Στην εποχή μας, η προσοχή είναι κομματιασμένη σε stories, clips και γρήγορα singles. Όμως το “Asphodels” δεν προσπαθεί να ξεχωρίσει φωνάζοντας. Δεν παλεύει να νικήσει τον θόρυβο. Απλώς περιμένει. Και αν κάποιος του δώσει χρόνο, του ανοίγεται. Όχι με φανφάρες, αλλά με μια κατευναστική ηρεμία. Το έβδομο στούντιο άλμπουμ των The Veils, με οδηγό τον πάντα μυστηριώδη Finn Andrews, μοιάζει περισσότερο με τελετή. Δημιουργεί μια ατμόσφαιρα που θυμίζει ένα μικρό εκκλησάκι με αναμμένα κεριά ή το τελείωμα ενός ονείρου. Εκεί, η αγάπη και ο θάνατος δεν συγκρούονται. Κάθονται δίπλα-δίπλα. Όχι σαν εχθροί, αλλά σαν δύο δυνάμεις που αλληλοσυμπληρώνονται.
Ο τίτλος “Asphodels” δεν είναι απλώς μια ποιητική ιδέα. Το άλμπουμ πήρε το όνομά του από τα χλωμά λουλούδια του ελληνικού Κάτω Κόσμου — σύμβολα πένθους, μνήμης και μιας σιωπηλής, σχεδόν άχρωμης αθανασίας. Όπως και αυτά τα λουλούδια, τα κομμάτια του άλμπουμ πάλλονται από μια ήρεμη αλλά έντονη ενέργεια. Μια ενέργεια που μοιάζει να κρύβεται ακριβώς κάτω από την επιφάνεια. Μέσα σε αυτόν τον μυθικό υπόκοσμο, ο Finn Andrews παίρνει τον ρόλο ενός ορφικού οδηγού. Όχι με φωνές, αλλά με ψίθυρο.

Υπάρχει κάτι το παράξενα ειρωνικό στο πώς ένας τόσο λιτός δίσκος ακούγεται τόσο γεμάτος. Οι υφές της πρώιμης indie rock εποχής των The Veils έχουν πια χαθεί. Όποιος περιμένει ένα νέο “Lavinia” ή το εκρηκτικό ξέσπασμα του “Axolotl”, καλό είναι να αλλάξει προσδοκίες. Αυτή η εκδοχή του συγκροτήματος ανήκει στο παρελθόν. Με το “Asphodels” οι the Veils απομακρύνονται από τους ήχους που κάποτε τους χαρακτήριζαν. Μπαίνουν σε έναν κόσμο οικειότητας και σιωπηλής έντασης.
Οι Veils με το “Asphodels” χτίζουν έναν σκοτεινό, ονειρικό κόσμο όπου κάθε νότα ψιθυρίζει κάτι βαθύτερο
Η φωνή του Andrews — πάντα έντονη, πάντα έτοιμη να σπάσει ή να ξεσπάσει — δένει τα εννέα κομμάτια του άλμπουμ. Στο ομώνυμο τραγούδι, αιωρείται πάνω από λίγες νότες πιάνου και απαλά έγχορδα που οριακά ακούγονται. Είναι σαν να περπατάει κανείς στις μύτες των ποδιών του μέσα στη θλίψη. Δεν θέλει να την ταράξει, αλλά χρειάζεται να τη δει κατάματα. Υπάρχει κάτι σχεδόν φασματικό στον τρόπο που χτίζεται το κομμάτι. Κάθε νότα μοιάζει είτε μισο-θυμισμένη είτε μισο-ζωημένη. Κάθε νότα μοιάζει σαν να έχει ξεχαστεί ή δεν έχει ζήσει ποτέ πραγματικά. Αυτός ο συνδυασμός δημιουργεί μια ατμόσφαιρα μοναδική και συγκινητική.
Για το “Asphodels” ο Andrews συνεργάστηκε με τη Νεοζηλανδή συνθέτρια Victoria Kelly για τις ενορχηστρώσεις των εγχόρδων. Μαζί διαμόρφωσαν έναν δίσκο που νιώθεις πως είναι κάτι άλλο. Τα έγχορδα της Kelly δεν εμπλουτίζουν απλώς τα τραγούδια. Αντίθετα, ζουν και αναπνέουν μέσα τους, σαν φανταστικοί χαρακτήρες σε μια παράσταση χωρίς ηθοποιούς. Ο Andrews έχει πει πως οι ενορχηστρώσεις είναι σαν ένα ακόμα μέλος της μπάντας. Και εδώ, πραγματικά σε πείθει.
