Δεν θα το θυμηθώ το πρώτο μου live. Δεν κράταγα και εισιτήρια ποτέ, να έχω κάποιο ενθύμιο. Σίγουρα, όμως, θυμάμαι “το πρώτο μου live” στο εξωτερικό. Αυτό, δηλαδή, που χρειάστηκε τέσσερα αεροπλάνα και μήνες σχεδιασμού. Πατέντες για την απόκτηση εισιτηρίων, πανδοχείο, τρένα, λεωφορεία και δύο συντρόφους που μοιράστηκαν την εμπειρία. Kι ακόμα δεν μπορούμε να συνέλθουμε απ’ αυτή. Και δεν θα ξεχάσω ποτέ την αιτία που ένα πρωί ξεσηκωθήκαμε τρεις άνθρωποι και βαλθήκαμε να κάνουμε σκοπό της ζωής μας αυτό το ταξίδι.
Το “Mezmerize” εμφανίστηκε στις ιστοσελίδες της εποχής για κατέβασμα ένα βράδυ του Μάη του 2005. Η ‘Aννα, που είχε το μεγαλύτερο κόλλημα, επί χρόνια είχε φροντίσει να κατεβάσει οτιδήποτε υπήρχε από SOAD στο διαδίκτυο. Bootlegs και βίντεο από εμφανίσεις τους σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη. Αrtwork, φωτογραφίες, χιλιάδες φωτογραφίες και ιδιαιτέρως του Serj. Eίχαμε χάσει το μέτρημα και κάθε απόγευμα, μετά τις δουλειές, βυθιζόμασταν στο μοναδικό μας χόμπι επί μία τριετία, ίσως περισσότερο. Να ακούμε, δηλαδή, System Of A Down τέρμα και να σκαλίζουμε το αρχείο μας με SOAD.
Κι όπως σερφάραμε στα περιορισμένα sites εκείνου του καιρού, άρχισε από παντού να μας κυκλώνει η διαρροή. Είχαμε ακούσει το “BYOB“, είχαν ανεβάσει δωρεάν στη σελίδα τους το “Cigaro“, αλλά τώρα κάποιος πρόσφερε για κατέβασμα όλο τον δίσκο. Παγώσαμε καθετί που υπήρχε στον κόσμο και ξεκινήσαμε το ψάξιμο.
Kλείσαμε για Βαρκελώνη, μετά το πήγαμε σε ένα φεστιβάλ στη Βόρεια Γαλλία, τελικά κλείδωσε η Ολλανδία
Είχαμε γρήγορη γραμμή, σαραντάρα, άρα ένας δίσκος χρειαζόταν το πολύ ένα οκτάωρο για να κατεβεί. Αλλά τώρα δεν έπρεπε να κάνουμε ασυλλόγιστες κινήσεις. Καμιά φορά τα άλμπουμ περιείχαν κομμάτια με διαφορετική ποιότητα και, όσο τα άκουγες, το ένα ήταν τέρμα κι έπρεπε να χαμηλώνεις, το άλλο χαμηλά κι έπρεπε να δυναμώνεις, με τους SOAD δεν παίζεις, ήταν σημαντικό να το βρούμε ολόκληρο, να ακούγεται όπως θέλουν οι ίδιοι οι SOAD να τους ακούς.
Το βρήκαμε. Το βάλαμε να κατεβαίνει, με το Audiogalaxy, μετά τα μεσάνυχτα – το θυμάμαι, πήρα τηλέφωνο τον Τσου και τον ενημέρωσα. «Δεν πάμε αύριο για δουλειά, το πολύ ως τις δέκα το πρωί θα έχουμε το καινούργιο». Tο είχαμε. Το βάλαμε. Δεν μιλούσαμε, επί ώρες, κι οι τρεις μας. Το μόνο που έχω στη μνήμη ήταν η ατάκα μου «πρέπει να τους δούμε αμέσως, θα διαλυθούν».
