Το έκτο άλμπουμ των Saor, “Amidst the Ruins”, βρίσκει τον Andy Marshall, έναν από τους πιο σταθερούς δημιουργούς της ατμοσφαιρικής folk/black metal σκηνής, να συνεχίζει τη δουλειά που χτίζει εδώ και δέκα χρόνια. Το άλμπουμ κρατά τον γνώριμο συνδυασμό εκτεταμένων black metal κομματιών και κελτικής folk ενορχήστρωσης, όμως αυτή τη φορά η κουβέντα γύρω του επικεντρώνεται όχι μόνο στα δυνατά του σημεία, αλλά και σε όσα φαίνεται να λείπουν.
Από την πρώτη στιγμή, ο δίσκος δημιουργεί υψηλές προσδοκίες. Το ομώνυμο κομμάτι, με διάρκεια πάνω από δώδεκα λεπτά, κινείται ανάμεσα σε «ξυσίματα», γεμάτες μπασογραμμές και τον συνδυασμό εγχόρδων και καθαρών φωνητικών. Αποτελεί μια συμπυκνωμένη εικόνα των βασικών δυνατοτήτων των Saor: την ικανότητα να ενσωματώνουν folk στοιχεία στην ένταση του black metal, χωρίς το ένα να επισκιάζει το άλλο. Η παραγωγή είναι προσεγμένη, αφήνοντας κάθε όργανο να ακούγεται καθαρά, ενώ ταυτόχρονα διατηρεί τη σκληρότητα που παραπέμπει στις ρίζες του είδους. Για όσους εκτίμησαν τη συμπαγή προσέγγιση του “Origins” το 2022, αυτή η στροφή σε πιο εκτενείς συνθέσεις μπορεί να θυμίσει τις αρχικές φιλοδοξίες του συγκροτήματος.
Ωστόσο, όσο προχωρά η ακρόαση, γίνεται φανερή μια συχνή παρατήρηση: η σκωτσέζικη παραδοσιακή αισθητική, παρότι υπάρχει, συχνά δίνει την εντύπωση ότι προστίθεται πάνω στη μουσική, αντί να αποτελεί οργανικό μέρος της δομής της. Σε τραγούδια όπως τα “Echoes of the Ancient Land” και “Glen of Sorrow”, τα folk όργανα εμφανίζονται κυρίως ως περάσματα που διακοσμούν τις συνθέσεις, χωρίς να κατευθύνουν την εξέλιξή τους. Αυτό δεν μειώνει τη γοητεία της μουσικής – οι μελωδίες παραμένουν έντονες και η συνεργασία ανάμεσα στην κιθάρα και τα παραδοσιακά όργανα αποδίδεται με ακρίβεια – όμως αφήνει ανοιχτό το ερώτημα αν η ταυτότητα των Saor ως “σκωτσέζικου” black metal συγκροτήματος τείνει πλέον περισσότερο προς τη δημιουργία ατμόσφαιρας, παρά προς την ουσιαστική ενσωμάτωση των παραδοσιακών στοιχείων.

Ο ρυθμός του άλμπουμ επηρεάζει και τον τρόπο με τον οποίο το υποδέχεται το κοινό. Όταν οι Saor δίνουν έμφαση σε δυναμικές αλλαγές, όπως στη σταδιακή ανάπτυξη του μεσαίου μέρους του ομώνυμου κομματιού ή στην πολυεπίπεδη κορύφωση του “Rebirth”, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν στιγμές όπου η επανάληψη κουράζει, ειδικά όταν οι μουσικές ιδέες συνεχίζονται πέρα από το συναισθηματικό τους αποκορύφωμα. Το “The Sylvan Embrace”, ένα ακουστικό κομμάτι διάρκειας επτά λεπτών, λειτουργεί ως στιλιστική διαφοροποίηση, όμως η επαναλαμβανόμενη δομή του και οι φωνητικές εισαγωγές το κάνουν αμφιλεγόμενο – κάποιοι θα εκτιμήσουν τον πιο ήρεμο χαρακτήρα του, ενώ άλλοι μπορεί να το βρουν υπερβολικό.