Το “O Fortune Teller” έρχεται με μια μελαγχολία που δεν περνά απαρατήρητη. Είναι από εκείνα τα τραγούδια που θες να ακούσεις σε ένα σκοτεινό θέατρο ή σε μια παλιά εκκλησία που έγινε χώρος συναυλιών. Το πιάνο παίζει με προσοχή, τα έγχορδα διστάζουν. Η φωνή του Andrews είναι εύθραυστη αλλά και δυνατή ταυτόχρονα. Μέχρι να φτάσει το “The Ladder“, νιώθεις πως περπατάς μέσα σε ένα τοπίο — θολό, παλιό, με αντήχηση.
Το “Asphodels” των Veils είναι ένας ήσυχος, βαθιά ποιητικός δίσκος που ζητά χρόνο για να αποκαλυφθεί
Υπάρχουν στιγμές που φέρνουν απρόσμενη ζεστασιά. Το “Mortal Wound” ανθίζει ξαφνικά και αποκτά μια τολμηρή ένταση. Τα κρουστά χτυπούν πιο δυνατά, το πιάνο επιμένει περισσότερο. Για λίγο, νιώθεις τον παλμό από τα παλιότερα άλμπουμ των The Veils. Όμως μετά, ο δίσκος επιστρέφει στη σιωπηλή του ευλάβεια. Και τότε έρχεται το “Melancholy Moon“, ένα κομμάτι που σε μπερδεύει. Ο τίτλος του μιλά για θλίψη, αλλά ο ρυθμός του λέει άλλα. Μοιάζει σαν να βλέπεις κάποιον να χορεύει μόνος στην κουζίνα του.
Η γραφή του Andrews εδώ δείχνει πιο καθαρή και λιτή από ποτέ. Έχει αφαιρέσει κάθε περιττό και έχει κρατήσει μόνο την ουσία. Παρόλα αυτά, οι στίχοι του δεν είναι απλοί ούτε πρόχειροι. Αντίθετα, κρύβουν βαθιά σκέψη και έντονο συναίσθημα. Επηρεασμένος από ποιητές όπως ο Lorca, ο Ted Hughes και ο Louis MacNeice, γράφει με ουσία και βάθος. Οι στίχοι του κουβαλούν υπαρξιακά ερωτήματα, χωρίς να σε βαραίνουν. Στο “The Dream of Life” λέει: «On one day I was born. And someday I must die». Με απλές λέξεις, αγγίζει την ευθραυστότητα της ζωής. Το κάνει με μια ψυχραιμία που δείχνει πως την έχει κατακτήσει.
Ίσως το πιο εντυπωσιακό με το “Asphodels” είναι πόσο λίγο το νοιάζει να είναι «της μόδας». Δεν κυνηγά λίστες στο Spotify ούτε θέλει να μπει στο ραντάρ των νέων κυκλοφοριών της Παρασκευής. Δεν προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή με κανέναν τρόπο. Σε ένα παρόν που κυνηγά την αμεσότητα, το “Asphodels” σου ζητά να κάνεις υπομονή. Είναι ένας δίσκος που θα τον αναζητήσεις όταν ο κόσμος γύρω σου κάνει πολύ θόρυβο. Για αυτό αξίζει να ακουστεί ολόκληρος, από την αρχή ως το τέλος. Χωρίς παύσεις, χωρίς να αλλάζεις τραγούδια.
Το “Asphodels” είναι ένας ήσυχος, ποιητικός δίσκος που ανθίζει αργά, σε όποιον του προσφέρει χρόνο και προσοχή
Αν το “Total Depravity” ήταν μια καταιγίδα — χαοτική, άγρια και γεμάτη ένταση — τότε το “Asphodels” είναι ό,τι ακολουθεί. Μια περίεργη, στοιχειωμένη διαύγεια που αφήνει χώρο και για λίγη ελπίδα. Ο Andrews είχε πει κάποτε πως αυτό το άλμπουμ του φαίνεται αλλιώτικο. Ότι βασίζεται σε ένα δυνατό θεμέλιο και μάλλον έχει δίκιο. Δώστε του χρόνο. Δώστε του ησυχία. Και οι ασφόδελοι θα ανθίσουν.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Artist: The Veils
Album: Asphodels
Release Date: 24/01/2025
Label: BANISHED FROM THE UNIVERSE
Genre: Alternative Rock, Indie Rock
1. Asphodels
2. O Fortune Teller
3. The Ladder
4. The Dream of Life
5. Mortal Wound
6. The Sum
7. Melancholy Moon
8. Concrete After Rain
9. A Land Beyond
The Veils: Asphodels
Το Asphodels δεν ζητά τίποτα. Δεν κραυγάζει, δεν προσπαθεί να σε πείσει. Όμως, αν του δώσεις χρόνο και σιωπή, σου χαρίζει έναν κόσμο ποιητικό, γήινο και μεταφυσικό μαζί. Έναν δίσκο που δεν ακούγεται, αλλά βιώνεται – και αυτό είναι σπάνιο.