Σάββατο βράδυ, 20 Σεπτεμβρίου 2025, και ο αττικός ουρανός βάφεται χρυσαφένιος. Καθώς το φως της δύσης λούζει το Θέατρο Λυκαβηττού, οι πρώτες νότες των θρυλικών Jethro Tull γεμίζουν τον αέρα, προμηνύοντας μια βραδιά γεμάτη ιστορία και συγκίνηση. Το συγκρότημα, που ιδρύθηκε το 1967 στην Αγγλία, έχει πίσω του δεκαετίες δημιουργίας και παραμένει ένα από τα πιο εμβληματικά ονόματα της progressive rock σκηνής.
Η συναυλία είχε διάρκεια σχεδόν δύο ωρών, ένα αληθινό μουσικό οδοιπορικό που πέρασε από όλες τις φάσεις των Jethro Tull. Από τα πρώτα λεπτά έγινε φανερό ότι ήθελαν να μας γυρίσουν το κοινό πίσω στην απαρχή της πορείας τους. Η βραδιά άνοιξε με το “Some Day the Sun Won’t Shine for You” από το “This Was” (1968), μια επιλογή που έφερε στον Λυκαβηττό τον ήχο των blues που χαρακτήρισε τα πρώτα τους βήματα. Ακολούθησε το “Beggar’s Farm” από τον ίδιο δίσκο, με τη μελωδία του να μας «ζεσταίνει» ακόμη περισσότερο.

Από εκεί και πέρα, το ταξίδι συνεχίστηκε μέσα από τις δεκαετίες, ξεκίνησε από τη δεκαετία του ’60, πέρασε εκκωφαντικά από τα ’70s και έφτασε μέχρι το σήμερα, με τα “Curious Ruminant” και “Over Jerusalem”. Παράλληλα προβάλλονταν βίντεο από εμφανίσεις τους, προσθέτοντας μια διαχρονική διάσταση στο ήδη καθηλωτικό σκηνικό.
Στο θέατρο κυριάρχησε μια όμορφη μίξη από ηλικίες και εθνικότητες, ένα κοινό που αποτύπωνε τη διαχρονικότητα του έργου των Jethro Tull. Θα μπορούαμε να το πούμε μια ζωντανή απόδειξη ότι ο ήχος τους παραμένει ο πιο όμορφος δρόμος ένωσης γενεών, πολιτισμών και ταυτοτήτων. Σε πολλά κομμάτια, οι θεατές συγχρονίστηκαν με τον ρυθμό και τα φωνητικά, προσθέτοντας μια ξεχωριστή νότα στη βραδιά και επιβεβαιώνοντας τη σχέση του συγκροτήματος με το ελληνικό κοινό.










Μία σχέση που μόνο τυχαία δεν είναι. Οι Jethro Tull έχουν επισκεφθεί την Ελλάδα αρκετές φορές τις τελευταίες δεκαετίες, με εμφανίσεις από τον Λυκαβηττό έως το Ηρώδειο, γεγονός που μαρτυρά την αγάπη τους για το ελληνικό κοινό και την αμοιβαία ανταπόκριση.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί η στάση του συγκροτήματος απέναντι στη χρήση κινητών τηλεφώνων. Ζήτησαν διακριτικότητα καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας, εξηγώντας ότι οι συνεχείς λήψεις αποσπούν την προσοχή τους. Το κοινό το σεβάστηκε υποδειγματικά, ενώ στο τελευταίο κομμάτι οι ίδιοι ενθάρρυναν τους θεατές να απαθανατίσουν ελεύθερα τη στιγμή με φωτογραφίες και βίντεο, προσφέροντας ένα θερμό «φινάλε». Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού το σετ έκλεισε με τα “Aqualung” και “Locomotive Breath“.

Η εμφάνιση αυτή αποτέλεσε ένα μοναδικό ταξίδι στις δεκαετίες της δισκογραφίας τους, γεμάτο συναισθήματα και μουσικές εικόνες που άγγιξαν κάθε παρευρισκόμενο. Ήταν μια άκρως επιτυχημένη βραδιά από ένα συγκρότημα που εξακολουθεί να γοητεύει και να συνδέει γενιές. Μέχρι την επόμενη συνάντηση, ας συνεχίσουμε να ταξιδεύουμε με τη μοναδική μουσική των Jethro Tull.