Πριν με ρωτήσουν από πού το συμπέρανα, συμπλήρωσα «πιο πάνω απ’ αυτό δεν πάει, δεν έχουν άλλο να δώσουν». Κι από το ίδιο απόγευμα, αρχίσαμε τις βόλτες στα ταξιδιωτικά πρακτορεία – δεν ξυριστήκαμε ξανά, ως το βράδυ της συναυλίας και για λίγο ακόμα μετά επειδή μας άρεσε, για να αφήσουμε και μουσάκια SOAD, με τα οποία εμφανιστήκαμε, με τον Τσου, ευπρεπείς και προβλεπόμενοι στον συναυλιακό χώρο.
Αγωνία, αναμονή, σφίξιμο στο στομάχι όσο πλησίαζε η μέρα της συναυλίας
Έπρεπε να συνδυάσουμε τις περιόδους που θα μπορούσαμε να πάρουμε άδεια και οι τρεις με τις διαθέσιμες ημερομηνίες της περιοδείας, τα αεροπορικά δρομολόγια από Θεσσαλονίκη και, κυρίως, το μπάτζετ μας. Το κλείσαμε για Βαρκελώνη, μετά το πήγαμε σε ένα φεστιβάλ στη Βόρεια Γαλλία, τελικά κλείδωσε η Ολλανδία. Ταίριαξε η ημέρα με τις άδειες και τα αεροπορικά. Το επόμενο πρωί, βγάλαμε με την ‘Aννα την πρώτη μας πιστωτική, για να πληρώσουμε το ταξίδι και το ξενοδοχείο. Aκόμα μας παίρνουν τηλέφωνο, πότε-πότε, από την τράπεζα, για ‘κείνα τα χρέη.
Πρώτο ταξίδι της ‘Αννας με αεροπλάνο στη ζωή της και φωνάξανε το όνομά της στα μεγάφωνα του αεροδρομίου επειδή άργησε (αργήσαμε), κόβοντας βόλτες στα αφορολόγητα ως αυθεντική πρωτάρα. Απογείωση με γκρουπ Ελλήνων, άρα καθυστέρηση επειδή «Ρε μανούλα μου, τι με λες τώρα να αλλάξω θέση. Όλοι φίλοι είμαστε εδώ, κάνε με τη χάρη.», «Σερ, ιφ γιου ντοντ γκόου του δε σιτ δατ ις ρίτεν ον γιορ τίκετ γουί γουόντ τέικ-οφ», «Ρε τι μας λέει αυτή, όπου θέλω θα κάτσω».
Πτήση με ουγγρική αεροπορική, άρα σκορδίλα, που στην αρχή πιστεύαμε πως προερχόταν από το γκρουπ που συνταξίδευε αλλά εν τέλει αλλάξαμε γνώμη όταν ήρθε το γεύμα. Τράνζιτ στη Βουδαπέστη, ρεζίλι των σκυλιών τρεις κάγκουρες που δεν έβρισκαν το κουμπί να τρέξει ο καπουτσίνο στο σελφ-σέρβις με μια ουρά είκοσι ατόμων να τους βρίζει σε διαφορετική γλώσσα.
Φτάσαμε τόσο νωρίς, που το ένα από τα tour buses έφτασε μετά από εμάς, τέτοια ήταν η αγωνία μας για δούμε τους SOAD
Τρεχάλα στο ‘Aμστερνταμ, να προλάβουμε να αφήσουμε τα μπαγκάζια στο ξενοδοχείο, να βάλουμε ασπρόμαυρα ρούχα, να πάρουμε το τρένο για μια ολλανδική κωμόπολη, να δούμε την Εθνική Νέων Αιγύπτου που έπαιζε στο Παγκόσμιο ο Σικαμπάλα. Σοκ όταν αντιληφθήκαμε πως στην Ολλανδία έχει διαφορά ώρας, άρα δεν θα το προλαβαίναμε ποτέ ούτως ή άλλως. Πέντε μέρες βόλτες στο ‘Αμστερνταμ, στα καφέ και τα μπαρ και τα μουσεία και τα κανάλια και λιώσαμε τις σόλες και βγάλαμε κάλους, μιλώντας ένα ελληνο-ολλανδικό υβρίδιο βάζοντας «χάλεν» σε κάθε λέξη. «Μασχάλεν», «τρενχάλεν», «καφεχάλεν» για να μην μας αναγνωρίζουν οι Έλληνες τουρίστες και να μην μας ζητάνε κατευθύνσεις για τη Flower Market ή τη Red District. Αγωνία, αναμονή, σφίξιμο στο στομάχι όσο πλησίαζε η μέρα της συναυλίας.