Οι φωνές στο άλμπουμ κινούνται ανάμεσα σε τραχιές ερμηνείες και ψηλά καθαρά φωνητικά, συχνά σε χορωδιακές διατάξεις. Αν και η εκτέλεση είναι τεχνικά προσεγμένη, κάποιες μελωδικές επιλογές πλησιάζουν περισσότερο το folk metal, κάτι που μπορεί να φανεί υπερβολικό σε όσους γνωρίζουν καλά το είδος. Οι καθαρές επαναλήψεις στο “Rebirth”, για παράδειγμα, επιδιώκουν να λειτουργήσουν ως ύμνοι, αλλά υπάρχει ο κίνδυνος να γίνουν τόσο επαναλαμβανόμενες που να χάνουν μέρος της δυναμικής τους. Αντίθετα, οι πιο τραχιές φωνητικές γραμμές, ειδικά στο “Echoes of the Ancient Land”, τονίζουν τη black metal πλευρά του άλμπουμ και ισορροπούν τις πιο γλυκές μελωδικές επιλογές.
Ένα από τα πιο δυνατά σημεία του “Amidst the Ruins” είναι οι επιλογές στην παραγωγή. Το τρίο εγχόρδων, με βιολί, βιόλα και τσέλο, έχει τον χώρο να αναδειχθεί, προσθέτοντας βάθος χωρίς να λειτουργεί απλώς ως διακοσμητικό στοιχείο. Παράλληλα, τα κρουστά ακούγονται φυσικά, με στιγμές απρόσμενων ρυθμικών αλλαγών που απομακρύνονται από τη συνηθισμένη εξάρτηση στα blast beats. Αυτές οι λεπτομέρειες συμβάλλουν ώστε το άλμπουμ να ξεχωρίζει μέσα στον πολυάριθμο χώρο των ατμοσφαιρικών black metal κυκλοφοριών, όπου η παραγωγή συχνά εξαλείφει τις μικρές αλλά σημαντικές αποχρώσεις.

Ωστόσο, υπάρχει η αίσθηση ότι το άλμπουμ παραμένει εντός safe zone. Για ένα project που στο παρελθόν είχε καταφέρει να εντυπωσιάσει με τον αρμονικό συνδυασμό της σκωτσέζικης folk με την επιθετικότητα του black metal, το “Amidst the Ruins” δίνει κάποιες φορές την εικόνα βελτίωσης παρά ουσιαστικής εξέλιξης. Αυτό δεν αποτελεί απαραίτητα αρνητικό στοιχείο – η φόρμουλα των Saor εξακολουθεί να είναι ελκυστική – αλλά σημαίνει πως η επιτυχία του άλμπουμ εξαρτάται κυρίως από το πόσο ο καθένας προτιμά τη σταθερότητα αντί της αναζήτησης νέων κατευθύνσεων.
Τελικά, το “Amidst the Ruins” επιβεβαιώνει τον ρόλο των Saor ως ένα από τα βασικά σημεία συνάντησης folk και black metal. Είναι προσεγμένο στη δημιουργία του, πλούσιο σε ήχο και σε αρκετές στιγμές συγκινητικό, ακόμη κι αν δεν διευρύνει ουσιαστικά το πεδίο του project. Αν το επόμενο βήμα του Andy Marshall καταφέρει να ενσωματώσει τα folk στοιχεία πιο ουσιαστικά στη διαδικασία της σύνθεσης, το αποτέλεσμα θα μπορούσε να φτάσει την πρωτοπορία των πρώτων του έργων. Μέχρι τότε, το “Amidst the Ruins” παραμένει μια σταθερή, αν και κάπως προσεκτική, δήλωση ενός καλλιτέχνη που μένει πιστός στο όραμά του — με το ένα πόδι στην παγκόσμια παράδοση του black metal και το άλλο στα Highlands της Σκωτίας.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Artist: Saor
Album: Amidst the Ruins
Label: Season of Mist
Release Date: 07/02/2025
Genre: Atmospheric black metal, Folk black metal
1. Amidst the Ruins
2. Echoes of the Ancient Land
3. Glen of Sorrow
4. The Sylvan Embrace
5. Rebirth
Producer: Chris Fielding, Tony Lindgren, Andy Marshall
Saor: Andy Marshall (Φωνή, κιθάρα, μπάσο, πλήκτρα, τύμπανα)
Saor: Amidst the Ruins
Το “Amidst the Ruins” δείχνει έναν δημιουργό που γνωρίζει καλά τα δυνατά του σημεία, αλλά επιλέγει να κινηθεί σε γνώριμα μονοπάτια. Προσφέρει στιβαρή παραγωγή και όμορφες στιγμές, όμως η απουσία ουσιαστικών εκπλήξεων το κρατά μακριά από τον χαρακτηρισμό «κορυφαίο» στη δισκογραφία των Saor.