάση, δείχνοντας διάθεση αυτοεξέτασης. Η στάση τους ήταν μία ένδειξη επίγνωσης. Και στο “TANGK”, δεν ένιωσαν την ανάγκη να φωνάξουν πιο δυνατά ή να απολογηθούν. Απλώς προχώρησαν.
Αντί να υψώσουν περισσότερο τη φωνή, προτίμησαν να θέσουν πιο ουσιαστικά ερωτήματα. Τι μένει μετά την κραυγή; Τι συμβαίνει όταν πέφτει η ένταση και μένεις μόνος μπροστά στον καθρέφτη; Το πιο πρόσφατο έργο τους, ηχογραφημένο μαζί με τους Kenny Beats και Nigel Godrich, ξεφεύγει από το ζήτημα του είδους. Εστιάζει στη διάθεση και την ατμόσφαιρα. Η μουσική αυτή έχει μια παράξενη διπλή επίδραση: μπορεί να σε ταράξει και να σε καθησυχάσει την ίδια στιγμή. Η φωνή του Talbot έχει αλλάξει, πλέον τραγουδά αντί να «φωνάζει». Οι κιθάρες θυμίζουν κάτι μακρινό και δεν προσπαθούν να επιτεθούν, στρέφονται προς τα μέσα. Υπάρχει λιγότερη ένταση και περισσότερη έλξη.
Αυτή η στροφή τούς στοίχισε όσους ζητούσαν την ένταση των πρώτων τους δίσκων. Όμως, τους χάρισε κάτι πιο ουσιαστικό: διάρκεια. Οι IDLES ξεχωρίζουν επειδή αρνούνται να κοροϊδέψουν τον εαυτό τους. Την ώρα που ο υπόλοιπος μουσικός κόσμος χάνεται σε συζητήσεις για ταυτότητες και ετικέτες, αυτούς τους νοιάζει να έχουν κάτι να πουν. Κι επειδή επιμένουν να αλλάζουν πριν τους αλλάξει ο κόσμος, θα μείνουν παρόντες όταν άλλοι θα έχουν χαθεί.