Ήταν η πρώτη (και μάλλον η τελευταία) φορά που αυτοί οι τρεις συγκεκριμένοι άνθρωποι έφτασαν κάπου, όχι απλώς στην ώρα τους, αλλά ώρες νωρίτερα. Εγώ, ο Τσου και η ‘Aννα, βαμμένη με κάτι μαύρους περίεργους κύκλους γύρω απ’ τα μάτια που βάλαμε κι εμείς λίγο μαύρο στα μάτια για να γελάμε και να μας κοιτάζουν οι Ολλανδοί, στην αποβάθρα του Σεντραλστατσιόν για το Ρότερνταμ, όπου μας περίμενε η πιο αγαπημένη μπάντα της ζωής μας.
Είχαμε σχεδιάσει να δούμε το μεγάλο λιμάνι, το θαύμα της υδραυλικής με τα νερά που διαβάζαμε πριν το ταξίδι, την κεντρική πλατεία, δεν κάναμε τίποτα, από τον σταθμό τρέξαμε στο Ahoy, από τους πρώτους, σαν τις γιαγιάδες που μπαίνουν πρώτες μην χάσουν την αναχώρηση. Τόσο νωρίς, που το ένα από τα tour buses έφτασε μετά από εμάς.
Φωτίστηκε η μαύρη κουρτίνα κι ακούστηκαν οι πρώτες νότες, με μια απόκοσμη φωνή να ουρλιάζει στο φως του προβολέα
Στο σκοτάδι του Ahoy έλαμπαν μόνο οι πράσινες σημαιούλες των παιδιών που πουλούσαν μπύρα ανάμεσα στον κόσμο, για να τους βλέπεις από μακριά. Αγοράσαμε την επίσημη μπλούζα της περιοδείας, μία σε small για την ‘Aννα, μία σε medium για τον Τσου και μία σε large για την αφεντιά μου και δεν κρατήθηκα, τη φόρεσα αμέσως, πετώντας ό,τι φορούσα, Θεός σχωρέσ’ το, τώρα που το θυμάμαι ό,τι κι αν ήταν.
Kι έπαθα το σοκ που το Large δεν μου έμπαινε. Oύτε τα χέρια δεν κατάφερνα να χώσω στο μπλουζάκι και μ’ έπιασε θλίψη. Πόσα κιλά είχα βάλει πέντε μέρες στην Ολλανδία με τόσο junk food, ίδρωσα, στενοχωρήθηκα, μετά πρόσεξα το «S» στον λαιμό, είχα πάρει της ‘Aννας που δίπλα μου έπλεε στη δική μου και χαιρόταν, με τη σειρά της, που είχε αδυνατίσει. Και πάνω που γελούσαμε, μεθυσμένοι, ευτυχισμένοι και δίχως να πατάνε τα πόδια μας στη Γη, φωτίστηκε η μαύρη κουρτίνα κι ακούστηκαν οι πρώτες νότες, με μια απόκοσμη φωνή να ουρλιάζει στο φως του προβολέα: «Welcome to the soldier side, where there’s no one here but me» κι από ‘κεί και μετά δεν θυμάμαι τίποτα.
Artist: Morrissey
Album: I Am Not a Dog on a Chain
Label: BMG
Release Date: 20/03/2020
Genre: Indie Rock
Soldier Side – Intro
B.Y.O.B.
Revenga
Science
Kill Rock ‘n Roll
Suggestions
Psychο
Chop Suey!
Cigaro
Mr. Jack
Needles
Deer Dance
Aerials
Holy Mountains
Spiders
Bounce
ATWA
Forest
Lost in Hollywood
Question!
War?
Prison Song
Toxicity
Suite-Pee
Sugar